1926-1984
του Φώτη Σπυρόπουλου,
Δικηγόρου, ΜΔΕ Ποινικού Δικαίου, ΜΔΕ Εγκληματολογίας
υπ. Διδάκτορος Νομικής Πανεπιστημίου Αθηνών
και του Σπύρου Γεωργουσόπουλου
φοιτητή Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών Πανεπιστημίου Πειραιώς
Η ζωή και η ακαδημαϊκή πορεία του Μισέλ Φουκώ
Ο Μισέλ Φουκώ (Michel Foucault) (15 Οκτωβρίου 1926 - 25 Ιουνίου 1984) ήταν Γάλλος φιλόσοφος, κοινωνιολόγος και ιστορικός. Κατείχε έδρα στο περίφημο “Collège de France” με τον τίτλο «Ιστορία των συστημάτων σκέψης». Eπίσης, δίδαξε στο University at Buffalo και στο University of California (Berkeley).
Ο Φουκώ επέδειξε πολύ σημαντικό επιστημονικό έργο, ιδιώς με τις σημαντικές μελέτες του επάνω στους κοινωνικούς θεσμούς, την ψυχιατρική, την ιατρική, τις ανθρώπινες επιστήμες και το σωφρονιστικό σύστημα, καθώς και με τις αναλύσεις του αναφορικά με την ιστορία της ανθρώπινης σεξουαλικότητας.
Στη δεκαετία του 1960, ο Φουκώ συνδέθηκε με το δομισμό, ρεύμα σκέψης από το οποίο μετέπειτα διαχώρισε τη θέση του. Απέρριψε, επίσης, τις μεταδομιστικές και μεταμοντέρνες ετικέτες που αργότερα του αποδόθηκαν. Το έργο του Φουκώ επηρεάστηκε ιδιαίτερα από τις αντιλήψεις του Νίτσε – χαρακτηριστικά, σε συνέντευξή του είχε δηλώσει: “είμαι νιτσεϊκός!”.
Βιογραφικά στοιχεία – ακαδημαϊκή σταδιοδρομία
Λεπτομερέστερα, ο Φουκώ γεννήθηκε στις 15 Οκτωβρίου 1926 στο Poitiers της Γαλλίας και ήταν γόνος μιας επιφανούς επαρχιακής οικογένειας. Ο πατέρας του, ο Paul Foucault, ήταν διαπρεπής χειρουργός και ήλπιζε ότι ο γιος του θα ακολουθούσε το επάγγελμά του. Μετά τον Β ΄Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Φουκώ εισήχθη στην αναγνωρισμένου κύρους “École Normale Supérieure” (rue d΄Ulm), που αποτελούσε παραδοσιακή πύλη σε μια ακαδημαϊκή καριέρα στις ανθρωπιστικές επιστήμες στη Γαλλία.
Για ένα διάστημα κατά τη διάρκεια της φοίτησής του στην “École Normale Supérieure” έπασχε από οξεία κατάθλιψη και, ως αποτέλεσμα, παρακολουθήθηκε από ψυχίατρο. Αυτήν την περίοδο δημιουργήθηκε σε αυτόν έντονο ενδιαφέρον για την επιστήμη της ψυχολογίας την οποία και σπούδασε – επίσης, το 1952 έλαβε το πτυχίο του στη φιλοσοφία.
Ο Μισέλ Φουκώ υπήρξε μέλος του γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος από το 1950 έως το 1953, οπότε και αποχώρησε, διαφωνώντας με την πολιτική και τη φιλοσοφία του Κόμματος.
Το 1950, ο Φουκώ βρίσκεται, πλέον, να διδάσκει στην “École Normale Supérieure”, ενώ αργότερα πήρε μια θέση στο Πανεπιστήμιο “Lille Nord de France”, στο οποίο κατά τα έτη 1953 - 1954 δίδαξε ψυχολογία. Το 1954 ο Φουκώ δημοσίευσε το πρώτο του βιβλίο με τίτλο “Maladie mentale et personnalité”. Εκείνη την περίοδο, ο Φουκώ δεν φαίνεται να ενδιαφερόταν για μια καριέρα στη διδασκαλία. Το 1954 υπέβαλε την διατριβή του διδακτορικού του στο Πανεπιστήμιο της Ουψάλα στη Σουηδία, η οποία όμως απορρίφθηκε! Το 1958 ο Φουκώ εγκατέλειψε το Πανεπιστήμιο της Ουψάλας και ανέλαβε θέσεις στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας και στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου.
