της Αναστασίας Χαλκιά,
Κοινωνιολόγου - ΜΔΕ Εγκληματολογίας
Αυτός ο τοίχος είναι η φυλακή από πέτρα ̇
αυτή η πόρτα είναι η φυλακή από ξύλο.
Αυτοί οι δεσμοφύλακες είναι η φυλακή από σάρκα και οστά.
Η φυλακή είναι σαν ένα ον φρικτό, πλήρες αδιαίρετο, μισό κτήριο, μισό άνθρωπος.
Εγώ είμαι η λεία του ̇ με περιθάλπει, με σφιχταγκαλιάζει μέσα σε όλες τις πτυχές του.
Β. Ουγκό, Η τελευταία μέρα ενός θανατοποινίτη.
Ο λόγος των εγκλείστων, δηλαδή, η καταγραφή των απόψεων και των βιωμάτων τους, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την αποτύπωση της εμπειρίας και των συνεπειών του εγκλεισμού, καθώς και για τη διερεύνηση των συνθηκών που επικρατούν στον κλειστό χώρο της φυλακής, και γι’ αυτό έχει αποτελέσει αντικείμενο αναλυτικής μελέτης στη διεθνή βιβλιογραφία. Συγκρίνοντας το λόγο των κρατουμένων από διαφορετικές χώρες, διαφαίνονται, σε σημαντικό βαθμό, αναφορές σε κοινά ζητήματα, σύγκλιση απόψεων ως τα όσα διατυπώνουν σχετικά με τις εμπειρίες τους, τον τρόπο πρόσληψης και αντιμετώπισης της ποινής τους και με το τι τελικά πιστεύουν πως πρέπει να αλλάξει μέσα στις φυλακές.
Γι’ αυτούς τους λόγους και με αφορμή το 20ο τεύχος του ‘the art of crime’, στο παρόν κείμενο επιχειρείται θεματική συνόψιση του λόγου των κρατουμένων, όπως κατεγράφη στη στήλη «εκ των έσω» όλα αυτά τα χρόνια, με παράλληλη παράθεση αποσπασμάτων από συνεντεύξεις κρατουμένων στο εξωτερικό και συγκεκριμένα από το Ηνωμένο Βασίλειο αναφορικά με ζητήματα που σχετίζονται με τη διαχείριση του χρόνου μέσα στη φυλακή, την οικογένεια, την εκπαίδευση, την εργασία, τη στέγαση, το σεβασμό του ατόμου. Με αυτό τον τρόπο αναδύονται τόσο οι κοινές θεματικές όσο και οι συγκλίνουσες τοποθετήσεις.
Ωστόσο, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι το πλαίσιο υπό το οποίο οι κρατούμενοι εξέφρασαν την άποψή τους και στις δύο χώρες είναι διαφορετικό. Η ελληνική εμπειρία (στήλη «εκ των έσω…») προκύπτει, πρώτον, από συνεντεύξεις σε στο πλαίσιο έρευνας follow up, εστιασμένης σε ανήλικους παραβάτες, που διεξήχθη το διάστημα 1999-2000, από το Εργαστήριο Ποινικών και Εγκληματολογικών Ερευνών και, κατά δεύτερον, από δημοσιεύσεις νεαρών κρατουμένων στην εφημερίδα του Σχολείου του Ειδικού Καταστήματος Κράτησης Νέων Αυλώνα (Ε.Κ.Κ.Ν.Α.) με τίτλο: «Προσπαθώντας… για το αύριο». Η βρετανική εμπειρία αφορά συνεντεύξεις, με κοινές προς όλους τους κρατουμένους ερωτήσεις, στο πλαίσιο ειδικού αφιερώματος του επιστημονικού περιοδικού Prison Service Journal (PSJ) του ΗΜ της Υπηρεσίας Φυλακής της Αγγλίας και Ουαλίας.
