της Μυρσίνης Πυκνή,
Επιμελήτριας Ανηλίκων Πειραιά
Έρευνα εκπαιδευτικών αναγκών πανελλαδικής εμβέλειας στις Υπηρεσίες Επιμελητών Ανηλίκων της χώρας πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της διπλωματικής εργασίας της γράφουσας για το Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα «Εκπαίδευση Ενηλίκων» στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο (ΕΑΠ).
Η εκπαίδευση ενηλίκων εντάσσεται στο πεδίο της δια βίου μάθησης και αποτελεί ένα σημαντικό μέσο για την κατάκτηση νέας γνώσης που σήμερα απαιτείται.
Στη συγκεκριμένη έρευνα διερευνώνται οι εκπαιδευτικές ανάγκες των Επιμελητών Ανηλίκων, οι οποίοι επανδρώνουν έναν ιδιαίτερο κλάδο που ανήκει στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, αποτελεί εξωϊδρυματικό θεσμό ποινικής μεταχείρισης και ασχολείται με τους ανήλικους παραβάτες αλλά και τους ανήλικους που βρίσκονται σε κίνδυνο από 8-18 ετών.
Σε συνδυασμό με τη θεωρία της Μετασχηματίζουσας Μάθησης του Jack Mezirow διερευνάται αν οι Επιμελητές Ανηλίκων βρίσκονται συχνά μπροστά σε ένα «αποπροσανατολιστικό δίλημμα» λόγω της φύσης των υπηρεσιών που προσφέρουν.
Επιθυμούν οι Επιμελητές να εκπαιδεύονται προκειμένου να εναρμονίσουν τα υπηρεσιακά τους καθήκοντα με τα καινούργια δεδομένα (ανεργία, οικογενειακή δυσλειτουργία, νέα πολυπολιτισμική πραγματικότητα, κρίση αξιών, κρίση εκπαιδευτικού συστήματος, περιθωριοποίηση, κοινωνικός αποκλεισμός, αύξηση της εγκληματικότητας, έξαρση των εξαρτήσεων κ.ο.κ), που ξεπροβάλλουν και επηρεάζουν άμεσα τις υπηρεσίες που προσφέρουν;
Η έρευνα που υλοποιήθηκε δίνει απάντηση σε όσα τέθηκαν, ενώ παράλληλα σκιαγραφεί τους Επιμελητές Ανηλίκων και κατατίθενται προτάσεις που μπορούν να φανούν χρήσιμες τόσο στον κλάδο των Επιμελητών όσο και στον τομέα Εκπαίδευσης του Υπουργείου.
Η ταυτότητα της έρευνας
Η έρευνα που υλοποιήθηκε ήταν ποσοτική και ως εργαλείο συλλογής των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε το ερωτηματολόγιο προκειμένου να αποσταλεί σε όλους τους Επιμελητές. Η ερευνητική διαδικασία ξεκίνησε στις 17/2/09 και ολοκληρώθηκε στις 10/3/09. Ερευνητικό δείγμα της έρευνας αποτέλεσε το σύνολο των 95 Επιμελητών Ανηλίκων που βρίσκονται διάσπαρτοι στις 43 (εν δράσει) Υπηρεσίες Επιμελητών Ανηλίκων σε όλη την Ελλάδα.
Συγκεκριμένα δόθηκαν ερωτηματολόγια σε 86 Επιμελητές και συνολικά απάντησαν 77, δηλ. υπήρχε ανταπόκριση από το 89,5% των Επιμελητών, με αντιπροσώπευση 34 Υπηρεσιών.
Στόχοι της έρευνας
Το θέμα έχει ερευνητική σημασία στο πεδίο της Εκπαίδευσης Ενηλίκων και οι στόχοι της έρευνας είναι:
• να διερευνήσουμε τις εκπαιδευτικές ανάγκες των Επιμελητών Ανηλίκων, στην αρχή της επαγγελματικής τους σταδιοδρομίας, με την εισαγωγή τους στον κλάδο.
• να εξετάσουμε αν οι Επιμελητές Ανηλίκων επιθυμούν και επιδιώκουν τη συνεχή και δια βίου εκπαίδευση.
• να μελετήσουμε κατά πόσο η εκπαίδευση μπορεί να τους βοηθήσει στο μετασχηματισμό των απόψεών τους, αναφορικά με το ρόλο τους, το έργο τους και το πώς αυτό υλοποιείται.
