Η ΠΟΡΝΟΓΡΑΦΙΑ ΑΝΗΛΙΚΩΝ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ (ά. 348Α ΠΚ)
Τα όρια μιας δικαιοκρατικής και εφικτής ποινικής καταστολής της
του Νέστορα Ε. Κουράκη
Καθηγητή Νομικής Παν/μου Αθηνών
Διευθυντή του Εργαστηρίου Ποινικών
και Εγκληματολογικών Ερευνών
Στις 22 Φεβρουαρίου 2012 έλαβε χώρα στην αίθουσα Δρακοπούλου του Πανεπιστημίου Αθηνών ημερίδα με θέμα την «Αντιμετώπιση του Εγκλήματος της Παιδικής Πορνογραφίας». Η εκδήλωση διοργανώθηκε από την Ελληνική Εταιρεία Εγκληματολογίας, το Εργαστήριο Ποινικών και Εγκληματολογικών Ερευνών και τον Τομέα Εγκληματολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου προς τιμήν του αείμνηστου Πέτρου Κακκαλή, επίτ. Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου.
Η εισήγηση του Καθηγητή Νέστορα Κουράκη στην εν λόγω ημερίδα, η οποία δημοσιεύεται εδώ, αποτελεί μια περιεκτική θεώρηση για να τεθούν προβληματισμοί και προτάσεις αναφορικά με το υπό εξέταση ζήτημα. Ειδικότερα, στη μελέτη αυτή εξετάζεται το θεσμικό πλαίσιο, διεθνές και ελληνικό, με το οποίο αντιμετωπίζεται η πορνογραφία ανηλίκων, αναδεικνύεται ο δικαιολογητικός λόγος τιμώρησης και το προστατευόμενο έννομο αγαθό αυτού του εγκλήματος, στη συνέχεια αναλύονται τέσσερα ειδικότερα ερμηνευτικά ζητήματα μέσω της εξέτασης των οποίων προσδιορίζονται ευκρινέστερα και τα όρια ποινικοποίησης της πορνογραφίας ανηλίκων στην Ελλάδα και τέλος διατυπώνονται ορισμένες προτάσεις για προληπτική αντιμετώπιση του προβλήματος
Ι. Θεσμικό πλαίσιο αντιμετώπισης της πορνογραφίας ανηλίκων
1. Η πορνογραφία ανηλίκων και μάλιστα μέσω διαδικτύου είναι αναμφίβολα ένα από τα εγκλήματα με ιδιαίτερη ηθική απαξία. Η ιδέα ότι κάποιος συλλέγει ή αποθηκεύει, διακινεί ή, ακόμη χειρότερα, παράγει ο ίδιος για το διαδίκτυο εικόνες ή βίντεο με παιδιά που επιδίδονται σε γενετήσιες δραστηριότητες ή/και κακοποιούνται σεξουαλικά προκαλεί πράγματι απέχθεια και δικαιολογεί την εν γένει αυστηρή τιμώρησή του, αν και θα πρέπει η τιμώρηση αυτή ευλόγως να διέπεται από τις αρχές της αναλογικότητας και της δικαιοκρατίας, με την έννοια, ότι το ποινικό δίκαιο δεν είναι παρά το έσχατο καταφύγιο (ultimum refugium) της κοινωνικής αντίδρασης κατά του εγκλήματος.
