της Αθηνάς Κουφού,
Δικηγόρου -
Υπ. Διδ. Εγκληματολογίας
Ο ευνουχισμός, ως μέθοδος αποκατάστασης και επανένταξης στην κοινωνία ατόμων τα οποία έχουν διαπράξει κατά συρροή σεξουαλικά παραπτώματα όπως βιασμούς και ασέλγεια σε ανηλίκους, διχάζει την Ευρώπη δεδομένου ότι ως ποινική αντιμετώπιση, πάντα στα πλαίσια μιας κοινωνίας με δημοκρατικό υπόβαθρο, εγείρει έντονα ζητήματα ηθικής. Είναι φανερό ότι όλο και περισσότερες χώρες υιοθετούν τον «χημικό ευνουχισμό», την χορήγηση δηλαδή φαρμάκων με στόχο τη μείωση της λίμπιντο και της σεξουαλικής δραστηριότητας σε άτομα τα οποία έχουν καταδικαστεί για τα ανωτέρω αδικήματα, μέθοδος που δεν είναι μεν καινούργια, άρχισε δε να χρησιμοποιείται μόλις τα τελευταία χρόνια, τουλάχιστον όσον αφορά την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η διαδικασία του χημικού ευνουχισμού διαφέρει από τον αντίστοιχο χειρουργικό, όπου οι όρχεις αφαιρούνται μέσω τομής στο σώμα (ορχεκτομή). Στο «χημικό ευνουχισμό» χορηγείται στον δράστη σεξουαλικών εγκλημάτων το «Depo-Provera», ένα γυναικείο αντισυλληπτικό που κόβει εξ΄ ολοκλήρου την παραγωγή της τεστοστερόνης και μειώνει κατά πολύ τη σεξουαλική επιθυμία. Μόλις σταματήσει η φαρμακευτική αγωγή η λίμπιντο επανέρχεται. Και οι δύο μορφές ευνουχισμού υποτίθεται ότι μειώνουν σημαντικά τις σεξουαλικές ορέξεις του ατόμου-δράστη σεξουαλικών εγκλημάτων, όσον αφορά δε την αποτελεσματικότητά τους, ο φυσικός ευνουχισμός θεωρείται πολύ πιο αποτελεσματικός σε σχέση με τον χημικό. Μια μελέτη 900 σεξουαλικών παραβατών που έγινε στη Δανία το 1960 έδειξε ότι τα επίπεδα υποτροπιασμού μειώθηκαν από 80% σε 2,3% μετά την ορχεκτομή. Στην Τσεχία κανένα από τα περίπου 100 άτομα που έχουν υποστεί φυσικό ευνουχισμό δεν υποτροπίασε.
Η πρακτική του χημικού ευνουχισμού και της ορχεκτομής εφαρμόζεται ήδη εδώ και αρκετό καιρό στις ΗΠΑ σε τουλάχιστον 8 πολιτείες (μεταξύ αυτών και η Φλώριδα, η Καλιφόρνια και το Τέξας). Στην Καλιφόρνια επιβάλλεται ο χημικός ευνουχισμός σε όσους αποφυλακισμένους παιδεραστές έχουν υποτροπιάσει, με την παράλληλη δυνατότητα, εφόσον το επιθυμούν, να ζητήσουν και ορχεκτομή, ωστόσο αξίζει να σημειωθεί ότι το 1985 το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ έκρινε ότι η καταναγκαστική ορχεκτομή, στον βαθμό που είναι μη αναστρέψιμη, συνιστά «απάνθρωπη τιμωρία», εν τούτοις όταν ο ευνουχισμός είναι εθελοντικός ή όταν πρόκειται για χημική θεραπεία που μπορεί ανά πάσα στιγμή να διακοπεί το θέμα είναι διαφορετικό. Όσον αφορά την Ρωσία, τον Φεβρουάριο του 2012 ψηφίστηκε νόμος που επιτρέπει την καταδίκη σε χημικό ευνουχισμό παιδόφιλων που κρίνονται ένοχοι για τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών μικρότερων των 14 ετών (τον Μάιο του 2011 ο χημικός ευνουχισμός είχε προταθεί «σε εθελοντική βάση»). Για να καταδικαστεί ο δράστης ενός σεξουαλικού εγκλήματος σε χημικό ευνουχισμό το δικαστήριο πρέπει να ζητήσει τη γνωμάτευση εμπειρογνωμόνων, ενώ ο ίδιος νόμος προβλέπει επίσης ποινή ισόβιας κάθειρξης για όσους υποτροπιάζουν. Στατιστικά, το 2010 διαπράχθηκαν στη Ρωσία περισσότερα από 9.500 σεξουαλικά εγκλήματα σε βάρος ανηλίκων. Επιπλέον, στη Νότια Κορέα ο χημικός ευνουχισμός θα εφαρμοστεί για πρώτη φορά, συγκεκριμένα στον 45χρονο Παρκ, ο οποίος έχει καταδικαστεί για τέσσερις βιασμούς/απόπειρες βιασμού παιδιών ηλικίας κάτω των 13 ετών κατά το διάστημα 1984-2002, βάση νόμου που ψηφίστηκε το 2010 και προβλέπει το χημικό ευνουχισμό σε όσους καταδικάζονται για βιασμό ανηλίκων. Η Νότια Κορέα ήταν η πρώτη χώρα της Ασίας, η οποία θέσπισε την νομοθεσία αυτή που επιτρέπει την εφαρμογή της πρακτικής του χημικού ευνουχισμού σε όσους έχουν καταδικαστεί για παιδεραστία και αφορά εκείνους που θεωρείται ότι μπορεί να επαναλάβουν την συγκεκριμένη πράξη.