Eρευνητικές υποθέσεις
• Οι Επιμελητές Ανηλίκων, βρίσκονται συχνά μπροστά σε ένα αποπροσανατολιστικό δίλημμα λόγω της φύσης των υπηρεσιών που προσφέρουν.
• Οι Επιμελητές Ανηλίκων επιθυμούν να εκπαιδεύονται προκειμένου να ανταποκρίνονται καλύτερα στο ρόλο τους.
• Οι Επιμελητές Ανηλίκων είναι ανοιχτοί σε διάφορους τρόπους μάθησης όπως βιωματική εκπαίδευση και εποπτεία.
Συμπεράσματα της έρευνας
Σύμφωνα με την περιγραφική στατιστική ανάλυση που έγινε η έρευνα κατέληξε στα εξής συμπεράσματα, που ακολουθούν τους θεματικούς άξονες του ερωτηματολογίου:
Το προφίλ των Επιμελητών Ανηλίκων
Ο κλάδος των Επιμελητών Ανηλίκων κατά κύριο λόγο αποτελείται από γυναίκες (81%), ο πληθυσμός ηλικιακά είναι μοιρασμένος στη μέση (49% είναι 45-65 ετών και 51% είναι 25-45 ετών), ενώ το 47% του πληθυσμού είναι νεοεισερχόμενοι στον κλάδο (υπηρετούν από 1-7 χρόνια) και έχουν κατά πολύ μεγάλο ποσοστό (87%) προηγούμενη επαγγελματική εμπειρία, σχετική με το αντικείμενό τους (56%).
Μορφωτικά ο κλάδος βρίσκεται σε υψηλό επίπεδο (Π.Ε. 67%, Τ.Ε. 33%), καθώς αποτελείται μόνο από πτυχιούχους και μάλιστα με μεταπτυχιακό (22 Επιμελητές 29%) και διδακτορικό (6 Επιμελητές 8%).
O κλάδος χαρακτηρίζεται για τη διεπιστημονικότητά του, αφού σ’αυτόν υπηρετούν επαγγελματίες που προέρχονται από διαφορετικούς επιστημονικούς κλάδους και είναι κάτοχοι διαφορετικών πτυχίων (Κοινωνιολογίας, Νομικής, Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, Ψυχολογίας, Κοινωνικής Εργασίας, Φιλοσοφικής, Παιδαγωγικών, Πολιτικών και Οικονομικών Σχολών).
Οι Επιμελητές δεν έχουν κοινή εκπαιδευτική βάση και ο καθένας εντάσσεται στον κλάδο με τα δικά του επιστημονικά, μορφωτικά χαρακτηριστικά και εφόδια. Συνεπώς ο καθένας ερμηνεύει, κρίνει, προσεγγίζει και χειρίζεται τα περιστατικά και τις καταστάσεις γύρω από τον ανήλικο και την οικογένειά του, στηριζόμενος στο δικό του εκπαιδευτικό, ηθικό και αξιακό σύστημα που μπορεί να έχει σχέση με ιδέες, στερεότυπα, κανόνες, προκαταλήψεις, φόβους, ανασφάλειες κλπ.
Αρκετοί Επιμελητές (22%) έχουν παρακολουθήσει επιπλέον εκπαίδευση μετά τις βασικές τους σπουδές που σε κάποιες περιπτώσεις (εκπαίδευση στη συστημική οικογενειακή θεραπεία, ομαδική ψυχοθεραπεία, δυναμική ομάδας, βιωματικά σεμινάρια πρόληψης και γενεογράμματος) φαίνεται να είναι σχετική με το αντικείμενο του Επιμελητή.
Ανίχνευση εκπαιδευτικών αναγκών Επιμελητών Ανηλίκων
Οι Επιμελητές Ανηλίκων προσδιόρισαν πρώτες από άποψη σημασίας δύο δεξιότητες που θεωρούν ότι πρέπει να έχουν ως επαγγελματίες:
α) την αξιολόγηση και σχεδιασμό στρατηγικής για την κάθε περίπτωση και
β) τη διεξαγωγή σωστής συνέντευξης,
οι οποίες κατά τη γνώμη μας έχουν σχέση με τη μεθοδολογία και την προσέγγιση του ανήλικου, ενώ θα μπορούσε να τις χαρακτηρίσει κάποιος τεχνικές δεξιότητες.
