του Διονύση Χιόνη,
δικηγόρου – Υπ. Διδ. Εγκληματολογίας
4η Ιουλίου 2006. Κυριακή στην Αθήνα, βασιλεύουσα η μεσημεριανή ραστώνη, μπάνια στις κοντινές παραλίες για όσους ξέμειναν στην πρωτεύουσα, ράλι Ακρόπολις για τους οπαδούς του μηχανοκίνητου αθλητισμού. Κάλυψη του αγώνα κι από αέρος. Ελικόπτερα πηγαινοέρχονται στον αττικό ουρανό, ώσπου ένα από αυτά κατευθύνεται προς τον Κορυδαλλό και – προσοχή! – προσγειώνεται στο προαύλιο της Δικαστικής Φυλακής προς έκπληξη όλων, υπαλλήλων και κρατουμένων. Για την ακρίβεια όχι όλων. Ο περιβόητος κακοποιός Βασίλης Παλαιοκώστας κι ο φίλος και συνεργός του Αλκέτ Ριζάι πιστοί στο ραντεβού τους, εφορμούν εν μέσω γενικής σύγχυσης, νέφους σκόνης, φασαρίας και προσπάθειας των υπαλλήλων να διακρίνουν τον Υπουργό Δικαιοσύνης να κατεβαίνει από το ελικόπτερο και απογειώνονται ελεύθεροι.
Για ακόμα μια φορά η κινηματογραφική Μέκκα του Χόλυγουντ ωχριά μπροστά την ελληνική πραγματικότητα! Ο κρατικός μηχανισμός αποτινάζει τη σιέστα και ξεκινά η καταδίωξη των φυγάδων. Το ελικόπτερο βρίσκεται λίγο αργότερα στο Σχιστό, ύστερα από τηλεφώνημα του ίδιου του πιλότου Βασίλη Καρύτση, ο οποίος αφηγήθηκε λεπτομερώς τα προηγηθέντα της απόδρασης περιστατικά. Στο μεταξύ οι δραπέτες κι οι ελευθερωτές τους διέφυγαν με μοτοσικλέτες μεγάλου κυβισμού.
Το χρονικό της ανάληψης ξεκινάει μια εβδομάδα νωρίτερα, όταν ένας νεαρός με δύο δεσποινίδες κάνουν βόλτα επάνω από την ευρύτερη περιοχή της Αθήνας και του Σαρωνικού με το ίδιο ελικόπτερο (με άλλον πιλότο) και προφανώς τσεκάρουν τις λεπτομέρειες του σχεδίου.
Ο ίδιος νεαρός έκλεισε νέο ραντεβού για επανάληψη της βόλτας την αμέσως επόμενη Κυριακή, όμως αυτή τη φορά επιβιβάστηκε παρέα με ένα φίλο του. Αφού προκαταβλήθηκε το μίσθωμα των 1.400 ευρώ στον πιλότο, η απογείωση πραγματοποιήθηκε στις 18.14 και μόλις το ελικόπτερο προσέγγισε την περιοχή του Ρέντη οι δύο νεαροί έβγαλαν δύο όπλα και μια χειροβομβίδα, αφαίρεσαν από τον πιλότο τα ακουστικά και του ανακοίνωσαν το σχέδιο πτήσης. Του απαγόρευσαν να γυρίσει τον ασύρματο στη συχνότητα ανάγκης, του απαγόρευσαν κατηγορηματικά το όχημα να ακουμπήσει το έδαφος του προαυλίου της φυλακής και γενικά έδειξαν να είναι γνώστες των βασικών αρχών πτήσης ελικοπτέρου.
Όλα πήγαν όπως ακριβώς τα είχαν σχεδιάσει, πιθανότατα εμπνευσμένοι από την απόδραση του ληστή τραπεζών Ντιονίσιο ντε Ακίνο Σεβέρο και του ανθρωποκτόνου Αϊλτον Αλβες Φεϊτόζα από τη φυλακή «Χοσέ Παράδα Νέτο» της Βραζιλίας στις 18/1/2002. Επιπρόσθετα, λόγω της διεξαγωγής του ράλι Ακρόπολις πολλά ελικόπτερα πετούσαν στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας εκείνη την ώρα, επομένως ο εντοπισμός τους από τις αρχές ήταν δυσκολότερος, ενώ την ίδια ώρα ο Υπουργός Δικαιοσύνης κι ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης βρίσκονταν στο εξωτερικό, κάτι που έκανε την ήδη δυσκίνητη κρατική μηχανή ακόμα πιο βραδεία. Τελικά, ο Ριζάι συνελήφθη στον Πρόδρομο Βοιωτίας, 140 χιλιόμετρα από την Αθήνα, στις 8/9/2006 έπειτα από πολυήμερη παρακολούθηση.