Σε αυτό, επομένως, που επιχειρεί να εστιάσει κατά βάση το παρόν κείμενο είναι η ανάδειξη των συγκλίσεων που προκύπτει από τον λόγο των κρατουμένων καθ’ εαυτόν σε δύο διαφορετικές χώρες, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ελλάδα, ανεξάρτητα του πλαισίου και του τρόπου συλλογής του, της χρονικής στιγμής διατύπωσής του, καθώς και της ηλικίας, του αδικήματος και της επιβαλλόμενης ποινής των κρατουμένων.
Αναλυτικότερα, ένα από τα πιο συχνά και επαναλαμβανόμενα θέματα που σχετίζεται με μία από τις εγγενείς δυσλειτουργίες της φυλακής και το οποίο τονίζεται όχι μόνο από τους εγκληματολόγους και τους επιστήμονες σε συναφή επιστημονικά πεδία αλλά και από τους ίδιους τους κρατουμένους αφορά την κατανομή και τη διαχείριση του χρόνου κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού. Η ανία και η απραξία συνιστούν τα κύρια χαρακτηριστικά της πρόσληψης του χρόνου φυλάκισης και μία από τις βασικές όψεις της «ματαιότητας» που αποδίδουν οι ίδιοι οι έγκλειστοι στον τρόπο έκτισης της ποινής τους. Το συναίσθημα του χαμένου χρόνου και της αρνητικής εξοικείωσης με αυτό καθίστανται κυρίαρχα:
«Έχω ένα βασικό πρόβλημα στη ζωή μου… η φυλακή με έκανε τεμπέλη», τεύχ. 2, 2006, theartofcrime.
«Δεν θα ήθελα να μας δω πάλι πίσω στις μέρες που περνούσαμε περισσότερο χρόνο κλεισμένοι στο κελί μας. Αυτό έχει αρνητικό αποτέλεσμα και μπορούμε να καταλήξουμε στην κακή «αυτοί-κι-εμείς» σχέση μεταξύ του φυλακτικού προσωπικού και των κρατουμένων», PSJ.
Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να τονισθεί πως ό,τι προσλαμβάνεται ως αρνητική όψη της τιμωρίας από πλευράς εγκλείστου, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι είναι ανεπιθύμητη και από πλευράς πολιτείας. Ωστόσο, η συγκεκριμένη όψη που σχετίζεται με την έλλειψη δραστηριοτήτων και εκπαίδευσης των εγκλείστων, ικανών να συμβάλλουν στο σωφρονισμό τους, δεν δύναται να συνιστά σκόπιμο στόχο της επιβολής τιμώρησης. Δυστυχώς, όμως, παραμένει στο σύνολο των φυλακών παγκοσμίως ως μια βασική διάστασή τους που τις μετατρέπει από «σωφρονιστικά» καταστήματα σε χώρους «αποθήκευσης» και αδρανοποίησης ατόμων. Ειδικά δε στις περιπτώσεις όπου, όπως στην Ελλάδα, τα σωφρονιστικά προγράμματα είναι είτε ελάχιστα είτε ελλιπή, η απραγία στο εσωτερικό της φυλακής είναι κυρίαρχη.
Ένα άλλο σημαντικό πρόβλημα, είναι η στέγαση. Δίχως επαρκή υποστηρικτικά δίκτυα είτε από το κράτος είτε από τους στενούς συγγενικούς δεσμούς είναι ιδιαίτερα δύσκολο, τουλάχιστον κατά το πρώτο διάστημα της αποφυλάκισης, να επιτελεσθούν οι όροι στέγασης, πληρώντας τις προϋποθέσεις εκείνες που σχετίζονται με τη νόμιμη εύρεση πόρων για την ικανοποίησή τους και οι οποίες αποτρέπουν τον φυλακισμένο από το να απευθυνθεί στα γνώριμα και παραβατικά δίκτυα που μπορεί να του καλύψουν τις βασικές του ανάγκες στο πλαίσιο ανταπόδοσης «υπηρεσιών».
«Πώς θα μπορούσα να ακολουθώ όσα λέει η υφ’όρoν απόλυση, χωρίς στέγη πάνω από το κεφάλι μου; […] Θα βοηθούσε πολύ τους φυλακισμένους, εάν ήξεραν ότι όταν βγουν έξω θα είχαν κάπου να μείνουν», PSJ.