Στην Γαλλία επέστρεψε το 1960, προκειμένου να ολοκληρώσει το διδακτορικό του και να αναλάβει μια έδρα στη φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο του Clermont-Ferrand. Εκεί, συναντήθηκε με το φιλόσοφο Daniel Defert, ο οποίος θα είναι ο ερωτικός του σύντροφος για τα επόμενα είκοσι χρόνια. Το 1961 έλαβε το διδακτορικό του δίπλωμα με την υποβολή δύο διατριβών-θέσεων (όπως συνηθίζεται στη Γαλλία): "κύρια" διατριβή με τίτλο “Folie et déraison: Histoire de la folie à l΄âge classique (Madness and Insanity: History of Madness in the Classical Age)” («Τρέλα και παραφροσύνη: Ιστορία της τρέλας στην κλασική εποχή») και "δευτερεύουσα" διατριβή επάνω στη μετάφραση και το σχολιασμό του έργου του Καντ «Ανθρωπολογία από πραγματιστικής απόψεως». Το 1963 δημοσίευσε το έργο του “naissance de la Clinique” («η γέννηση της Κλινικής») και μια επανέκδοση του τόμου του του 1954 με τίτλο “Maladie mentale et psychologie” («Ψυχική ασθένεια και ψυχολογία»).
Το 1965 ο Defert πηγαίνει στην Τυνησία προκειμένου να υπηρετήσει την στρατιωτική του θητεία και ο Φουκώ τον ακολουθεί αναλαμβάνοντας μια θέση Καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Τύνιδας. Το 1996 δημοσίευσε το έργο του “Les Mots et les choses” (“The Order of Things”) κατά την περίοδο του ύψιστου ενδιαφέροντος για τον δομισμό, με το οποίο και μπήκε στην ομάδα φιλοσόφων όπως ο Jacques Lacan, ο Claude Lévi-Strauss και ο Roland Barthes, οι οποίοι εξέφραζαν το πλέον σύγχρονο κύμα σκέψης του υπαρξισμού, όπως το ρεύμα αυτό σκέψης διαδόθηκε από τον Jean-Paul Sartre Ο Φουκώ διατύπωσε κριτικά σχόλια για τον μαρξισμό, τα οποία εξόργισαν αριστερούς στοχαστές – αργότερα, απέρριψε κατηγορηματικά την «στρουκτουραλιστική» ετικέτα.
Από την Τύνιδα (όπου και βρισκόταν την περίοδο των φοιτητικών εξεγέρσεων του ’68) επέστρεψε στη Γαλλία το φθινόπωρο του 1968 και το 1969 δημοσίευσε το έργο του “L΄archéologie du savoir” («Η Αρχαιολογία της Γνώσης»), το οποίο αποτελεί κατ’ ουσίαν μια μεθοδολογική απάντηση σε επικριτές του.
Στον απόηχο των εξεγέρσεων του 1968, η γαλλική κυβέρνηση δημιούργησε ένα
νέο πειραματικό πανεπιστήμιο, το Paris VIII, στο Vincennes και έδωσε στον Φουκώ τη θέση του καθηγητή φιλοσοφίας. Ο Φουκώ συγκαταλεγόταν στους αριστερούς ακαδημαϊκούς των οποίων ο ριζοσπαστισμός προκάλεσε το Υπουργείο Παιδείας, το οποίο αντιτάχθηκε στο γεγονός ότι πολλοί από τους τίτλους μαθημάτων περιείχαν τη φράση "μαρξιστικό-λενινιστικό" - παράλληλα αποφάσισε ότι φοιτητές από το Vincennes δεν θα μπορούν να γίνουν καθηγητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Ο Φουκώ εξοργισμένος ειδικά από την ανωτέρω απόφαση συμμετείχε στο πλευρό των φοιτητών του σε κατάληψη κτιρίων της διοίκησης του Πανεπιστημίου και σε συγκρούσεις με την αστυνομία.
