του Διονύση Χιόνη,
Δικηγόρου – Υπ. Διδάκτορα Εγκληματολογίας
Έχετε σκεφθεί ποτέ πώς θα ήταν αν σας συλλάμβαναν οι αρχές για κάτι που δεν κάνατε, σας προφυλάκιζαν κι έπειτα από μερικούς μήνες αποδεικνυόταν ότι πράγματι δεν είχατε καμία σχέση με την υπόθεση; Ακραίο σενάριο ακούγεται, αλλά ποιος είπε ότι τα ακραία σενάρια δεν συμβαίνουν καθημερινά;
Το ζήτημα των αδίκως προσωρινώς κρατηθέντων ήρθε ξανά στην επιφάνεια πρόσφατα όταν έλαβε δημοσιότητα η περίπτωση ενός νεαρού από την Αγιάσο της Λέσβου, του Ηλία Αμπουλού, ο οποίος συνελήφθη στο νησί κι ασκήθηκε εναντίον του ποινική δίωξη για βιασμό κι απόπειρα βιασμού κατά συρροή και πιο συγκεκριμένα κατά 5 γυναικών. Ορισμένα από τα θύματα των εγκλημάτων τον αναγνώρισαν, όμως κατά δήλωσή του, στο τμήμα τον έβαλαν στη σειρά μαζί με ορισμένους αστυνομικούς (με πολιτική, βέβαια, περιβολή), που κανείς τους δεν διέθετε ούτε κατ’ ελάχιστον κάποια από τα αποδιδόμενα στο δράστη χαρακτηριστικά, ενώ οδηγήθηκε στο τμήμα κατευθείαν από την οικοδομή όπου εργαζόταν με τα ρούχα της δουλειάς, την ώρα που οι συμπαρουσιαζόμενοι με αυτόν αστυνομικοί ήταν ενδεδυμένοι καθώς πρέπει. Την -αμφίβολης νομιμότητας- αναγνώριση του υπόπτου ακολούθησε η άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος του για τα παραπάνω κακουργήματα κι ο κατηγορούμενος, αν και δεν έπαψε να υποστηρίζει την αθωότητά του, οδηγήθηκε σε σωφρονιστικό κατάστημα, με τη σύμφωνη γνώμη ανακριτή κι εισαγγελέα, ως προσωρινά κρατούμενος.
Οι τοπικές, κι όχι μόνο, εφημερίδες δεν αργούν να καταδικάσουν πρόωρα και να στιγματίσουν μόνιμα τον κατηγορούμενο με πηχυαίους τίτλους, όπως «Ο Δράκος της Αγιάσου στα χέρια της Αστυνομίας», «Συνελήφθη ο Αγιασιώτης βιαστής», και παρόμοιες πρωτοσέλιδες ετικέτες. Ο Αμπουλός παρέμεινε προσωρινά κρατούμενος για τέσσερις ολόκληρους μήνες κι όταν τα εγκλήματα συνεχίστηκαν στο νησί, οι ιθύνοντες αντελήφθησαν ότι το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης είχε υπολειτουργήσει στο σύνολό του για μια ακόμη φορά. Μετά την προφυλάκιση του 20χρονου στην Μυτιλήνη σημειώθηκαν ακόμη πέντε επιθέσεις σε βάρος γυναικών και τελικά συνελήφθη ένας λοχίας 5ετους θητείας, ως νέος ύποπτος και φερόμενος δράστης. Ο έως πρόσφατα θεωρούμενος «δράκος» Ηλίας Αμπουλός αποφυλακίστηκε, ο ίδιος ο αστυνομικός διευθυντής της Λέσβου αναγνώρισε το λάθος των αρχών και σήμερα, πλέον, ο νεαρός υπηρετεί τη θητεία του στις ένοπλες δυνάμεις.
Το σημαντικότερο αξίωμα του νομικού μας πολιτισμού, «καλύτερα ένας ένοχος ελεύθερος παρά ένας αθώος στη φυλακή», είχε καταπατηθεί. Την εξιχνίαση του εγκλήματος από την Αστυνομία ακολούθησε η εκτίμηση των συλλεχθέντων στοιχείων από τον Εισαγγελέα, η άσκηση ποινικής δίωξης, η διενέργεια ανάκρισης από Τακτικό Ανακριτή και η συμφωνία αμφότερων των τελευταίων ότι η προσωρινή κράτηση επιβαλλόταν στην περίπτωση τού κατηγορούμενου.
