της Μάρθας Λεμπέση,
κοινωνιολόγου, υπ. Δρ Εγγκληματολογίας
τμήματος ΜΜΕ Πανεπιστημίου Αθηνών
Υπόθεση: Albert DeSalvo
Κωδικό όνομα: «Στραγγαλιστής της Βοστόνης» (The Boston Strangler); «Ο άντρας με τα πράσινα» (The Green Man); «Ο άντρας με τη μεζούρα» (Measuring Man);
“Me? I wouldn’t hurt no broads. I love broads.
"Εγώ; Δεν θα έκανα ποτέ κακό σε καμία γυναίκα. Αγαπάω τις γυναίκες."
-DeSalvo-
ΕισαγωγήΜεταξύ του Ιουνίου 1962 και του Ιανουαρίου του 1964, δολοφονήθηκαν 13 γυναίκες, οι περισσότερες εκ των οποίων ήταν μεγάλης ηλικίας, στην περιοχή της Βοστόνης, είτε από έναν και μοναδικό δολοφόνο (serial killer) είτε πιθανότατα από διαφορετικούς δολοφόνους. Τουλάχιστον 11 από αυτούς τους φόνους έχουν αποδοθεί στον
Στραγγαλιστή της Βοστόνης. Κι ενώ η αστυνομία της εποχής δεν έβλεπε τη σειρά αυτών των φόνων ως έργο ενός και μόνο δράστη το κοινό πίστευε ακράδαντα κάτι τέτοιο. Όλα τα θύματα, ανεξαρτήτως, ήταν γυναίκες που ζούσαν μία ήρεμη και σεμνή ζωή, είχαν κακοποιηθεί σεξουαλικά – κάποια από αυτά είχαν ξυλοκοπηθεί ή μαχαιρωθεί – και τα γυμνά τους σώματα είχαν βρεθεί τοποθετημένα σε τέτοια στάση σαν να επρόκειτο να τραβηχτεί φωτογραφία πορνογραφικού περιεχομένου. Οι γυναίκες αυτές είχαν στραγγαλιστεί -το δολοφονικό όργανο του στραγγαλισμού ήταν συνήθως οι κάλτσες τους ή το καλσόν τους- και ο δολοφόνος άφηνε την «υπογραφή» του δένοντας σε φιόγκο το όργανο του στραγγαλισμού γύρο από το λαιμό του θύματος (B. Innes, 2003, 39).
Αν και κανένας επισήμως, δεν κλίθηκε ποτέ να δικαστεί για τους φόνους του
Στραγγαλιστή της Βοστόνης, οι πολίτες της Βοστόνης πίστεψαν ότι ο
Albert DeSalvo, ο οποίος ομολόγησε με κάθε λεπτομέρεια τους 11 φόνους, τους επισήμως αποδιδόμενους στο
Στραγγαλιστή, και έκανε λόγο και για ακόμα δύο, ήταν τελικά ο δολοφόνος, ο serial killer. Παρόλα αυτά τότε, και μέχρι να ομολογήσει ο ίδιος τα εγκλήματά του, υπήρξαν άνθρωποι – ιδιαίτερα αυτοί που γνώριζαν τον A. DeSalvo προσωπικά- που πίστευαν και πρέσβευαν ότι αυτός ο άνθρωπος δεν ήταν ικανός να διαπράξει τόσο ειδεχθή εγκλήματα• φωνές αμφισβήτησης που εν μέρει λόγω της προόδου της επιστήμης σήμερα στον τομέα της εξιχνίασης του εγκλήματος, αποκτούν βάρος και υπόσταση. Μάλιστα μετά το 2001 υπάρχουν σοβαρές υπόνοιες ότι ο DeSalvo τελικά δεν ήταν δολοφόνος.
Τα θύματαΑπό τα 11 επίσημα θύματα του Στραγγαλιστή της Βοστόνης, τα έξι βρίσκονταν ηλικιακά μεταξύ 55 και 75 ετών. Τα δύο επιπλέον θύματα που προέκυψαν μετά την ομολογία του DeSalvo ήταν 85 και 69 ετών αντιστοίχως ενώ τα υπόλοιπα 5 θύματα ήταν πολύ νεότερης ηλικίας• οι ηλικίες τους κυμαίνονταν από 19 έως 23ετών.
