Επιμέλεια:
Μαριάνθη Θεοδωροπούλου - Διονύσης Χιόνης
Η απόφαση υπ. αρ. 49, 50, 51, 52, 53/1999 του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Πειραιά ρίχνει φως στο σκοτεινό κόσμο των ελληνικών φυλακών κι όσα αποκαλύπτονται είναι τουλάχιστον τρομακτικά. Ανθρωποκτονίες, αρπαγές, απόπειρες ανθρωποκτονιών, διακεκριμένες φθορές, στάσεις κρατουμένων είναι μερικές από τις πράξεις που διαδραματίζονται στα σωφρονιστικά καταστήματα κατά τη διάρκεια στάσης κρατουμένων...
Ακολουθεί το κείμενο της απόφασης:
ΜΟΕφΠειρ 49, 50, 51, 52, 53/1999
Πρόεδρος: Ρ. Κεδίκογλου
Εισαγγελέας: Α. Δαδούκης
Δικηγόρος: Γ. Τρίψας
Ο κατηγορούμενος Ν.Π. ήταν κρατούμενος στις Φυλακές
Κορυδαλλού στις 14.11.1995, όπου είχε μεταχθεί από τις φυλακές
Κέρκυρας. Αυτός είχε καταδικαστεί για ανθρωποκτονία και βιασμό, πράξεις
που διέπραξε με τη συμμετοχή των αδελφών Π.Σ. και Χ.Σ., επίσης
κρατουμένων στις ίδιες φυλακές Κορυδαλλού κατά τον ανωτέρω χρόνο. Στις
14.11.1995 και περί ώρα 19.30` μ.μ. στο χώρο της Γ` πτέρυγας των
φυλακών Κορυδαλλού, όπου εκρατείτο και o κατηγορούμενος Ν.Π., ο
τελευταίος μαζί με τους αδελφούς Π.Σ. και Χ.Σ. και άλλους κρατουμένους
επεχείρησαν βίαια να αποδράσουν, κάνοντας στάση, επετέθησαν με
γρονθοκοπήματα κατά των φυλάκων Ι.Κ. και Π.Π. αρχικά, τους οποίους
εξουδετέρωσαν και τους αφαίρεσαν τα κλειδιά και το τηλέφωνο
ενδοεπικοινωνίας και στη συνέχεια κατά του αρχιφυλακεύοντα -
υπαρχιφύλακα Π.Γ. και άλλων φυλάκων. Αποτέλεσμα αυτής της στάσεωςήταν
να επεκταθεί η βίαια εξέγερση σε όλο τον χώρο της Γ` πτέρυγας και σε
ευρύτερο χώρο των φυλακών Κορυδαλλού και να ακολουθήσει χαώδης
κατάσταση, η οποία διήρκεσε μέχρι τις 19.11.1995.
Στα πλαίσια αυτής της εξέγερσης ο κατηγορούμενος σε συνεργασία με
τους άλλους πιο πάνω συγκρατούμενους, με περισσότερες πράξεις τους, που
συνιστούν εξακολούθηση ενός και του αυτού εγκλήματος, χρησιμοποιώντας
βία και απειλή βίας, κατόρθωσαν να συλλάβουν και να καταστήσουν
ομήρους, χωρίς να έχουν προφανώς το δικαίωμα αυτό, τους σωφρονιστικούς
υπαλλήλους Ι.Κ., Π.Π., Π.Γ., Κ.Κ., Α.Σ., Π.Κ., καθώς και τον ψυχίατρο
της φυλακής Ε. -Α.Φ. και τον υπάλληλο - νοσοκόμο Ν.Γ. Τους ανωτέρω,
αφού συνέλαβαν, τους κράτησαν ως ομήρους στα κελιά 120 και στη συνέχεια
119 της ίδιας Γ` πτέρυγας μέχρι την 04.00` ώρα της 15.11.1995 τον
ψυχίατρο και τον Κ.Κ., τους δε λοιπούς μέχρι την 01.00` ώρα της
16.11.1995, οπότε τους απελευθέρωσαν. Στην ομηρεία των προσώπων αυτών
προέβησαν ο παρών κατηγορούμενος και οι λοιποί κρατούμενοι προκειμένου
με τον τρόπο αυτό να εξαναγκάσουν τα αρμόδια όργανα της πολιτείας και
συγκεκριμένα τον Υπουργό Δ/σύνης, το Γενικό Γραμματέα Υπουργείου
Δ/σύνης και την Αστυνομική Δύναμη να παραλείψουν τις νόμιμες ενέργειές
τους και να αποδεχθούν τα αιτήματά τους, αποτρέποντας έτσι την επέμβαση
των αστυνομικών δυνάμεων εντός του χώρου των φυλακών Κορυδαλλού.
