της Ευδοκίας Ράπτη,
ασκούμενης δικηγόρου ΔΣΑ
"Δεν υπάρχουν δικαιολογίες για ότι κάνει, αλλά υπάρχουν αιτίες, και ο σκοπός της κινηματογραφικής ταινίας είναι να αναδείξει αυτές τις αιτίες φέρνοντας τες σε πρώτο πλάνο."
R. Ebert, Chicago Sun-Times (January 1, 2004)
Εισαγωγή
Η κινηματογραφική ταινία “MONSTER” βασίζεται στην αληθινή ιστορία της κατά συρροή δολοφόνου Aileen Wuornos, η οποία καταδικάστηκε για τους φόνους έξι ανδρών-πελατών της και εκτελέστηκε το 2002. Παρ΄ όλο που η κινηματογραφική πλοκή εστιάζει στο διάστημα της ζωής της κατά το οποίο διέπραξε τις δολοφονίες, επισημαίνονται και κάποια στοιχεία για την τραυματική παιδική της ηλικία (εγκατάλειψη από τους γονείς της, η προβληματική σχέση με τον αδερφό της και ο βιασμός της σε νεαρή ηλικία). (Γουσέτη, 2009, σ. 234-235).
H κινηματογραφική Aileen, μία αμφιλεγόμενη φιγούρα, την οποία βλέπει κάνεις και ως θύτη και ως θύμα, αναπαριστά μία σειρά ζητημάτων, όπως τη γυναίκα – δράστη, τη γυναίκα κατά συρροή δολοφόνο, το θύμα που μετατρέπεται σε θύτη προσπαθώντας να «φτιάξει» τη ζωή του, που κάνει την εγκληματολογική «ανάγνωση» της ταινίας πραγματικά ενδιαφέρουσα.
Η πλοκή
Η Aileen Wuornos, μία εκδιδόμενη γυναίκα η οποία ζει στο περιθώριο μέσα στην ανέχεια, γνωρίζει και ερωτεύεται ένα νεαρό κορίτσι, τη Selby. Η γνωριμία και η ερωτική σχέση των δύο γυναικών φαίνεται να αποτελεί «σανίδα σωτηρίας» για την Aileen. Η απόρριψη όμως που αντιμετωπίζουν από το οικογενειακό περιβάλλον της Selby, τις αναγκάζει να κάνουν μόνες τους μία νέα αρχή. Η Ailleen, μακριά από όλους και με μόνη συντροφιά την αγαπημένη της Selby, κάνει προσπάθειες για ένα νέο ξεκίνημα, για μία νόμιμη εργασία, αλλά δυστυχώς όλες τις οι απόπειρες πέφτουν στο κενό με αποτέλεσμα να επιστρέψει στην πορνεία, ώστε να παρέχει «τα προς το ζην» στη σύντροφό της. Ένα βράδυ η Ailleen δολοφονεί έναν «πελάτη», ο οποίος την κακοποίησε και αυτό το γεγονός θα αποτελέσει την αρχή του τέλους της. Σε διάστημα εννέα μηνών δολοφονεί επτά άνδρες –πελάτες, τους οποίους ληστεύει. Όταν φτάνει «η ώρα της κρίσης» και έρχεται αντιμέτωπη με το νόμο, είναι τελείως μόνη της. H Selby την εγκαταλείπει και την «προδίιδει». (Γουσέτη, 2009. σ. 234).
ΚΑΤΑ ΣΥΡΡΟΗ ΔΟΛΟΦΟΝΟΙ (SERIAL KILLERS)
Οι serial killers και η παρουσίασή τους στον κινηματογράφο
Τα «τέρατα» των εγκληματολογικών χρονικών διεγείρουν πάντοτε ένα νοσηρό ενδιαφέρον καθώς δίπλα στο φόβο προβάλλει η περιέργεια. Ένα από αυτά τα «τέρατα» είναι και ο serial killer, μία φιγούρα που μπορεί να κρυφτεί οπουδήποτε μέσα στη ζούγκλα των ασφάλτων των πόλεών μας. Ο φόβος του serial killer είναι ένας φόβος δίχως πρόσωπο, γιατί μπορεί να προέρχεται από τον λιγότερο ύποπτο άνθρωπο και είναι ένας φόβος που δεν κάνει διακρίσεις, που μπορεί να αφορά τον οποιονδήποτε. Κάποτε ο serial killer αποκαλούνταν mass murderer, σήμερα όμως έχει μετατραπεί σε κατά συρροή, καθώς σκοτώνει κατ’ επανάληψη, με εγκληματικές πράξεις που συνδέονται με το τελικό αποτέλεσμα, το θάνατο, αλλά διαφέρουν μεταξύ τους ως προς τον τρόπο εκτέλεσης. Ο serial killer σκοτώνει χωρίς κίνητρο, σκοτώνει άτομα που δεν γνωρίζει και για τα οποία δεν τρέφει καμία προσωπική μνησικακία. (Τζοβανίνι, 1995, σ. 13 επ.). Τα θύματά του είναι ανώνυμα, όπως ανώνυμος είναι και ο ίδιος ο δράστης, ο οποίος μπορεί να είναι πλούσιος ή φτωχός, υγιής ή τρελός, με υψηλό ή χαμηλό δείκτη νοημοσύνης.