Στην πλειοψηφία τους τα θύματα του
Στραγγαλιστή της Βοστόνης είχαν αφήσει με τη θέλησή τους το δολοφόνο τους να εισέρθει στο διαμέρισμα τους. Προσποιούμενος ότι είναι τεχνίτης (συντηρητής κτιρίων) ο ετοιμόλογος, γλυκομίλητος σεξουαλικός δολοφόνος δεν είχε κανένα απολύτως πρόβλημα να πείσει τα θύματα του και να μπει εύκολα στο σπίτι τους. Εκτός από το να βιάζει και να στραγγαλίζει τα θύματά του, απολάμβανε ιδιαίτερα να βεβηλώνει τα νεκρά κορμιά τους, μπήγοντας μπουκάλια ή σκουπόξυλα στα γεννητικά τους όργανα. Όταν τελείωνε με το θύμα του, άφηνε πάντα μία τερατώδης υπογραφή, δένοντας έναν πρόχειρο (αυτοσχέδιο) βρόχο (συχνά με τις νάιλον κάλτσες του θύματος) σε σχήμα μεγάλου διακοσμητικού φιόγκου στο πίσω μέρος από το πηγούνι του θύματος.
Πρώτο θύμα του
Στραγγαλιστή της Βοστόνης υπήρξε η Anna E. Slesers (ετών 55), μία μικροκαμωμένη, χωρισμένη γυναίκα που εμφανισιακά έμοιαζε πολύ μικρότερη από την ηλικία της. Η γυναίκα αυτή ζούσε στις ΗΠΑ τα τελευταία δέκα χρόνια, ήταν μετανάστρια από τη Λετονία και ζούσε με το γιο της και την κόρη της σ’ ένα μικρό διαμέρισμα σε μία παλιά και ήσυχη γειτονιά, στο Back Bay area. Την άτυχη γυναίκα βρήκε να κείτεται νεκρή μέσα στο μπάνιο της ο γιος της ο οποίος και τηλεφώνησε στην αστυνομία. Η Anna είχε στραγγαλιστεί με τη ζώνη της ρόμπας της, την οποία ζώνη μετά ο δολοφόνος είχε δέσει γύρο από το λαιμό της και είχε φτιάξει ένα φιόγκο. Τέλος στα γεννητικά της όργανα υπήρχαν φανερά σημάδια σεξουαλικής κακοποίησης από ένα άγνωστο αντικείμενο.
Μετά την Anna ακολούθησαν τρεις ακόμα δολοφονίες- στραγγαλισμοί μεγάλων σε ηλικία γυναικών, γεγονότα που έκαναν τον διοικητή της αστυνομίας Edmund McNamara να είναι ιδιαίτερα ανήσυχος μιας και φοβόταν και για άλλα χτυπήματα του δολοφόνου. Στην ευρύτερη περιοχή της Βοστόνης βασίλευε ο πανικός• μάλιστα μοιράζονταν οδηγίες στις γυναίκες για το πώς έπρεπε να κινούνται και να συμπεριφέρονται, για παράδειγμα δεν έπρεπε να ανοίγουν την πόρτα του σπιτιού τους σε άγνωστα άτομα και έπρεπε να είναι πολύ προσεκτικές με τους αγνώστους που τις πλησίαζαν. Είχαν ανακληθεί όλες οι καλοκαιρινές άδειες των αστυνομικών και μεγάλος αριθμός ερευνητών είχε μεταφερθεί στο Ανθρωποκτονιών προκειμένου να συνεισφέρει στην έρευνα. Μάλιστα είχαν μπει κάτω από το μικροσκόπιο και ανακρίνονταν όλοι οι σεσημασμένοι δράστες που είχαν καταδικαστεί παλαιότερα για σεξουαλικά εγκλήματα και οι ιδιαίτερα βίαιοι ψυχικά διαταραγμένοι ασθενείς που είχαν εγκλειστεί κάποια στιγμή στο παρελθόν σε ψυχιατρική κλινική . Οι αστυνομικές αρχές τότε αναζητούσαν έναν μανιακό, ψυχικά διαταραγμένο δολοφόνο που επιτίθεντο σε γυναίκες μεγάλης ηλικίας λόγω του μίσους που έτρεφε για τη μητέρα του.