Στη συνέχεια επέλεξαν δεξιότητες που έχουν σχέση με τις κοινωνικές ικανότητες που πρέπει να έχει ο Επιμελητής Ανηλίκων,
γ) ανοιχτό μυαλό και ευελιξία,
δ) δεξιότητες επίλυσης των συγκρούσεων, λήψης αποφάσεων και επίλυσης προβλημάτων,
ε) έκφραση κατανόησης με ενσυναίσθηση.
Ο Επιμελητής Ανηλίκων ως σύμβουλος παρέχει χρόνο, υποστήριξη, προσοχή, δεξιότητες και μια συγκρότηση, η οποία στοχεύει να καταστήσει τον ανήλικο παραβάτη ικανό να αποκτήσει καλύτερη αντίληψη των δυνατοτήτων του προκειμένου να αλλάξει στάση ζωής. Κατέχοντας ο Επιμελητής τόσο τις τεχνικές δεξιότητες όσο και τις κοινωνικές ικανότητες προσπαθεί να βοηθήσει έναν άλλο άνθρωπο να ξεκαθαρίσει τη σκέψη του ή τα συναισθήματά του, ή να ξεπεράσει κάποια δυσκολία που αντιμετωπίζει μέσα από τη συνεργασία που θα έχει τόσο με τον ίδιο όσο και με την οικογένειά του.
Ως προς τη θεματολογία που θα πρέπει να καλύπτει η εκπαίδευση στην αρχή της επαγγελματικής τους σταδιοδρομίας οι Επιμελητές αναφέρονται σε:
- θεωρητικά θέματα, γενικά (νομικά, κοινωνιολογία, ψυχολογία, κοινωνική εργασία) όσο και ειδικότερα (συμβουλευτική, ψυχολογία εφήβων, παραβατικότητα ανηλίκων, δίκαιο ανηλίκων, εξαρτήσεις).
- τεχνικά θέματα (εξατομικευμένη προσέγγιση, επαφή με την έδρα, σωστές παραπομπές, χειρισμός περιστατικών, μεθοδολογία τεχνικών συνέντευξης, επαφές με φορείς).
- πρακτικά θέματα (παρακολούθηση ακροαματικής διαδικασίας, επισκέψεις σε σωφρονιστικά καταστήματα, κέντρα ψυχικής υγείας, ευρωπαϊκές δομές, άσκηση στις υπάρχουσες υπηρεσίες).
Διερεύνηση επιθυμίας των Επιμελητών Ανηλίκων για εισαγωγική εκπαίδευση
Η πλειοψηφία των συμμετεχόντων στην έρευνα, 98% θεωρούν απαραίτητη την εισαγωγική εκπαίδευση σε σχέση με το αντικείμενο του κλάδου για τους νεοεισερχόμενους Επιμελητές. Τα 2/3 του δείγματος επιλέγουν τη μεγαλύτερη χρονική διάρκεια 120 + ώρες.
Τα τρία πρώτα θέματα που επιλέχθηκαν ως προς την εισαγωγική εκπαίδευση είναι:
α) Θεωρίες για την παραβατικότητα ανηλίκων
β) Το προφίλ του ανήλικου παραβάτη
γ) Συμβουλευτική – Μορφές προσέγγισης
Προσδιορίζοντας οι Επιμελητές τα θέματα αυτά, εκφράζουν την άποψή τους για τις γνώσεις που πρέπει να έχουν κατά το ξεκίνημα της υπηρεσίας τους. Θα μπορούσε να θεωρηθεί σαν άποψη ότι με βάση την εμπειρία τους, οι Επιμελητές Ανηλίκων ξεκινούν χωρίς να έχουν γνώση του αντικειμένου τους.
Οι απόψεις των Επιμελητών Ανηλίκων για τις εκπαιδευτικές τους προτεραιότητες
Ως πρώτες εκπαιδευτικές προτεραιότητες οι Επιμελητές αναφέρουν:
- την εκπαίδευσή τους σε θέματα νομικά, ψυχολογικά, κοινωνιολογικά.
- εντυπωσιακό είναι ότι οι μισοί Επιμελητές του δείγματος θεωρούν σημαντική την επιμόρφωση σε τεχνικές και μεθοδολογία ως προς την καλύτερη προσέγγιση του ανήλικου και της οικογένειάς του, προκειμένου να κατανοήσουν καλύτερα το πρόβλημα και να σχεδιάσουν την παρέμβασή τους με αποτελεσματικό τρόπο.
