του Παν. Παπαγεωργίου,
Προϊσταμένου στην Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης
Σύμφωνα με τις διατάξεις των παρ.3 του άρθρου 13 Ν.2331/1995 (Α΄173), 1 του άρθρου 13 Ν.1320/1983 (Α΄6) και 1 εδάφιο τελευταίο του άρθρου 1 του ν.2993/2002 (Α΄58) στα επταμελή Δ.Σ. των Eταιρειών Προστασίας Ανηλίκων προεδρεύει Δικαστικός ή Εισαγγελικός Λειτουργός. Με την αναθεώρηση του Συντάγματος με το ψήφισμα της 6ης Απριλίου 2001 της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής και, σύμφωνα με το άρθρο 89 αυτού, έχει απαγορευθεί η παροχή κάθε μισθωτής υπηρεσίας ως και η ανάθεση διοικητικών καθηκόντων στους Δικαστικούς Λειτουργούς, ενώ, κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται σ’ αυτούς να μετέχουν σε Συμβούλια ή Επιτροπές που ασκούν αρμοδιότητες πειθαρχικού, ελεγκτικού ή δικαιοδοτικού χαρακτήρα και σε νομοπαρασκευαστικές επιτροπές, εφ’ όσον η συμμετοχή τους αυτή προβλέπεται ειδικά από τον νόμο. Σε εκτέλεση των παραπάνω εκδόθηκε ο Ν.2993/2002 (Α΄58), στις διατάξεις του οποίου προβλέπονται και οι αντικαταστάτες των προαναφερομένων στα καθήκοντα αυτά.
Μεταξύ των άλλων καθηκόντων οι Δικαστικοί και Εισαγγελικοί Λειτουργοί προεδρεύουν και στα Δ.Σ. των εταιριών προστασίας ανηλίκων. Στα καθήκοντα αυτά περιλαμβάνονται, πέραν των συνήθων διοικητικών, και μία σειρά ουσιαστικών αρμοδιοτήτων για την υλοποίηση των σκοπών των εταιριών.
Η αποστολή των παραπάνω εταιρειών προβλέπεται από την διάταξη της παρ.2 του άρθρου 18 του ν.2298/1995 (Α΄62), όπως αυτή έχει αντικατασταθεί από την παρ.2 του άρθρου 13 του ν.2331/1995 (Α΄173), σύμφωνα με την οποία «οι Εταιρείες Προστασίας Ανηλίκων έχουν ως κύριο σκοπό να συμβάλλουν ενεργά στην πρόληψη της εγκληματικότητας των ανηλίκων που ενδέχεται να οδηγηθούν σε παραπτωματική συμπεριφορά λόγω της προσωπικότητας ή του οικογενειακού τους περιβάλλοντος ή άλλων συνθηκών και αιτίων, παρέχουν υλική και κοινωνική στήριξη στους ανηλίκους και τις οικογένειές τους, επαγγελματική κατάρτιση, εκπαίδευση, πολιτιστική καλλιέργεια, ψυχαγωγία και στέγη, εφ’ όσον τούτο είναι δυνατόν… Επίσης, παρέχουν δικαστική συνδρομή στους κατηγορούμενους ανηλίκους...». Το πολυσχιδές αυτό έργο της πρόληψης της εγκληματικότητας των ανηλίκων που στερούνται αγάπης και φροντίδας και της καθοδήγησης και στήριξης εκείνων εξ αυτών που διατρέχουν ηθικό κίνδυνο περιλαμβάνει, μεταξύ των άλλων, και την έρευνα της αντικοινωνικής τους συμπεριφοράς και παραβατικότητας και την υποστήριξη για κοινωνική αποκατάσταση ή βοήθεια στους απολυόμενους από τα ιδρύματα αγωγής.