Η τελευταία μέχρι σήμερα απόδραση από τη Δικαστική Φυλακή Κορυδαλλού ήρθε να προστεθεί στο μακρύ κατάλογο των ελληνικών αστυνομικών χρονικών. Ο όρος «κινηματογραφικές αποδράσεις», που χρησιμοποιείται ευρέως από τους δημοσιογράφους, νομίζω ότι δεν κρίνεται αρκετός για να περιγράψει ικανοποιητικά την ευρηματικότητα, το σχεδιασμό αλλά και την εκτελεστική ικανότητα των δραστών. Ακολουθούν ορισμένες χαρακτηριστικές περιπτώσεις των τελευταίων δέκα περίπου ετών:
• Στις 26 Ιανουαρίου 2006 ο Νίκος Μπούτσικας οδηγήθηκε στο Αστυνομικό Τμήμα Χαλκίδας, από όπου απέδρασε και δρομαίος εισήλθε σε παρακείμενη μονάδα Πεζοναυτών (!) παραπλανώντας τους φρουρούς της πύλης κι αφού έθεσε σε λειτουργία στρατιωτικό όχημα τύπου Χάμερ διέφυγε. Τελικά, η ελευθερία του διήρκησε μόλις 13 ώρες, αφού συνελήφθη στο χωριό Κυπαρίσσι.
• Στις 30 Δεκεμβρίου 2005 ένας 23χρονος Ρώσος βαρυποινίτης κι ένας Αλβανός ανήλικος κρατούμενος κατάφεραν να αποδράσουν κατά τη μεταγωγή τους με κλούβα της Αστυνομίας στο χωριό Μαλακάσι, στην επαρχιακή οδό Ιωαννίνων – Τρικάλων, κοντά στην Κατάρα. Με πρόφαση τη σωματική ανάγκη του Ρώσου η κλούβα σταμάτησε και μόλις εκείνος βγήκε στο δρόμο φορώντας χειροπέδες και συνοδευόμενος από έναν αστυνομικό, τον αιφνιδίασε ορμώντας πάνω του, του αφαίρεσε το υπηρεσιακό περίστροφο και τον σκότωσε ακαριαία, ενώ ακολούθησε η δολοφονία και του δεύτερου συνοδού πριν προλάβει να αντιδράσει. Οι δύο φυγάδες εξαφανίστηκαν στα γύρω βουνά.
• Στις 26 Μαΐου 2002 ο 34χρονος κρατούμενος στον Κορυδαλλό Πίτερ Σέντομ εξήλθε «κύριος», μεταμφιεσμένος και συνοδευόμενος. Πιο συγκεκριμένα, κατάφερε να αποδράσει φορώντας περούκα, σκούρο κοστούμι, γυαλισμένα παπούτσια και γυαλιά μυωπίας παριστάνοντας το συνάδελφο της ψυχολόγου των φυλακών Kορυδαλλού Oλγας Aτζαμόγλου, μαζί με την οποία πέρασε από τον έλεγχο πέντε φυλάκων, χωρίς κανείς να αντιληφθεί το παραμικρό. Ο ισοβίτης Σέντομ είχε συνάψει δεσμό με την ψυχολόγο εντός των φυλακών από καιρό και φαίνεται πως κατέστρωσαν από κοινού το σχέδιο της απόδρασής του, το οποίο κι εκτέλεσαν άψογα.
• Ποιός δεν θυμάται τον Κώστα Πάσσαρη; Η απόδραση του στις 16 Φεβρουαρίου 2001 κατά τη μεταγωγή του από τη φυλακή Κορυδαλλού στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο έχει μείνει στα χρονικά ως μία από τις πλέον αιματηρές. Ο Πάσσαρης μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο συνοδευόμενος από τρεις αστυνομικούς, χωρίς αλεξίσφαιρα γιλέκα και μόλις πλησίασε στο ιατρείο του πρώτου ορόφου, αφού οι συνοδοί του είχαν αφαιρέσει τις χειροπέδες, τον πλησίασε ένα άγνωστο άτομο και του έδωσε ένα πιστόλι των 5,45 χιλιοστών. Πριν προλάβουν οι συνοδοί αστυνομικοί να κάνουν την παραμικρή κίνηση ο Πάσσαρης πυροβόλησε εξ επαφής εναντίον και των τριών, σκορπίζοντας τον πανικό στο Νοσοκομείο. Εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς το τί επακολούθησε. Κόσμος να τρέχει προς πάσα κατεύθυνση, οι αστυνομικοί αιμόφυρτοι κι ο κρατούμενος με το συνεργό του να εξαφανίζονται προς άγνωστη και διαφορετική ο καθένας κατεύθυνση. Τελικά, λίγες ώρες αργότερα οι δύο αστυνομικοί υπέκυψαν.