Η θητεία του Φουκώ στο Vincennes ήταν βραχεία, καθώς το 1970 εκλέχθηκε καθηγητής της Ιστορίας των συστημάτων σκέψης στο “Collège de France”. Ο Φουκώ βοήθησε στην ίδρυση του “Groupe d΄Information sur les Prisons” (GIP), προκειμένου να δοθεί ένα βήμα στους φυλακισμένους να ακουστεί η φωνή τους. Ο Φουκώ εκμεταλλεύτηκε αυτή την ειδική του ενασχόληση η οποία συνέπεσε με την κατά την περίοδο εκείνη μελέτη του των πειθαρχικών οργάνων και συνέγραψε το πλέον γνωστό ίσως έργο του με τίτλο “Surveiller et Punir” («Επιτήρηση και Τιμωρία»), στο οποίο αναλύει τις δομές που αναπτύχθηκαν στις δυτικές κοινωνίες μετά το δέκατο όγδοο αιώνα, με ιδιαίτερη έμφαση στις φυλακές και τα σχολεία.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1970, με την επικράτηση του πολιτικού ακτιβισμού στη Γαλλία, πολλοί αριστεροί διανοούμενοι τέθηκαν στο περιθώριο. Ο Φουκώ την περίοδο αυτή ξεκίνησε τη συγγραφή του βιβλίου του «Η ιστορία της σεξουαλικότητας», το οποίο ποτέ δεν ολοκληρώθηκε. Επίσης, τότε ήταν που ο Φουκώ άρχισε να περνά περισσότερο χρόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες, στο University at Buffalo (όπου είχε διδάξει στην πρώτη του επίσκεψη στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1970) και ειδικά στο UC Berkeley.
Το 1979 Φουκώ έκανε δύο περιοδείες στο Ιράν όπου και έλαβε αναλυτικές συνεντεύξεις από πολιτικούς, ως ειδικός απεσταλμένος της ιταλικής εφημερίδας “Corriere della Sera”, για την υποστήριξη της νέας προσωρινής κυβέρνησης που ιδρύθηκε λίγο μετά την ιρανική επανάσταση - άρθρα του εμφανίστηκαν στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας. Για το ταξίδι του αυτό στο Ιράν, το οποίο είχε ιδιαίτερη βαρύτητα γι΄αυτόν καθώς θεωρούσε ότι βρισκόταν στο σημείο της γέννησης μιας νέας μορφής ιδεών από την ιρανική επανάσταση, έγραψε ότι η νέα μουσουλμανική πολιτική θα μπορούσε να σηματοδοτήσει την έναρξη μιας νέας μορφής «πολιτικής πνευματικότητας, όχι μόνο για τη Μέση Ανατολή, αλλά και για την Ευρώπη, η οποία είχε υιοθετήσει μια κοσμική πολιτική από την Γαλλική Επανάσταση».Ο Φουκώ αναγνώρισε την τεράστια δύναμη του νέου λόγου του μαχητικού Ισλάμ, όχι μόνο για το Ιράν, αλλά και για ολόκληρο τον κόσμο. Έγραψε: «Ένα ισλαμικό κίνημα, μπορεί να καθορίζει ολόκληρη περιοχή, να ανατρέψει τα πιο ασταθή καθεστώτα, και να διαταράξει τις πιο στέρεες δομές, κοινωνικές και πολιτικές. Το Ισλάμ που δεν είναι απλά μια θρησκεία, αλλά ένας ολόκληρος τρόπος ζωής, μια προσκόλληση σε μια ιστορία και έναν πολιτισμό, έχει μια καλή ευκαιρία να γίνει μια γιγαντιαία πυριτιδαποθήκη, στο επίπεδο των εκατοντάδων εκατομμυρίων ανθρώπων. … Πράγματι, είναι επίσης σημαντικό να αναγνωριστεί ότι το αίτημα για τα “νόμιμα δικαιώματα του παλαιστινιακού λαού” αναδεύεται σχεδόν από το σύνολο των αραβικών λαών».