Παρόλο που η πρόσφατη περίπτωση, που ήρθε στο φως από τα Μ.Μ.Ε., προκαλεί μεγάλη έκπληξη, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι ούτε η μοναδική περίπτωση είναι, ούτε η πρώτη και δυστυχώς, εύλογα μπορεί να υποτεθεί ότι δεν θα είναι κι η τελευταία. Αρκετές παρόμοιες υποθέσεις βγήκαν στο φως της δημοσιότητας τα τελευταία χρόνια στα ελληνικά δικαστικά χρονικά:
• Ο Στέλιος Καρβουνάκης αθωώθηκε στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσ/νίκης ύστερα από 14 μήνες προσωρινής κράτησης για εμπορία ναρκωτικών ουσιών, χωρίς καν να προηγηθεί της κράτησης απολογία, αφού οι κλήσεις προς απολογία επιδίδονταν σε λανθασμένη διεύθυνση κατοικίας. Το έγκλημά του ήταν ότι συνελήφθη να καπνίζει ένα τσιγάρο με χασίς. (Ελευθεροτυπία, 17/1/01)
• Ο αρχιπλοίαρχος Πάρης Τσαλδάρης αθωώθηκε πανηγυρικά, αλλά πρώτα κρατήθηκε προσωρινά στη Δικαστική Φυλακή Κορυδαλλού για διάστημα 17,5 μηνών ως συγκατηγορούμενος με πλοιοκτήτες, επιχειρηματίες και ναυλομεσίτες για μεταφορά 3.800 κιλών ναρκωτικών ουσιών με το πλοίο “Cannes”. Στην περίπτωση αυτή αξίζει να σημειωθεί πρώτον, ότι ο Τσαλδάρης ήταν ο μόνος που τελικά αθωώθηκε, ενώ στους λοιπούς επιβλήθηκαν ποινές ισόβιας κάθειρξης και δεύτερον, ότι είχε ήδη ανακριθεί για την ίδια υπόθεση στις Η.Π.Α., όπου συνελήφθησαν αρχικά και δεν είχε προκύψει το παραμικρό εναντίον του. (ΤΑ ΝΕΑ 4-5/1/03)
• Δύο βοσκοί (Βασίλης Παπαδόπουλος, Κωνσταντίνος Κυριακίδης) κρατήθηκαν για 2,5 έτη αντιμετωπίζοντας κατηγορία ανθρωποκτονίας από πρόθεση δύο Αλβανών, καταδικάστηκαν πρωτοβάθμια σε ισόβια κάθειρξη κι αθωώθηκαν ομόφωνα στο Εφετείο. Οι ενδείξεις ενοχής σε βάρος τους προέκυψαν, επειδή κοντά στην καλύβα τους βρέθηκε κάλυκας κυνηγετικού όπλου, που ταίριαζε όσον αφορά στον τύπο, αλλά δεν ταυτοποιήθηκε, με τους κάλυκες του όπλου που χρησιμοποιήθηκε στη διπλή ανθρωποκτονία (ΤΑ ΝΕΑ, 10/12/02)
• Ο Βασίλης Κάρτσιος, ύστερα από προσωρινή κράτηση 16 μηνών, αθωώθηκε από το Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο Κατερίνης για τη συμμετοχή που του απέδιδαν σε θανατηφόρο ληστεία τράπεζας, με τραγικό θύμα μια 20χρονη φοιτήτρια, ενώ για το συγκεκριμένο έγκλημα καταδικάστηκαν άλλα τρία άτομα ως αυτουργοί. Ο Κάρτσιος είχε διαφορές με τους ενόχους από παλαιότερες αγοραπωλησίες ναρκωτικών κι έτσι αυτοί, όταν συνελήφθησαν, τον κατονόμασαν ως αυτουργό της ανθρωποκτονίας της φοιτήτριας, με αποτέλεσμα να συλληφθεί κι αυτός και να διαταχθεί η προσωρινή κράτησή του. ( ΤΑ ΝΕΑ, 5/6/02)
• Ο 25χρονος Χρήστος Μακροδημήτρης πήγε στη γιορτή του εξάδελφού του στην Ανάβυσσο, επάνω στο κέφι βγήκε στη βεράντα με το φίλο του Νίκο Γκούρλια, αστυνομικό, κι άλλους δύο φίλους να πυροβολήσει στον αέρα, όπως κι έκανε. Ο αστυνομικός τού ζήτησε την καραμπίνα να ρίξει κι αυτός και την πήρε. Όμως, όντας ζαλισμένος από το αλκοόλ, δεν κράτησε καλά το όπλο, αυτό έπεσε στη βεράντα, εκπυρσοκρότησε κι ο Γκούρλιας σκοτώθηκε ακαριαία. Από πολλές