Η δράση του Στραγγαλιστή της Βοστόνης συνεχίστηκε και τους επόμενους μήνες με τον κατάλογο των θυμάτων να αυξάνεται εντυπωσιακά. Μέχρι το τέλος μάλιστα του 1962, η μέθοδος εργασίας του δολοφόνου, άλλαξε ξαφνικά. Άρχισε να επιτίθεται και σε γυναίκες πολύ νεαρότερης ηλικίας. Και οι φόνοι του έγιναν ακόμη πιο διαστροφικοί και αλλόκοτοι. Για παράδειγμα, σ’ ένα από τα θύματά του κατάφερε πάνω από 24 μαχαιριές. Σε μία άλλη περίπτωση άφησε το πτώμα της γυναίκας να κρέμεται από το προσκέφαλο του κρεβατιού της, μ’ έναν μεγάλο ροζ φιόγκο δεμένο γύρω από το λαιμό της, να κρατάει ένα σκουπόξυλο που προεξείχε από τα γεννητικά της όργανα και μία ευχετήρια κάρτα για καλή χρονιά ακουμπισμένη πάνω στο αριστερό της πόδι.
Η τελευταία δολοφονία, της δεκαεννιάχρονης Mary Sullivan, έγινε στις 4 Ιανουαρίου του 1964. Τους επόμενους μήνες δεν σημειώθηκε καμία νέα επίθεση από τον Στραγγαλιστή, μέχρις ότου, στις 27 Οκτωβρίου, εμφανίστηκε στο διαμέρισμα μιας γυναίκας υποδυόμενος τον ντετέκτιβ της αστυνομίας. Την έδεσε στο κρεβάτι, τη βίασε και έπειτα έφυγε ζητώντας συγνώμη. Η περιγραφή που έδωσε στην αστυνομία το θύμα του βιασμού ταίριαζε απόλυτα με εκείνη που υπήρχε ήδη στους φακέλους της αστυνομίας.
Η άποψη των ειδικώνΗ πλειονότητα των γιατρών που ορίστηκαν από το κράτος εκείνη την εποχή για να εκτιμήσουν την υπόθεση υποστήριζαν πως οι φόνοι είχαν διαπραχθεί από δύο διαφορετικά πρόσωπα• μάλιστα τα προφίλ των δραστών που έδιναν είχαν τα εξής χαρακτηριστικά: και οι δύο μάλλον ήταν ανύπαντροι, και οι δύο περιγράφτηκαν από τους γιατρούς ως άτομα γεμάτα μίσος, μίσος για τη μητέρα τους, η οποία κατά πάσα πιθανότητα δεν ήταν εν ζωή. Επιπλέον οι ειδικοί θεώρησαν ότι κατά την παιδική τους ηλικία, οι μητέρες τους κυκλοφορούσαν σχεδόν ημίγυμνες μέσα στο σπίτι τους και τους τιμωρούσαν αυστηρά κάθε φορά που είχαν περιέργεια για κάτι. Αυτές οι εμπειρίες οδήγησαν τους δύο στραγγαλιστές να εκδηλώνουν την πικρία τους ως ενήλικοι δολοφονώντας μεγαλύτερες γυναίκες, με τρόπο ταυτόχρονα ερωτικό και σαδιστικό (B. Innes, 2003, 39).
Ο δρ. Μπράσελ ήταν ο μόνος που διαφώνησε με τα παραπάνω συμπεράσματα. Εκείνος έκανε λόγο για έναν και μοναδικό δολοφόνο και περιέγραψε το προφίλ ενός «ψυχωτικού χαρακτήρα» τριάντα χρόνων, με μέσο ύψος, περιποιημένο, με σκούρα μαλλιά, πιθανότατα λατινικής καταγωγής. Παρατήρησε, μάλιστα, σταδιακές αλλαγές στη «μέθοδο εργασίας» του δολοφόνου: «Στη διάρκεια των δύο ετών δράσης του, έχει υποστεί σειρά αλλαγών ή να το θέσω διαφορετικά, μια προοδευτική αλλαγή. Σ’ αυτό το διάστημα, ξαφνικά μεγάλωσε, ψυχοσεξουαλικά, και πέρασε από την παιδική ηλικία στην ώριμη ανδρική ηλικία» (B. Innes, 2003, 39-40).