«Οποιοσδήποτε μπορεί να πέσει στα δίχτυα του serial killer και οποιοσδήποτε μπορεί να είναι ένας serial killer». Η σύλληψη ενός κατά συρροή δολοφόνου είναι δύσκολη, ακριβώς εξαιτίας της απουσίας σταθερών μοντέλων προσωπικότητας αλλά και επειδή ο δράστης διατηρεί μία τέλεια διαύγεια κατά τη διάρκεια του εγκλήματος, που του επιτρέπει να αφήνει ελάχιστα ίχνη και να εξαφανίζεται μέσα στο ανθρώπινο μάγμα, χωρίς να αναγνωριστεί. Ο serial killer είναι σχεδόν πάντα άνδρας, αν και η ύπαρξη και θηλυκών δολοφόνων δεν πρέπει να μας ξενίζει. Η τυπολογία του εγκλήματος μπορεί να έχει μεταβλητά χαρακτηριστικά. Μπορεί να συνδέεται με πράξεις σεξουαλικής βίας και βασανισμού του θύματος και να ολοκληρώνεται με το διαμελισμό του θύματος και τον κανιβαλισμό. [1]. Οι κατά συρροή δολοφόνοι, στις περιπτώσεις που συλλαμβάνονται, συνηθίζουν να γίνονται πολύ φλύαροι μετά τη σύλληψη και τείνουν να αποδίδουν στον εαυτό τους πολλά περισσότερα εγκλήματα από αυτά που έχουν πράγματι διαπράξει, γεγονός το οποίο αποδεικνύει ότι το να σκοτώνουν αποτελεί ηδονιστική απόλαυση, και προσωπική επιτυχία και αυτοεπιβεβαίωση. Όπως ήταν φυσικό, ο κινηματογράφος ιδιοποιήθηκε μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα τη μορφή του serial killer. Στους θεατές αρέσει να βλέπουν δολοφονίες στην οθόνη, καθώς το τυπικό του μαρτυρίου, του πόνου, της ανησυχίας προσελκύει το σκληροτράχηλο κινηματογραφόφιλο κοινό. (Τζοβανίνι, 1992). «Η έρευνα για τα κατορθώματα ενός serial killer επιτρέπει να παντρέψουμε τη βία και το thrilling (ανατριχιαστικό) της σκληρής αστυνομικής ιστορίας με την ορθολογικότητα της επιστημονικής αστυνομικής ιστορίας : όσο πιο ωμοί είναι οι φόνοι, τόσο πιο δεσμευτικό θα είναι το σχέδιο που τους απαγγέλλει, τόσο πιο κατεστραμμένη η ψυχή του δολοφόνου, τόσο πιο αλεξανδρινό και μπαρόκ το σύστημα σημείων του» (. Μάρι, 1992).
Οι serial killers των κινηματογραφικών ταινιών άλλοτε προκαλούν αποστροφή και φόβο και άλλοτε μία συνένοχη συγκατάβαση και συμπάθεια, καθώς οι θεατές βλέπουν στο πρόσωπό τους μία γοητεία που απορρέει από την επαναστατική διάθεση του δράστη να παραβεί τους νόμους και το κατεστημένο και να εκτονωθεί. Ένα ανησυχητικό σημάδι εμπιστοσύνης προς τους κατά συρροή δολοφόνους του κινηματογράφου είναι τους γνωρίζουμε ονομαστικά και τους αποκαλούμε με το μικρό τους όνομα, σαν να είναι φίλοι μας, ή τα άτομα της διπλανής πόρτας. Πόσες φορές, σε φιλικές συζητήσεις δεν έχουν αναφερθεί τα ονόματα του Τζακ (του Αντεροβγάλτη), του Νόρμαν, του Τζέισον, του Μάικλ, του Φρέντι, του Χάνιμπαλ, του Χένρι; Ο κινηματογράφος έχει δωρίσει δεκάδες αρνητικούς και διεστραμμένους χαρακτήρες όπως ο Boston Strangler, o Πέτερ Λόρε του Μ, η τριλογία Χάμερ, ο Peeping Tom κ.λπ.