και διαδοχικές παραλείψεις ιατρών, νοσοκόμων, αστυνομικών και δικαστικών λειτουργών ο Μακροδημήτρης θεωρήθηκε ύποπτος ανθρωποκτονίας από πρόθεση κατά του φίλου του, ασκήθηκε εναντίον του ποινική δίωξη και κρίθηκε προσωρινά κρατούμενος. Παρέμείνε 6 μήνες στη φυλακή και αθωώθηκε στο ακροατήριο παμψηφεί, αφού εκτέθηκαν εμπεριστατωμένα οι παραλείψεις που προηγήθηκαν και τον κατέστησαν ύποπτο και κατηγορούμενο, σε μια ακροαματική διαδικασία που διήρκησε όλα κι όλα 20 λεπτά! Τόσο χρειάστηκε για να αποδειχθεί η ανύπαρκτη σχέση του με το υποτιθέμενο έγκλημα. (ΤΑ ΝΕΑ, 1/12/93)
• Ο Νίκος Θεριάκης καταδικάστηκε σε φυλάκιση τεσσάρων ετών για ζωοκλοπή από το Κακουργοδικείο Χανίων, άσκησε έφεση, όμως έως ότου να εκδικασθεί η έφεση, ο ίδιος είχε ήδη εκτίσει την ποινή που του επιβλήθηκε κι ελεύθερος πια κάθισε στο εδώλιο του Εφετείου Χανίων. Και – κρατηθείτε - αθωώθηκε! (χωρίς περαιτέρω σχόλια) (ΕΞΟΥΣΙΑ, 1/4/97)
• Η Σταυρούλα Κατσαφαρέα καταδικάστηκε δύο φορές σε ισόβια για την ανθρωποκτονία των γονέων της (!) κρατήθηκε επί 4,5 χρόνια στη φυλακή και τελικά στο Εφετείο αθωώθηκε, ενώ κι η αναίρεση που άσκησε ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου κατά της αθωωτικής απόφασης απορρίφθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας. Το 1991 καταδικάστηκε πρωτόδικα και το 1997 επιβεβαιώθηκε και δικαστικά με αμετάκλητη απόφαση η αθωότητά της. Τον Ιανουάριο του 2005 συζητήθηκε ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας η αίτηση αποζημίωσης που είχε καταθέσει κατά του Ελληνικού Δημοσίου κι ο εισηγητής παρόλο που ζήτησε η αγωγή της να απορριφθεί ως απαράδεκτη, λόγω αναρμοδιότητας των διοικητικών δικαστηρίων, επί της ουσίας εισηγήθηκε να γίνει δεκτό το αίτημά της και να της καταβληθεί αποζημίωση. Αναμένεται ακόμα η απόφαση του δικαστηρίου. (ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 8/12/96)
Η συνήθης ερμηνεία παρόμοιων φαινομένων επιχειρείται μέσω επίκλησης εννοιών, όπως η δικαστική πλάνη. Κατά τον Χριστόφορο Αργυρόπουλο, πρόεδρο της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων, υπάρχουν δύο ειδών πλάνες: «Η οφειλόμενη σε έλλειψη στοιχείων, που περιορίζει το γνωστικό αντικείμενο της δικαιοσύνης, αλλά τότε κατανοούμε τη δυσκολία. Το δικαστήριο οφείλει να εξαντλεί κάθε δυνατότητα για διαλεύκανση, όμως, κάποτε παραμένουν στοιχεία άγνωστα. Υπάρχουν, βέβαια και περιπτώσεις πλάνης που θα μπορούσαν να αποφευχθούν αν είχε εξαντληθεί το δικαστικό καθήκον της πλήρους διαλεύκανσης της υπόθεσης. Αλλά καμιά φορά και ο όγκος των υποθέσεων δεν επιτρέπει την εξαντλητική διερεύνηση. Όταν λέμε πλάνη, εννοούμε ότι υπήρξε κακή εκτίμηση των στοιχείων και αυτό συμβαίνει σε πολύ μεγάλο ποσοστό. Όπου κι αν οφείλεται, όμως, είναι ένας βαρύς τραυματισμός για την αξιοπιστία της Δικαιοσύνης και του αισθήματος ασφάλειας που πρέπει όλοι να έχουμε, γιατί αυτό μας κρατάει ελεύθερους. Η δε ανθρώπινη πλευρά δεν αποκαθίσταται».