Ο τακτικός Δικαστής ή ο Εισαγγελεύς, ως πρόεδρος των παραπάνω εταιρειών έχει αποστολή να ασκεί προληπτική πολιτική στην παραβατικότητα των νέων, για την υλοποίηση της οποίας η δραστηριότητά του πρέπει να καλύπτει κάθε περίπτωση ανηλίκου που έχει ανάγκη ηθικής, κατ’ αρχήν, προστασίας και οι εν γένει προσπάθειές του να κατατείνουν στην υποβοήθηση του οικογενειακού περιβάλλοντος, αφού η υγιής οικογένεια αποτελεί την ασφαλέστερη προστασία της κοινωνίας. Βασική προϋπόθεση είναι οι ικανές γνώσεις που αποκτώνται με εκδήλωση ανάλογου ενδιαφέροντος στην εγκληματολογία των ανηλίκων, την παιδική ψυχολογία, την παιδαγωγική και κοινωνιολογία αλλά και η κοινωνική ευαισθησία και η συναίσθηση της κοινωνικής αποστολής, «δυναμουμένη εκ της φιλογενείας», χαρακτηριστικής του Έλληνος αρετής, των Δικαστών και Εισαγγελέων, προικισμένων με έμφυτη καλοσύνη, ευγένεια, υπομονή, ήπιο χαρακτήρα, ευρύτητα κοινωνικής αντίληψης και κατανόηση των προβλημάτων των ανηλίκων και της οικογένειας γενικότερα.
Ο ρόλος των κ.κ. Δικαστών και Εισαγγελέων στα Δ.Σ. των εταιρειών, εξίσου κοινωνικός όσο και νομικός, απαιτεί ψυχικό και πνευματικό εξοπλισμό και αποβλέπει στην θερμή καλλιέργεια των όρων για την ομαλότητα του μέλλοντος των ανηλίκων που, έρμαια των κοινωνικών ατελειών και της δυσμένειας του περιβάλλοντος, έφθασαν ενώπιόν τους και στην αναμόρφωσή τους, όπως επιτάσσει το καλώς εννοούμενο κοινωνικό συμφέρον.
Οι Δικαστικοί και Εισαγγελικοί Λειτουργοί, που ασκούν τιμητικό και άμισθο αξίωμα στα οικεία Δ.Σ., είναι οι πλέον κατάλληλοι να προσεγγίσουν «την πρόληψη της παραβατικότητας των ανηλίκων» αφού διαθέτουν άριστη γνώση της νομοθεσίας που αφορά τους ανηλίκους, έχουν άμεση επαφή ως Δικαστές ή Εισαγγελείς Ανηλίκων με αυτούς, παρακολουθούν την υποστηρικτική παρέμβαση, διαπαιδαγώγηση και υποστήριξη που οι ανήλικοι δέχονται από τις οικείες εταιρείες, επιβλέπουν τον τρόπο ζωής και την εν γένει διαγωγή τους στις στέγες φιλοξενίας και γνωρίζουν, ως εκ της εν γένει επαφής, τα κίνητρα της παραβατικότητας, τις αντιδράσεις των ανηλίκων στα μέτρα που λαμβάνονται γι’ αυτούς, τις δυνατότητες και τους τρόπους επίβλεψης και προσπάθειας προσαρμοστικότητος ώστε, βάσει της κατάρτισης και εμπειρίας να είναι ευχερέστερος ο προγραμματισμός και η υλοποίηση των στόχων των εταιρειών για την επίτευξη του μέγιστου δυνατού αποτελέσματος.