Αναφορικά με την Ευρωπαϊκή Ένωση, η Πολωνία έγινε η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα που θέσπισε τον υποχρεωτικό χημικό ευνουχισμό σε άτομα τα οποία εμπλέκονται σε εγκλήματα παιδεραστίας και αιμομιξίας. Ειδικότερα, άτομο που καταδικάζεται για βιασμό ανηλίκου κάτω των 15 ετών ή ενός μέλους της οικογένειάς του, θα υποβάλλεται υποχρεωτικά σε φαρμακευτική θεραπεία και ψυχοθεραπεία, προκειμένου να κατασταλούν οι σεξουαλικές του ορμές, παράλληλα με την ποινή φυλάκισης που θα εκτίει. Αφορμή για τη νομοθετική αυτή τροποποίηση (η οποία υπερψηφίστηκε από 400 βουλευτές και καταψηφίστηκε μόνο από έναν), ήταν η υπόθεση ενός 45χρονου άνδρα ο οποίος κρατούσε φυλακισμένη και βίαζε επί έξι χρόνια την 21χρονη πλέον κόρη του. Στη Γερμανία, η πρακτική του χημικού ευνουχισμού ακολουθείται σε «εθελοντική βάση» από τουλάχιστον πέντε καταδικασθέντες για σεξουαλικά εγκλήματα κάθε χρόνο, με αντάλλαγμα την μείωση των ποινών τους και την βελτίωση των συνθηκών κράτησής τους. Στη Γαλλία εξετάζεται το ενδεχόμενο να γίνει υποχρεωτικός ο χημικός ευνουχισμός (μέχρι σήμερα προβλέπεται μόνο αν τον ζητήσει το ίδιο το άτομο), ενώ και στην Ισπανία έχει τεθεί το θέμα της υιοθέτησης του χημικού ευνουχισμού έπειτα από μια πρόσφατη περίπτωση όπου καταδικασθείς για παιδεραστία, μόλις αποφυλακίστηκε, ασέλγησε σε ένα άλλο παιδί και μετά το δολοφόνησε. Επιπλέον στην Αγγλία, μέσα στο 2012, εκατό βρετανοί παιδόφιλοι, έγκλειστοι στη φυλακή Γουάτον του Νότιγχαμ, συναίνεσαν ώστε να υποβληθούν σε χημικό ευνουχισμό στο πλαίσιο ενός προγράμματος με στόχο την μείωση των πιθανοτήτων διάπραξης, από αυτούς, νέων σεξουαλικών εγκλημάτων.
