Στο τεύχος 22 το «the art of crime» έχει την τιμή και τη χαρά να φιλοξενεί έναν από τους πλέον έμπειρους δικηγόρους στην Ελλάδα, τον κ. Ζήση Κωνσταντίνου. Οι εκατοντάδες πολύκροτες υποθέσεις ποινικής φύσεως που έχει χειριστεί με επιτυχία είναι σίγουρα η καλύτερη αφορμή για να αναζητήσουμε τις απόψεις του κ. Κωνσταντίνου για το δικηγορικό επάγγελμα και για το παρόν και το μέλλον της απονομής της ποινικής δικαιοσύνης.
συνέντευξη στην Ελένη Σουλιώτη,
ασκ.δικηγόρο
Αγαπητέ κ. Κωνσταντίνου, από πού κατάγεστε και ποιες είναι οι σπουδές σας;
Γεννήθηκα στη Λάρισα, την πρωτεύουσα της Θεσσαλίας. Η καταγωγή μου, όμως, είναι από ένα ορεινό χωριό της Δυτικής Μακεδονίας, την Σαμαρίνα Γρεβενών. Ήρθα στην Αθήνα μόλις τέλειωσα το Γυμνάσιο (Λύκειο, το λένε τώρα),για να δώσω εξετάσεις στο Πανεπιστήμιο. Έδωσα εξετάσεις, πέτυχα και έκτοτε παρέμεινα στην Αθήνα, ως φοιτητής, ασκούμενος δικηγόρος και έπειτα δικηγόρος.
Ποιά είναι τα ερεθίσματα που λάβατε, ώστε να ασχοληθείτε με το ποινικό δίκαιο;
Όπως όλοι οι νέοι δικηγόροι, άρχισα με γενική δικηγορία. Η ειδική ενασχόλησή μου με το Ποινικό Δίκαιο ήταν, θα έλεγα, μάλλον συμπτωματική. Μου έτυχαν, δηλαδή, κάποιες ποινικές υποθέσεις, τις οποίες πρόσεξα και τις αντιμετώπισα με ιδιαίτερη προσοχή. Η μία έφερε την άλλη. Αυτό ήταν!
Ποιό ξεχωριστό στοιχείο έχει το ποινικό δίκαιο, που το κάνει να διαφοροποιείται από τους υπόλοιπους κλάδους του δικαίου;
Το ξεχωριστό στοιχείο που διαφοροποιεί το ποινικό δίκαιο από τους υπολοίπους κλάδους του Δικαίου, είναι, φρονώ, η αμεσότητα της διαδικασίας και του αποτελέσματος της προσπάθειας του δικηγόρου. Ο δικηγόρος, δηλαδή, με το τέλος της δίκης, που συνηθέστατα είναι σε λίγα λεπτά ή λίγες ώρες, βλέπει αμέσως, ζωντανά, μπροστά του, το αποτέλεσμα της προσπάθειάς του. Η αμεσότητα της διαδικασίας της ποινικής δίκης είναι, όπως φαίνεται, εκείνη που έκανε τον σύγχρονο Νομοθέτη να μεταφέρει, και στο πεδίο της αστικής, τουλάχιστον, δίκης, την ζωντανή εξέταση των μαρτύρων από το ίδιο το Δικαστήριο (που θα βγάλει, αργότερα, την απόφαση) και όχι από Εισηγητή Δικαστή. Αυτό άρχισε με τα ασφαλιστικά μέτρα, την εργατική διαδικασία και, σιγά σιγά, επεκτάθηκε και σε άλλες αστικές διαδικασίες.
Στα πιo επίκαιρα, τώρα, σε ποιό βαθμό πιστεύετε ότι έχει επηρεαστεί η νομοθεσία από τη σημερινή οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα;
Δεν θα μπορούσα να αποφανθώ για τον βαθμό στον οποίο έχει επηρεαστεί η νομοθεσία της Ελλάδας από τη σημερινή οικονομική κατάσταση στη Χώρα μας. Υποπτεύομαι, πάντως, ότι η επιρροή είναι σημαντική και θα γίνεται όλο και περισσότερο σημαντική. Η νομοθεσία για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, για τις υποχρεωτικές ρυθμίσεις δανείων προς τις τράπεζες, για τις υποχρεωτικές αναστολές πλειστηριασμών και τις συνεχείς παρατάσεις της σχετικής προθεσμίας, για τις συνεχείς ρυθμίσεις χρεών προς το Δημόσιο και τα Ασφαλιστικά Ταμεία κλπ, αποτελούν, κατά τη γνώμη μου, απόδειξη της επιδράσεως αυτής.
