της Δήμητρας Μπλίτσα,
δικηγόρου
Στις 21 Οκτωβρίου 2011, διοργανώθηκε στη Βαρκελώνη, από το ισπανικό Πανεπιστήμιο Universitat Pompeu Fabra (UPF), σεμινάριο με θέμα «Διάκριση στον Τομέα της Εργασίας λόγω Ποινικού Μητρώου» (‘Employment Discrimination based on Criminal Records’). Το σεμινάριο πραγματοποιήθηκε με πρωτοβουλία της Καθηγήτριας Ποινικού Δικαίου και Εγκληματολογίας του Πανεπιστημίου UPF, κας Elena Larrauri, και του Καθηγητή Ποινικού Δικαίου του αμερικανικού Πανεπιστημίου New York University και Διευθυντή του Κέντρου Έρευνας για το Έγκλημα και τη Δικαιοσύνη (Center for Research in Crime and Justice) του εν λόγω Πανεπιστημίου, κου James B. Jacobs. Το σεμινάριο πραγματοποιήθηκε με αφορμή τη μελέτη των Διοργανωτών Καθηγητών με τίτλο «Παρατηρήσεις για την Διάκριση στον Τομέα της Εργασίας λόγω Καταδίκης στις Η.Π.Α. και στην Ισπανία» (‘Observations on Conviction-Based Employment Discrimination in the U.S. & Spain’). Προσκεκλημένοι ομιλητές ήταν ο Καθηγητής Εγκληματολογίας στο Πανεπιστήμιο Leeds Metropolitan University της Μεγάλης Βρετανίας, κος Terry Thomas, ο Καθηγητής Εγκληματολογίας, μέλος του Κέντρου για την Εγκληματολογία και την Ποινική Δικαιοσύνη (Center for Criminology and Criminal Justice) του Πανεπιστημίου του Μάντσεστερ της Μεγάλης Βρετανίας, κος Bill Hebenton, η Καθηγήτρια Εγκληματολογίας στο Πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης της Ολλανδίας, κα Miranda Boone, η Δικηγόρος Αθηνών, LLM, κα Δήμητρα Μπλίτσα, και η Δρ Marijon Kayßer, Δικηγόρος στην Φρανκφούρτη της Γερμανίας. Eπίσης συμμετείχαν οι Καθηγήτριες Εργατικού Δικαίου του Πανεπιστημίου UPF, κκ. Julia Lopez και Chelo Chacartegui. Οι εισηγήσεις έγιναν στην αγγλική γλώσσα. Το σεμινάριο παρακολούθησαν μεταπτυχιακοί φοιτητές Εγκληματολογίας και υποψήφιοι διδάκτορες στον τομέα του Εργατικού Δικαίου.
Η πρώτη εισήγηση έγινε από κοινού από τους κκ. Terry Thomas και Bill Hebenton με θέμα «Διλήμματα και Επιπτώσεις της Ποινικής Καταδίκης: Μια εγκληματολογική οπτική από την Αγγλία και την Ουαλία» (‘Dilemmas and Consequences of a Criminal Conviction: a criminological perspective from England and Wales’). Αρχικά, οι εν λόγω Καθηγητές έκαναν μια αναδρομή στη χρήση του ποινικού μητρώου στον τομέα της εργασίας από το 1869 μέχρι σήμερα. Αναφέρθηκαν στην ίδρυση του Criminal Records Bureau, από το οποίο οι εργοδότες μπορούν να πληροφορηθούν το ποινικό μητρώο των αιτούντων εργασία, στα προβλήματα που προέκυψαν από τη λειτουργία του ανωτέρω οργάνου και στον αυξανόμενο αριθμό αιτήσεων για λήψη αντιγράφου ποινικού μητρώου από εργοδότες. Στη συνέχεια, οι ομιλητές εξέθεσαν τις υπάρχουσες έρευνες που αφορούν στο υπό εξέταση αντικείμενο και τόνισαν την ανάγκη να υπάρξουν νέες βρετανικές μελέτες για το ποσοστό των εργοδοτών, σε εθνικό επίπεδο, που συλλέγουν πληροφορίες για το ποινικό παρελθόν των υποψηφίων προς εργασία/εργαζομένων, τα ποσοστά ανεργίας ατόμων με προηγούμενη ποινική καταδίκη, τα ποσοστά τέλεσης νέων αδικημάτων στο χώρο εργασίας από εργαζόμενους με προηγούμενη καταδίκη, κλπ. Τέλος, οι ομιλητές ανέλυσαν το βρετανικό θεσμό των ‘αναλωθέντων’ (‘spent’) καταδικών στο ποινικό μητρώο του καταδικασθέντος, οι οποίες, μετά από ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, αν και το ίδιο το δελτίο ποινικό μητρώου δεν καταστρέφεται, θα πρέπει να θεωρηθούν ως ουδέποτε επιβληθείσες στον καταδικασθέντα. Οι ομιλητές αναφέρθηκαν στα προβλήματα εφαρμογής του ανωτέρω θεσμού και στις προτάσεις για βελτίωση του σχετικού νομοθετικού πλαισίου.
