της Μαριάννας Λημναίου,
σκηνοθέτιδος
Στο σινεμά κάνουμε διάκριση ανάμεσα στις αστυνομικές ταινίες, τις γκανγκστερικές και τα φιλμ νουάρ. Το «φιλμ νουάρ» ακολούθησε τις γκανγκστερικές ταινίες της δεκαετίας του ’20 και του ’30 και θεωρείται περισσότερο από είδος μια τάση, ένα εκλεπτυσμένο και γοητευτικό εγχείρημα, ίσως ακόμη κι ένας «τίτλος τιμής», γι’αυτό πρέπει να είμαστε αυστηροί όταν καλούμαστε να τον αποδώσουμε.
Το κλασικό φιλμ νουάρ αποτελεί «μονοπώλιο» του αμερικάνικου κινηματογράφου, καθιερώθηκε όμως διεθνώς ο γαλλικός αυτός όρος, διότι επινοήθηκε από τον Γάλλο κριτικό Νίνο Φρανκ το ’46, για να χαρακτηρίσει αμερικάνικες παραγωγές της διάρκειας του πολέμου, στις οποίες διαπίστωσε ενιαίο ύφος με ιστορίες δημοσιευμένες σε pulp περιοδικά της δεκαετίας του ’30, όπως η «Μαύρη Μάσκα», ιστορίες που αναδημοσιεύθηκαν στη Γαλλία τη δεκαετία του ’40 στη «Μαύρη Σειρά» («Série Noire»). Συγκεκριμένα, στο άρθρο του αναφέρθηκε σε τέσσερα κλασικά νουάρ: «Το Γεράκι της Μάλτας» (The Maltese Falcon, 1941), «Κολασμένη Αγάπη» (Double Indemnity, 1944), «Ραντεβού με τον Θάνατο» (Murder, My Sweet, 1944) και «Λώρα» (Laura, 1944). Καθιερωμένος στην ευρωπαϊκή κριτική, ο όρος «φιλμ νουάρ» ακούγεται στις Η.Π.Α. το ’55, όταν κυκλοφορεί το βιβλίο «Πανόραμα του αμερικάνικου φιλμ νουάρ» των Γάλλων Ρεμόν Μπορντ και Ετιέν Σομετόν.
Υπάρχουν μια σειρά χαρακτηριστικών που συνιστούν το στυλ νουάρ και ξεχωρίζουν ένα τέτοιο φιλμ, κάποια όμως, όπως η αφήγηση off, δηλαδή το voice-over του ήρωα, που εμπλέκει τον θεατή στην ηθική του κατάσταση, όπως και οι συχνές αναδρομές στο παρελθόν, είναι τεχνικές που χρησιμοποιούνται και σε άλλα είδη ταινιών, ενώ μπορεί και να λείπουν από κλασικά, όπως ο Μεγάλος Ύπνος.