«Κανένας δεν νοιάστηκε αν είχα να φάω ή αν είχα ένα μέρος να μείνω. Και υπέφερα. Ένοιωθα μοναξιά. Δεν ήξερα τι να κάνω. Δεν ήξερα πώς να αντιμετωπίσω όλα αυτά που άρχιζαν κάθε ξημέρωμα», τεύχ.16, 2010, theartofcrime.
Η διάλυση των οικογενειακών δεσμών συνιστά μία από τις συνέπειες του εγκλεισμού που εμφανίζονται ήδη από το πρώτο διάστημα έκτισης της ποινής. Σταδιακά οι οικογενειακοί δεσμοί αποδυναμώνονται μέσα από το ίδιο το σύστημα της επικοινωνίας, όπως ορίζεται από το κανονιστικό πλαίσιο των φυλακών. Το στίγμα του εγκλεισμού επικάθεται σε όλες τις εκφάνσεις και τις σχέσεις του πρότερου βίου του κρατουμένου, τις οποίες επανακαθορίζει, αποσυντονίζοντας τες. Η διαταραχή των σχέσεων, που σε πολλές περιπτώσεις μπορεί ήδη να προϋπήρχε, οδηγεί στη σταδιακή αποκοπή από υποστηρικτικά πλαίσια που, εν δυνάμει, βοηθούν στη μελλοντική αποτροπή από το έγκλημα.
«Μας δίνουν επιπλέον ημέρες ‘οικογενειακών επισκέψεων’ το οποίο είναι μια καλή αρχή», PSJ.
«Eίναι δύσκολο να επιστρέψει κανείς στη ζωή έξω. Θα είναι σκληρότερο για μένα, γιατί έχασα αρκετά. Η οικογένειά μου και τα παιδιά μου μάλλον θα φύγουν μακριά από μένα. Αφού ο δικαστής με είπε εγκληματία κι εκείνοι θα με πουν το ίδιο», PSJ.
Μια άλλη σημαντική παράμετρος που σχετίζεται με τις αρνητικές συνέπειες της φυλάκισης είναι η εύρεση εργασίας. Η αγωνία καταγράφεται στις αφηγήσεις των κρατουμένων, ωστόσο, η εργασία, μαζί με την εκπαίδευση είναι ίσως οι πιο δυσλειτουργικές πτυχές της επανένταξης, αφού συχνά αποτελούν προβληματικές διαστάσεις του βίου τόσο πριν τον εγκλεισμό όσο και μετά από αυτόν.
«Δεν έχω μάθει να κάνω όνειρα για το μέλλον… ζω για το σήμερα. Τι όνειρα να κάνω; […] αν δεν βρω χρήματα θα είμαι πάλι μέσα…. Να παντρευτώ; Να κάνω οικογένεια; Κι αυτά λεφτά θέλουν…», τεύχ.2, 2006, theartofcrime.
«…Άμα λερωθεί το μητρώο σου..τελείωσε! Δε σε δέχονται πουθενά…!», τεύχ.4, 2007, theartofcrime.
«Έχασα ήδη τη δουλειά μου. Δεν είμαι σίγουρος ότι θα μπορώ να έχω την ίδια δουλειά πάλι», PSJ.
«Άνθρωποι τριγυρνούν στο δρόμο χωρίς καμιά προοπτική εύρεσης εργασίας και χωρίς καθόλου χρήματα να ξοδέψουν. Αυτό είναι μια κακή αρχή και καταλήγουν πίσω στο έγκλημα, γιατί χρειάζονται τα χρήματα», PSJ.
Η μάθηση/εκπαίδευση προσλαμβάνεται για τους κρατουμένους ως θετική τόσο για τη διαχείριση του χρόνου τους μέσα στη φυλακή όσο και για την έξοδό τους από αυτήν, αφού συνδέεται με τη μελλοντική δυνατότητα κανονικοποίησης της ζωής τους.