Ο Albert DeSalvo Ονομαζόταν Albert DeSalvo και ήταν 33 ετών. Είχε σκούρα μαλλιά, ήταν μετρίου ύψους, γεροδεμένος και περιποιημένος εμφανισιακά. Υπήρξε μάλιστα, πρωταθλητής του αμερικανικού στρατού στο άθλημα της πυγμαχίας. Ενώ υπηρετούσε ακόμα στον στρατό, κατηγορήθηκε για σεξουαλική παρενόχληση ενός εννιάχρονου κοριτσιού, αλλά επειδή η μητέρα του δεν κατέφυγε ποτέ στη δικαιοσύνη, ο στρατός δεν μπόρεσε να δώσει συνέχεια στο θέμα. Μετά την απόλυσή του από το στρατό ο Α. DeSalvo μετακόμισε με τη γυναίκα του στη Βοστόνη, όπου και απέκτησαν δύο παιδιά (B. Innes, 2003, 40-41).
Εργαζόμενος ως τεχνίτης, ο Α. DeSalvo είχε τη δυνατότητα να εισέρχεται με μεγάλη ευκολία και να παραβιάζει σπίτια και διαμερίσματα της περιοχής και το 1958 συνελήφθη για πρώτη φορά και καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης με αναστολή. Λίγο μετά από το συγκεκριμένο γεγονός άρχισε τη σεξουαλική του δράση που του χάρισε διάφορα παρωνύμια (παρατσούκλια). Στα τέλη της δεκαετίας του ’50, έγινε γνωστός ως «ο άντρας με τη μεζούρα». Εκμεταλλευόμενος τη γυναικεία ματαιοδοξία και φιλαρέσκεια πήγαινε κυριολεκτικά από πόρτα σε πόρτα και παρενοχλούσε σεξουαλικά γυναίκες χρησιμοποιώντας ως πρόφαση την ιδιότητα του ατζέντη, εκπροσώπου ενός μεγάλου πρακτορείου μοντέλων, που έψαχνε να ανακαλύψει την επόμενη σταρ της ομορφιάς. Ο «ατζέντης» – DeSalvo, όταν τον έφερνε η τύχη στην πόρτα κάποιας κυρίας που τον πίστευε και τον άφηνε να εισέρθει μέσα στο σπίτι της, ζήταγε από αυτή να βγάλει τα ρούχα της προκειμένου αυτός να μετρήσει με μία μεζούρα σωστά τις αναλογίες της και να δει τα σωματικά της προτερήματα – ένα τέχνασμα που του επέτρεπε να ικανοποιήσει την ανάγκη του για ωμές σεξουαλικές θωπείες.
Τον Μάρτιο του 1960 ο Α. DeSalvo συνελήφθη για δεύτερη φορά και ομολόγησε ότι αυτός ήταν ο «ο άντρας με τη μεζούρα». Το δικαστήριο τότε τον καταδίκασε σε φυλάκιση δύο ετών και αφέθηκε ελεύθερος με περιοριστικούς όρους μετά από δέκα μήνες. Το ενδιαφέρον στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι το γεγονός ότι η αστυνομικές αρχές καταχώρησαν στα αρχεία τους τη συγκεκριμένη υπόθεση ως μια απλή διάρρηξη και κατά συνέπεια ο Α. DeSalvo θεωρήθηκε διαρρήκτης και όχι ως ένα άτομα με σεξουαλικά αποκλίνουσα συμπεριφορά (B. Innes, 2003, 41).