2. Σειρά συμβάσεων ή άλλων διακρατικών κειμένων, ιδίως από τις αρχές της δεκαετίας ΄90, επιχείρησαν, έτσι, στο πλαίσιο καταπολέμησης της γενετήσιας εκμετάλλευσης ανηλίκων, να θέσουν φραγμό στην εξάπλωση του προβλήματος και να ασκήσουν πίεση στα κράτη – μέλη για την άμεση λήψη μέτρων κατά της παιδικής πορνογραφίας, έντυπης ή ηλεκτρονικής . Ήδη στο ά. 34.γ της Διεθνούς Σύμβασης του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα του Παιδιού (Νέα Υόρκη, 26.1.1990 – στην Ελλάδα: ν. 2101/1992) προβλέφθηκε ρητά ότι τα Συμβαλλόμενα Κράτη θα ανελάμβαναν την υποχρέωση να προστατεύουν το παιδί από κάθε μορφή σεξουαλικής εκμετάλλευσης και σεξουαλικής βίας, λαμβάνοντας όλα τα κατάλληλα μέτρα για να εμποδίζουν, μεταξύ άλλων, την εκμετάλλευση των παιδιών προς τον σκοπό παραγωγής θεαμάτων ή υλικού πορνογραφικού χαρακτήρα . Στη διάρκεια της επόμενης δεκαετίας τα μέτρα αυτά εξειδικεύθηκαν με νεότερες συμβάσεις ή άλλα διακρατικά κείμενα, τόσο από την πλευρά του ΟΗΕ με το λεγόμενο εν συντομία Προαιρετικό Πρωτόκολλο (Νέα Υόρκη, 25.5.2000, ιδίως ά. 2 – στην Ελλάδα: ν. 3625/2007), όσο επίσης, από την πλευρά του Συμβουλίου της Ευρώπης, με τη Σύμβασή του για το Κυβερνοέγκλημα (Βουδαπέστη, 23.11.2001, ιδίως ά. 9 – δεν έχει κυρωθεί ακόμη από τη χώρα μας ) και με τη Σύμβαση για την Προστασία των Παιδιών κατά της Γενετήσιας Εκμετάλλευσης και Κακοποίησης (Lanzarote Ισπανίας, 25.10.2007, ιδίως ά. 20 – στην Ελλάδα: ν. 3727/2008). Ακόμη, για το ίδιο θέμα η Ευρωπαϊκή Ένωση εξέδωσε την υπ΄ αρ. 2004/68/ΔΕΥ Απόφαση – Πλαίσιο (22.12.2003, ιδίως ά. 1), που σε πολλά σημεία της συντονίζεται με αντίστοιχες ρυθμίσεις της προαναφερθείσας Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για τον Κυβερνοέγκλημα. Η εν λόγω Απόφαση-Πλαίσιο, που εν μέρει ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με τον ν. 3625/2007 (πρβλ. ΑιτΕκθ ν. 3625/2007, ΚΝοΒ 55: 2007, σελ. 2944), αντικαταστάθηκε την 13η Δεκεμβρίου 2011 με την Οδηγία 2011/92/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου "σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας και την αντικατάσταση της απόφασης – πλαίσιο 2004/68/ΔΕΥ του Συμβουλίου ".
3. Υπό την επίδραση αυτών των διακρατικών κειμένων, η Ελλάδα εισήγαγε το 2002 (ν. 3064/2002) στον Ποινικό της Κώδικα άρθρο (348Α) με τίτλο "Πορνογραφία Ανηλίκων", όπου ωστόσο το σχετικό αδίκημα τιμωρούνταν μόνο για τέλεση από κερδοσκοπία και χωρίς ιδιαίτερη αναφορά για την περίπτωση χρησιμοποίησης ηλεκτρονικού πορνογραφικού υλικού. Χρειάσθηκε να περάσουν αρκετά χρόνια αναποτελεσματικής εφαρμογής αυτής της διάταξης (κυρίως λόγω των δυσχερειών στην απόδειξη του υποκειμενικού στοιχείου της κερδοσκοπίας), για να προβεί ο Έλληνας νομοθέτης στην αναδιατύπωση του άρθρου 348Α ΠΚ: Κυρίως με τον ν. 3625/2007, αλλά και με τον ν. 3727/2008, η σχετική διάταξη διευρύνθηκε σημαντικά, ώστε να περιλαμβάνει πλέον από πλευράς αξιοποίνου κάθε πράξη παιδικής πορνογραφίας (ανεξαρτήτως δηλαδή του στοιχείου της κερδοσκοπίας, άρα ακόμη και με σκοπό αποκλειστικά ιδίας χρήσης, και με επιβαρυντική περίσταση εάν το πορνογραφικό υλικό είναι ηλεκτρονικό), ενώ προβλέφθηκαν και αυστηρότερες (κακουργηματικές) ποινές για περιπτώσεις τέλεσης του εγκλήματος –μεταξύ άλλων- κατ΄ επάγγελμα ή κατά συνήθεια. Σημειώνεται ότι στη χώρα μας η πορνογραφία ανηλίκων δεν εντάσσεται στα εγκλήματα δια του Τύπου, δεδομένου ότι ήδη στη νομοτυπική του υπόσταση το έγκλημα αυτό περιέχει ως περιγραφικά στοιχεία τον Τύπο και τη δημοσίευση.
