της Αγγελικής Η. Ήμελλου
ασκούμενης Δικηγόρου
Το Σάββατο στις 9 Ιουνίου και την Κυριακή στις 10 Ιουνίου, στην Αίθουσα Τελετών του ΔΣΑ., διοργανώθηκε από το Δίκτυο Γυναικών Ευρώπης διημερίδα με θέμα «Σωματεμπορία – Η σύγχρονη Δουλεία. Νομοθετικές Ρυθμίσεις – Στρατηγικές για την καταπολέμησή της – Πλαισίωση θυμάτων από τους Θεσμούς». Τον συντονισμό της εκδήλωσης ανέλαβαν η Πρόεδρος Δικτύου Γυναικών Ευρώπης κ. Νίκη Ρουμπάνη και η Δικηγόρος κ. Καλλιόπη Παγώνη.
Οι ομιλίες του Σαββάτου της 9ης Ιουνίου, χωρίστηκαν σε τρεις κύκλους:
Ο πρώτος κύκλος άρχισε με πρώτη ομιλήτρια, την Αστυνομικό Υποδιευθυντή, επικεφαλή Ομάδας anti – trafficking του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας, κ. Αντωνία Ανδρεάκου, με θέμα εισήγησης «Δράσεις της Ελληνικής Αστυνομίας στην καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων». Η εισηγήτρια παρουσίασε στοιχεία που προέκυψαν μέσω στατιστικής έρευνας σύμφωνα με την οποία ως συνήθη θύματα σωματεμπορίας καταγράφονται κορίτσια προερχόμενα κατά κανόνα από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων, ηλικίας καταρχήν από 20 – 30 ετών, και κατ’ εξαίρεσιν από 18-20 ετών ή άνω των 30 ετών, μορφωτικού επιπέδου βασικής ή το ανώτερο μέσης εκπαίδευσης, και χαμηλού οικονομικού και βιοτικού επιπέδου. Διαπίστωσε δε, ότι η αύξηση του αριθμού των αλλοδαπών, που εισέρχονται στην Ελλάδα οφείλεται σε οικονομικούς, κοινωνικούς και πολιτισμικούς παράγοντες των χωρών καταγωγής τους.
Τα χαρακτηριστικά δε των δραστών δεν προσλαμβάνουν μόνο τη μορφή μεμονωμένων φυσικών προσώπων, τα οποία δρουν ατομικά και για λογαριασμό τους, αλλά συγκαλύπτονται και από τη δομημένη συγκρότηση οργανωμένου κυκλώματος 5 – 6 ατόμων, τα οποία μέσω των μεθόδων στρατολόγησης – Modus Operandi και μέσω της παράνομης λειτουργίας των γραφείων ευρέσεως εργασίας, στοχεύουν να εξαπατήσουν τα θύματά τους, πείθοντάς τα αρχικά να εγκαταλείψουν την χώρα τους για μια καλύτερη ζωή στην Ελλάδα, και μετά αφού καταφέρουν να τα μεταφέρουν στη χώρα μας, μακριά από τον τόπο τους, κατακρατούν τα ταξιδιωτικά τους έγγραφα, χρησιμοποιώντας ψυχολογική και σωματική βία και εξαναγκάζοντάς τα να εργάζονται κάτω από απάνθρωπες συνθήκες, προκειμένου να «ξεχρεώσουν» τα έξοδα τα οποία ισχυρίζονται ότι δαπάνησαν οι δράστες του κυκλώματος για να μεταφέρουν τα θύματά τους στην Ελλάδα.
Κατόπιν, ακολούθησε η ομιλία της Εισαγγελέως Πρωτοδικών Κιλκίς, κ. κ. Ειρήνη Χρυσογιάννη, η οποία εισηγήθηκε επί της «Αντιμετώπισης του φαινομένου της εμπορίας των ανθρώπων στη Διεθνή και Ελληνική Έννομη Τάξη».
Την σκυτάλη έλαβε ο Αντιεισαγγελέας Εφετών, Πρόεδρος της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδας, κ. Σωτήριος Μπάγιας, ο οποίος εστιάστηκε «στο ρόλο και στις δυνατότητες του σύγχρονου Εισαγγελέα στην πάταξη της εμπορία των ανθρώπων». Ο κ. Αντιεισαγγελέας Εφετών πρότεινε την αρωγή της Πολιτείας στην προώθηση της ενεργούς συνεργασίας μεταξύ εισαγγελικών λειτουργών και καταρτισμένων ανακριτικών υπαλλήλων, οι οποίοι πρέπει να έχουν εξειδικευμένες γνώσεις στο φαινόμενο της εμπορίας ανθρώπων, ούτως ώστε αυτό να παταχθεί αποτελεσματικά, αφού -όπως πολύ γλαφυρά τόνισε- «ζούμε πλέον στον αιώνα της εξειδίκευσης…»
Η Δικηγόρος κ. Τιτίκα Νικέα Μουράτογλου, η οποία διακρίνεται για την εθελοντική της δράση στο Δίκτυο Γυναικών Ευρώπης, εισηγήθηκε με παραστατικό τρόπο επί της «Επισκόπησης της Νομολογίας στα πλαίσια της νέας Νομοθεσίας για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων».