• Το βράδυ του Δεκαπενταύγουστου του 1998 τριανταπέντε ανήλικοι κρατούμενοι δραπέτευσαν από το Σωφρονιστικό Κατάστημα Ανηλίκων Αυλώνα, που μόλις ένα μήνα νωρίτερα είχε μεταφερθεί στις πρώην στρατιωτικές φυλακές. Ένας στύλος φωτισμού που σχεδόν εφαπτόταν στον εξωτερικό τοίχο της φυλακής δεν πέρασε απαρατήρητος από τους κρατούμενους, παρόλο που οι υπεύθυνοι δεν έδωσαν τη δέουσα σημασία. Έτσι, αφού επέλεξαν μια μέρα αργίας για όλη τη χώρα, λίγο μετά το βραδινό συσσίτιο 40 αλλοδαποί κινήθηκαν προς την ταράτσα των μαγειρείων κι από κει με τη βοήθεια του στύλου της Δ.Ε.Η. πέρασαν από το μαντρότοιχο. Οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι μόλις αντιλήφθηκαν το γεγονός έριξαν δακρυγόνα και καπνογόνα, που εμπόδισαν μερικούς ανήλικους να διαφύγουν. Δεκαέξι από τους δραπέτες συνελήφθησαν τα αμέσως επόμενα λεπτά σε γύρω περιοχές, ενώ οι υπόλοιποι πιθανότατα απολαμβάνουν ακόμα την ελευθερία τους.
• Στις 31 Ιανουαρίου 1997 είκοσι επτά προαυλιζόμενοι κρατούμενοι στη φυλακή της Λάρισας αιφνιδίασαν το φρουρό της υπερυψωμένης σκοπιάς, του επιτέθηκαν και τον αφόπλισαν, παίρνοντας μάλιστα το όπλο του. Κατόπιν, χρησιμοποιώντας μια κουβέρτα για να προφυλαχθούν από το αγκαθωτό συρματόπλεγμα του εξωτερικού τοίχοι, απέδρασαν την ώρα που οι μαθητές του παρακείμενου Λυκείου παρακολουθούσαν άφωνοι το σκηνικό! Οι δραπέτες ήταν κατά κύριο λόγο Αλβανοί και Ρουμάνοι, ενώ συμμετείχε κι ο ισοβίτης Μιχάλης Αδαμαντίδης, γνωστός από την ανθρωποκτονία του ταμία κατά τη ληστεία στο Γενικό Κρατικό Νίκαιας. Οι έντεκα από αυτούς συνελήφθησαν έπειτα από ανθρωποκυνηγητό.
• Στις 10 Μαρτίου 1996 δραπετεύουν από τη φυλακή της Κέρκυρας 44 κρατούμενοι χρησιμοποιώντας τούνελ μήκους 150 μέτρων, το οποίο είχαν κατασκευάσει οι Άγγλοι όταν κατείχαν το νησί! Το τούνελ πέρασε κάτω από έναν δρόμο έξω από τις φυλακές και βγήκε πίσω από τον τοίχο του γυμνασίου, που βρίσκεται κοντά στις φυλακές. Εκεί οι δραπέτες έσκαψαν άλλα δέκα μέτρα καθ’ ύψος και βγήκαν στην επιφάνεια. Εκεί άλλαξαν ρούχα, φόρεσαν καθαρά για να μην τους εντοπίσουν οι αστυνομικοί και κατάφεραν να εξαφανιστούν. Η απόδραση θυμίζει έντονα την κινηματογραφική ταινία «Ρίτα Χέιγουορθ: η τελευταία έξοδος», βασισμένη σε μυθιστόρημα του Αμερικανού συγγραφέα Stephen King.