Υπάρχουν, εντούτοις, κάποια καθοριστικά στοιχεία που, όταν συντρέχουν σωρευτικά, έχουμε αναμφισβήτητα ένα φιλμ νουάρ. Κατ’ αρχάς, η οπτική φόρμα, επηρεασμένη από τον Γερμανικό Εξπρεσιονισμό, ως προς τον σημειακό φωτισμό και τις έντονες φωτοσκιάσεις, γνωστές και ως «κιαροσκούρο». Μεγάλες σκιές στον τοίχο, κλειστά κάδρα και κλειστοί χώροι, καθώς και παιχνιδίσματα του φωτός με νερά του δρόμου και καθρέφτες είναι συχνά μοτίβα. Τα στοιχεία της φύσης, κυρίως η βροχή, αλλά και η ομίχλη, αποτελούν επίσης μοτίβα, επηρεάζοντας καμιά φορά και την εξέλιξη της ιστορίας. Δεύτερον, η θεματολογία. Η δράση λαμβάνει χώρα στο παρόν, στο σκληρό περιβάλλον του υποκόσμου των πόλεων, αντικατοπτρίζοντας το κοινωνικοοικονομικό συγκείμενο της εποχής. Αυτό που ξεχωρίζει αυτές τις ταινίες από τους προδρόμους τους είναι ότι αίρεται ο μανιχαϊσμός που επικρατούσε στο αστυνομικό, η ηθικολογία και ο συναισθηματισμός. Στην παρανομία μπορούν να εμπλακούν πλέον όλοι, αφού το καλό και το κακό συνυπάρχουν μέσα στους ήρωες. Η ψυχοσύνθεση του κεντρικού ήρωα έχει καταβολές από τη φιλοσοφία του υπαρξισμού, καθώς και από τη μελαγχολία και τον φαταλισμό των ηρώων του Γαλλικού Ποιητικού Ρεαλισμού. Ο ήρωας έχει βεβαρημένο παρελθόν, διακατέχεται από υπαρξιακή αγωνία και προσδοκά το μοιραίο. Μάλιστα, με το ντεκουπάζ/πλανοθεσία υπογραμμίζεται το αναπόδραστο, ότι το παρελθόν θα οδηγήσει αιτιοκρατικά στο τέλος. Συνήθως ο ήρωας είναι ντετέκτιβ που πίνει και καπνίζει, άλλοτε ψυχρός και κυνικός, άλλοτε ρομαντικός, όπως ο Μπόγκαρτ στον Μεγάλο Ύπνο. Ο Χάμφρι Μπόγκαρτ είναι ο μεγάλος σταρ αυτών των ταινιών. Ήρωας εναλλακτικά μπορεί να είναι κάποιος παράνομος ή κατατρεγμένος από την αστυνομία ή την κοινωνία (αποτυχημένος σεναριογράφος, δικηγόρος, ναυτικός), ενώ πάντοτε υπάρχει ένα έγκλημα, που είτε έχει λάβει χώρα στο παρελθόν είτε επίκειται και συνιστά προϊόν πάθους ή ασίγαστης επιθυμίας για χρήμα και δόξα. Δραματουργικό όχημα ενίοτε αποτέλεσαν ένα κυνηγημένο ζευγάρι εραστών ή η οργάνωση μιας ληστείας. Τέλος, θεμέλιος λίθος είναι η femme fatale, μια καταστροφική γυναίκα με μυστικά και ευτελείς στόχους, που επηρεάζει καταλυτικά την ιστορία και συνήθως ο κεντρικός ήρωας την ερωτεύεται, πολλές φορές όμως όχι μόνον αυτός (βλ. Λώρα, Αμάρτημα του Παρελθόντος). Ας θυμηθούμε λοιπόν την οπορτουνίστρια Λώρα του Πρέμινγκερ, την Τζέιν Γκριρ στο Αμάρτημα του Παρελθόντος και την Ρίτα Χέιγουορθ στην Κυρία της Σαγκάης, για την οποία λέει στην ταινία ο συμπρωταγωνιστής της, σκηνοθέτης και πρώην σύζυγός της, Όρσον Γουέλς: «Ίσως ζήσω τόσο ώστε να την ξεχάσω, ίσως πεθάνω προσπαθώντας». Το ’64 στα Cahiers du Cinéma, ο Γκοντάρ κατέταξε την εν λόγω ταινία ανάμεσα στις δέκα αγαπημένες του του αμερικάνικου ομιλούντος κινηματογράφου. Πρόκειται για ένα πολύ εκκεντρικό ως προς τη φόρμα του φιλμ. Κάθως οι διάλογοι σε αυτές τις ταινίες είναι πολύ γοητευτικοί, ας θυμηθούμε και τα λόγια του Μπόγκι (Μπόγκαρτ) στο εξαιρετικό In A Lonely Place: «Γεννήθηκα όταν τη συνάντησα, πέθανα όταν με άφησε, έζησα λίγες μέρες όσο ήμασταν μαζί».
