του Κων/νου Πανάγου,
Νομικού - εγκληματολόγου
και της Ειρήνης Σταμούλη,
Νομικού - εγκληματολόγου
Η νεοσύστατη Ομάδα Δράσης της Ελληνικής Εταιρείας Εγκληματολογίας, αποτελούμενη από νέους επιστήμονες – εκπροσώπους των πανεπιστημίων της χώρας όπου διδάσκονται εγκληματολογικά μαθήματα, διοργανώνει κατά την τρέχουσα ακαδημαϊκή χρονιά ένα κύκλο σεμιναρίων με γενικό τίτλο «Δύο γενιές εγκληματολόγων συζητούν επί εγκληματολογικών ζητημάτων». Πρόκειται για μία πρωτοβουλία των μελών της ομάδας που επιχειρεί την επίτευξη ενός διττού στόχου: Αφενός την επιμόρφωση φοιτητών και φοιτητριών σε εγκληματολογικά ζητήματα, αφετέρου το να δοθεί βήμα σε νέους επιστήμονες, ώστε να παρουσιάσουν τις επιστημονικές τους εργασίες, υπό τη σκέπη και τη φροντίδα καταξιωμένων εγκληματολόγων και ποινικολόγων, που είτε διδάσκουν σε κάποιο από τα πανεπιστήμια της χώρας είτε εργάζονται στο σύστημα απονομής της ποινικής δικαιοσύνης. Το σεμινάριο δύναται, λοιπόν, να αποτελέσει ένα πεδίο γόνιμου επιστημονικού διαλόγου, που θα επιμορφώσει φοιτητές και φοιτήτριες που διαθέτουν ενδιαφέρον για την επιστήμη της εγκληματολογίας και θα προβληματίσει, ώστε να αναζητηθούν ορθές λύσεις στα ζητήματα που απασχολούν την εγκληματολογική επιστημονική κοινότητα σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.
Την Παρασκευή 19 Οκτωβρίου και ώρα 19.30, στο χώρο του της Βιβλιοθήκης του Ιδρύματος Μαραγκοπούλου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, η Ελληνική Εταιρεία Εγκληματολογίας εγκαινίασε τον κύκλο σεμιναρίων. Η κ. Κ. Σπινέλλη, Ομότιμη Καθηγήτρια Εγκληματολογίας-Σωφρονιστικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και Πρόεδρος της Εταιρείας πραγματοποίησε εισήγηση από κοινού με την κ. Ε. Δημάδη, Τελειόφοιτο του Πανεπιστημίου της Κρήτης. Οι εισηγήτριες παρουσίασαν τα πορίσματα μίας έρευνας στάσεων που υλοποιήθηκε κατά το πρώτο εξάμηνο του 2011 από το Εργαστήριο Ποινικών και Εγκληματολογικών Ερευνών με ερευνητικό εργαλείο ένα δομημένο ερωτηματολόγιο, το οποίο διανεμήθη σε δείγμα φοιτητών και φοιτητριών έξι ελληνικών πανεπιστημίων με στόχο τη διερεύνηση των στάσεων και των αντιλήψεών τους απέναντι σε ένα ιδιαίτερα σημαντικό κοινωνικό φαινόμενο, αυτό της διαφθοράς.
Βάσει των όσων εξέθεσαν οι εισηγήτριες στο κοινό, τα πορίσματα της έρευνας δεν απείχαν ιδιαίτερα από ό,τι αναμενόταν μέσω της σχετικής βιβλιογραφικής επισκόπησης που προηγήθηκε (θεωρητικό πλαίσιο). Εν ολίγοις, σύμφωνα με τους φοιτητές, η οικονομική κρίση οφείλεται σε παραπάνω από έναν παράγοντες και δεν αποτελεί απότοκο μόνο εσωτερικών (κρατικών) παραγόντων ή εξωτερικών συνθηκών. Ο εξαναγκασμός ενός πολίτη να δώσει σε δημόσιο λειτουργό περιουσιακό του στοιχείο, ώστε να τύχει ευνοϊκής μεταχείρισης θεωρήθηκε ως η κυριότερη μορφή διαφθοράς. Τα κόμματα και το κράτος κυριαρχούν στη διαφθορά και την έλλειψη εμπιστοσύνης από την πλευρά των φοιτητών. Το «φακελάκι» στο γιατρό αποτελεί τη μόνη μορφή χρηματισμού που δικαιολογείται στη συνείδηση των συμμετεχόντων. Δεν ισχύει το ίδιο για τις λοιπές. Οι φοιτητές δήλωσαν ότι θα επέβαλαν εν προκειμένω αυστηρότερες ποινές συγκριτικά με αυτές που προβλέπονται στο ελληνικό δίκαιο. Παρατηρήθηκε αρνητική συσχέτιση μεταξύ της εμπιστοσύνης στους θεσμούς και της διαφθοράς σε αυτούς. Παρόμοια συσχέτιση παρατηρήθηκε επίσης μεταξύ της δικαιολόγησης συμπεριφορών και της επιβολής ποινών. Βασικό συμπέρασμα αποτέλεσε το ότι οι συμμετέχοντες εκλαμβάνουν ως διεφθαρμένους τους σημαντικότερους θεσμούς της χώρας, απέναντι στους οποίους δεν επιδεικνύουν εμπιστοσύνη και ότι δεν δικαιολογούν τις βασικότερες μορφές διαφθοράς.
Ακολούθησε συζήτηση, το συντονισμό της οποίας ανέλαβε ο κ. Ν. Κουράκης, Καθηγητής Εγκληματολογίας-Σωφρονιστικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ενώ επί των θιγόμενων ζητημάτων τοποθετήθηκε επίσης η κ. Α. Γιωτοπούλου-Μαραγκοπούλου, Ομότιμη Καθηγήτρια Εγκληματολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και τ. Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Εγκληματολογίας. Το πρώτο σεμινάριο συγκέντρωσε σε εξαιρετικά σημαντικό βαθμό το ενδιαφέρον των φοιτητών και των φοιτητριών, γεγονός που επιρρώνεται από την αθρόα προσέλευσή τους στην κατάμεστη αίθουσα του Ιδρύματος Μαραγκοπούλου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Η αποδοχή αυτή αποδεικνύει το ειλικρινές ενδιαφέρον των νέων ανθρώπων για τις εγκληματολογικές επιστήμες, τη διάθεσή τους για επιπλέον απόκτηση γνώσεων επί του αντικειμένου και τη συμμετοχή τους σε δραστηριότητες που επιτρέπουν την αλληλεπίδρασή τους με καταξιωμένους επιστήμονες. Το γεγονός αυτό ενισχύει τη διάθεση των μελών της Ομάδας για τη διοργάνωση επιπλέον ανάλογων εκδηλώσεων.