του Πάνου Παναγιωτόπουλου,
φοιτητή Νομικής Αθηνών
και της Έφης Κανελλοπούλου,
φοιτήτριας Νομικής Αθηνών
Το βράδυ της 3ης Φεβρουαρίου ο 11χρονος Άλεξ Μεσχισβίλι φεύγει από το φροντιστήριο και κατευθύνεται στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών. Στο δρόμο τα ίχνη του χάνονται και το πρόσωπό του περιλαμβάνεται έκτοτε στη «λίστα» των εξαφανισμένων παιδιών.
Την επομένη ο εθελοντικός σύλλογος «Το Χαμόγελο του Παιδιού» εκδίδει δελτίο τύπου για την εξαφάνιση του Άλεξ στην περιοχή Ελιάς – Ανοίξεως Βέροιας. Τυπώνει άμεσα αφίσες με τη φωτογραφία και τα στοιχεία του, τις οποίες αναρτά σε κάθε σημείο απ’ όπου οι διερχόμενοι θα μπορούσαν να ενημερωθούν για το περιστατικό και να παράσχουν οποιαδήποτε χρήσιμη πληροφορία στην τηλεφωνική γραμμή SOS του συλλόγου.
Η εξαφάνιση του ανηλίκου ελάχιστα απασχολεί τους επόμενους 4 μήνες τα Μ.Μ.Ε. Η τηλεοπτική εκπομπή της δημοσιογράφου Αγγελικής Νικολούλη «Φως στο Τούνελ» συντηρεί την υπόθεση στην επικαιρότητα μέχρι την Παρασκευή 2 Ιουνίου, όπου ή είδηση της ομολογίας της ανθρωποκτονίας στους ανακριτικούς υπαλλήλους της Βέροιας από ανήλικο φθάνει στον «αέρα» της εκπομπής. Ο ανήλικος υποδεικνύει τον χώρο όπου έθαψε (κατά την ομολογία του) μαζί με 4 ακόμα ανηλίκους τον Άλεξ Μεσχισβίλι και τα τηλεοπτικά και δημοσιογραφικά συνεργεία συρρέουν στην πόλη της Βέροιας για να καλύψουν την είδηση.
Εκτενή ρεπορτάζ, πολύωρες απευθείας συνδέσεις στο χώρο των ερευνών και συζητήσεις σχετικές με την εξαφάνιση του 11χρονου καλύπτουν από την Παρασκευή 2 Ιουνίου μεγάλο τηλεοπτικό χρόνο και τις σελίδες των ΜΜΕ. Η πόλη της Βέροιας δέχεται την εισβολή του φακού της δημοσιότητας στην καθημερινότητά της. Το σχολείο που φοιτούσε ο Άλεξ Μεσχισβίλι «πολιορκείται» από τηλεοπτικά συνεργεία. Η εκπαιδευτική κοινότητα και η Ένωση Συλλόγων Γονέων και Κηδεμόνων Βέροιας καταδεικνύει την προβληματική παρουσία των δημοσιογραφικών και τηλεοπτικών συνεργείων. Ο διευθυντής δημοτικού σχολείου της πόλης καταγγέλλει την πιεστική «ανάκριση» μαθήτριας της ΣΤ Δημοτικού από ανθρώπους της τηλεόρασης την ώρα που κατευθυνόταν στο σχολείο με αποτέλεσμα η μαθήτρια να τρομοκρατηθεί και να ξεσπάσει σε κλάματα.
Τα ρεπορτάζ των ΜΜΕ στην υπόθεση της εξαφάνισης του Άλεξ Μεσχισβίλι ακολουθούνται από λεπτομερειακές αναφορές στην προσωπική και οικογενειακή κατάσταση του ίδιου του, Άλεξ αλλά και των ανηλίκων που ομολόγησαν (και αργότερα ανακάλεσαν) την τέλεση της ανθρωποκτονίας. Σχόλια και κρίσεις για τη συμπεριφορά και την προσωπικότητα των ανηλίκων που παρουσιάζονται ανεπιφύλακτα ως ένοχοι, για τα κίνητρα που τους οδήγησαν στην πράξη και συγκρίσεις με ενήλικους καταδικασθέντες για ανθρωποκτονία συμπληρώνουν την ειδησεογραφική κάλυψη της υπόθεσης. Στοιχεία της προδικασίας για τη βεβαίωση του εγκλήματος, όπως και οι έρευνες για την ηθική, τη διανοητική κατάσταση, τις οικογενειακές συνθήκες, την προηγούμενη ζωή και το περιβάλλον των ανηλίκων διαρρέουν και δημοσιεύονται παρά την εξωτερική μυστικότητα της ανάκρισης που επιβάλλει η ποινική δικονομία.
Ολόκληρη η τοπική κοινωνία της Βέροιας «ενοχοποιείται» από τον τρόπο που μερίδα των ΜΜΕ παρουσιάζει το γεγονός για συγκάλυψη παραβατικών και αντικοινωνικών συμπεριφορών και για ρατσιστικές διαθέσεις εξαιτίας της γεωργιανής καταγωγής του Άλεξ Μεσχισβίλι. Η εικόνα της πόλης που κρύβει επιμελώς ένοχα μυστικά και στην οποία επικρατεί ο νόμος της σιωπής ωθεί τους κατοίκους της πόλης στην αγωνιώδη προσπάθεια να απομακρύνουν από πάνω τους οποιοδήποτε στίγμα (δεδομένης της στενής χρονικά αποκάλυψης της δολοφονίας της 20χρονης Κικής Κούσογλου).
