του Χαράλαμπου Καραμπέλη,
φοιτητή Νομικής Σχολής Αθηνών
Στην παρούσα εργασία εξετάζεται το έγκλημα του βιασμού με αφορμή και την πρόσφατη περίπτωση της Εύβοιας, που εξετάζεται ακόμα από το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης .
Η γενετήσια ελευθερία αποτελεί υπέρτατο αγαθό που προστατεύεται αρκετά αποτελεσματικά τόσο σε διεθνές επίπεδο,όσο και στην εσωτερική έννομη τάξη σε συνταγματικό επίπεδο.
Σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση του φαινομένου της γυναικείας κακοποίησης, διαδραματίζουν πρωταρχικά τα προγράμματα αντεγκληματικής πολιτικής και πρόληψης, τα οποία βρίσκουν ευρεία εφαρμογή στις ανεπτυγμένες κυρίως χώρες, καθώς και η ίδια η αστυνομία. Στην χώρα μας μάλιστα αξίζει να σημειωθεί η ύπαρξη του Κέντρου Κακοποιημένων Γυναικών, η ύπαρξη διαφόρων φεμινιστικών οργανώσεων (π.χ. Σ.Δ.Γ.), καθώς και τα Κέντρα Φροντίδας και Οικογένειας (ΚΕ.Φ.Ο.) που όλα μαζί συμβάλλουν στην πρόληψη και αντιμετώπιση του προβλήματος. Σημαντική έχει υπάρξει και η συμβολή του φεμινιστικού κινήματος, τόσο σε νομοθετικό, όσο και σε διαδικαστικό επίπεδο, ενώ δεν θα έπρεπε να παραλείψουμε να αναφέρουμε πως κατά την επιβολή της ποινής από τα δικαστήρια για τη γυναίκα-δράστη συνυπολογίζονται διάφορα στοιχεία, όπως η οικογενειακή της κατάσταση, η επαγγελματική της απασχόληση, οι κοινωνικές και επαγγελματικές της συναναστροφές, οι καταστάσεις κάτω από τις οποίες διεπράχθη το έγκλημα, ο βαθμός συμμόρφωσής της στα κοινωνικά αποδεκτά πρότυπα συμπεριφοράς και η ηθική της υπόσταση και πως βήματα γίνονται και στο θέμα της σωφρονιστικής μεταχείρισης των γυναικών.
Ο Ελληνικός. Ποινικός Κώδικας τιμωρεί το έγκλημα του βιασμού με μια σειρά επιμέρους ρυθμίσεων, οι οποίες παρουσιάζονται και επεξηγούνται, ενώ στη συνέχεια παρουσιάζονται ορισμένες ομάδες περιπτώσεων βιασμού με βάση τα κίνητρα των δραστών.
Όσον αφορά το προφίλ του δράστη και του θύματος, οι έρευνες που έχουν γίνει έχουν παρουσιάσει πάνω κάτω τα βασικά χαρακτηριστικά των δυο αυτών ομάδων.
Ο βιαστής, συνήθως, είναι άντρας, νέος (20 με 40 ετών), χαμηλού μορφωτικού επιπέδου, η προσωπικότητά του διακρίνεται από την έλλειψη ηθικών αρχών και αναστολών και συνήθως διακατέχεται και από σεξουαλική διαστροφή ή ανωμαλία. Τα κίνητρα που ωθούν τον βιαστή στην πράξη του, είναι συνήθως, πέραν της σεξουαλικής διαστροφής που αναφέραμε, η εκδίκηση, η ταπείνωση του θύματος, το μίσος για τις γυναίκες, ή ακόμα και η μεγάλης διάρκειας σεξουαλική στέρηση. Η πλειοψηφία των βιαστών είναι άνδρες, καθώς παρουσιάζουν μεγαλύτερη μυϊκή δύναμη συγκριτικά με τις γυναίκες και είναι περισσότερο επιθετικοί. Το ποσοστό των αγάμων δραστών βιασμού είναι περίπου στην ίδια αναλογία με αυτό των εγγάμων. Σημαντικό ποσοστό των εγγάμων δραστών έχει και παιδιά, ενώ στις περιπτώσεις που κατορθώθηκε να γίνει έρευνα γύρω από την παιδική ηλικία των δραστών, διαπιστώθηκε πως οι περισσότεροι μεγάλωσαν σε προβληματικό οικογενειακό περιβάλλον. Οι χαρακτήρες τους διακρίνονται σε κλειστούς, σχιζοειδείς, παρορμητικούς και σεξουαλικά αποκλίνοντες, οι οποίοι χρησιμοποιούν σωματική βία και σε λιγότερες περιπτώσεις απειλή βίας για να πετύχουν τον στόχο τους.
Το θύμα βιασμού συνήθως είναι νέα γυναίκα (20 έως 30 ετών), ενώ άτομα κινδύνου για θυματοποίηση αποτελούν επίσης ανήλικα κορίτσια, ενήλικες γυναίκες που είχαν ερωτικό δεσμό με τον δράστη, τα διανοητικά καθυστερημένα άτομα και τα πολύ εύπιστα και επιπόλαια που δεν παίρνουν μέτρα προφύλαξης. Το πρόβλημα όσον αφορά τα θύματα υφίσταται στην τάση του κοινού, να τα αντιμετωπίζει ως υπεύθυνα για την μοίρα τους είτε γιατί τα θεωρεί ως τους χαμένους ενός κοινωνικού παιχνιδιού, είτε λόγω του φόβου της ενοχοποίησης από την συναναστροφή μαζί τους, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα τον στιγματισμό των θυμάτων και την αυτοενοχοποίησή τους. Πέραν όμως της κοινωνικής αυτής απομόνωσης, τα θύματα έρχονται αντιμέτωπα και με περαιτέρω συνέπειες της σεξουαλικής βίας την οποία υπέστησαν. Χαρακτηριστική είναι η ποικιλία συναισθημάτων τα οποία βιώνουν, το γεγονός ότι ένας σημαντικός αριθμός θυμάτων βιασμού δεν αναφέρουν το έγκλημα στην αστυνομία, η ριζική αλλαγή της ζωής των θυμάτων μετά το έγκλημα, ο μόνιμος φόβος μιας δεύτερης θυματοποίησης και μια εν γένει μετέπειτα αδυναμία δημιουργίας ιδιαίτερων προσωπικών σχέσεων. Σε όλα αυτά συνέβαλε και η θεωρητική κάλυψη που προσέφερε στην άποψη ότι το θύμα ευθύνεται για τον βιασμό του, ο χώρος της Θυματολογίας, εισάγοντας την ιδέα του «παροτρυντικού θύματος», κάτι που μας οδηγεί στο να παρατηρήσουμε πως η μελέτη του φαινομένου της σεξουαλικής βίας αποτελεί ένα ιδιαίτερα επεξηγηματικό παράγοντα του πώς η θυματολογία μπορεί να γίνει «η τέχνη» του να αποδοθεί ευθύνη στο θύμα.
Κατεβάστε ολόκληρη τη μελέτη
(viasmos1)