Το 1992 ο James Miller δημοσίευσε μια βιογραφία του Φουκώ η οποία προκάλεσε αντιδράσεις λόγω όσων ανέφερε σχετικά με τις ομοφυλοφιλικές εμπειρίες και τις σαδομαζοχιστικές τάσεις του Φουκώ.
Ο Φουκώ πέθανε από AIDS στο Παρίσι στις 25 Ιουνίου 1984. Ήταν η πρώτη γνωστή και υψηλού κύρους προσωπικότητα στη Γαλλία για την οποία αναφέρθηκε ότι είχε προσβληθεί από τον ιό του AIDS, λαμβανομένου, δε, υπόψη ότι εκείνη την περίοδο ήταν ακόμη λίγα πράγματα γνωστά για την εν λόγω ασθένεια. Χαρακτηριστικά, στο πρωτοσέλιδο της εφημερίδας “Le Monde” ανακοινώθηκε ο θάνατός του χωρίς καμία αναφορά της ασθένειας από την οποία έπασχε (AIDS) – αντιθέτως, αναγραφόταν ότι πέθανε εξαιτίας μιας μαζικής μόλυνσης. Πριν από το θάνατό του, ο Φουκώ είχε καταστρέψει τα περισσότερα από τα χειρόγραφά του.
"Επιτήρηση και Τιμωρία"
Το έργο“Surveiller et Punir – La naissance de la prison” (Επιτήρηση και τιμωρία – η γέννηση της φυλακής) δημοσιεύθηκε το 1975. Το βιβλίο ανοίγει με μια αναλυτική περιγραφή της βάρβαρης δημόσιας εκτέλεσης του Robert-François Damiens το 1757, ο οποίος επιχείρησε να σκοτώσει τον βασιλιά Λουδοβίκο 15ο. Έπειτα, ο συγγραφέας περιγράφει μια φυλακή 80 χρόνια αργότερα και διερωτάται, στη συνέχεια, πώς είναι δυνατόν να αναπτύχθηκε μια τέτοια αλλαγή στο τιμωρητικό σύστημα στη Γαλλία μέσα σε ένα τόσο μικρό χρονικό διάστημα. Κατα τον Φουκώ, αυτά είναι στιγμιότυπα δύο ανττιθέμενων μορφών "Τεχνολογίας της τιμωρίας." Ο πρώτος τύπος, η «μοναρχική τιμωρία» στοχεύει στην καταπίεση του λαού μέσω βάναυσων δημοσίων επιδείξεων των εκτελέσεων και των βασανιστηρίων . Ο δεύτερος τύπος είναι, κατά τον Φουκώ, η «πειθαρχική ποινή» η οποία ασκείται στη σύγχρονη εποχή. Η «πειθαρχική ποινή» δίνει στους «επαγγελματίες» (ψυχολόγοι, κοινωνιολόγοι κ.λπ.) εξουσία επί του κρατουμένου, ειδικότερα όταν ο χρόνος παραμονής του κρατουμένου στη φυλακή εξαρτάται απ’ αυτούς.
Επίσης, ο Φουκώ συγκρίνει τη σύγχρονη κοινωνία με το μοντέλο του "Πανοπτικού" που διατυπώθηκε από τον Jeremy Bentham και υποστηρίζει ότι ότι ο έλεγχος στη σύγχρονη κοινωνία ασκείται από το δίπολο εξουσίας-γνώσης.
Οι θέσεις και οι ιδέες του Μισέλ Φουκώ
Οι τρεις διαστάσεις ανάλυσης στο έργο του Μισέλ Φουκώ
Τα έργα του Φουκώ παρουσιάζουν έναν πολυσχιδή χαρακτήρα.