«Eάν [οι κρατούμενοι] μπορούσαν να εκπαιδευτούν, να μάθουν να κάνουν μια δουλειά, θα είχαν πολλές περισσότερες ευκαιρίες έξω», PSJ.
«..Είναι καλύτερα όταν πηγαίνεις σχολείο. Μαθαίνεις να είσαι πειθαρχημένος και να μην φοβάσαι. Μαθαίνεις να λειτουργούν τα αισθήματά σου σε πιο μεγάλη ταχύτητα, θερμοκρασία, παλμό. Σκέφτεσαι, επίσης, πολλές φορές την ημέρα έξω από τη φυλακή», τεύχ.15, 2010, theartofcrime.
"Όταν βλέπουν το όνομά τους σε ένα πιστοποιητικό επαγγελματικής κατάρτισης, είναι μια μεγάλη διαφορά για εκείνους", PSJ.
«Στις φυλακές του Pentoville εκπαιδευόμαστε από μια εταιρεία που έχει σύμβαση με τη φυλακή. Όπως το καταλαβαίνω, ίσως προσφέρει δουλειά στους εκπαιδευόμενους μετά την αποφυλάκισή τους. Αυτό είναι μεγάλη βοήθεια», PSJ.
Μια άλλη σημαντική παράμετρος της φυλακής είναι η έλλειψη σεβασμού απέναντι στο άτομο, η οποία έχει συνέπειες στην προσωπικότητα του εγκλείστου μερικές φορές σημαντικότερες, σε βαρύτητα και ένταση, ακόμα και από τον ίδιο τον στιγματισμό που θα τον ακολουθεί μετά την αποφυλάκισή του.
«Λίγο πολύ όλοι γνωρίζουν τι επικρατεί στη φυλακή, αλλιώς είναι, όμως, να το ζεις από μέσα. Φυλακή σημαίνει επιβίωση. Χρειάζεται ‘χαρακτήρα’ για να μπορέσεις να σταθείς και πάλι στα πόδια σου. Δεν μιλάω καν για την κατάσταση και το σύστημα της φυλακής (μεταξύ κρατουμένων και υπαλλήλων) το οποίο είναι άθλιο και ύπουλο, γιατί θα μας πάρει πολλή ώρα», τεύχ.11, 2009, theartofcrime.
«Κάθε μέρα πρέπει να κάνω υπομονή με τα άτομα στο θάλαμο, με αυτόν που κοιμάται στο πάνω κρεβάτι, με τον φύλακα που μετά το «ψαχτήρι» αφήνει πίσω του το χάος… με όλα αυτά που βλέπω και ακούω να συμβαίνουν δίπλα μου, αλλά εγώ θα πρέπει να έχω κλειστά τα μάτια και τ’ αυτιά μου… Πόση δύναμη χρειάζεσαι για να τα καταφέρεις όλα αυτά;», τεύχ.17, 2011, theartofcrime.
«Εδώ κάποιος μπορεί να σε σαπίσει στο ξύλο μόνο και μόνο επειδή δεν τον κοίταξες στα μάτια όταν σε χαιρέτησε ή επειδή κατά λάθος τον σκούντηξες», τεύχ.17, 2011, theartofcrime.
«Σημασία έχει ότι πέρασα δύσκολες μέρες εδώ όταν πρωτομπήκα. Οι ‘παλαιότεροι’ έχουν δύναμη να ασκούν εξουσία στους νεότερους. Πολλές φορές με έφερναν σε δύσκολη θέση, ζητώντας μου να κάνω πράγματα με τα οποία δεν συμφωνούσα. Τη συνέχεια δεν θέλετε να την ξέρετε. Πιστέψτε με!», τεύχ.12, 2009, theartofcrime.
«Yπάρχουν μερικοί από το προσωπικό που κάνουν κατάχρηση της θέσης τους είτε γιατί είναι εκείνοι που θέτουν τους κανόνες είτε γιατί είναι απλώς μικροπρεπείς», PJS.