Προκύπτει έτσι ότι η άσκηση των καθηκόντων Προέδρου στα Δ.Σ. των εταιρειών έχει άμεση συνάφεια και αποτελεί προέκταση των κυρίων δικαιοδοτικών καθηκόντων των Δικαστικών και Εισαγγελικών Λειτουργών ως Δικαστών και Εισαγγελέων ανηλίκων αντίστοιχα, στο μέτρο που αυτά αφορούν την αντιμετώπιση του ανηλίκου στο προπαραβατικό στάδιο ώστε να μην είναι εφικτή η αντικατάστασή τους σε αυτά. Παράλληλα οι Δικαστικοί και Εισαγγελικοί λειτουργοί απολαμβάνουν, ιδίως στις επαρχιακές πόλεις-έδρες Πρωτοδικείων της Επικράτειας, ιδιαίτερης εκτίμησης από τις τοπικές κοινωνίες και διαθέτουν μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στις όποιες προσπάθειές τους για την πρόληψη της παραβατικότητας των νέων και την κοινωνική στήριξή τους, ενώ η ενεργός
συμμετοχή τους ενθαρρύνει τα μέγιστα και ενισχύει τον ενθουσιασμό των εθελοντικής σημασίας σκοπών των εταιρειών. Δεν πρέπει εξάλλου να διαφεύγει ότι σκοπός του συνταγματικού νομοθέτη είναι η απεμπλοκή των Δικαστικών Λειτουργών από την συμμετοχή σε Συμβούλια ή Επιτροπές ξένες προς τα καθήκοντά τους, ενώ οι Εταιρείες Προστασίας Ανηλίκων (Ν.Π.Δ.Δ.) εποπτεύονται από τον Υπουργό Δικαιοσύνης και η αποστολή τους βρίσκεται σε αιτιώδη συνάφεια με την κοινωνική αποστολή των Δικαστηρίων Ανηλίκων.
Κατά την εκτίμησή μας θα ήταν πολλαπλώς ωφέλιμη η πρόταση εκ μέρους των κ.κ. Προϊσταμένων των Δικαστηρίων και Εισαγγελιών των πλέον ευαισθητοποιημένων στους σκοπούς των εταιρειών λειτουργών, οι οποίοι εκδηλώνουν πραγματικό ενδιαφέρον και αγάπη για τους ανηλίκους και διαθέτουν πείρα για την αντιμετώπιση των ποικίλων προβλημάτων τους, ώστε με το κύρος του λειτουργήματός τους να συμβάλουν στην κινητοποίηση του ενδιαφέροντος και του συναισθήματος ευθύνης του κοινωνικού συνόλου για την υποβοήθηση του έργου των εταιρειών. Όμοια επιλογή πρέπει να γίνεται και για τα λοιπά μέλη του Δ.Σ. των εταιρειών τα οποία, μέσω των υπηρεσιών και φορέων της παρ. 3 του άρθρου 13 του Ν. 2331/1995 (Α΄173), πρέπει να καταλέγονται στα ενάρετα και πλέον ευαισθητοποιημένα μέλη των τοπικών κοινωνιών, ώστε να είναι εφικτή η ουσιαστική δραστηριοποίηση των εταιρειών και η ανάπτυξη ευρύτατου πεδίου δράσης για την επίτευξη της αποστολής τους και ωφελημένοι αποδέκτες να είναι οι ίδιοι οι ανήλικοι και οι οικογένειές τους αλλά και η κοινωνική και οικονομική ζωή στο σύνολό της.
Θα ήταν χρήσιμη η πρωτοβουλία της Εθνικής Σχολής Δικαστών να εξετάσει τη δυνατότητα μετεκπαίδευσης σε σπουδές με αντικείμενο την παραβατικότητα των ανηλίκων των Δικαστικών και Εισαγγελικών Λειτουργών που επιδεικνύουν επιστημονικό και κοινωνικό ενδιαφέρον για τα προβλήματα της παιδικής ηλικίας και την πρόληψη και καταστολή της εγκληματικότητας των ανηλίκων. Προτεραιότητα πρέπει να δοθεί σε όσους έχουν ενδιαφέρουν να εκπαιδευθούν και δηλώσουν ότι επιθυμούν να υπηρετήσουν στη συνέχεια ως Δικαστές ή Εισαγγελείς Ανηλίκων επί μακρά θητεία και στους δύο βαθμούς ή να ασκήσουν καθήκοντα Προέδρου στα Διοικητικά Συμβούλια των Εταιρειών Προστασίας Ανηλίκων.