Η εξαντλητική διερεύνηση της υπόθεσης σίγουρα δεν απαντάται σε όλες τις περιπτώσεις επιβολής προσωρινής κράτησης, ενός θεσμού, ο οποίος «φέρει μια ιδιότυπον τιμωρητική απόχρωσιν» (Ανδρουλάκης, Θεμελιώδεις έννοιες ποινικής δίκης), κι έχει κατακριθεί από τη θεωρία κυρίως για τον τρόπο, με τον οποίο εφαρμόζεται στην πράξη. Παρόλο που ο νόμος (282 παρ. 3 ΚΠΔ) ορίζει αυστηρά τις προϋποθέσεις επιβολής προσωρινής κράτησης εναντίον του κατηγορουμένου, που, ας μην το λησμονούμε σε καμία στιγμή, προστατεύεται από το τεκμήριο αθωότητας, το οποίο αποτελεί μέρος της νομοθεσίας μας με υπερνομοθετική, μάλιστα, ισχύ (άρθρο 6 παρ. 2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου), στην δικαστηριακή πρακτική παρατηρείται συχνά το φαινόμενο να επιβάλλεται προσωρινή κράτηση σε περιπτώσεις, που θα αρκούσαν οι περιοριστικοί όροι. Παραβιάζεται, δηλαδή, χωρίς περίσκεψη η αρχή της επικουρικότητας της προσωρινής κράτησης έναντι των περιοριστικών όρων. Πιο συγκεκριμένα, ο νόμος απαιτεί για την επιβολή προσωρινής κράτησης σε βάρος κατηγορουμένου ποινική δίωξη σε βαθμό κακουργήματος (εξαίρεση εισήχθη με τον Ν. 3346/05 όσον αφορά το πλημμέλημα της ανθρωποκτονίας εξ αμελείας κατά συρροή, ύστερα από το γνωστό θανατηφόρο συμβάν με το σχολικό λεωφορείο στα Τέμπη) και άγνωστη διαμονή ή προπαρασκευαστικές ενέργειες φυγής ή φυγοδικία κατά το παρελθόν ή απόδραση ή παραβίαση περιορισμών διαμονής από τον κατηγορούμενο ή αιτιολογημένη κρίση βασισμένη σε συγκεκριμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της πράξης ή ειδικά μνημονευόμενα περιστατικά της προηγούμενης ζωής του ότι υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να διαπράξει νέα εγκλήματα. Ρητά, τέλος, «ξεκαθαρίζει» ο νόμος πως η βαρύτητα της πράξης δεν αρκεί, ώστε να κρατηθεί προσωρινά πολίτης.
Παρά τους παραπάνω σαφείς και αυστηρούς περιορισμούς του νόμου, είναι πολλές οι φορές που η προσωρινή κράτηση επιβάλλεται ελαφρά τη καρδία κι είναι αρκετές πλέον τα παραδείγματα, όπου αρκεί η δημοσιότητα που λαμβάνει ένα έγκλημα μέσω των ΜΜΕ για να επιβληθεί η οιονεί ποινή της προσωρινής κράτησης, προκειμένου να κοπάσει ο θόρυβος και να ικανοποιηθεί προσωρινά το λαϊκό περί δικαίου αίσθημα.
Κι όταν πια, έπειτα από δικαστικό αγώνα, στον οποίο εμπλέκεται κάποιος χωρίς να έχει την παραμικρή σχέση με το έγκλημα, παρά μόνο μια εξωτερική ομοιότητα με το δράστη, ενδεχομένως και μια σειρά από φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά λομπροζιανής καταβολής, που συχνά, έστω κι ενδόμυχα, αξιολογούνται άτυπα από τις αρχές ακόμα και σήμερα, η πολιτεία παραδέχεται το λάθος της και του χαρίζει και πάλι την ελευθερία του. Και μετά; Η εγκληματολογική θεωρία της συμβολικής αλληλεπίδρασης, η γνωστή θεωρία της ετικέτας, βρίσκει εξαιρετικά γόνιμο το έδαφος, το οποίο τόσο αποτελεσματικά είχαν προηγουμένως καλλιεργήσει οι επίσημες αρχές και ο Τύπος κι η «ρετσινιά» δύσκολα αποβάλλεται.