Ο δεύτερος κύκλος άρχισε με την ομιλία της Αντιεισαγγελέως Εφετών Αθηνών κ. Μαρίας Μαλούχου με θέμα εισήγησης «Οι προοπτικές σε επίπεδο ουσιαστικού και δικονομικού ποινικού δικαίου και άριστες πρακτικές για την αντιμετώπιση του εγκλήματος της εμπορίας ανθρώπων. Δράστης και θύμα».
Η εισήγηση όμως που έκανε ιδιαίτερη εντύπωση στο ακροατήριο, ήταν αυτή της Dr Laura Lederer, η οποία με την ιδιότητά της ως «Senior Advisor on Trafficking, US Department of State» μίλησε σχετικά με το θέμα «Σύγχρονα δεσμά. Η εμπορία ανθρώπων στον 21ο αιώνα». Προσέγγισε το φαινόμενο της Σωματεμπορίας, πέρα από νομοθετικές προβλέψεις και δικαστηριακές πρακτικές, διηγούμενη, με γλαφυρή αναπαράσταση, την δραματική ιστορία μιας κοπέλας, που χωρίς καλά – καλά να το καταλάβει, έμπλεξε στα δίχτυα ενός οργανωμένου κυκλώματος, τα μέλη του οποίου την έπεισαν να μεταναστεύσει σε άλλη χώρα για μία καλύτερη ζωή, με αποτέλεσμα, μετά από ξυλοδαρμούς, κατά συρροή ομαδικούς βιασμούς, στέρηση της προσωπικής της ελευθερίας και κίνδυνο της σωματικής και ψυχικής της ακεραιότητας, να καταστεί θύμα σωματεμπορίας εκδιδόμενη ως διαφημιζόμενο προϊόν, σε υποψήφιους πελάτες. Ο παραστατικός τρόπος παρουσίασης του πραγματικού αυτού περιστατικού, σε συνδυασμό με την πλειοψηφία του γυναικείου φύλου στο ακροατήριο, οδήγησαν στην έκφραση συναισθημάτων οργής, πόνου και εσωτερικής ανάγκης για ουσιαστική αντιμετώπιση του φαινομένου.
Ο Ψυχίατρος, Ψυχοθεραπευτής κ. Γιώργος Μποτονάκης, έδωσε μία διαφορετική εκδοχή στην αντιμετώπιση του φαινομένου, μέσω της εισήγησής του με θέμα «Θεραπευτική προσέγγιση σε γυναίκες – θύματα σωματεμπορίας», αφού προσέγγισε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τον εσωτερικό κόσμο των ασθενών – θυμάτων σωματεμπορίας, εντοπίζοντας τα συνήθη συμπτώματα που τα διακατέχουν και προτείνοντας τους λύσεις για να ξεπεράσουν τον σοβαρές τραυματικές τους εμπειρίες, ως θύματα εμπόρων λευκής σαρκός.
Ακολούθησε η ομιλία της κ. Μαρίας Βουτσίνου, η οποία ως ειδική επιστήμων στο Συνήγορο του Πολίτη, εισηγήθηκε σχετικά με την «Συμβολή του Συνηγόρου του Πολίτη στην προστασία θυμάτων εμπορίας ανθρώπων».
Στον τρίτο κύκλο, προσεγγίστηκε το ειδεχθές έγκλημα της σωματεμπορίας μέσω των εισηγήσεων των μη κυβερνητικών οργανώσεων (ΜΚΟ), με πρώτη εισηγήτρια την Πρόεδρο της ΜΚΟ «Δίκτυο Γυναικών Ευρώπης», κ. Νίκη Ρουμπανη, δεύτερο εισηγητή, τον Δικηγόρο και Μέλος της Νομικής Υπηρεσίας της ΜΚΟ «Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες», κ. Βασίλη Τερζίδη, τρίτη ομιλήτρια, την Ψυχολόγο, Διευθύντρια του Σωματείου «Νέα Ζωή Σωματείο για την Υποστήριξη και Αποκατάσταση Εκδιδόμενων Ατόμων», κ. Έμα Σόνσμπυ – Μανουσαρίδου, τέταρτη εισηγήτρια, (Center for Women Studies Coordinator, Vanguard University CA) μέλος της ΜΚΟ «Επιμορφωτικός Πολιτιστικός Σύλλογος Το Σπίτι Της Λυδίας» κ. Σάντρα Μόργκαν, πέμπτη εισηγήτρια την Κοινωνική Λειτουργό και μέλος της ΜΚΟ «Κλίμακα», κ. Αθηνά Καραπιπέρη, έκτη ομιλήτρια την Κοινωνιολόγο, μέλος της ΜΚΟ «Ιατρική Παρέμβαση», κ. Καλλιόπη Χαζίρη. Ο τελευταίος ομιλητής, Συντονιστής προγραμμάτων Street Work και μέλος Δ.Σ. της ΜΚΟ «Act up», κ. Κωνσταντής Καμπουράκης, απουσίαζε λόγω προσωπικού κωλύματος και ως εκ τούτου η εισήγησή του δεν πραγματοποιήθηκε.