Ωστόσο, ο κύριος άξονας της θεματολογίας τους φαίνεται να επικεντρώνεται σε έναν τριπλό σκοπό, με διαφορετικό βέβαια βάρος κάθε φορά:
• Κατά πρώτον, ο Φουκώ προκρίνει την εξέταση της «αλήθειας» και της εγκαθίδρυσής της στις δυτικές κοινωνίες αναφορικά με έννοιες όπως η «τρέλα», η «εγκληματικότητα» και το πώς υποβάλλονται οι «εγκληματίες», οι «τρελοί» κ.λπ. σε σύστημα πειθαρχίας και «ομαλοποίησης» μετά τον αποκλεισμό τους από την κοινωνική ζώη.
Αυτή η «ομαλοποίηση» στοχεύει κατά βάση στον έλεγχο του σώματος μέσω επιτήρησης και ελέγχου στο πλαίσιο θεσμών (π.χ. στρατός). Το σώμα είναι ο στόχος της άσκησης της εξουσίας ώστε να γίνει πειθήνιο, παραγωγικό, πολιτικά και οικονομικά χρήσιμο – ωστόσο, η αυτοπειθάρχηση του σώματος είναι το αποτέλεσμα του κοινωνικού ελέγχου που έχει ως στόχο την ψυχή
• Κατά δεύτερον ο Φουκώ ερευνά και αναλύει τις νέες θεσμικές δομές εξουσίας και ελέγχου που προέκυψαν από τους παραπάνω διαχωρισμούς. Συγκεκριμένα, έχει υποστηριχθεί ότι ο Φουκώ συνέβαλε στη μελέτη της φαινομενολογίας του ελέγχου: στη διερεύνηση δηλαδή των τεχνικών με τις οποίες επιτυγχάνεται η συμμόρφωση και ο κομφορμισμός, αλλά και στην ανάλυση των τρόπων με τους οποίους ορίζεται η "ομαλοποίηση" (normalization) που αποτελεί το πρότυπο (κανονικότητα) στο οποίο κάποιος συμμορφώνεται ή από το οποίο παρεκκλίνει. Οι τεχνικές του κοινωνικού ελέγχου καλούνται από το Φουκώ ως "πειθαρχίες" ή "πειθαρχικές τεχνικές" και ο σκοπός τους είναι η δημιουργία αυτο-ελεγχόμενων ατόμων, δηλαδή ο τρόπος με τον οποίο είναι εφικτό ‘οι ελεγχόμενοι [να] γίνονται πηγή του ελέγχου τους’ .
Η εξουσία, κατά τον Φουκώ, δεν είναι κάτι που το κατέχει κάποιος και το στερείται κάποιος άλλος – αντίθετα αντιλαμβάνεται την εξουσία ως μια «αλυσίδα», η οποία δεν εντοπίζεται στα χέρια κάποιου, στην οποία ο ένας κρίκος εξαρτάται από τον άλλο και ελέγχει τον άλλο (εξουσιαστικές σχέσεις). Η εξουσία, επομένως, δεν είναι ιδιοκτησία αλλά τεχνική, είναι περισσότερο παραγωγή-κυκλοφορία παρά καταπίεση και λειτουργεί μέσω των ατόμων και όχι επάνω τους.
Ο Φουκώ δεν εθελοτυφλεί στην αδιαμφισβήτητη ύπαρξη συγκεκριμένων δομών και κοινωνικών θεσμών (όπως το κράτος) που ασκούν εξουσία, ούτε ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχουν άνθρωποι που κατέχουν περισσότερη εξουσία από άλλους. Ορίζει όμως αυτά τα φαινόμενα ως μετα-εξουσίες, δηλαδή ως επιφαινόμενα που είναι δυνατόν να υπάρξουν και να κατανοηθούν μόνο όταν υπάρχει ήδη ένα ρυθμισμένο πλέγμα σχέσεων εξουσίας. Με αυτό τον τρόπο, κατά τον Φουκώ, οι σχέσεις εξουσίας προϋποθέτουν τόσο τον εξαναγκασμό όσο και τη συγκατάθεση. ‘Δεν είναι καθεαυτήν μια βία, που θα ήξερε ενίοτε να κρυφτεί, ή μια συναίνεση, που θα ανανεωνόταν σιωπηρά. Είναι ένα σύνολο δράσεων πάνω σε δυνατές δράσεις: ενεργεί στο πεδίο δυνατότητας όπου έρχεται να εγγραφεί η συμπεριφορά των δρώντων υποκειμένων: παρακινεί, επάγει, εκτρέπει, διευκολύνει ή κάνει κάτι πιο δύσκολο, διευρύνει ή περιορίζει, καθιστά κάτι περισσότερο ή λιγότερο πιθανό. ...’.