«Χρειάζεται περισσότερος σεβασμός. Δεν είναι ανάγκη να μεταχειρίζονται τους φυλακισμένους σαν εγκληματίες. Είμαστε εγκληματίες αλλά συγχρόνως αν μας αποκαλείς επίσης, όντας στη φυλακή, φυλακισμένους, είναι επώδυνο», PJS.
«Σεβασμός. Μοιάζει μικρό αλλά είναι μεγάλο πρόβλημα, εάν είσαι πίσω από τα κάγκελα και κανείς δεν σε βοηθάει να βάλεις την τηλεκάρτα στο τηλέφωνο, εάν γράμματα χάνονται ή ποτέ δεν έλαβες τα χρήματα που σου έστειλαν, εάν παραγγέλνεις από την καντίνα και η παραγγελία δεν έρχεται ή εάν κάτι έχει χαθεί», PJS.
Οι κρατούμενοι στο πλαίσιο της διαδικασίας του αναστοχασμού, συλλογίζονται την κατάστασή τους, και κάποιοι, με περισσότερη ή λιγότερη αισιοδοξία/απαισιοδοξία, φαντάζονται πώς μπορεί να διαμορφωθεί το μέλλον τους, τι πρόκειται να αντιμετωπίσουν.
«Σκέφτομαι συνέχεια πώς θα πάω το δικαστήριο, τι θα κάνω αν δικαστώ, τι θα κάνω αν αποφυλακιστώ. Αυτό είναι που με σκοτώνει», τεύχ.12, 2009, theartofcrime.
«Σκεπτόμενος την προκατάληψη των ανθρώπων για τους πρώην κρατουμένους στην εργασία, στις σχέσεις και γενικότερα στην κοινωνία προβληματίζομαι για το μέλλον μου, όμως, δεν το βάζω κάτω και θα το παλέψω μόλις αποφυλακιστώ», τεύχ.11, 2009, theartofcrime.
«Έχοντας αρκετό χρόνο να σκεφτείς τι έκανε έκανες λάθος, μπορείς να κάνεις θετικές αλλαγές. Έχεις χρόνο να συλλογιστείς και εάν είχες προβλήματα, για παράδειγμα, με τα ναρκωτικά, είναι η καλύτερη περίοδος να κάνεις αυτές τις αλλαγές», PSJ.
Στο πλαίσιο συνειδητοποίησης της γενικότερης κατάστασης διατυπώνουν προτάσεις, και προτείνουν, με περισσή ακρίβεια, τι και πώς θα μπορούσε να γίνει καλύτερο για όλους.
«Δεν πρέπει να δικάζονται άνθρωποι που είναι αθώοι ή έχουν κάνει για πρώτη τους φορά ένα λάθος. Πρέπει να τους δώσετε μια ευκαιρία, όταν πάνε στο δικαστήριο», τεύχ.19, 2011, theartofcrime.
«Tην ώρα που αποφασίζετε, ερευνήστε καλά την υπόθεση, τις αποδείξεις και σκεφτείτε ότι καταδικάζετε μια ζωή», τεύχ.19, 2011, theartofcrime.
«Η ποινή φυλάκισης πρέπει να επιβάλλεται μόνο για τα σοβαρά και βίαια εγκλήματα», PSJ.
«Θα ήθελα να δω περισσότερη εκπαίδευση και κατάρτιση, περισσότερο χρόνο έξω από το κελί, κάνοντας δημιουργικά πράγματα. Αλλά όλα αυτά κοστίζουν χρήματα και, στην παρούσα οικονομική κατάσταση, δεν μπορώ να δω από πού θα έρθουν αυτά τα χρήματα», PSJ.
«Nα ανοίξει [η φυλακή] περισσότερο στην κοινωνία. Εάν οι άνθρωποι μπορούσαν να δουν που πάνε τα χρήματά τους και πώς σπαταλούνται, θα πηγαίναμε πίσω στην επανένταξη και όχι στην αποθήκευση», PSJ.