Εάν υποτεθεί ότι η υιοθέτηση της πρακτικής του χημικού ευνουχισμού εδράζεται στο αίτημα της κοινωνίας για ασφάλεια, ιδίως με βάση το στατιστικό δεδομένο της ύπαρξης πολύ μεγάλων πιθανοτήτων τέλεσης νέων σεξουαλικών εγκλημάτων από τους ίδιους παραβάτες (για παράδειγμα παιδεραστές) μετά την αποφυλάκισή τους, δεν γίνεται να μην υπάρχει και ο αντίστοιχος αντίλογος περί δικαιωμάτων του παραβάτη καθώς και το ερώτημα του εάν είναι ουσιαστικά αποτελεσματική η εν λόγω πρακτική, μπορεί δηλαδή να οδηγήσει σε κάποιο θετικό αποτέλεσμα και δεν είναι απλά ένα τέχνασμα νομιμοποίησης ενός «ακρωτηριασμού» που, υπό άλλες συνθήκες, δεν θα γινόταν ποτέ αποδεκτός ως ποινή. Στον αντίποδα λοιπόν των ανωτέρω χωρών που έχουν επιτρέψει νομοθετικά την εφαρμογή της πρακτικής του χημικού ευνουχισμού βρίσκεται η Κύπρος. Ειδικότερα, η Κυπριακή Επιτροπή Βιοηθικής, το 2010 τοποθετήθηκε επίσημα επί του θέματος υποστηρίζοντας ότι η μέθοδος αυτή δεν ενδείκνυται αφού «ο φαρμακευτικός ευνουχισμός, παρόλο που έχει εφαρμοστεί σε κάποιες χώρες σε μείωση ή σε αντικατάσταση της ποινής της φυλάκισης, επισύρει σοβαρά βιοηθικά ζητήματα ως προς την αποτελεσματικότητά του, τις βραχυπρόθεσμες και μακροχρόνιες επιπτώσεις στην υγεία του ατόμου, την παραβίαση της ακεραιότητας και αξιοπρέπειας του ατόμου του πυρήνα δηλαδή των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την έλλειψη συνειδητής συγκατάθεσης και ουσιαστικής εμπλοκής του ατόμου στη βελτίωση της συμπεριφοράς του».
Επίσης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων (European Committee for the Prevention of Torture ή ECPT) με έκθεσή της, θεωρεί «υποτιμητική για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια» την χρήση της μεθόδου αυτής ως μέσο σωφρονισμού των εγκληματιών σεξουαλικών παραπτωμάτων κάνοντας λόγο για «ανυπολόγιστες και μη-αναστρέψιμες συνέπειες στη φυσιολογία του ατόμου που υφίσταται τη διαδικασία αυτή», αν και παραδέχεται πως από τους 104 ανθρώπους που δέχτηκαν την αγωγή αυτή στο διάστημα 1970-1980, μόνο το 3% εξ΄ αυτών διέπραξαν ξανά κάποιο σεξουαλικό έγκλημα. Ωστόσο, οι γερμανικές Αρχές, στις οποίες υποβλήθηκε η έκθεση, δεν θεωρούν το «χημικό ευνουχισμό» ως τιμωρία, εκτιμώντας πως «βοηθάει στη θεραπεία ή έστω στη μερική ανακούφιση των ανθρώπων με αφύσικη σεξουαλική ορμή». Επιπλέον, οι επικριτές του μέτρου εστιάζουν την επιχειρηματολογία τους και στο γεγονός ότι μέτρα τέτοιου είδους μπορεί να οδηγήσουν στον προσανατολισμό της κοινωνίας προς την ευγονική. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε το ότι ο ευνουχισμός στη Γερμανία καθιερώθηκε με ναζιστικό νόμο του 1933, ενώ πολλές φορές στις ΗΠΑ ακροδεξιές οργανώσεις έχουν ζητήσει την εφαρμογή του για την αντιμετώπιση των «πρωτόγονων παρορμήσεων της μαύρης φυλής».
Σε κάθε περίπτωση, ο χημικός ευνουχισμός (αλλά και η ορχεκτομή) δεν αποτελεί καινούργια πρακτική δεδομένου ότι οι μέθοδοι καταστολής των σεξουαλικών ορμών είναι γνωστές από τη δεκαετία του 1950 και χρησιμοποιούνται ευρέως σε πολλές δυτικές χώρες ως επιλογή που δίνεται στους καταδικασμένους για να αποφύγουν τη μακροχρόνια κάθειρξη. Το ερώτημα είναι εάν όντως αποτελεί ένα τελεσφόρο μέτρο αφενός για την προστασία μιας ευπαθούς ομάδας της κοινωνίας (παιδιά) από τον κίνδυνο να αποτελέσουν τα νέα θύματα αποφυλακισθέντων εγκληματιών σεξουαλικών παραπτωμάτων, αφετέρου για τον σωφρονισμό και την ιατρική αποκατάσταση των ίδιων των δραστών ώστε και οι τελευταίοι να μπορέσουν, μετά την έκτιση της ποινής τους, να ενσωματωθούν εκ νέου στο κοινωνικό περιβάλλον του οποίου την διατάραξη προκάλεσαν με τις πράξεις τους.
Πηγές:
www.tovima.gr
www.enet.gr
www.iefimerida.gr