Και αν θεωρείται αυταπόδεικτο το γεγονός ότι οι ισχυροί κατέχουν μεγαλύτερη εξουσία από τους ανίσχυρους, ο Φουκώ το αμφισβητεί, εξηγώντας ότι η σχέση του ισχυρού-κυρίαρχου είναι μια συγκεκριμένη σχέση εξουσίας που δεν είναι σταθερή πάντα, αλλά εξαρτάται από τον τρόπο με τον οποίο την αναγνωρίζουν οι ίδιοι οι φορείς της εξουσίας, δηλαδή τόσο ο ισχυρός όσο και ο ανίσχυρος. Έτσι, ‘αν ο ισχυρός τεθεί έξω από το πλέγμα ισχύος του - για παράδειγμα, ο δικαστής κάτω από την έδρα του, ο ανθρωποφύλακας έξω από το θεσμό της φυλακής - παύει να είναι ισχυρός (απέναντι στο δικαζόμενο ή τον φυλακισμένο)’.
• Κατά τρίτον, ο Φουκώ αναλύει τις νέες μορφές γνώσης. Ως νέες μορφές γνώσης ορίζει τις επιστήμες που αναδύθηκαν μέσα από τους διαχωρισμούς που προκύπτουν από τη συμμόρφωση ή την παρέκκλιση (εγκληματολογία, ψυχιατρική κ.λπ.) και συνέβαλαν στην εμπέδωση αυτών, υπό το πρίσμα στρουκτουραλιστικών αναλύσεων, σε συνδυασμό, βέβαια, με την αναγκαία μελέτη της ιστορίας αναφορικά με το υπό ανάλυση ζήτημα. Ουσιαστικά, ο Φουκώ υποστηρίζει ότι στις σύγχρονες κοινωνίες επιδιώκεται νομιμοποίηση και αποδοχή των συγκεκριμένων σχέσεων εξουσίας με την αυθεντία της γνώσης.
Για τον Φουκώ, επομένως, ο άνθρωπος γίνεται ταυτόχρονα το αντικείμενο της γνώσης και το υποκείμενο της εξουσίας. Ο συνδυασμός αυτών των δυο αναπτύξεων, των ανθρωπιστικών επιστημών και των τεχνολογιών της εξουσίας, παρήγαγε μια μορφή αντικειμενικότητας, που αναγνωρίζεται ως τέτοια από τους φορείς της εξουσίας, δηλαδή από τους πάντες. Αυτή η αντικειμενικότητα αναγνωρίζεται με όρους κανονικότητας και αποτελεί το πρότυπο για τη διαδικασία χαρακτηρισμού κάποιων κοινωνικών φαινομένων ως προβληματικών (λ.χ. παρέκκλιση, έγκλημα, εγκληματικότητα) ή φυσιολογικών (συμμόρφωση, κονφορμισμός, νομιμότητα).
Άρα, για τον Φούκω η συνεχής ανακάλυψη παρεκκλίσεων από το πρότυπο της κανονικότητας - που με βάση ένα απλό λογικό σχήμα θα σήμαινε την αποτυχία των τεχνολογιών της εξουσίας να "κανονικοποιήσουν" τον πληθυσμό - αποτελεί το λειτουργικό συστατικό στοιχείο της διείσδυσης των τεχνικών της εξουσίας, της διείσδυσης των πειθαρχικών τεχνικών και του ελέγχου σε όλο και περισσότερες πλευρές της ανθρώπινης δραστηριότητας («πειθαρχική κοινωνία»). Η ανακάλυψη προβληματικών καταστάσεων είναι αναγκαία προϋπόθεση της διάχυσης της εξουσίας σε όλες τις λεπτομέρειες της κοινωνικής ζωής. Σε αυτό οφείλεται, σύμφωνα και με την ανάλυση του Φουκώ, η αποτυχία του συστήματος της φυλακής.