• Στις 16 Δεκεμβρίου 1995 λίγο μετά τις 17.00 σημειώθηκε εξέγερση κρατουμένων στη φυλακή των Ιωαννίνων και κατά τη διάρκειά της οι κρατούμενοι προξένησαν φθορές στις εγκαταστάσεις, έσπασαν κιγκλιδώματα και 17 αλλοδαποί αναρριχήθηκαν στους εξωτερικούς τοίχους κι από ύψος τεσσάρων και πλέον μέτρων πήδηξαν εκτός του χώρου κράτησης. Από αυτούς 9 Αλβανοί κατάφεραν να μείνουν ασύλληπτοι, παρά την αντίδραση των σωφρονιστικών υπαλλήλων που κατάφεραν να συλλάβουν σχεδόν τους μισούς στους γύρω δρόμους.
Πέρα από την τελευταία δεκαετία σίγουρα αξίζει να αναφερθούν δύο ομαδικές αποδράσεις με σύνολο δραπετών πάνω από 110 άτομα! Πιο συγκεκριμένα, το Μάιο του 1991 ακόμα 33 κρατούμενοι δραπέτευσαν από την κλειστή δικαστική φυλακή Κορυδαλλού, ενώ στις 5 Δεκεμβρίου 1990 σημειώθηκε μαζική απόδραση κρατουμένων από τη Δικαστική Φυλακή Κορυδαλλού κι ο δρόμος προς την παράνομη ελευθερία πλημμύρισε με 81 άτομα!
Από την οπτική της νομικής πλευράς η απόδραση από κατάστημα κράτησης συνιστά, όπως είναι αυτονόητο σήμερα, ποινικό αδίκημα. Ο ελληνικός Ποινικός Κώδικας στο άρθρο 173 αναφέρει: «Αν αποδράσει φυλακισμένος ή άλλος κρατούμενος με διαταγή της αρμόδιας αρχής τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους. (...) Οποιοσδήποτε άλλος συμμετείχε στην απόδραση τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών».
Με μια πρώτη προσέγγιση είναι αξιοσημείωτη η παρατήρηση ότι ο συνεργός τιμωρείται με ποινή αυξημένη από την απειλούμενη για τον αυτουργό, κάτι που έρχεται σε προφανή αντίθεση με τις διατάξεις 46 & 47 του γενικού μέρους του Ποινικού μας Κώδικα, όπου ο ηθικός αυτουργός κι ο άμεσος συνεργός τιμωρούνται με την ποινή του αυτουργού, ενώ ο απλός συνεργός τιμωρείται με ποινή ελαττωμένη.
Η εξήγηση βρίσκεται στην αναγνώριση της ακαταμάχητης ροπής του ανθρώπου προς την ελευθερία, η οποία ροπή λειτουργεί ως ένστικτο. Μάλιστα, στον προϊσχύσαντα ελληνικό Ποινικό Νόμο του 1834, η απόδραση παρέμενε ατιμώρητη εφόσον ο δραπέτης δεν μετερχόταν βία, απειλή, τεχνικές διάρρηξης της φυλακής ή δωροδοκία του φυλακτικού προσωπικού ή εάν κάποιοι άλλοι είχαν βοηθήσει (έστω και εξ αμελείας) στην απόδρασή του. Η αντίληψη αυτή επικράτησε έως το 1924, όταν με το Ν. 3090/1924 ποινικοποιήθηκε κι η απλή απόδραση, επειδή «αποτελεί απείθειαν προς την αρχήν και προσβολήν κατά της πολιτειακής εξουσίας». Έτσι, στις μέρες μας το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης επιβάλλει στο δραπέτη μικρή κατά βάση ποινή, μετατρέψιμη ως επί το πλείστον σε χρηματική, ενώ του αναγνωρίζεται ως ελαφρυντικό το ένστικτο της ροπής προς την ελευθερία, κάτι που δεν αναγνωρίζεται στο συνεργό σε απόδραση.