ΙΙ. Δικαιολογητικός λόγος τιμώρησης και προστατευόμενο έννομο αγαθό
4. Μολονότι, όπως τονίσθηκε ανωτέρω (§1), είναι γενικώς αδιαμφισβήτητη η μεγάλη ηθική απαξία του εγκλήματος της παιδικής πορνογραφίας, προβληματισμοί υπάρχουν ως προς τον ακριβή θεμελιωτικό λόγο τιμώρησής του –ιδίως όταν πρόκειται για απλή κατοχή υλικού - αλλά και ως προς το συναφές ζήτημα του προστατευόμενου έννομου αγαθού.
5. Σε σχέση με τον δικαιολογητικό λόγο τιμώρησης, αρχικά η επιστημονική συζήτηση κινήθηκε γύρω από την άποψη ότι αυτός που κατέχει και διακινεί πορνογραφικό υλικό πρέπει να τιμωρείται διότι μέσω του υλικού αυτού λαμβάνει τα γενετήσια ερεθίσματα ώστε να προχωρήσει εν συνεχεία και σε πραγματικές ασελγείς πράξεις με ανηλίκους, κακοποιώντας τους σεξουαλικά. Όμως, η άποψη αυτή δεν φαίνεται να επιβεβαιώνεται πλήρως, τουλάχιστον σε επίπεδο αιτιώδους συνάφειας μεταξύ χρήσης πορνογραφικού υλικού και διενέργειας ασελγών πράξεων. Ενδέχεται, δηλ. ο χρήστης του πορνογραφικού υλικού, όταν και εφόσον διεγείρεται σεξουαλικά παρακολουθώντας το, να εκτονώνει απλώς τις σεξουαλικές του διαθέσεις με αυτοϊκανοποιητικό τρόπο και χωρίς την ανάγκη να προσφεύγει σε γενετήσια επαφή με ανηλίκους.
6. Περισσότερο πειστικές φαίνονται δυο άλλες, συνυφασμένες μεταξύ τους, απόψεις : Κατά την πρώτη άποψη, η κατοχή και διακίνηση πορνογραφικού υλικού αποτελεί έμμεση μορφή εκμετάλλευσης του ανηλίκου. Ο τελευταίος καθίσταται στην περίπτωση αυτή αντικείμενο και εργαλείο ικανοποίησης σεξουαλικών ορέξεων (Instrumentalisierung des Kindes) και προσβάλλεται έτσι βάναυσα στη γενετήσια ελευθερία του, την αξιοπρέπεια και την προσωπικότητά του (ά. 2 §1 και ά. 21 Συντ.). Εξάλλου, κατά τη δεύτερη άποψη, η κατοχή πορνογραφικού υλικού συντελεί στη συντήρηση μιας ευρύτερης αλυσίδας που παράγει και διοχετεύει το πορνογραφικό υλικό στις επιμέρους αγορές κρατών, κυρίως μέσω του διαδικτύου, η δε παραγωγή του υλικού αυτού προφανώς προϋποθέτει την ανεύρεση και τη σεξουαλική εκμετάλλευση ή εμπορία ανηλίκων, προπάντων από φτωχές, περιθωριοποιημένες ή/και δυσλειτουργούσες οικογένειες . Προκειμένου, λοιπόν, να μειωθεί στις αγορές η ζήτηση του προϊόντος (market reduction argument) ή, έστω, να αποτραπεί η περαιτέρω αναζήτηση νέου πορνογραφικού υλικού από κατόχους, απαιτείται κατά την άποψη αυτή να αντιμετωπισθούν με ποινικές διατάξεις όλοι οι κρίκοι αυτής της αλυσίδας, ακόμη και αυτός της κατοχής.