Ανέλεγκτες κρίσεις για το έργο των ανακριτικών υπαλλήλων και της εισαγγελίας διατυπώνονται από δημοσιογράφους και συμμετέχοντες στα τηλεοπτικά πάνελ. Κατακρίνονται οι ανακριτικές και εισαγγελικές αρχές που δεν εξέδωσαν ένταλμα προσωρινής κράτησης των ανηλίκων με αποτέλεσμα να επιστρέψουν στο οικογενειακό περιβάλλον και (κατά την άποψη των κρινόντων δημοσιογράφων) να δεχθούν τις οδηγίες συγγενικών τους προσώπων και τις νομικές συμβουλές των δικηγόρων τους, αγνοώντας την ρητή απαγόρευση προσωρινής κράτησης ανηλίκων κάτω των 13 ετών. Τα ΜΜΕ επεμβαίνουν στο έργο των εισαγγελικών αρχών ασκώντας υπέρμετρη πίεση και δυσχεραίνοντας τη διαλεύκανση της υπόθεσης.
Ο τρόπος κάλυψης του θέματος από τα ΜΜΕ (κυρίως από τα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων) και οι συνεντεύξεις ανηλίκων (κατά παράβαση του νόμου) αναγκάζουν την ΕΣΗΕΑ και τον Συνήγορο του Πολίτη να παρέμβουν χαρακτηρίζοντας, η μεν, απαράδεκτη την υποκατάσταση της Αστυνομίας από δημοσιογράφους επικαλούμενη τον κώδικα δεοντολογίας και υπογραμμίζοντας, ο δε, το ελλιπές προνοιακό πλαίσιο και την απουσία ειδικευμένων επαγγελματιών στο εκπαιδευτικό σύστημα.
Το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης (Ε.Σ.Ρ.) επιβάλλει στις 20/6/2006 την διοικητική κύρωση του προστίμου 100.000 Ευρώ στον τηλεοπτικό σταθμό “Antenna” εξαιτίας λεπτομερούς συνέντευξης που έλαβε δημοσιογράφος του σταθμού από δύο ανηλίκους, φερόμενους ως εμπλεκόμενους σε έγκλημα διαρκούσης της προκαταρκτικής εξέτασης παρεμβαίνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο στο έργο των προανακριτικών αρχών και υποκαθιστώντας αυτές στα προανακριτικά τους καθήκοντα. Μάλιστα, παρότι κατά τη διάρκεια της συνέντευξης εμφανίστηκε η πλάτη των ανηλίκων η επιβολή του προστίμου κρίθηκε επιβεβλημένη, αφού η αναφορά των μικρών τους ονομάτων και η φωνή τους κατέστησαν γνωστή την ταυτότητά τους. Πρόστιμο 50.000 Ευρώ επιβάλλεται και στον τηλεοπτικό σταθμό “Alter”, κατά τη διάρκεια του δελτίου ειδήσεων του οποίου προβλήθηκε συνέντευξη του ανηλίκου, της μητέρας του και της γιαγιάς του κατά τρόπο, με τον οποίο προέκυπτε σαφώς η ταυτότητά του και υποδηλωνόταν η απόδοση της ιδιότητας του συμμέτοχου στην εγκληματική ενέργεια κατά του Άλεξ Μεσχισβίλι. Τέλος, στον τηλεοπτικό σταθμό “Star” επιβάλλεται σύσταση με την αιτιολογία της προβολής συνέντευξης ανηλίκων με προστατευτική ψηφίδα οι οποίοι παρουσιάστηκαν ως εμπλεκόμενοι σε εγκληματική ενέργεια.
Η εικόνα της παραβατικότητας των ανηλίκων στη χώρα μας δεν χαρακτηρίζεται από τη διάπραξη σοβαρών εγκληματικών πράξεων, όπως είναι η ανθρωποκτονία. Η περίπτωση του Άλεξ Μεσχισβίλι δεν είναι επομένως αντιπροσωπευτική της εικόνας των ανηλίκων παραβατών και η είδηση της ομολογίας των ανηλίκων για την τέλεση της ανθρωποκτονίας και την πεντάμηνη προσπάθεια συγκάλυψης του εγκλήματος, λογικό είναι να προκαλέσει το ενδιαφέρον και την προσοχή των ΜΜΕ και της κοινής γνώμης γενικότερα. Η πρόσφατη ενασχόληση των ΜΜΕ με την παραβατικότητα των ανηλίκων, έστω κι αν μεγεθύνει και αλλοιώνει την πραγματική της εικόνα στη χώρα μας, αποτέλεσε αφορμή για ανάδειξη φαινομένων (όπως το bullying), για προβληματισμό σχετικά με το εύρος της διάδοσής τους και για επαναδιαπραγμάτευση των όρων με τους οποίους η ελληνική κοινωνία συνήθισε να αποδίδει συστηματικές επιθετικές συμπεριφορές εις βάρος ανήλικων μαθητών εντός και εκτός των σχολείων. Έδωσε διέξοδο δημοσιοποίησης σε κρούσματα βίας σε σχολεία που παρέμεναν «σκοτεινά» αφυπνίζοντας, έτσι, την ελληνική κοινωνία.
Ίσως, τέλος, αποτελέσει σημείο εκκίνησης για την ευαισθητοποίηση της ελληνικής κοινωνίας μπροστά στην ανάγκη ενίσχυσης της αντεγκληματικής πολιτικής (δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στο πεδίο των ανηλίκων) και του εκπαιδευτικού μας συστήματος.