Τα θύματα των κινηματογραφικών ταινιών τρόμου με βασικό πρωταγωνιστή τον serial killer είναι συνήθως αγόρια και κορίτσια κάτω των 20 ετών, προτιμώμενοι χώροι για την τέλεση των εγκλημάτων είναι τα σχολεία και τα γνώριμα αστικά σπίτια όπου τα μελλοντικά θύματα αυταπατώνται ότι βρίσκουν προστασία και αγαπημένες χρονικές περίοδοι οι καλοκαιρινές διακοπές ή οι σχολικές εκδρομές. Αντίθετα υπάρχουν και σκηνοθέτες, όπως ο Ντε Πάλμα, που απευθύνονται σε «ενήλικο» κοινό, παίζοντας πάνω σε παραλλαγές των χιτσκοκικών θεμάτων και υποδεικνύοντας δρόμους για ένα ψυχολογικό θρίλερ που δεν περιορίζεται σε μία ακολουθία εγκλημάτων. Με το πέρασμα του χρόνου πολλαπλασιάζονται οι κινηματογραφικοί δολοφόνοι που μετατρέπονται σε λαϊκά ινδάλματα και που εισάγουν την έννοια του sequel (π.χ. Halloween, The Texas Chainsaw Massacre, Nightmare on Elm Street, Scream, Friday the 13th). Τέτοιου είδους ταινίες χαρακτηρίζονται από την απώλεια της αίσθησης του εγκλήματος και από την ουσιαστική ασημαντότητα του δολοφόνου, αφού όλα επικεντρώνονται στη σφαγή), προσπαθούν να εισβάλλουν στα παιδικά όνειρα και να γεννήσουν ανατριχίλα και φόβο. Δυστυχώς, στο τέλος της χιλιετίας δεν ωφελεί πλέον να γίνεται ορατός ο φόβος στο σινεμά. Κι αυτό διότι καθημερινά, στην πραγματική μας ζωή ερχόμαστε αντιμέτωποι με τη φρικαλεότητα και τη βία, με αποτέλεσμα οι φόβοι μας να είναι υπερβολικά ορατοί και να αντανακλώνται στην καθημερινότητα της κάθε κοινωνίας και κατ’ επέκταση στα αστυνομικά δελτία των τηλεοπτικών ειδήσεων.
Οι γυναίκες serial killers στον κινηματογράφο
Η συνεχής αναζήτηση νέου υλικού για τη δημιουργία μίας ταινίας, η οποία θα συνδυάζει την πρωτοτυπία με το εμπορικό σενάριο με στόχο την προσέλκυση κοινού στις κινηματογραφικές αίθουσες, δεν άφησε παραπονεμένες τις γυναίκες. Από τη δεκαετία του 1970 μέχρι σήμερα, το ακούραστο μυαλό κάποιων πρωτοποριακών σεναριογράφων προσέφερε στη γυναίκα πρωταγωνίστρια έναν καινούριο ρόλο, αυτό της serial killer. Έτσι, ενώ τόσα χρόνια, αρρωστημένοι άνδρες, με τεράστιο σωματότυπο και κάθε είδους όπλο, στοίχειωναν τα όνειρά μας και μας άφηναν άγρυπνους για πολλά συνεχόμενα μερόνυχτα, ήρθε η σειρά της πανούργας γυναίκας, η οποία σαν σύγχρονη αμαζόνα, απαλλαγμένη από ενοχή και συναισθηματικότητα σκοτώνει αλύπητα και ανελέητα και ανοίγει νέους δρόμους στην κινηματογραφική ιστορία, κατακτώντας μία θέση στον μέχρι πρότινος ανδροκρατούμενο χώρο των splatter movies. Ενδεικτικά, θα μπορούσαμε να αναφέρουμε ως αντιπροσωπευτικές κινηματογραφικές ταινίες στις οποίες ο βασικός χαρακτήρας είναι η γυναίκα κατά συρροή δολοφόνος, τις ακόλουθες: 1. Exposé (1976), 2. The witch who came from the sea (1976), 3. Basic instinct (1992), 4. Natural Born Killers (1994), 5. Serial mom (19944) 6. Kill Bill Vol. 1&2 (2003 &2004), 7. Haute Tension ( 2003 ) κ.α.