Επίσης, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι απόδραση με την έννοια του ορισμού του Ποινικού Κώδικα αποτελεί κι η παράλειψη επιστροφής στο κατάστημα κράτησης έπειτα από άδεια. Οι αποδράσεις γνωστών και μη καταδίκων που εκτίουν πολυετείς ποινές κάθειρξης έχουν απασχολήσει κατά καιρούς τόσο την ελληνική κοινή γνώμη όσο και τους φορείς του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης. Συνήθως, οι κατάδικοι αυτοί επιδεικνύουν υποδειγματική συμπεριφορά κατά ένα μεγάλο χρονικό διάστημα παραμονής τους στη φυλακή, ώστε να μην διαπράττουν πειθαρχικά παραπτώματα και δυσκολευτούν στη λήψη άδειας.. Όταν, λοιπόν, εξασφαλίσουν ολιγοήμερη άδεια χαιρετούν το φρουρό της πύλης και δεν τον ξαναβλέπουν, παρά μόνο αν συλληφθούν. Βέβαια, παρά τα όσα δραματικά κι αφοριστικά ακούγονται από τα ΜΜΕ σχετικά με το θεσμό των αδειών η αλήθεια είναι ότι τα ποσοστά των αποδράσεων λόγω μη επιστροφής από άδεια κυμαίνονται σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα. Κι είναι γενικά αποδεκτό στους κύκλους των ειδικών ότι η ευεργετική λειτουργία του θεσμού δεν πρέπει να διακοπεί λόγω των κρουσμάτων απόδρασης μερικών κρατουμένων.
Σύμφωνα με τα δεδομένα της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδος, για το διάστημα 1996 έως και 2002 οι καταδικασθέντες για το έγκλημα της απόδρασης κρατουμένου ανέρχονται συνολικά σε 546, ενώ κατανέμονται κατ’ έτος ως εξής:
2002 - 58
2001 - 68
2000 - 48
1999 - 64
1998 - 95
1997 - 118
1996 - 96
Παρατηρούμε ότι από το 1999 κι έπειτα έχει σημειωθεί μια στατιστικά σημαντική μείωση του αριθμού των αποδράσεων από τις ελληνικές φυλακές. Με την πρώτη ματιά το γεγονός αυτό εξηγείται εν μέρει από την ποσοτική και ποιοτική βελτίωση των μέτρων ασφαλείας των σωφρονιστικών καταστημάτων, από την αύξηση του σωφρονιστικού προσωπικού κι από την λειτουργία νέων κτιριακών εγκαταστάσεων, στις οποίες οι κατασκευαστικές αβλεψίες ήταν λιγότερες από τις προϋπάρχουσες.
Η ιστορία των αποδράσεων κρατουμένων από πάσης φύσεως χώρους κράτησης είναι μακρά και ιδιαιτέρως πλούσια σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη. Η ανθρώπινη ευρηματικότητα σε συνδυασμό με τη ροπή προς την ελευθερία φαίνεται ότι δημιουργεί ένα εκρηκτικό μίγμα ικανό να ανατινάξει κάθε φυλακτικό μηχανισμό, ιδιαίτερα όταν οι φορείς του προβαίνουν σε εύκολα και επαναλαμβανόμενα σφάλματα που διευκολύνουν τους επίδοξους δραπέτες. Πάντως, όσα μέτρα κι αν ληφθούν, όσο κι αν μειωθούν τα ποσοστά των αποδράσεων, όπως κι αν χαρακτηριστούν τα καταστήματα κράτησης, υψίστης ασφαλείας ή αλλιώς, ένα είναι δεδομένο και βέβαιο:
Όσο υπάρχουν φυλακές, θα υπάρχουν και δραπέτες ...
Πηγές:
• Κ. Γαρδίκας, Σωφρονιστική, 1965, σελ. 264
• Πρακτικά Συνεδριάσεων Σχ. Π.Κ., τ. Α΄, 1962, σελ. 6 (Α. Μπουρόπουλος)
• Νέστωρ Κουράκης, Ακαταμάχητη η έφεση προς την ελευθερία, Ερείσματα, εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ», 3 Μαρτίου 2001
• Εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ», Δραπέτευσαν 35 ανήλικοι από έναν στύλο!, 17/8/98, Ο στύλος που έδειχνε την έξοδο, 18/8/98, «Ξέφραγες» οι φυλακές, 19/8/98
• Εφημερίδα «Το ΒΗΜΑ», Ευθύνες στο φρουρό για την απόδραση στη Λάρισα, 2/2/97
• Εφημερίδα «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ», Αιματηρή απόδραση, 18/12/95, Μεγάλη απόδραση 44 κρατουμένων από τις φυλακές Κέρκυρας, 11/3/96, Ομαδική δραπέτευση από τις φυλακές Τρικάλων, 24/5/96
• Εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», «Σχεδιασμένη απόδραση με ωμή εκτέλεση», 17/2/01
• Εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ» «Ο άγνωστος Πάσσαρης», 29/11/2001
• Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδος, Στατιστικές επετηρίδες της Δικαιοσύνης, ετών 1996-2000