Η απάντηση του κράτους στο ερώτημα περί αποκατάστασης της θέσης τού αδίκως κρατηθέντος ή καταδικασθέντος είναι η αναγνώριση της δυνατότητας υποβολής αίτησης αποζημίωσης. Έπειτα από τη μείζονος σημασίας απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου «Καρακάσης κατά Ελλάδος» (17-10-200) η ελληνική Πολιτεία συμμορφώθηκε με τις επιταγές της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και με το άρθρο 26 του Ν. 2915/2001 αντικαταστάθηκαν τα άρθρα 533 - 545 του Κ.Π.Δ.. Έτσι πλέον, το Τρίτο Κεφάλαιο του Κ.Π.Δ. αναφέρεται στην αποζημίωση εκείνων που κρατήθηκαν προσωρινά και μετέπειτα αθωώθηκαν αμετάκλητα με βούλευμα ή απόφαση δικαστηρίου, εκείνων που κρατήθηκαν με καταδικαστική απόφαση, η οποία μετέπειτα εξαφανίσθηκε αμετάκλητα συνεπεία ένδικου μέσου ή επανάληψης της διαδικασίας. Αρμόδιο να αποφανθεί για την αποζημίωση είναι το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση για την υπόθεση με ιδιαίτερη και ταυτόχρονη απόφασή του ύστερα από αίτηση εκείνου που αθωώθηκε. Το ποσό της αποζημίωσης για κάθε ημέρα κράτησης αθώου πολίτη κυμαίνεται από 8,80 έως 29 ευρώ. Πλέον, δηλαδή, υπάρχει και (αρχική) κοστολόγηση του τεκμηρίου αθωότητας! Στην περίπτωση που ο θιγόμενος θεωρεί ότι η αποζημίωση που του επιδικάστηκε από τα ποινικά δικαστήρια δεν είναι επαρκής (και πώς να είναι επαρκής μια αποζημίωση 29 ευρώ για κάθε «χαμένη» ημέρα;) μπορεί να προσφύγει στα πολιτικά δικαστήρια και να ζητήσει να αποκατασταθεί κάθε περιουσιακή ζημία που υπέστη κατά της εκτέλεση της ποινής ή της προσωρινής κράτησης, καθώς κι η ηθική του βλάβη. Τα πολιτικά δικαστήρια δεσμεύονται από το περιεχόμενο της απόφασης του ποινικού δικαστηρίου και δεν εξετάζουν πάλι την ύπαρξη της διαφοράς.
Όπως γίνεται αντιληπτό από τα παραπάνω εκτεθέντα, εύκολα οποιοσδήποτε μπορεί να βρεθεί στο μάτι του κυκλώνα και μάλιστα υπό καθεστώς προσωρινής κράτησης, αλλά εξαιρετικά δύσκολα θα μπορέσει να αποφυλακιστεί, θα πασχίσει να αποδείξει την αθωότητά του, η οποία κατά το υπέρτατο νομικό αξίωμα δεν αποδεικνύεται, αλλά θεωρείται δεδομένη κι ακόμα πιο δύσκολα θα αποκαταστήσει κάθε είδους βλάβη που του προξενήθηκε. Μόνη λύση για την αποφυγή των επαναλήψεων του φαινομένου μοιάζει να είναι η αφύπνιση όλων των εμπλεκομένων προσώπων του συστήματος της ποινικής δικαιοσύνης κι η «ευλαβική» τήρηση των αυστηρών προϋποθέσεων που επιβάλλει ο νόμος, κάθε φορά που τίθεται το ζήτημα της επιβολής προσωρινής κράτησης ή ακόμα περισσότερο ποινικής καταδίκης. Ας μην φτάσουμε σε σημείο να αναφωνήσουμε «θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία»...
Αρθρογραφία:
Ν. Κουράκης, «Προσωρινή κράτηση: οι δυσλειτουργίες ενός θεσμού», Ποινικά Χρονικά ΛΣΤ/625
Θεόδωρος Μαντάς, «Καταχρήσεις κι υπερβάσεις στην εφαρμογή του θεσμού της προσωρινής κράτησης», Δικαιόραμα, Απρίλιος – Ιούνιος 2006
Ν. Ανδρουλάκης, «Θεμελιώδεις έννοιες της ποινικής δίκης», τ. Α΄, 1972
Εφημερίδες:
ΤΑ ΝΕΑ
ΤΟ ΒΗΜΑ
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
ΕΞΟΥΣΙΑ