Οι γυναίκες δολοφόνοι (female serial murderers)
Γενικά, οι γυναίκες δεν συνηθίζουν να σκοτώνουν για σεξουαλικούς λόγους ούτε επειδή δέχθηκαν το κάλεσμα του Θεού ή του Διαβόλου. Ανέκαθεν η γυναίκα αντιμετωπιζόταν στερεοτυπικά ως ευάλωτη, ευαίσθητη, γεμάτη φροντίδα, παρά ως σωματικά και ψυχικά ικανή να τελέσει ανθρωποκτονία. Μόνο στις περιπτώσεις που δεχόταν κακοποίηση και ερχόταν αντιμέτωπη με βίαιη συμπεριφορά, η γυναίκα ήταν δικαιολογημένη ως προς την τέλεση φόνου. Για πολλές δεκαετίες, αυτή η πεποίθηση ήταν διαδεδομένη σε όλες τις κοινωνίες και εμφυτευμένη στο μυαλό και στην ανθρώπινη συνείδηση, μέχρι που στα τέλη του 19ου αιώνα εμφανίστηκαν κάποιες γυναίκες, οι πράξεις των οποίων τους αποδίδουν τον χαρακτηρισμό serial killers και γεννούν φόβο και αποτροπή. Αυτή η μεταστροφή οδήγησε τους επιστήμονες, τους ψυχολόγους και τους γιατρούς να επανεξετάσουν το θέμα της έμφυλης εγκληματικότητας και να το ερευνήσουν από τη σκοπιά της γυναικείας παραβατικότητας με στόχο να ανακαλύψουν τους λόγους για τους οποίους οι γυναίκες οδηγούνται σε εγκληματικές και βίαιες συμπεριφορές. Ένα βασικό κίνητρο για το οποίο οι γυναίκες δολοφονούν είναι η εμπλοκή τους σε δυσλειτουργικές προσωπικές σχέσεις. Η τυπική γυναίκα δολοφόνος θα σκοτώσει κάποιον γνωστό της και μάλιστα μέσα στο ίδιο της το σπίτι (π.χ. λόγω συζυγικής κακοποίησης ή απλά από εκδίκηση), όπου γίνεται λόγος για οικιακές ανθρωποκτονίες (domestic homicides)[2]. Πέρα από αυτή την κατηγορία γυναικών, κατά συρροή φόνοι που έχουν ως δράστες γυναίκες είναι σχετικά σπάνιο φαινόμενο. Έρευνες[3] δείχνουν πως οι περισσότερες γυναίκες δολοφόνοι έχουν ως συνεργό κάποιον άνδρα και πως η αύξηση της γυναικείας εγκληματικότητας διαπιστώνεται μετά το 1970, γεγονός το οποίο μπορεί στατιστικά να αποδοθεί στην αύξηση του πληθυσμού, στη βελτίωση της αστυνομικής έρευνας και στη μεγαλύτερη ενασχόληση από τα Μ.Μ.Ε.. Σε αντίθεση με τον άνδρα δολοφόνο, η γυναίκα δεν συνηθίζει να σκοτώνει αγνώστους, τα κίνητρά της είναι συνήθως υλικά και κυρίως οικονομικά ωφέληοφέλη και ο τρόπος θανάτωσης η χορήγηση δηλητηρίου ή χαπιών . (Holmes & Holmes, 1998, σ. 148). Ορισμένες γυναίκες που σκοτώνουν κατά συρροή προβαίνουν στα εγκλήματα αυτά λόγω εμπλοκής τους σε λατρείες, σε φανατικές ομάδες ή σε δυσλειτουργικές οικογένειες με παράδοση στα αποτρόπαια εγκλήματα (όπως λόγου χάρη η οικογένεια Charles Manson).
Με την πάροδο του χρόνου, η τάση των γυναικών που προβαίνουν σε πολλαπλούς φόνους είναι ανοδική, όπως φαίνεται από χαρακτηριστικές περιπτώσεις γυναικών-«τεράτων». Ως παραδείγματα τέτοιων γυναικών μπορούν να αναφερθούν τα εξής (δεν αναφέρω την Aileen Wuornos, διότι θα της αφιερώσω ολόκληρη ενότητα): 1. Μαίρη Αν Κότον (1832-1873): το βασικό, φονικό της όπλο ήταν το αρσενικό και τα θύματα που δηλητηριάστηκαν αγγίζουν τα 20 . (
http://www.men24.gr). 2. Belle Gunness (1859-1931): Η Γκάνες είναι μια από τις διασημότερες serial killers της Αμερικής. Εκτιμάται ότι έχει σκοτώσει πάνω από 20 ανθρώπους σε διάστημα κάποιων δεκαετιών. (
http://www.wikipedia.org). 3. Μίρα Χίντλεϊ (1942-2002): Μαζί με τον συνεργάτη της, Ίαν Μπρέιντι, έδρασαν το ’60 στην περιοχή του Μάντσεστερ και αργότερα διαπιστώθηκε ότι ήταν υπεύθυνοι για τη δολοφονία 3 παιδιών, ηλικίας 10-12 και δύο εφήβων, ηλικίας 16 και 17 . (
http://www.unsolvedmysteries.com). 4. Mπέβερλι Άλιτ (1968-): Η Μπέβερλι Γκέιλ Άλιτ που έγινε γνωστή ως «Άγγελος του Θανάτου», κατηγορήθηκε για τη δολοφονία 4 παιδιών και για τον τραυματισμό 5, το 1991. (
http://www.associatedcontent.com/article/213227/women_serial_killers_and_their_motives.html). 5. Mάρθα Μπεκ: μαζί με τον Ρέιμοντ Φερνάντεζ στα τέλη της δεκαετίας του ΄40 συντάραξαν την αμερικανική κοινωνία διαπράττοντας φόνους χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο Lonely Hearts Κillers (δολοφόνοι για μοναχικές καρδιές). Δολοφόνησαν συνολικά 20 γυναίκες.