Η Κυριακή της 10ης Ιουνίου, η δεύτερη ημέρα της Διημερίδας, χωρίστηκε σε δύο κύκλους:
Ο πρώτος κύκλος ξεκίνησε με την προβολή μιας ταινίας μικρού μήκους, που αναφερόταν στη ζωή μιας μικρής κοπέλας, η οποία ενεπλάκη στα δίχτυα ενός οργανωμένου κυκλώματος διακίνησης γυναικών, έγινε θύμα σωματεμπορίας, και δίχως να μπορεί να βρει βοήθεια από πουθενά, κατέληξε στη μοναδική γι αυτήν λύση διαφυγής από την απάνθρωπη κατάσταση που βίωνε, στην αυτοκτονία…
Μετά το τέλος της ταινίας, πραγματοποιήθηκε γόνιμος διάλογος μεταξύ ακροατηρίου και εισηγητών, ο οποίος εκτυλίχθηκε υπό τη μορφή ερωταπαντήσεων. Υποβλήθηκε από το ακροατήριο το φλέγον ερώτημα της αναζήτησης τρόπων επαγγελματικής, κοινωνικής και ψυχολογικής αποκατάστασης των γυναικών - θυμάτων σωματεμπορίας, σε περίπτωση επιστροφής τους στην πατρίδα τους, ή σε περίπτωση παραμονής τους στην Ελλάδα. Ειπώθηκε ότι τα προγράμματα προκατάρτισης, είναι ένας από τους πλέον αποτελεσματικούς τρόπους, που θα μπορούσαν να αποκαλύψουν τις κλίσεις, να αναδείξουν τις δυνατότητες και να ενισχύσουν την αυτοπεποίθηση των θυμάτων για την ομαλή επανένταξή τους στην κοινωνία.
Ένα δεύτερο ερώτημα που τέθηκε στο κοινό, αφορούσε στην έννοια που προσλαμβάνει ο χαρακτηρισμός της σωματεμπορίας ως «ιδιαζόντως ειδεχθούς εγκλήματος», σύμφωνα με την αντίληψη του κάθε ακροατή. Έγινε ομόφωνα δεκτό, ότι ο υποβιβασμός του ανθρώπου από υποκείμενο σε αντικείμενο «r e s» μέσω της εμπορευσιμότητας του σώματός του, είναι αυτός που προσβάλλει, εν γένει την προσωπικότητά του, μέσω της στέρησης του δικαιώματος ελευθερίας, επιλογής και έκφρασης συναισθημάτων του. Οδηγεί δε, τόσο στην καταστροφή του θύματος και του θύτη όσο και στη διαφθορά ολόκληρου του κοινωνικού συνόλου, αφενός μέσω της αθλιότητας που προκαλεί στον ψυχισμό τόσο του δράστη όσο και του θύματος της σωματεμπορίας, ο υποβιβασμός του αγνού και ανιδιοτελούς από τη φύση του έρωτα σε αγοραίο και αφετέρου, μέσω της ανοχής του κοινωνικού συνόλου συντηρώντας δια της σιωπής του τέτοιου είδους αποκλίνουσες συμπεριφορές. Το ειδεχθές του εγκλήματος σηματοδοτείται περαιτέρω από την αδιάκοπη εξάρτηση που προκαλεί στο θύμα του ο δράστης, ο οποίος καταρρακώνοντας και το τελευταίο ψήγμα της αξιοπρέπειάς του και εκμηδενίζοντας έτσι τη δυνατότητα να σταθεί αυτοτελώς και αυτοδυνάμως μέσα στο κοινωνικό σύνολο το υποδουλώνει και το καθιστά υποχείριό του.
Μεγάλη έμφαση δόθηκε τόσο στον ρόλο που θα έπρεπε να διαδραματίζουν τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης προκειμένου να επαγρυπνήσουν δια της ενημέρωσής τους τις συνειδήσεις των πολιτών, όσο και στην εν γένει πολιτική του Κράτους, το οποίο θα έπρεπε να επιδεικνύει μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση σχετικά με τη σοβαρότητα αντιμετώπισης του φαινομένου μέσω της νομοθετικής, εκτελεστικής και δικαστικής του εξουσίας.