- ακόμα κάποιοι θεωρούν ως πρώτη προτεραιότητα τον ίδιο τον Επιμελητή. Θέματα όπως: ο ρόλος του, η οριοθέτησή του, οι αρμοδιότητές του, η προσωπικότητα, η ψυχολογική ισορροπία, η ενδυνάμωσή του, τα συναισθήματα, στερεότυπα, φόβοι και προκαταλήψεις.
Οι απόψεις των Επιμελητών για τη βιωματική εκπαίδευση
Οι Επιμελητές Ανηλίκων κατά πλειοψηφία 60%, έχουν εμπειρία στη βιωματική εκπαίδευση και τη θεωρούν χρήσιμη από αρκετά έως πάρα πολύ σε ποσοστό 89%. Η δική τους βιωματική εκπαίδευση επιθυμούν να εστιάζει ιεραρχικά στη διαχείριση κρίσεων, την επικοινωνία ομάδας, τη δυναμική ομάδας, τη διαχείριση άγχους, τη διαχείριση συγκρούσεων και την επαγγελματική εξουθένωση. Μέσα από τη βιωματική εκπαίδευση οι Επιμελητές προσδοκούν να ενδυναμωθούν ως προσωπικότητες, να αποφορτισθούν συναισθηματικά προκειμένου να αποφύγουν το «επαγγελματικό κάψιμο - burnout», να δουλέψουν με τον εαυτό τους (προκαταλήψεις, στερεότυπα, φόβοι, ελλείψεις), να οριοθετήσουν το ρόλο τους, να πετύχουν την ψυχολογική τους ισορροπία.
Διερεύνηση γνώμης των Επιμελητών για την εποπτεία
Οι συμμετέχοντες στην έρευνα θεωρούν στη συντριπτική τους πλειοψηφία (83%) χρήσιμη την εποπτεία.
Η συναδελφική εποπτεία ή όπως προτείνεται και από μία Επιμελήτρια εποπτεία από εξωτερικό συνεργάτη φαίνεται να είναι χρήσιμη προκειμένου να πάρει ο Επιμελητής ανατροφοδότηση για τους χειρισμούς που έκανε για το περιστατικό που χειρίζεται, να μάθει από την ανταλλαγή εμπειριών με τους συναδέλφους τους, να διαχειριστεί τα συναισθήματά του και να αποφορτισθεί.
Η στάση των Επιμελητών ως προς τη δια βίου εκπαίδευση
Φαίνεται εξάλλου ότι οι Επιμελητές Ανηλίκων σε ποσοστό 96% θεωρούν χρήσιμη τη δια βίου εκπαίδευση. Οι λόγοι που αναφέρονται ότι τους κινητοποίησαν για να παρακολουθήσουν σεμινάρια, έχουν σχέση με την προσωπική ανάγκη τους για περαιτέρω γνώση και το προσωπικό τους ενδιαφέρον. Θεωρούν ότι η δια βίου εκπαίδευση μπορεί να τους δώσει εφόδια για να πετύχουν καλύτερη προσέγγιση στον ανήλικο και την οικογένειά του, κατανόηση των δυσκολιών, κατανόηση της ψυχολογίας και εύστοχες παραπομπές.
Συζήτηση
Η εργασία των Επιμελητών Ανηλίκων από τη φύση της είναι εξαιρετικά δύσκολη και απαιτητική, κυρίως γιατί έχει ως αντικείμενό της μια κατηγορία εξ’ορισμού δύσκολη ως προς την ενασχόληση μαζί της: τους ανήλικους παραβάτες και τους νέους που βρίσκονται σε κίνδυνο. Με τη συμβουλευτική τους παρέμβαση και το ρόλο τους προσπαθούν να στηρίξουν, να ενδυναμώσουν, να «κατευθύνουν», να προτείνουν στον έφηβο αλλαγή πορείας ως προς τις επιλογές του.
Οι Επιμελητές Ανηλίκων έχουν επιπλέον να αντιμετωπίσουν αρκετές δυσκολίες που διογκώνονται ακόμη περισσότερο από την έλλειψη υποστηρικτικού δικτύου δομών και υπηρεσιών (πχ. μονάδες μέριμνας ανηλίκων, πλαίσια φιλοξενίας, εκπαιδευτικά προγράμματα για ευπαθείς κοινωνικές ομάδες, δίκτυα υπηρεσιών) και πολλαπλασιάζονται από τα νέα δεδομένα που όλο και πιο πολύ απασχολούν τις σύγχρονες κοινωνίες: έξαρση των εξαρτήσεων, νέες μορφές κοινωνικής περιθωριοποίησης, φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού, υποδοχή μεταναστών, καταναλωτισμός, κρίση εκπαιδευτικού συστήματος, κρίση αξιών.