Τα φιλμ νουάρ βασίστηκαν σχεδόν αποκλειστικά στο «σκληρό» αστυνομικό αφήγημα. Οι Ντάσιελ Χάμμετ, Ρέιμοντ Τσάντλερ και Τζέιμς Κέιν είναι οι πιο γνωστοί συγγραφείς, των οποίων τα έργα έγιναν φιλμ νουάρ. Υπάρχει γενική παραδοχή ως προς το Γεράκι της Μάλτας του Τζον Χιούστον, ως αρχή του φιλμ νουάρ, το 1941. Η ταινία βασίστηκε στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Χάμμετ και καθιέρωσε τις συμβάσεις του είδους, για το οποίο «χρυσή εποχή» θεωρείται το ’44-’50 και οριοθετείται από τις δύο ταινίες του Μπίλι Γουάιλντερ «Κολασμένη Αγάπη» και «Η Λεωφόρος της Δύσης».
Σχετικά με τον Τσάντλερ, οι διασκευές των μυθιστορημάτων του ξεκινούν το ’44 με το Ραντεβού με τον Θάνατο (Murder, My Sweet) του Έντουαρντ Ντμίτρικ, βασισμένο στη νουβέλα “Farewell, My Lovely”, για να συνεχιστούν με τον «Μεγάλο Ύπνο» του Χάουαρντ Χωκς (που μας χάρισε μια αριστουργηματική femme fatale άμα τη εμφανίσει της, την Λωρίν Μπακόλ) και την «Κυρά της Λίμνης» του Ρόμπερτ Μοντγκόμερυ, όχι τόσο μια καλή ταινία όσο περισσότερο ένα πείραμα, καθώς είναι γυρισμένη ολόκληρη ως υποκειμενικό πλάνο του Φίλιπ Μάρλοου. Ο «Μεγάλος Αποχαιρετισμός» θα γίνει νεο-νουάρ το ’73 από τον Ρόμπερτ Όλτμαν και θα ακολουθήσουν και διάφορα ριμέικ από εκείνες τις ταινίες.
Τα τρία κλασικά φιλμ νουάρ από μυθιστορήματα του Τζέιμς Κέιν είναι η «Κολασμένη Αγάπη» του Μπίλι Γουάιλντερ, η «Θύελλα σε Μητρική Καρδιά» του Μάικλ Κέρτις και «Ο Ταχυδρόμος Χτυπάει Πάντα δυο Φορές» του Τέι Γκάρνετ, που έγινε ριμέικ δεκαετίες αργότερα από τον Μπομπ Ράφελσον (1981), αλλά επηρέασε και πολλές άλλες ταινίες στην πλοκή τους.
Ο Όρσον Γουέλς οριοθετεί το τέλος του κλασικού νουάρ το ’58, με τον «Άρχοντα του Κακού», όπου υποδύεται ένα διεφθαρμένο αστυνομικό, απέναντι στον πολύ ενδιαφέροντα ρόλο του Τσάρλτον Ίστον.
Τη δεκαετία του ’70 συντελείται μια «αναγέννηση», οπότε και θα χρησιμοποιηθεί ο όρος «νεο-νουάρ», αφού η εποχή και η ατμόσφαιρα των φιλμ νουάρ έχουν παρέλθει και το αυθεντικό είναι αδύνατο να αναβιώσει. Από αυτά, σημαντικά είναι το «Chinatown» (1974) του Ρομάν Πολάνσκι και η «Έξαψη» (1981) του Λώρενς Κάσνταν, ενώ από το ’88 αρχίζουν να γυρίζονται και τα μυθιστορήματα του Τζέιμς Ελλρόυ, με καλύτερη ταινία το «Λος Άντζελες Εμπιστευτικό» (1997) του Κέρτις Χάνσον.