Μετά την αποφυλάκιση του έγινε πιο επιθετικός και θα μπορούσαμε να πούμε ότι εξελίχθηκε περνώντας από την απλή σεξουαλική παρενόχληση στο βιασμό. Μέσα σε δύο χρόνια φέρεται να επιτέθηκε σε εκατοντάδες γυναίκες σε ολόκληρη την περιοχή της Νέας Αγγλίας και έγινε γνωστός ως ο περιβόητος «ο άνδρας με τα πράσινα», εξαιτίας της προτίμησης του να φοράει πράσινη φόρμα εργασίας όταν διέπραττε τα εγκλήματά του. Αργότερα καυχιόταν πως κατάφερε να βιάσει μέσα σε μία μέρα έξι γυναίκες και πως συνολικά είχε βιάσει περισσότερες από 1.000 γυναίκες.
Η πιο γνωστή εκδοχή της ιστορίας και η οποία είναι και η πιο αποδεκτή ξεκινάει με την ανισόρροπη και βίαιη ανατροφή του A. DeSalvo, κατά την οποία εμφάνισε πρόωρα μια ιδιαίτερη κλίση προς το σαδισμό. Μία από τις αγαπημένες ασχολίες της παιδικής του ηλικίας ήταν το να βάζει πεινασμένες γάτες μέσα σ’ ένα πορτοκαλί ξύλινο δικτυωτό κιβώτιο (καφάσι) μαζί μ’ ένα μικρό κουτάβι και του άρεσε να παρακολουθεί τις λιμασμένες γάτες να βγάζουν τα μάτια των μικρών κουταβιών. Ο A. DeSalvo, έζησε και ανδρώθηκε μέσα σ’ ένα δυσλειτουργικό οικογενειακό περιβάλλον. Ο πατέρας του κακοποιούσε συστηματικά τη μητέρα του και συνήθιζε να φέρνει μέσα στο ίδιο του το σπίτι εκδιδόμενες γυναίκες Με τις οποίες συνευρισκόταν σεξουαλικά μπροστά στα έκπληκτα μάτια των παιδιών του. Μία από τις πιο ζωντανές παιδικές αναμνήσεις του Α. DeSalvo ήταν όταν είδε τον ίδιο του τον πατέρα να σπάει τα δόντια της μητέρας του και έπειτα να σπάει ένα ένα τα δάχτυλα και των δύο χεριών της καθώς αυτή κείτονταν ημιλιπόθυμη δίπλα στο νεροχύτη της κουζίνας. Βέβαια και ο ίδιος υπήρξε θύμα των βίαιων ξεσπασμάτων του πατέρα του. Όχι μόνο καθημερινά τον χτυπούσε με τα χέρια του ή χρησιμοποιώντας έναν μαντεμένιο μικρό σωλήνα αλλά έφτασε στο σημείο να τον πουλήσει ως σκλάβο μαζί με τις αδερφές του.
Παντρεύτηκε ενώ βρισκόταν στο στρατό και διατήρησε λίγο πολύ ένα φυσιολογικό προσωπείο ως καλός σύζυγος και πατέρας, ακόμα και όταν διέπραξε μερικά από τα πιο ειδεχθή εγκλήματά της Αμερικανικής ιστορίας. Βέβαια υπήρξαν προβλήματα στο γάμο του. Μεταξύ άλλων, ο Α. DeSalvo διακατέχονταν, όπως η ίδια η σύζυγος του υποστήριζε, από μία δαιμονική λίμπιντο και απαιτούσε από την ίδια να συνευρίσκονται σεξουαλικά παραπάνω από έξι φορές την ημέρα.
Η σύλληψη του Albert DeSalvoΓια κακή του τύχη ο A. DeSalvo αναγνωρίστηκε από την τελευταία γυναίκα θύμα του και συνελήφθη για τρίτη φορά από τις αρχές. Το παράδοξο είναι ότι πάλι του απαγγέλθηκαν κατηγορίες μόνο για τη διάρρηξη και το δικαστήριο έκρινε ότι έπρεπε να εγκλειστεί σε ίδρυμα ψυχικών παθήσεων για να βρίσκεται υπό ψυχιατρική παρακολούθηση. Κατά τη διάρκεια όμως, του εξαναγκαστικού περιορισμού του, ο A. DeSalvo άρχισε να υπερηφανεύεται για την «δολοφονική» του καριέρα σ’ έναν σύντροφο και τρόφιμο του ψυχιατρείου. Μόνον τότε οι αρχές ανακάλυψαν ότι χωρίς να το θέλουν είχαν συλλάβει τον περιβόητο δολοφόνο.