Κριτική του έργου του Μισέλ Φουκώ
Σύμφωνα με τον Κουράκη, το έργο του Φουκώ χαρακτηρίζεται από βαθύτητα σκέψης και από αναλυτική έρευνα σε αρχειακό υλικό. Αδιαμφισβήτητα, ο Φουκώ εξέλιξε την σκέψη και κατέδειξε τα λειτουργικά προβλήματα των ανθρωπιστικών επιστημών στη σύγχρονη κοινωνία. Το δίχως άλλο, αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς φιλοσόφους του 20ου αιώνα.
Ωστόσο, ορισμένοι θεωρητικοί έχουν αμφισβητήσει το βαθμό στον οποίο ο Foucault μπορεί να θεωρηθεί ως «νεο-αναρχικός», αυτόκλητος αρχιτέκτονας της« νέας πολιτικής της αλήθειας», ή, αντιθέτως, ένας μηδενιστής «νεο-λειτουργιστής». Χαρακτηριστικά, ο Jean-Paul Sartre, σε μια κριτική του για το έργο «Η τάξη των πραγμάτων», περιέγραψε τον μη-Μαρξιστή Foucault ως «το τελευταίο προπύργιο της αστικής τάξης»!
Επιπρόσθετα, πέρα από τις αμφισβητήσεις που το έργο του δημιούργησε στους μαρξιστικούς κύκλους, ιδίως σχετικά με τις περί εξουσίας αντιλήψεις του, ο Φουκώ έχει δεχθεί δριμεία κριτική ιδίως αναφορικά με το έργο του «Επιτήρηση και τιμωρία» με διάφορα επιχειρήματα:
Κατά πρώτον, έχει επικριθεί για το γεγονός ότι έχει τεκμηριώσει το έργο του μόνο σε γαλλική βιβλιογραφία.
Επιπρόσθετα, η κριτική που έχει ασκηθεί αναφέρεται στο γεγονός ότι ο Φουκώ στις αναλύσεις του δεν συνεκτιμά διόλου τον θρησκευτικό παράγοντα.
Συν τοις άλλοις, κριτική έχει ασκηθεί στον Φουκώ για το ότι προβαίνει σε γενικεύσεις χωρίς να προσδιορίζει τους παράγοντες που οδήγησαν στη διαμόρφωση της σύγχρονης «πειθαρχικής» κοινωνίας.
Τέλος, οι επικρίσεις που αναφέρονται στο σύνολο του έργου του Φουκώ έχουν να κάνουν με το ότι, παρά τις εξωνυχιστικές αναλύσεις και κριτικές σκέψεις του, δεν προτείνει λύσεις για την έξοδο από την υφιστάμενη κοινωνική κρίση που περιγράφει. Επίσης, χαρακτηριστικά, αμφισβητείται αν πράγματι θα μπορούσε να προβεί σε κάποιες προτάσεις όταν ο ίδιος παραδέχεται ότι οι σχέσεις εξουσίας είναι αναπόσπαστες με κάθε μορφή κοινωνίας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ – ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ
Anthony Giddens, Κοινωνιολογία, εκδ. Gutenberg, 2009
Ν. Κουράκης, Το πρόβλημα της ποινικής καταστολής στο έργο του Μισέλ Φουκώ, εις: Εγκληματολογικοί Ορίζοντες, τ. Α’, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 2005, σελ. 115 επ.
Γρ. Λάζος, Κριτική εγκληματολογία, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, 2007
Χ. Σίμος, Το ζήτημα της εξουσίας στον Αλτουσέρ και τον Φουκώ, url: http://www.theseis.com/index.php?option=com_content&task=view&id=923&Itemid=29
Ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια www.wikipedia.gr