Η ανωτέρω «εκ των έσω» κατάθεση των εγκλείστων έχει ιδιαίτερη σημασία, διότι συνιστά αποτύπωση της κατάστασης και των συνθηκών εγκλεισμού και όσων συνεπάγονται εξ αυτού σε επίπεδο βιώματος, προσωπικής ιστορίας και θεσμικής επίδρασης των φορέων του επίσημου κοινωνικού ελέγχου στο άτομο. Υπό αυτό το πρίσμα συνιστά έναν λόγο (discourse) παράλληλο με τον λόγο των ειδικών, τον οποίο εκείνοι πρέπει να λάβουν, μεταξύ άλλων, υπόψη τους στη θεωρία, στην έρευνά τους και στη διατύπωση των προτάσεων της αντεγκληματικής πολιτικής. Ειδικά στην Ελλάδα όπου οι δυνατότητες άμεσης επικοινωνίας των κρατουμένων με κοινωνικούς επιστήμονες για ερευνητικούς και εκπαιδευτικούς σκοπούς είναι ελάχιστες, καθίστανται ιδιαίτερα σημαντικές οι έρευνες που έχουν διεξαχθεί έως τώρα που αφορούν κρατουμένους, όπως εκείνες του Εργαστηρίου Ποινικών και Εγκληματολογικών Ερευνών με επιστημονικό υπεύθυνο τον Διευθυντή του Εργαστηρίου Καθηγητή κ. Ν.Κουράκη , καθώς και οι επισκέψεις-μαθήματα των φοιτητών του ΠΜΣ Εγκληματολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου, στο Σχολείο του ΕΚΚΝΑ για δύο συνεχείς χρονιές μέχρι τώρα (2010-2011) με πρωτοβουλία της Διευθύντριας του ΠΜΣ Καθηγήτρια κ. Χρ.Ζαραφωνίτου στο εν λόγω Πανεπιστήμιο.
Εν κατακλείδι, η απάντηση κρατουμένου στην Αγγλία στην ερώτηση «εάν μπορούσες να κάνεις ένα μόνο πράγμα για να βελτιώσεις την αποτελεσματικότητα της φυλακής, ποιο θα ήταν» είναι ενδεικτική μιας από των πιο προβληματικών όψεών της που σχετίζεται με την απραγία και την αδυναμία να (ξανα)κερδηθεί ο χαμένος χρόνος: «Να σπάσει ο κύκλος και να απαλλαγούμε από το λήθαργο και την αδράνεια».
Όμως, σήμερα απέναντι στη διαπιστωθείσα και συνεχώς επεκτεινόμενη υποχώρηση του προνοιακού κράτους και της διασφάλισης των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου διερωτάται κανείς πώς μπορούν να προασπιστούν οι βασικές και καίριες ανάγκες των κρατουμένων που συναρτώνται άμεσα με την αποχή από το έγκλημα και την επανένταξή τους, όταν στο σύνολο της κοινωνίας και των πολιτών που τελούν υπό καθεστώς ελευθερίας, εξασθενούν διαρκώς οι παράγοντες εκείνοι (εκπαίδευση, στέγαση, στήριξη οικογένειας, εργασία, κοινωνική μέριμνα) που είναι ικανοί να συμβάλλουν στην ομαλή κοινωνικοποίησή τους και οι οποίοι διακρίνονται, εφόσον η λειτουργία τους επιτελείται, από διττό αποτέλεσμα, εκείνο της διαμόρφωσης υπεύθυνων πολιτών αφ’ενός και της επιτυχίας της κοινωνικής πρόληψης αφ’ετέρου. Σε αυτό το πλαίσιο η θεσμική στέρηση από κοινωνικούς πόρους που συμβάλλουν στην ανάπτυξη των μελών της κοινωνίας συνιστά ένα κοινωνικό γεγονός που αφορά περισσότερα άτομα από τους εγκλείστους και «τιμωρεί» αυστηρά, έστω και «εξ αμελείας» και σχεδόν αενάως, τις πιο αδύναμες, ευπαθείς και ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.