Φωτεινής Α. Μηλιώνη,
Δικηγόρου, Δ.Ν., Ειδ. Επιστ.Νομικής
«Είμαστε άνθρωποι – κρατούμενοι. Άνθρωποι, λέω» ήταν η ιαχή του κρατουμένου από τη φυλακή της Χίου ο οποίος συμμετέχοντας σε μία υποδειγματικού χαρακτήρα για κάθε ενεργό πολίτη συλλογική διεκδίκηση δικαιωμάτων, υπενθύμισε τη βάση στην οποία θα πρέπει να τίθεται η προβληματική της σωφρονιστικής πολιτικής και η οποία συνήθως αγνοείται: ο άνθρωπος κρατούμενος.
Οι κινητοποιήσεις των κρατουμένων οι οποίες εξέπληξαν αφενός με τη μαζικότητά τους (συμμετείχε το 40% των κρατουμένων) αφετέρου με την ποιότητα του αγώνα ο οποίος κλιμακώθηκε με ενέργειες αποχής από το συσσίτιο έως την απεργία πείνας αλλά διεξήχθησαν πάντα σε κλίμα απόλυτης ηρεμίας, απασχόλησαν το πανελλήνιο στο κλείσιμο της προηγούμενης χρονιάς.
Τα αιτήματα των κρατουμένων αφορούσαν την αποκλιμάκωση της νομοθεσίας για τα ναρκωτικά, την εφαρμογή της υπό όρον απόλυσης μετά τη συμπλήρωση των 3/5 της ποινής για όλα τα αδικήματα, τη δυνατότητα εξαγοράς των ποινών με καλύτερους όρους, τη συγχώνευση των πειθαρχικών ποινών και άλλα ανάλογου περιεχομένου. Μεταξύ των άλλων, όμως, αιτημάτων υπήρχε και ένα καίριου χαρακτήρα όχι μόνον για την ίδια την κινητοποίηση των κρατουμένων αλλά για τη χάραξη της σωφρονιστικής πολιτικής. Οι κρατούμενοι ζήτησαν την άρση του αποκλεισμού επισκέψεων και αυτοψιών στους χώρους κράτησης από ανεξάρτητους φορείς.
Είναι γεγονός ότι οι συνθήκες κράτησης στις ελληνικές φυλακές με πληρότητα 148% αποτελούν μίασμα για μία πολιτισμένη χώρα σύμφωνα με τις εκθέσεις των ελληνικών και διεθνών οργανισμών. Όμως, δεν είναι μόνον οι συνθήκες κράτησης οι οποίες ενοχοποιούνται για την αναποτελεσματικότητα της σωφρονιστικής πολιτικής. Συχνά οι φυλακές αποκαλούνται σχολεία εγκλήματος, χωματερές ανθρώπων και ψυχών απηχώντας την κοινωνική απαξία και τις συλλογικές κοινωνικές αντιλήψεις για το σωφρονιστικό μας σύστημα.
Μία σύγχρονη σωφρονιστική και κατ’ επέκταση αντεγκληματική πολιτική θα ήταν ευκτέο να εστιάσει όχι στην υποδομή αλλά στη δομή του προβλήματος. Οι νέες κτιριακές εγκαταστάσεις χρειάζονται μεν ασχολούνται δε με το περιτύλιγμα ενός συστήματος που απαιτεί τον εκσυγχρονισμό του ο οποίος θα αναπλαισιώσει ή θα αναστοχασθεί τους όρους του προβλήματος. Τα σφραγισμένα τείχη των φυλακών κρατούν ως επτασφράγιστο μυστικό την κοινά ομολογουμένη αδυναμία του υπάρχοντος συστήματος να ανταποκριθεί στις συνθήκες και απαιτήσεις των καιρών και των ανθρώπων. Το άνοιγμα των φυλακών προς την κοινωνία αφενός θα έδινε τη δυνατότητα στους κρατούμενους να ακουστούν έτσι ώστε να αποφεύγονται ακραίες και κραυγαλέες ενέργειες (όπως απεργία πείνας ή στάσεις) αφετέρου θα διευκόλυνε τον κοινωνικά επιθυμητό στόχο που δεν είναι άλλος από την ομαλή μετάβαση του κρατούμενου στην κοινωνία.
Το άνοιγμα προς την κοινωνία μπορεί εύκολα να πραγματοποιηθεί με την εφαρμογή των ήδη προβλεπομένων και μη υλοποιούμενων προβλέψεων του ισχύοντος σφωφρονιστικού πλαισίου όπως την ευρύτερη εφαρμογή των εναλλακτικών ποινών αλλά και τη διευκόλυνση επαγγελματιών, φοιτητών και ευαισθητοποιημένων πολιτών στην πρόσβασή τους και την επαφή τους με τον κρατούμενο. Είναι γεγονός ότι η δυσκολία ακόμη και των ερευνητών του ακαδημαϊκού χώρου να προσεγγίσουν το χώρο των φυλακών με την επίκληση των γνωστών αλλά αγνώστων «λόγων ασφαλείας» -περιβάλλει με μυστικοπάθεια το χώρο και αποθαρρύνει κάθε καλόπιστο ερευνητή να αποκαλύψει αδυναμίες και να ανακαλύψει πρόσφορες μεθόδους και πιθανές λύσεις.
Το σφραγισμένα τείχη απειλούνται περισσότερο από τα σφραγισμένα χείλη και όχι από τις καλλίφωνες φωνές παρατηρητών ή/και ερευνητών οι οποίοι και αν ακόμη δεν μπορούν ως άλλοι μάγοι να προτείνουν αποτελεσματικές λύσεις μπορούν να αφουγκραστούν, να ακούσουν, να μεταφέρουν αλλά κυρίως να ρουφήξουν παράπονα και καταγγελίες αποτρέποντας κρίσεις οι οποίες μπορεί να αποβούν μοιραίες. Εξάλλου τα σφραγισμένα τείχη όχι μόνον προκαλούν την έκρηξη αλλά και στοιχίζουν ενώ οι παραπάνω προτάσεις είναι οικονομικά λιγότερο επώδυνες.
Ας ελπίσουμε ότι οι πρόσφατες κινητοποιήσεις απετέλεσαν την αφορμή όχι μόνον για νέες νομοθετικές ρυθμίσεις αλλά και για μία νέα πολιτική με αφετηρία την ευρύτερη συμμετοχή των πολιτών.