Στη δεύτερη εισήγηση, η κα Miranda Boone αρχικά αναφέρθηκε στο νομοθετικό πλαίσιο που διέπει την οργάνωση τήρησης, το περιεχόμενο και τη χρήση του ποινικού μητρώου στην Ολλανδία. Στη συνέχεια, αφενός παρέθεσε τις περιπτώσεις όπου η διακριτική μεταχείριση αιτούντων εργασία, λόγω της ύπαρξης καταδίκης στο ποινικό τους μητρώου, είναι επιβεβλημένη από το νόμο (de jure διάκριση) και αφετέρου αναφέρθηκε στις περιπτώσεις επαγγελμάτων όπου η δυνατότητα διάκρισης ή όχι από τον εργοδότη δεν ρυθμίζεται ρητά από το νόμο (de facto διάκριση). Στο σημείο αυτό, η ομιλήτρια επικεντρώθηκε στον ολλανδικό θεσμό του ‘πιστοποιητικού συμπεριφοράς’ (‘conduct certificate’) και στις προϋποθέσεις έκδοσής του. Κλείνοντας, η κα Boone, προέβη σε μια εκτίμηση του ολλανδικού νομοθετικού πλαισίου, σε ό,τι αφορά τη χρήση του ποινικού μητρώου στον τομέα της εργασίας, και έθεσε ερωτήσεις για περαιτέρω έρευνα του αντικειμένου.
Οι συμμετέχουσες στο σεμινάριο, κκ. Julia Lopez και Chelo Chacartegui, διατύπωσαν ενδιαφέρουσες παρεμβάσεις υπό το πρίσμα του Εργατικού Δικαίου. Η κα Lopez ασχολήθηκε με τα δικαιώματα των εργαζομένων υπό την ισπανική νομοθεσία και Σύνταγμα. Η κα Chacartegui αναφέρθηκε ειδικότερα στην προστασία των προσωπικών δεδομένων των εργαζομένων σύμφωνα με την ευρωπαϊκή και ισπανική νομοθεσία.
Το δεύτερο μέρος της εκδήλωσης ξεκίνησε με την εισήγηση της κας Δήμητρας Μπλίτσα με θέμα «Καταδίκη και Εργασία στην Ελλάδα: από την εθνική νομοθεσία στις ευρωπαϊκές απαιτήσεις» (‘Conviction and Employment in Greece: from national legislation to European requirements’). Εισαγωγικά, η ομιλήτρια αναφέρθηκε στη διάκριση στην Ελλάδα των αντιγράφων ποινικού μητρώου σε δικαστικής και γενικής χρήσης, στα πρόσωπα που έχουν δικαίωμα πρόσβασης σε κάθε ένα από τα δυο είδη αντιγράφου, στους κανόνες που διέπουν τη μη αναγραφή στο αντίγραφο γενικής χρήσης καταδικών μετά το πέρας ορισμένου χρόνου και στις προϋποθέσεις καταστροφής των δελτίων ποινικού μητρώου.