Ο δεύτερος κύκλος ξεκίνησε με την πρωτοβουλία των εισηγητών, των μελών των ανωτέρω ΜΚΟ και του ακροατηρίου, για τη δημιουργία 4 «Εργαστηρίων» ή αλλιώς 4 ομάδων με συμμετέχοντες σε αυτές όλους όσους παρευρίσκοντο στην εν λόγω Διημερίδα. Η κάθε ομάδα θα εκπροσωπούσε έναν φορέα αρμόδιο για την προστασία ενός συγκεκριμένου θύματος σωματεμπορίας. Έτσι, συστάθηκαν 4 ομάδες εκ των οποίων η πρώτη εκπροσώπησε τις Αστυνομικές Αρχές, η δεύτερη τις ΜΚΟ, η τρίτη τους ψυχολόγους και η τέταρτη το θύμα. Τα θετικά πορίσματα, που εξήχθησαν από το ακροατήριο συνίστανται στο ότι οι εκπρόσωποι και των τεσσάρων ομάδων, μέσω του συγκεκριμένου ρόλου που είχε ανατεθεί στον καθένα, κατάφεραν να βιώσουν την προβληματική κατάσταση την οποία υφίστατο το θύμα σωματεμπορίας, από πιο κοντινή απόσταση, σε σχέση με τις πληροφορίες που αντάλλασσαν οι εν λόγω εισηγήσεις, οι οποίες είχαν αναπτυχθεί κατά τη διάρκεια της πρώτης ημέρας της Διημερίδας.
Τα αρνητικά πορίσματα ωστόσο εστιάστηκαν στο γεγονός ότι και οι τέσσερις φορείς, αρμόδιοι για την προστασία του συγκεκριμένου θύματος σωματεμπορίας, επικαλούντο ελλείψεις στις μεθόδους οργάνωσης των άλλων φορέων προκειμένου να αποποιηθούν την αυτοτελή τους ευθύνη και προκειμένου να δικαιολογήσουν την αδυναμία τους να αντιμετωπίσουν σε συντονισμό με τους υπόλοιπους φορείς αποτελεσματικά το πρόβλημα. ‘Ετσι, αφενός μεν η Αστυνομία, οι Ψυχολόγοι και οι ΜΚΟ ισχυριζόντουσαν πως δεν μπορούσαν, υπό τις δεδομένες συνθήκες, να είναι σε θέση να προστατεύσουν το θύμα επαρκώς, αφετέρου δε, το θύμα, επικαλούμενο την έλλειψη οργάνωσης και συντονισμού μεταξύ των ανωτέρω για την προστασία του αρμοδίων φορέων, επαναπαυόταν στην αθλιότητα της απελπιστικής κατάστασής του.
Το ερώτημα που εύλογα ανέκυψε, επιβεβαιώνοντας την επιτυχή προσπάθεια προσέγγισης του θύματος σωματεμπορίας, από τους παρευρισκόμενους στη Διημερίδα μέσω της δημιουργίας αρμοδίων φορέων προστασίας του, ήταν μήπως τελικά η καλύτερη λύση στην αντιμετώπιση του προβλήματος εντοπίζεται στην ειλικρινή μας προσπάθεια· αντί να μεταθέτουμε τις ευθύνες για την επίλυση του προβλήματος στους άλλους, να εντοπίζουμε ο καθένας από εμάς τις δικές του ευθύνες στο πρόβλημα;
Εν κατακλείδει, κοινό πόρισμα των όσων έλαβαν χώρα στην εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και επιτυχώς διοργανωμένη Διημερίδα είναι το πλέον από όλους αναμφισβήτητο γεγονός ότι το εν λόγω έγκλημα της σωματεμπορίας συνιστά μία από τις σοβαρότερες προσβολές της αξιοπρέπειας του ατόμου και γι’ αυτό πρέπει να αντιμετωπίζεται από την Πολιτεία μέσω του νομοθετικού της πλαισίου αφενός και μέσω των κατασταλτικών της μηχανισμών αφετέρου με την μεγαλύτερη δυνατή αυστηρότητα.
Η κατά κοινή ομολογία επιτυχημένη διημερίδα έκλεισε με την ελπιδοφόρα υπόσχεση μεταξύ των ομιλητών και του ακροατηρίου τους ότι θα συνεχίσουν να συνεισφέρουν ο καθένας με τον τρόπο του στην πάταξη του φαινομένου και στην αποκατάσταση των θυμάτων του απαράδεκτου για τα ανθρώπινα δεδομένα εγκληματικού φαινομένου της εμπορίας των ανθρώπων, τόσο σε προσωπικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο.-