Επίλογος (χωρίς τέλος!)
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ο Α. DeSalvo δεν τιμωρήθηκε ποτέ για τα εγκλήματα του Στραγγαλιστή της Βοστόνης. Ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι άκουγε φωνές και ο συνήγορός του F. Lee Baily, παρουσιάζοντάς γνωμάτευση ειδικών κατά την οποία διαγνώστηκε ως σχιζοφρενής, κατάφερε να τον γλιτώσει από την ηλεκτρική καρέκλα (θανατική ποινή) και το δικαστήριο τον καταδίκασε σε ισόβια κάθειρξη μόνο για τους βιασμούς που είχε διαπράξει ως ο «πράσινος άνδρας». Στο τέλος βέβαια, κατά πολλούς ήρθε η θεία δίκη και παρά τις προσπάθειες του συνηγόρου του δεν κατάφερε να γλιτώσει το θάνατο. Μαχαιρώθηκε μέχρι θανάτου μέσα στο κελί του από έναν συγκρατούμενο του, το Νοέμβριου του 1973.
Εν τούτοις, ο θάνατος του Α. DeSalvo, δεν αποτέλεσε και το τέλος της ιστορίας. Για χρόνια, η υπόθεση παρέμενε ανοικτή μιας και ερωτήματα γύρω από την ενοχή ή μη του Α. DeSalvo συνέχιζαν να υπάρχουν. Υπήρχαν άτομα που υποστήριζαν με σθένος ότι η ομολογία του Α. DeSalvo δεν ήταν αληθινή και ότι ο ίδιος την είχε επινοήσει έχοντας καθαρά εμπορικά κίνητρα – γιατί πίστεψε ότι θα μπορούσε να αποκομίσει τεράστια κέρδη από το βιβλίο για τον Στραγγαλιστή της Βοστόνης και από τα δικαιώματα της κινηματογραφικής ταινίας. Επιπλέον, υπήρχαν ειδικοί που παρέμεναν πεπεισμένοι ότι υπήρξαν παραπάνω από έναν Στραγγαλιστές.
Το 2001, οι ειδικοί των εγκληματολογικών εργαστηριών δικαίωσαν κατά κάποιον τρόπο τους ανθρώπους εκείνους που αμφισβητούσαν την ενοχή του Α. DeSalvo και την ταύτισή του με τον Στραγγαλιστή της Βοστόνης όταν κατάφεραν να πάρουν δείγμα γενετικού υλικού (DNA) από το σώμα του τελευταίου θύματος του Στραγγαλιστή (ζήτησαν και έγινε εκταφή του θύματος) κατά την οποία εξέταση αποδείχθηκε ότι το άγνωστο γενετικό υλικό που είχε βρεθεί στο σώμα του θύματος δεν ταίριαζε με αυτό του Α. DeSalvo. Η διαμάχη ωστόσο όσων αφορά την ανάμειξή του στις υπόλοιπες δέκα υποθέσεις, καλά κρατεί. Μέχρις ότου η επιστήμη θα είναι σε θέση να διαλευκάνει εξολοκλήρου την υπόθεση της ενοχής ή μη το Α. DeSalvo όλοι θα τον αναγνωρίζουν ως τον Στραγγαλιστή της Βοστόνης.
ΠΗΓΕΣ
Bailey F. Lee, Defense Never Rests, Penguin Books paperback; Stein and Day hardcover, 1971.
Bardsley Marilyn, Serial Killers>Most Notorious: The Boston Straggler, στον ιστότοπο, http://www.trutv.com/library/crime/serial_killers/notorious/boston/index_1.html , 14 -03-2010.
Ιnnes B., Το προφίλ του εγκληματικού νου, μτφ. Α. Βάσιλα, Κοχλίας, Αθήνα 2003.
Kelly Susan, Boston Stranglers; The Wrongful Conviction of Albert Desalvo and the True Story of Eleven Shocking Murders, Carol Publishing Group, 1995.
Maneness Larry, Strangler (novel), Presidio, 1998.
Schechter H., and Everitt D., The A to Z Encyclopedia of Serial Killers, 3rd edition, Pocket Books, New York – London- Sidney 2006, σσ. 75-76.