7. Ενόψει των ανωτέρω, το έγκλημα της §1 του ά. 348Α ΠΚ είναι έγκλημα αφηρημένης διακινδύνευσης, δεδομένου ότι ο νομοθετικός λόγος θέσπισης του οικείου εγκλήματος συνίσταται στην τυπική επικινδυνότητα της εγκληματικής συμπεριφοράς, δηλ. στο ότι επιδεικνύεται από τον δράστη μία συμπεριφορά την οποία εκτιμά αφηρημένα ο νομοθέτης ως επικίνδυνη . Συνακόλουθα ως προστατευόμενο έννομο αγαθό στο έγκλημα της πορνογραφίας ανηλίκων αναδεικνύεται όχι απλώς η προστασία της προσωπικότητας των συγκεκριμένων ανηλίκων που εμφανίζονται στο πορνογραφικό υλικό, αλλά το ίδιο το αγαθό της ανηλικότητας και νεότητας in abstracto, όπως αυτό ορίζεται ειδικότερα στο ά. 21 §§1 και 3 του Ελληνικού Συντάγματος . Αφορά, επομένως, η προστασία που απορρέει από την ποινική διάταξη περί πορνογραφίας ανηλίκων του ά. 348Α ΠΚ και κάθε ανήλικο εν γένει που θα μπορούσε στο μέλλον να καταστεί θύμα σεξουαλικής εκμετάλλευσης . Και τούτο, διότι η δημοσιοποίηση πορνογραφικού υλικού ανηλίκων μέσω διαδικτύου ενδέχεται να συντελεί καθοριστικά στη χαλάρωση των αναστολών άλλων ανηλίκων που βλέπουν αυτό το υλικό και στην ευχερέστερη, άρα, θυματοποίησή τους. Επομένως, κατά την άποψή μου, η βλάβη που δημιουργείται στους ανηλίκους από τη διακίνηση πορνογραφικού υλικού δεν είναι απλώς ότι κάποιος ενήλικος, επιδεικνύοντάς τους τέτοιο υλικό, τους πείθει και τους εξαπατά να προχωρήσουν μαζί του σε ασελγείς δραστηριότητες , αλλ’ ότι πρωτίστως οι ίδιοι οι ανήλικοι, πλοηγούμενοι καθημερινά στο διαδίκτυο και «αλιεύοντας» τέτοιο υλικό, γίνονται περισσότερο ευάλωτοι σε ασελγείς δραστηριότητες με το σκεπτικό ότι: αφού και οι άλλοι ανήλικοι (ή: οι παρουσιαζόμενοι ως ανήλικοι) προβαίνουν σε τέτοιες σεξουαλικές δραστηριότητες χωρίς πρόβλημα, αλλ’ αντίθετα εμφανιζόμενοι να δοκιμάζουν μιαν ευχάριστη εμπειρία, τότε γιατί να μη γευθούμε κι εμείς μια τέτοια εμπειρία;
8. Εν όψει των ανωτέρω, η προστασία που διακτινώνεται με το ά. 348Α ΠΚ ενδείκνυται να έχει ευρύ πλαίσιο και να καταλαμβάνει ακόμη και κάποιες οριακές περιπτώσεις, που διαφορετικά –λόγω κυρίως αποδεικτικών δυσχερειών- θα μπορούσαν να αποτελέσουν λόγο για να παραμείνει ο δράστης ατιμώρητος λόγω αμφιβολιών. Έστω π.χ. ότι το απεικονιζόμενο πρόσωπο είναι ενήλικο, αλλά μοιάζει με ανήλικο ως προς τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του και τον σωματότυπό του. Εάν θεωρηθεί ότι προστατευτέο έννομο αγαθό είναι μόνον η προσωπικότητα ενός συγκεκριμένου ανηλίκου, τότε στην προκειμένη περίπτωση δεν τίθεται θέμα προστασίας, αφού το απεικονιζόμενο άτομο είναι ενήλικο. Εάν όμως θεωρηθεί ότι το εν λόγω έννομο αγαθό αφορά γενικότερα ανηλίκους οι οποίοι βλέποντας στο διαδίκτυο αυτό το υλικό, θα μπορούσαν να παρασυρθούν και να γίνουν στο μέλλον και οι ίδιοι θύματα σεξουαλικής εκμετάλλευσης και εν συνεχεία θύματα έκθεσής τους σε πορνοσελίδες του διαδικτύου, τότε είναι συνεπές να δεχθούμε ότι και η προστασία αυτών των ανηλίκων εντάσσεται στη ρύθμιση του ά. 348Α ΠΚ, τουλάχιστον κατ΄ αρχήν, έτσι ώστε η απειλή ποινής να μπορεί εδώ να λειτουργήσει αποτρεπτικά για την παραγωγή και κατοχή πορνογραφικού υλικού και αυτής της (εικονικής) μορφής.