Και ο κατάλογος συνεχίζεται…Υπάρχουν πάρα πολλές ακόμη γυναίκες οι οποίες έγραψαν με αίμα το όνομά τους στην ιστορία των serial killers και άφησαν το δικό τους στίγμα ως ένδειξη της υπέρτατης βαναυσότητας και φρίκης στην οποία μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος ως έλλογο ον.
Οι γυναίκες serial killers συχνά σκοτώνουν για υλικά οφέλη: χρήματα, ασφάλιση, επαγγελματική ανέλιξη. Η Dorothy Puente λόγου χάρη, στην πολιτεία του Sacramento, δολοφόνησε 9 ηλικιωμένους και έπειτα από το θάνατό τους υπεξαίρεσε από αυτούς και εξαργύρωσε τις επιταγές που τους χορηγούσε η Κοινωνική Ασφάλεια. Υπάρχουν όμως και γυναίκες serial killers των οποίων τα κίνητρα είναι εγγενή και συνδέονται με το σεξ, την εκδίκηση ή την ανεκπλήρωτη αγάπη. Μολονότι συνεπώς τα κίνητρα διαφέρουν για κάθε γυναίκα δράστη, υπάρχουν κάποια σταθερά χαρακτηριστικά της γυναικείας ροπής προς τον πολλαπλό φόνο. Ένα πρωτεύον χαρακτηριστικό είναι η χωρική κινητικότητα, βάσει του οποίου οι γυναίκες serial killers χωρίζονται σε 2 κατηγορίες: α) σε αυτές που είναι γεωγραφικά σταθερές, [4], δηλαδή διαμένουν σε μία τοποθεσία και αναζητούν σε αυτή ή σε πολύ μικρή απόσταση από αυτή τα θύματά τους και β) στις γεωγραφικά ασταθείς, [5], που το κάθε θύμα τοποθετείται σε διαφορετική τοποθεσία. Η συντριπτική πλειονότητα των γυναικών δραστών ανήκει στην πρώτη κατηγορία, κάτι που καθιστά ευκολότερο τον εντοπισμό και τη σύλληψή τους σε αντίθεση με τη δεύτερη κατηγορία, στην οποία οι Αρχές έρχονται αντιμέτωπες με θέματα δικαιοδοσίας και με έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ των υπηρεσιών. Τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά των γυναικών κατά συρροή δολοφόνων θα διαπιστωθούν καλύτερα μέσω της απαρίθμησης και ανάλυσης των τύπων γυναικών serial killers . (Holmes & Holmes, 1998, σ. 150 επ.).
The Motives of Female Serial Killers
1. Money (74%)
2. Control (13%)
3. Enjoyment (11%)
4. Sex (10%)
5. Drugs, cult involvement, cover up, or feelings of inadequacy (24%)
The Weapons Female Serial Killers Choose
1. Poison (80%)
2. Shooting (20%)
3. Bludgeoning (16%)
4. Suffocation (16%)
5. Stabbing (11%)
6. Drowning (5%)
Τύποι γυναικών serial killers
Α. Οραματίστρια (VISIONARY)
Oι περισσότερες serial killers δεν θεωρούνται ψυχωσικές και κατανοούν νομικά και ηθικά το μεμπτό του φόνου. Δεν έχουν προφανή συναισθήματα για την ευημερία των άλλων και συχνά διέπονται από αντικοινωνικό χαρακτήρα. Αντίθετα υπάρχουν και κάποιες οι οποίες δολοφονούν επειδή «εξαναγκάστηκαν» από εξωγενείς παράγοντες. Λόγου χάρη, κάποιες έχουν ομολογήσει ότι βλέπουν οράματα, στα οποία κάποια ανώτερη δύναμη τις διατάζει να σκοτώνουν. Οι γυναίκες αυτές στερούνται επαφής με την πραγματικότητα και υποστηρίζουν ότι έχουν μιλήσει με το Θεό, ή με έναν άγγελο ή με ένα πνεύμα ή με τον ίδιο το Σατανά. Ταλανίζονται από παραισθήσεις και η επιλογή του θύματος γίνεται ανάλογα με την περιγραφή του στο όραμα.