Στην άνθιση των αστυνομικών γαλλικών ταινιών κατά τις δεκαετίες ’60 και ’70 συναντάμε κάποιες φόρμες από το κλασικό αμερικάνικο φιλμ νουάρ, τόσο σε οπτική όσο και σε θεματική, καθώς και αρκετές αναφορές, όχι μόνο εκεί όμως, αλλά και σε πληθώρα άλλων ταινιών, εκείνης της εποχής και μεταγενέστερα, αστυνομικών και μη. Τα φιλμ όμως αυτά είναι αστυνομικά, κατασκοπευτικά, μυστηρίου ή θρίλερ και πολλές φορές κατά βάση ψυχολογικά δράματα και δεν πρέπει να συγχέονται με το φιλμ νουάρ. Η ίδια παρεξήγηση υπάρχει και γύρω από πολλές ταινίες του Χίτσκοκ.
ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΦΙΛΜ ΝΟΥΑΡ ΤΗΣ ΚΛΑΣΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ
Το Γεράκι της Μάλτας (The Maltese Falcon, 1941) – Τζον Χιούστον
Κολασμένη Αγάπη (Double Indemnity, 1944) – Μπίλι Γουάιλντερ
Ραντεβού με τον Θάνατο (Murder, My Sweet, 1944) – Έντουαρντ Ντμίτρικ
Λώρα (Laura, 1944) – Όττο Πρέμινγκερ
Θύελλα σε Μητρική Καρδιά (Mildred Pierce, 1945) – Μάικλ Κέρτις
Detour (1945) – Έντγκαρ Ούλμερ
Πάθος και Αίμα (Ο Μεγάλος Ύπνος, The Big Sleep, 1946) - Χάουαρντ Χωκς
Οι Δολοφόνοι (The Killers, 1946) – Ρόμπερτ Σιόντμακ
Γκίλντα (Gilda, 1946) – Τσαρλς Βίντορ
Ο Ταχυδρόμος Χτυπάει Πάντα δυο Φορές (The Postman Always Rings Twice, 1946) – Τέι Γκάρνετ
Αμάρτημα του Παρελθόντος (Out of the Past, 1947) – Ζακ Τουρνέρ
Η Κυρά της Λίμνης (Lady in the Lake, 1947) – Ρόμπερτ Μοντγκόμερυ
Στη Βοή της Καταιγίδας (Key Largo, 1948) – Τζον Χιούστον
Ο Νόμος της Μοίρας (They Live by Night, 1948) – Νίκολας Ρέι
Η Κυρία της Σαγκάης (The Lady from Shanghai, 1948) – Όρσον Γουέλς
Ο Τρίτος Άνθρωπος (The Third Man, 1949) – Κάρολ Ριντ
Ο Πόλεμος του Εγκλήματος (Gun Crazy, 1950) – Τζόζεφ Λιούις
Διψασμένος για Ηδονή (In A Lonely Place, 1950) – Νίκολας Ρέι
Η Λεωφόρος της Δύσης (Sunset Boulevard, 1950) – Μπίλι Γουάιλντερ
Το Μεγάλο Χτύπημα (The Big Heat, 1953) – Φριτς Λανγκ
Δώσ’ μου τα Χείλη σου (Angel Face, 1953) – Όττο Πρέμινγκερ
Ριφιφί (Du Rififi chez les Hommes, 1955) – Ζυλ Ντασέν
Φίλησέ με Μέχρι Θανάτου (Kiss me Deadly, 1955) – Ρόμπερτ Όλντριτς
Ο Άρχων του Κακού (Touch of Evil, 1958) – Όρσον Γουέλς
ΕΠΙΛΟΓΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ
1. Στάθης Βαλούκος, Ιστορία του Κινηματογράφου, εκδ.Αιγόκερως, 2003.
2. Andrew Spicer, Historical Dictionary of Film noir, Scarecrow Press, 2010.
3. Kristin Thomson & David Bordwell, Film History: An Introduction, McGraw-Hill .Inc, 1994.