Μέσα σ’αυτό το συχνά θολό τοπίο ο Επιμελητής Ανηλίκων προσπαθεί να σταθεί επάξια απέναντι στα υπηρεσιακά του καθήκοντα αλλά και το ρόλο που έχει αναλάβει.
Το αίτημα για εκπαίδευση που προκύπτει από την έρευνα, ο πλούτος απόψεων και προτάσεων δείχνει εκτός των άλλων ότι αυτά τα περιστατικά δεν τα αντιμετωπίζει στενά δημοσιοϋπαλληλικά-γραφειοκρατικά. Χωρίς υπερβολή μπορεί να πει κανείς ότι έχει υψηλή συναίσθηση του καθήκοντός του, του ρόλου που έχει αναλάβει απέναντι στην κοινωνία και τον κάθε ανήλικο (και την οικογένειά του) ξεχωριστά.
Ο Επιμελητής Ανηλίκων παρουσιάζεται με υψηλή εκπαίδευση, με γνώσεις, με προηγούμενη επαγγελματική εμπειρία και με προϋπηρεσία. Την ίδια στιγμή ζητά έντονα να εκπαιδευτεί και μάλιστα κατά μεγάλο ποσοστό ακόμα και σε θέματα όπως «τεχνικές συνέντευξης» και «μεθοδολογία προσέγγισης ανηλίκων», τα οποία μπορούμε να θεωρήσουμε απλώς τεχνικά και να υποθέσουμε ότι εύκολα θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν με κάποια σεμινάρια, ή με μεταφορά εμπειρίας από συναδέλφους.
Μπορεί λοιπόν να βγει το συμπέρασμα ότι ακόμα και σε τέτοια θέματα ο Επιμελητής Ανηλίκων «υποκρύπτει» τη δυσκολία και την αμφιβολία που νιώθει για το αν ανταποκρίνεται επαρκώς στο ρόλο του: τη γνώση και κατανόηση του ανήλικου παραβάτη, της οικογένειας, του περιβάλλοντός του, των αιτιών της συμπεριφοράς του και να βρει τους τρόπους με τους οποίους θα βοηθήσει και να προτείνει τις αντίστοιχες λύσεις.
Εδώ λοιπόν εμφανίζεται, όπως ο Mezirow υποστηρίζει, το «αποπροσανατολιστικό δίλημμα» του Επιμελητή Ανηλίκων, το οποίο προκύπτει από τις δυσκολίες που έχει να αντιμετωπίσει στα υπηρεσιακά του καθήκοντα και αναλύθηκαν παραπάνω, αλλά και την υψηλή αίσθηση του καθήκοντος που νιώθει. Στο σημείο αυτό φαίνεται ότι αποδεικνύεται η πρώτη υπόθεση της έρευνας, σύμφωνα με την οποία ο Επιμελητής Ανηλίκων βρίσκεται συχνά μπροστά σε ένα αποπροσανατολιστικό δίλημμα.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο Επιμελητής Ανηλίκων βρίσκεται στη δίνη από τη μια πλευρά των δύσκολων περιστατικών που έχει στην ευθύνη του αλλά και από την άλλη των χαρακτηριστικών μιας πολυπολιτισμικής κοινωνίας που ωθεί τις καταστάσεις να αλλάζουν. Είναι λοιπόν φυσικό αυτή η ροή των εξελίξεων να «συμπαρασύρει» και τον Επιμελητή, που όπως τονίστηκε με υψηλό αίσθημα ευθύνης, θέλει να είναι ενημερωμένος και καταρτισμένος προκειμένου να είναι αποτελεσματικός στο ρόλο του.
Φαίνεται λοιπόν ότι ο Επιμελητής Ανηλίκων στέκεται αυτοκριτικά απέναντι στον εαυτό του και αναρωτιέται: «κάνω σωστά τη δουλειά μου; Ανταποκρίνομαι στο ρόλο μου και στις ευθύνες μου;».