Πόσο επηρεάζονται οι δικαστικοί λειτουργοί από το περί δικαίου αίσθημα του λαού και τα ΜΜΕ;
Φοβούμαι ότι οι Δικαστικοί Λειτουργοί επηρεάζονται, πράγματι, από το περί δικαίου αίσθημα του λαού και τα ΜΜΕ. Αυτό, βεβαίως, γίνεται ασυναισθήτως. Ισχύει ιδιαιτέρως στα μικρότερα μέρη, όπου ο Δικαστής, αναγκαστικώς, συγχρωτίζεται με τον πολύ κόσμο, γι΄ αυτό και, θέλει δεν θέλει, επηρεάζεται από την βουή της κοινής γνώμης... Ανάλογα ισχύουν και για τα ΜΜΕ, ο βομβαρδισμός των οποίων, επηρεάζει ανεπιγνώτως, έστω, τον Δικαστή. Ο βομβαρδισμός μπορεί να είναι (φοβούμαι πως δεν είναι πάντοτε…) συμπτωματικός, με την έννοια της μεταφοράς πραγματικών γεγονότων υπό τη μορφή ειδησεογραφίας. Εν τούτοις ο τονισμός κάποιων γεγονότων της άμεσης ή απώτερης επικαιρότητας, ο έντονος σχολιασμός τους κλπ, παίζουν το ρόλο τους. Αυτό ισχύει περισσότερο για την τηλεόραση, που, θέλοντας και μη, μπήκε στα σπίτια μας, στην τραπεζαρία μας, στο σαλόνι μας, στην κουζίνα μας, ακόμα και στην κρεβατοκάμαρά μας. Στη ζωή μας, γενικότερα…
Θεωρείτε ότι οι πρόσφατες νομοθετικές ρυθμίσεις περί παραγραφής ποινών και αδικημάτων (Ν. 4043/12) εξυπηρετούν, τελικά, την επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης;
Το θέμα της επιταχύνσεως της απονομής της δικαιοσύνης απασχολεί επί πολλά χρόνια και, φοβούμαι, θα εξακολουθεί να απασχολεί. Οι πρόσφατες νομοθετικές ρυθμίσεις για την παραγραφή ποινών και αδικημάτων δεν συνδέονται, φρονώ, με την επιτάχυνση της απονομής της Δικαιοσύνης, αλλά με την αποσυμφόρηση των φυλακών.
Ποιές περαιτέρω αλλαγές απαιτούνται, κατά τη γνώμη σας, να επιχειρηθούν μελλοντικά, προς την κατεύθυνση βελτιώσεως του συστήματος δικαιοσύνης;
Το πρόβλημα στη χώρα μας έχει, κατά τη γνώμη μου, να κάνει με τον κτιριακό και υλικοτεχνικό εξοπλισμό, καθώς επίσης και με την αύξηση του αριθμού των Δικαστών. Αυτά, όμως, στην εποχή μας, δεν φαίνονται εφικτά… Κατά τα λοιπά θα έπρεπε, νομίζω, να γίνει μια ειλικρινής συζήτηση ανάμεσα στους Δικαστές, τους γραμματείς και τους Δικηγόρους, ώστε, με αμοιβαίες υποχωρήσεις, να βρεθεί η συνισταμένη, που θα μπορούσε να βελτιώσει, κάπως, την κατάσταση. Αν οι τρείς συζητητές προσέλθουν με ειλικρινή διάθεση να βρεθεί λύση, είμαι βέβαιος πως θα βρεθεί. Στους Δικαστές, βεβαίως, περιλαμβάνω και τους Εισαγγελείς.
Κλείνοντας, ποιά συμβουλή θα δίνατε στον νέο, όχι μόνο νομικό, αλλά και γενικά στους νέους, οι οποίοι ήδη αντιμετωπίζουν πολλά προβλήματα, με κυριότερο την ανεργία;
Δεν ξέρω αν μπορώ, σήμερα, να δώσω οποιαδήποτε συμβουλή στο νέο, γενικώς. Πιστεύω πως η αφοσίωση στην εργασία είναι το πρώτο εφόδιο. Κατά την άποψή μου η σωστή μελέτη και παρακολούθηση των υποθέσεων, που αναλαμβάνει ο νέος δικηγόρος είναι η καλύτερη προβολή του, τόσον προς τους εντολείς του, όσον και προς τους αντιδίκους του: Ο ευχαριστημένος πελάτης ή ο αντίδικος που αναγνωρίζει τη συμβολή του δικηγόρου του αντιδίκου του στο, ευτυχές για τον αντίδικό του, αποτέλεσμα, είναι ο καλύτερος διαφημιστής. Αυτή, λοιπόν, είναι η συμβουλή μου.