Στο πρώτο μέρος της εισήγησής της, η ομιλήτρια ασχολήθηκε αφενός με τις περιπτώσεις όπου η διάκριση σε βάρος των αιτούντων εργασία, λόγω της ύπαρξης καταδίκης στο ποινικό τους μητρώου, είναι επιβεβλημένη από το νόμο (de jure διάκριση) και αφετέρου με τις περιπτώσεις επαγγελμάτων, όπου η δυνατότητα διάκρισης ή όχι από τον εργοδότη λόγω ποινικού μητρώου δεν ρυθμίζεται ειδικά στο νόμο (de facto διάκριση).
Όσον αφορά την πρώτη περίπτωση της de jure διάκρισης, η ομιλήτρια τόνισε ότι αυτή είναι ιδιαίτερα εκτενής, καθώς αφορά στην εργασία σε όλο το δημόσιο τομέα αλλά και σε πλήθος επαγγελμάτων του ιδιωτικού τομέα, για τα οποία ο νομοθέτης απαιτεί την προηγούμενη έκδοση άδειας ή την επίβλεψη του συγκεκριμένου επαγγέλματος από ορισμένο όργανο/αρχή (π.χ. επαγγέλματα του δικηγόρου, ιατρού, οδηγού ταξί, μεσίτη, κλπ.). Στο σημείο αυτό, η κα Μπλίτσα αναφέρθηκε στην κριτική που έχει ασκηθεί στο παρόν νομοθετικό πλαίσιο για το απόλυτο κώλυμα πρόσληψης στο δημόσιο τομέα προσώπων με ορισμένες προηγούμενες καταδίκες. Στη συνέχεια ανέλυσε τα προβλήματα που προκύπτουν από τα ελληνικά νομοθετήματα, τα οποία απαγορεύουν την έκδοση άδειας άσκησης επαγγέλματος για πολλά επαγγέλματα του ιδιωτικού τομέα, σε περίπτωση προηγούμενης καταδίκης του αιτούντος για συγκεκριμένα αδικήματα (π.χ. έλλειψη συνάφειας μεταξύ των προϋποθέσεων της συγκεκριμένης εργασίας και των αδικημάτων, η καταδίκη για τα οποία επιφέρει το κώλυμα για την έκδοση της άδειας, εφαρμογή του κωλύματος λόγω προηγούμενης καταδίκης ακόμη και για επαγγέλματα ανειδίκευτης εργασίας (π.χ. σερβιτόρος), προβλήματα στην ομοιόμορφη εφαρμογή των σχετικών νομοθετημάτων από διαφορετικούς φορείς, κλπ.). Όσον αφορά την περίπτωση της de facto διάκρισης, που αφορά στους εργοδότες του ιδιωτικού τομέα, η ομιλήτρια αναφέρθηκε καταρχάς στην έλλειψη ελληνικής και ευρωπαϊκής νομοθεσίας που να απαγορεύει ρητά τη διάκριση σε βάρος αιτούντων εργασία/εργαζομένων λόγω ποινικής καταδίκης, αλλά επισήμανε την Οδηγία 95/46/ΕΚ και το Ν.2472/1997 για την ‘προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα’. Στο σημείο αυτό, η ομιλήτρια ανέλυσε τις αυστηρές προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες οι εργοδότες, κατά την ανωτέρω νομοθεσία, μπορούν να επεξεργαστούν τα προσωπικά δεδομένα των εργαζομένων, όπως το ποινικό μητρώο. Επίσης, η ομιλήτρια σημείωσε ότι δεν είναι γνωστό ποιο είναι το ποσοστό των εργοδοτών του ιδιωτικού τομέα στην Ελλάδα που ζητούν να τους επιδειχθεί το ποινικό μητρώο των αιτούντων εργασία/εργαζομένων, αλλά παρουσίασε στατιστικά στοιχεία από το Τμήμα Ποινικού Μητρώου Αθηνών και από έρευνα με ερωτηματολόγια, που διεξήγαγε η ίδια στην Αθήνα, από την οποία προκύπτει ότι, τουλάχιστον στην Αθήνα, κατά τα τελευταία έτη, το ποσοστό αυτό είναι σημαντικό. Η ομιλήτρια τόνισε την ανάγκη να ερευνηθεί σε εθνικό επίπεδο το ποσοστό των εργοδοτών που ζητούν από τους υποψηφίους προς εργασία/εργαζομένους να τους αποκαλύψουν το ποινικό τους μητρώο, καθώς σε πολλές περιπτώσεις, ενόψει της κείμενης νομοθεσίας, η αναζήτηση αυτή δεν είναι σύννομη και πρότεινε την καλύτερη ενημέρωση των εργοδοτών και των εργαζομένων σχετικά με τις προϋποθέσεις νόμιμης επεξεργασίας του ποινικού μητρώου των εργαζομένων από τους εργοδότες.