Παρόλη λοιπόν την υψηλή του εκπαίδευση ο Επιμελητής, δεν αισθάνεται το αίσθημα της πληρότητας ως επαγγελματίας, όχι γιατί του λείπουν οι γνώσεις και τα εφόδια αλλά γιατί βρίσκεται διαρκώς στο δρόμο της αναζήτησης.
Φαίνεται ότι οι Επιμελητές Ανηλίκων προκειμένου να εναρμονίσουν την επαγγελματική ζωή τους με τα καινούργια δεδομένα επεξεργάζονται κριτικά τις πεποιθήσεις που μέχρι τώρα έχουν διαμορφώσει για τον εαυτό τους και τους ρόλους που έχουν αναλάβει και επιζητούν περισσότερη εκπαίδευση. Εκπαίδευση σε δύο επίπεδα: τόσο στην αρχή της επαγγελματικής τους σταδιοδρομίας όσο και κατά τη διάρκεια.
Επιβεβαιώνεται λοιπόν και η δεύτερη ερευνητική μας υπόθεση σύμφωνα με την οποία, οι Επιμελητές επιθυμούν να εκπαιδεύονται προκειμένου να ανταποκρίνονται καλύτερα στο ρόλο τους.
Οι Επιμελητές Ανηλίκων φαίνεται να κατανοούν ότι για να βοηθηθούν σε θέματα σχετικά με την ενδυνάμωση της προσωπικότητάς τους, την ψυχολογική τους ισορροπία, την οριοθέτηση του ρόλου τους, την αποφυγή της συναισθηματικής τους φόρτισης, τη βελτίωση των χειρισμών τους σε κάποια περιστατικά, την ανταλλαγή εμπειριών με συναδέλφους τους πρέπει να εκπαιδευτούν, αξιοποιώντας τις ενεργητικές εκπαιδευτικές μεθόδους, της βιωματικής εκπαίδευσης και της εποπτείας. Όπως άλλωστε αποδείχτηκε επιβεβαιώνεται και η τρίτη υπόθεση της έρευνας που ήθελε τους Επιμελητές Ανηλίκων να είναι ανοιχτοί σε διάφορους τρόπους μάθησης όπως η βιωματική εκπαίδευση και η εποπτεία.
Εύλογα και δικαιολογημένα συνεπώς ξεπροβάλλει το αίτημα των Επιμελητών για βιωματική εκπαίδευση και εποπτεία που αποδεικνύει για ακόμη μία φορά το ενδιαφέρον τους για προσωπική αλλαγή που σύμφωνα με τη θεωρία της μετασχηματίζουσας μάθησης στόχος της είναι να βοηθήσει τον ενήλικα να γίνει καλύτερος, αλλάζοντας ακόμη και στοιχεία της προσωπικότητάς του.
Προτάσεις
- Καθιέρωση και θεσμοθέτηση της εισαγωγικής εκπαίδευσης για τους νεοεισερχόμενους Επιμελητές.
- Ενεργή συμμετοχή των Επιμελητών σε εκπαιδευτικά προγράμματα της δια βίου μάθησης ώστε να ενημερώνονται διαρκώς για τις νέες εξελίξεις και να εκπαιδεύονται στις καινούργιες πρακτικές.
- Ενεργοποίηση ευρωπαϊκών προγραμμάτων μέσω των οποίων μπορεί να επιτευχθεί ανταλλαγή εμπειρίας με επαγγελματίες άλλων χωρών.
- Τέλος προτείνεται να καθιερωθεί το σύστημα της εποπτείας στον κλάδο ενώ ταυτόχρονα να υπάρξει εκπαίδευση στην εφαρμογή του τύπου της «συναδελφικής εποπτείας» που μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να είναι πιο ευέλικτο.
Προκειμένου λοιπόν να εξελιχθεί ο κλάδος των Επιμελητών Ανηλίκων και να βαδίζει στα πρότυπα άλλων ευρωπαϊκών χωρών, πρέπει να συστηματοποιηθεί η εκπαίδευσή τους και η επαγγελματική τους στήριξη προκειμένου να ενδυναμωθούν τόσο οι τεχνικές όσο και οι κοινωνικές τους ικανότητες, αν θέλουμε να μιλάμε για έναν «ζωντανό» κλάδο εν δράσει και Επιμελητές που αφουγκράζονται τις ανάγκες και τις αλλαγές μιας κοινωνίας, χωρίς να «φθείρονται» λόγω της επαγγελματικής τους κόπωσης.