Β. Η αποσκοπούσα στην ευμάρεια και στην οικονομική άνεση (COMFORT)
Η γυναίκα αυτή έχει ως φονικό κίνητρο το υλικό κέρδος και όχι το ψυχολογικό όφελος. Ο τύπος αυτός της γυναίκας κατά συρροή δολοφόνου είναι ο πιο διαδεδομένος, κατά τον οποίο η δράστης συνήθως σκοτώνει ανθρώπους με τους οποίους σχετίζεται και από τους οποίους μπορεί να εκμαιεύσει υλικές απολαβές.
Γ. Ηδονίστρια (HEDONISTIC)
Ίσως πρόκειται για τον λιγότερο κατανοητό και αντιπροσωπευτικό τύπο των γυναικών serial killers. Ο τύπος αυτός γυναίκας έχει συνδέει τη θανάσιμη βία με την προσωπική, σεξουαλική ικανοποίηση. [6]. Το κίνητρο για μία ηδονίστρια γυναίκα κατά συρροή δολοφόνο είναι εγγενές με την προσωπικότητά της και αυτό είναι η προσωπική και κυρίως η σεξουαλική ευχαρίστηση. Το επιδιωκόμενο όφελος λοιπόν είναι καθαρά ψυχολογικό και όχι οικονομικό, κάτι το οποίο θα ίσχυε αν τα θύματα βρίσκονταν υπό καθεστώς ληστείας.
Δ. Διψασμένη για εξουσία (POWER SEEKER)
Εξουσία είναι η ικανότητα να υποτάσσεις τους άλλους στη δική σου βούληση και στις δικές σου επιθυμίες, η οποία μπορεί να φτάνει μέχρι και την απόλυτη, άνευ όρων κυριαρχία πάνω σε άλλον άνθρωπο. Για παράδειγμα, η Jane Toppan, νοσοκόμα, πιστεύεται ότι σκότωσε μεταξύ 70 και 100 άτομα και μετά τη σύλληψή της ανακοίνωσε γεμάτη υπερηφάνεια ότι κατάφερε να ξεγελάσει τις Αρχές, τους ανόητους γιατρούς και τους αδαείς συγγενείς και ομολόγησε ότι η μόνη της φιλοδοξία στη ζωή ήταν να σκοτώσει περισσότερους αβοήθητους ανθρώπους από κάθε άλλο δολοφόνο[7]! Μερικές δολοφόνοι συνηθίζουν να θανατώνουν επανειλημμένα τα θύματά τους με διαφορετικούς κάθε φορά τρόπους και στη συνέχεια να τα επαναφέρουν στη ζωή, για να τα βασανίσουν εκ νέου. Η Genene Jones, μία νοσοκόμα στην παιδιατρική μονάδα του Σαν Αντόνιο συνελήφθη για τους φόνους μικρών παιδιών, τα οποία είχαν εισαχθεί στο νοσοκομείο συνήθως για ασήμαντα ιατρικά προβλήματα. Η Jones αισθανόταν μία αίσθηση σημαντικότητας εργαζόμενη σε νοσοκομείο και η συμπεριφορά της μπορεί άνετα να παραλληλιστεί με την ιστορία του εθελοντή πυροσβέστη που προκαλεί μία φωτιά και στη συνέχεια εμφανίζεται πρώτος στο σημείο με την ελπίδα να γίνει ήρωας. Τέτοιου είδους δράστες λοιπόν, αποζητούν μία μορφή ψυχολογικής ικανοποίησης, μέσω του επαίνου από τους ανωτέρους ή της ευγνωμοσύνης από ασθενείς και την οικογένειά τους..
Ε. Μαθήτρια (DISCIPLE)
O τελευταίος τύπος γυναίκας serial killer είναι αυτή που τελεί υπό την επιρροή ενός χαρισματικού ηγέτη. Το όφελος και σε αυτή την περίπτωση είναι ψυχολογικό και δεν είναι άλλο από την αποδοχή και τον έπαινο από το είδωλό της, το οποίο συνήθως γένους αρσενικού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Leslie Van Houten, η οποία πρόθυμα έσφαζε τα θύματα τα οποία της υποδείκνυε ο Charles Manson. Το 1982, η Judy Neeley υποστήριξε ότι ο σύζυγός της Alvin την ανάγκασε να προβεί σε βασανισμούς και δολοφονίες, επειδή ήταν ολοκληρωτικά κυριευμένη από αυτόν (. Holmes & Holmes, 1998, σ. 153).