Στο δεύτερο μέρος της εισήγησης της κας Μπλίτσα, αναπτύχθηκε ειδικά το κώλυμα εργασίας, σε θέσεις που προϋποθέτουν επαφή με παιδιά, για άτομα που έχουν στο παρελθόν καταδικαστεί για αδικήματα που αφορούν στη σεξουαλική κακοποίηση και εκμετάλλευση παιδιών. Συγκεκριμένα, η ομιλήτρια παρέθεσε το ισχύον ευρωπαϊκό νομοθετικό πλαίσιο, και δη την Απόφαση-πλαίσιο 2004/68/ΔΕΥ του Συμβουλίου για την καταπολέμηση της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας, σχολίασε την εφαρμογή της στην Ελλάδα, και, τέλος, αναφέρθηκε στις παρούσες ενέργειες για την αντικατάσταση της ανωτέρω Απόφασης-πλαίσιο από νέα Ευρωπαϊκή Οδηγία.
Ξεκινώντας την τέταρτη κατά σειρά εισήγηση, η κα Marijon Kayßer, αναφέρθηκε στον τρόπο τήρησης και στο περιεχόμενο του ποινικού μητρώου στη Γερμανία. Στη συνέχεια, η κα Kayßer, ανέλυσε το εθνικό νομοθετικό πλαίσιο που διέπει τη δυνατότητα των εργοδοτών να ζητούν πληροφορίες από τους αιτούντες εργασία/εργαζομένους για το ποινικό τους παρελθόν και τη σχετική γερμανική νομολογία. Καταλήγοντας, η ομιλήτρια αναφέρθηκε στην ανάγκη συγκέντρωσης στοιχείων για τον αριθμό των αιτούντων εργασία/εργαζομένων από τους οποίους οι εργοδότες ζητούν πληροφορίες για το ποινικό τους μητρώο και άσκησε κριτική στην διάκριση μεταξύ εργοδοτών του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα, όσον αφορά το επιτρεπτό ή όχι της διακριτικής μεταχείρισης των αιτούντων εργασία/εργαζομένων λόγω προηγούμενης καταδίκης.
Μετά την ολοκλήρωση κάθε εισήγησης, οι ακροατές είχαν την ευκαιρία να εκφράσουν τις απορίες τους πάνω στα ζητήματα που αναλύθηκαν και να διατυπώσουν τη γνώμη τους. Μετά τη λήξη όλων των ομιλιών, οι Διευθύνοντες το σεμινάριο, κκ. Elena Larrauri και James B. Jacobs, διατύπωσαν κάποιες τελικές επισημάνσεις και ερωτήσεις καθώς και συνολικές παρατηρήσεις σχετικά με τον τρόπο νομοθετικής αντιμετώπισης της διάκρισης στον τομέα της εργασίας λόγω ποινικού μητρώου στην Ευρώπη και στις Η.Π.Α.. Το σεμινάριο έκλεισε με θερμές ευχαριστίες από όλους για την πετυχημένη και ενδιαφέρουσα εξέταση του θέματος από την οπτική γωνία διαφορετικών έννομων τάξεων.