Συμπέρασμα
Από τα παραπάνω καθίσταται φανερό ότι ο αριθμός των γυναικών serial killers, που με τη συμπεριφορά τους γεννούν κίνδυνο στην κοινωνία και κυοφορούν το φόβο και την ανασφάλεια, σημειώνει ανοδική πορεία με το πέρασμα του χρόνου. Παρά το γεγονός ότι οι γυναίκες αντιπροσωπεύουν ένα μικρό ποσοστό κατά συρροή φόνων, η αλλαγή στα χαρακτηριστικά της γυναίκας εγκληματία, καθιστά επιτακτική την επανεξέταση του φαινομένου της γυναικείας εγκληματικότητας. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Ηickey: «τα τελευταία χρόνια, είναι καθησυχαστικό το ότι έχουν μειωθεί οι φόνοι μελών της οικογένειας από γυναίκες, αλλά αντιστρόφως έχει αυξηθεί ο αριθμός των γυναικών που σκοτώνουν αγνώστους και των οποίων τα κίνητρα παύουν να είναι πλέον τόσο ξεκάθαρα». Κατά συνέπεια, μολονότι κάποιοι ερευνητές επιμένουν ότι οι γυναίκες σκοτώνουν απλά και μόνο για να αποκομίσουν οικονομικά οφέλη, δεν πρέπει να αγνοούνται και άλλες πιο πολύπλοκες εξηγήσεις, που σχετίζονται με τον ψυχισμό και την ψυχοπαθολογία. Στις μέρες μας, το φαινόμενο της γυναικείας εγκληματικότητας και ο ρόλος της γυναίκας ως κατά συρροή δολοφόνος πρωταγωνιστεί στις έρευνες των ειδικών και καθίσταται αντικείμενο εξερεύνησης προκειμένου να διαπιστωθούν τα κίνητρα και ο εσωτερικός ψυχισμός των ατόμων αυτών. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι κανείς άνθρωπος δεν γεννιέται κακός. ‘Ουδείς εκών κακός’, σύμφωνα με το Σωκράτη και ‘tabula rasa σύμφωνα με το Rousseau, διαμορφώνουν την αντίληψη ότι η κοινωνία διαπλάθει την κοινωνία του ανθρώπου. «Τέρας» χαρακτηρίστηκε η Aileen Wuornos στην ομώνυμη κινηματογραφική ταινία και η κοινωνία οφείλει να τιμωρεί τέτοια τέρατα που και αν ζούσαν ίσως ποτέ να μην γίνονταν άνθρωποι. Ίσως τέτοια τέρατα είναι ανώμαλες, παρέισακτες εξαιρέσεις στον κανόνα. Ίσως τέτοια τέρατα είναι εκ πεποιθήσεως θηρία. Δεν μπορούμε να επέμβουμε στη φύση τους γιατί είναι οι ‘μοιραίες’, αφύσικες οντότητες που ολοκληρώνουν την κοινωνία. Δεν υπάρχει κανόνας χωρίς εξαίρεση, νόμος χωρίς παραβάτες, κοινωνία χωρίς ακοινώνητους. Αυτές οι μειονότητες ολοκληρώνουν την ολότητα και δίνουν αξία στην ανθρώπινη ύπαρξη. Έτσι, λοιπόν, οι νομοθέτες αποκτούν αξία, η κοινωνία γίνεται πανίσχυρος θεσμός, οι πολίτες αισθάνονται δικαιωμένοι σε μια ευνομούμενη πολιτεία. Όταν όλα λειτουργούν κυκλικά, τότε όλα επαναλαμβάνονται και διασώζονται. Κάθε κοινωνία μπόρεσε να ζήσει και να μεγαλουργήσει γιατί εξαφάνιζε τα λάθη της και σκότωνε τα παραμορφωμένα παιδιά της. ‘Το τέλειο’ δεν δέχεται, ούτε συγχωρεί το λάθος. Η δύναμη δεν συγχωρεί την αδυναμία, η ομορφιά δεν συγχωρεί την τερατογένεση. Για να μη διασαλευτεί λοιπόν η τάξη, οφείλει η κοινωνία σα λύση ύπαρξης να επιβάλει την τιμωρία στη διαφορετικότητα.
Μια κοινωνία, στην οποία από μικροί προετοιμαζόμασταν-ίσως και να ανυπομονούσαμε- να ζήσουμε, έχοντας καταβροχθίσει αμέτρητα παιδικά παραμύθια. Όπως στα ολοκληρωμένα παραμύθια υπάρχουν οι καλοί, οι αφελείς, οι ήρωες, οι δυνατοί, οι κακοί ή τα τέρατα, έτσι ακριβώς και στην πραγματική κοινωνία δρουν οι καθημερινοί ‘άνθρωποι, ο καθένας σύμφωνα με το δικό του σενάριο. Ωστόσο, κανείς, όταν είμαστε παιδιά, δεν μας μαθαίνει το πολυδιάστατο του χαρακτήρα των πραγματικών ανθρώπων. Δεν υπάρχουν αμιγώς καλοί ή κακοί, δειλοί ή αδύναμοι, ικανοί ή ανίκανοι, αφού η ίδια η εξισορροποιητική φύση του ανθρώπου τείνει να αντισταθμίζει τις αδυναμίες του με άλλα θετικά χαρακτηριστικά. Δεν υπάρχουν τέρατα ή δράκοι, αλλά τερατόμορφοι άνθρωποι και ανθρωπόμορφα τέρατα. Μακάρι η διαφοροποίηση ανάμεσα τούς να ήταν τόσο ευδιάκριτη, όσο και στα παραμύθια και όλα να ήταν ακριβώς όπως φάινονται. Κανείς δεν μας δίδασκει,όμως, ότι η κοινωνία είναι συχνά άδικη και αμείλικτη, αφού δεν διστάζει να φορέσει το αυστηρό της προσωπείο και να σκοτώσει ό,τι γέννησε και δημιούργησε η ίδια. Όπως και να έχει, θέλουμε να πιστεύουμε ότι ‘ζήσανε αυτοί καλά και εμείς καλύτερα...’.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
[1] Κατά κανόνα, o serial killer είναι ένας άνθρωπος που σκοτώνει πάνω από 3 άτομα, σε περίοδο 30 τουλάχιστον ημερών, ενώ μεταξύ των φόνων μεσολαβεί μία ‘cooling-off’ περίοδος. Η έννοια του serial killer χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον ειδικό πράκτορα του FBI Robert Ressler, το 1970, η ιδέα όμως ανήκει στον Γερμανό αστυνομικό επιθεωρητή, Ernst Gennat (1930). Βλ. σχετικά
www.wikipedia.org.
[2] Π.χ. η Jean Harris σκότωσε τον εραστή της, Dr. Tarnower, λόγω της σχέσης που πήγε στραβά.
[3] Οι σχετικές έρευνες πραγματοποιήθηκαν από τον Ηickey, το 1991, όταν εξέτασε 34 γυναίκες serial killers, από τις οποίες το 32% ήταν νοικοκυρές, το 18% νοσοκόμες, και το 15% άλλου είδους εργαζόμενες. Βλ. Holmes R.M. & Holmes S.T., (1998). Serial murder, 2nd edition, Thousand Oaks: Sage, pg. 148.
[4] Π.χ. η Mary Beth Tinning, που σκότωσε 9 από τα παιδία της και οι φόνοι έλαβαν χώρα στο ίδιο της το σπίτι.
[5] Π.χ. η Charlene Gallego και ο σύζυγός της έδρασαν στην Καλιφόρνια και στη Νεβάδα.
[6] Η Carol Bundy εξακολουθεί μέχρι και σήμερα να διατηρεί την αθωότητά της και οι Αρχές δεν έχουν επαρκείς αποδείξεις που θα οδηγήσουν στην ποινική της καταδίκη.
[7] Φάκελοι RMH.
[8] Κάτι το οποίο δεν αληθεύει, διότι στην Αλαμπάμα, το ζευγάρι απήγαγε ένα 13χρονο κορίτσι, το βίαζε και το βασάνιζε αδιάκοπα, μέχρι που τελικά η Judy του έκανε ένεση με δηλητήριο να πεθάνει και όταν απέτυχε, το πυροβόλησε πισώπλατα και το έριξε από ένα γκρεμό. βλ. Holmes R.M. & Holmes S.T., (1998). Serial Murder,2nd edition, Thousand Oaks: Sage, σ. 153.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Γουσέτη Ι., (2009), «Monster», σε Τσουραμάνη Χρ. Το έγκλημα. Στη θεωρία, στην πραγματικότητα, στον κινηματογράφο, Αθήνα: εκδ. Κατσαρός, σσ. 234-235.
Τζοβανίνι Φάμπιο, (1995). «Serial killer: oδηγός στους μεγάλους δολοφόνους στην ιστορία του κινηματογράφου», Αθήνα: Εκδόσεις Στάχυ, σελ. 13επ.
Τζοβανίνι Φάμπιο, (1992). Cyberpunk και Splαtterpunk, οδηγός σε δύο κουλτούρες του τέλους της χιλιετίας, Rome: Datanews.
Μάρι Μικέλε, (1992) «Στη σιωπή των αθώων», Corriere della sera.
Holmes R.M. & Holmes S.T., (1998). Serial murder, 2nd edition, Thousand Oaks: Sage, pg. 148.
http://
www.men24.grhttp://
www.yahoo.comhttp://
www.wikipedia.orghttp://
www.unsolvedmysteries.comhttp://www.associatedcontent.com/article/213227/women_serial_killers_and_their_motives.html?cat=49