Προέβησαν δε στην απελευθέρωση των ομήρων αυτών, ύστερα από την πάροδο ικανού χρόνου και κατόπιν διαπραγματεύσεων με το Γενικό Γραμματέα του
Υπουργείου Δ/σύνης και εκπροσώπους της αστυνομικής αρχής, αφού
αντιλήφθησαν ότι είχαν ληφθεί ασφυκτικά μέτρα ασφαλείας στους χώρους
γύρω από τις φυλακές και η οποιαδήποτε απόδρασή τους ή άλλη ενέργεια
δεν ήταν πλέον εφικτή.
Κατά τη διάρκεια αυτής της εξέγερσης και της ομηρείας των ανωτέρω
υπαλλήλων, που έλαβε μεγάλες διαστάσεις, ο κατηγορούμενος Ν.Π. μαζί με
άλλους κρατουμένους, με περισσότερες πράξεις τους, που συνιστούν
εξακολούθηση ενός και του αυτού εγκλήματος, προέβησαν απρόκλητα σε
εκτεταμένες καταστροφές, με φωτιές που άναψαν και με άλλους τρόπους,
των χώρων των φυλακών, ιατρείου, αρχιφυλακείου, μαγειρείου,
λεβητοστασίου, καφενείου, βιβλιοθήκης, αποθηκών ιματισμού, διαδρόμων
και λοιπών κοινοχρήστων χώρων, όπου κατέστρεψαν έπιπλα, έγγραφα,
βιβλία, χρήσιμα αντικείμενα και κάθε είδους κινητό πράγματα, η αξία των
οποίων υπερβαίνει το ποσό των 27.000.000 δρχ., χωρίς την αξία
αποκατάστασης του λεβητοστασίου.
Κατά τη διάρκεια της εξεγέρσεως αυτής ο κατηγορούμενος Ν.Π., κατά τις
νυκτερινές ώρες 14/15.11.1995 συνήντησε έξω από το γραφείο του ιερέως
της φυλακής τον κρατούμενο Α.Ο., που κατευθυνόταν προς το φαρμακείο. Ο
κατηγορούμενος αυτός (Ν.Π.), ευρισκόμενος σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και
χρησιμοποιών ένα αιχμηρό αντικείμενο (κατσαβίδι), που έφερε μαζί του,
επιτέθηκε κατά του Α.Ο. και επέφερε σ`αυτόν με το κατσαβίδι πολλαπλά
κτυπήματα και τραύματα στο δεξιό υποχόνδριο, διαμπερές πλάγια
ημιθωράκιο και πρόσθιο ημιθωράκιο, έως ότου κατέπεσε αυτός αιμόφυρτος
και λιπόθυμος. Ο παθών διεσώθη τελικώς, όταν έγινε αντιληπτός ο
κατηγορούμενος από άλλους συγκρατούμενους, οι οποίοι παρέδωσαν τον
παθόντα στο αρχιφυλακείο και μεταφέρθηκε αργότερα στο Τζάνειο
Νοσοκομείο, όπου υποβλήθηκε σε σοβαρότατη χειρουργική επέμβαση. Ο
κατηγορούμενος είχε πρόθεση να θανατώσει τον παθόντα αυτόν από εκδίκηση
γιατί πίστευε ότι ήταν κάποτε μαζί του συγκρατούμενος στις φυλακές
Λάρισας και ότι ο παθών τον είχε καταγγείλει για κάποια υπόθεση
ναρκωτικών. Ανεξάρτητα όμως από την αφορμή αυτήν, ο κατηγορούμενος είχε
πρόθεση να φονεύσει τον παθόντα αυτόν, λαβών την απόφαση και εκτελέσας
την πράξη του σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, για να ικανοποιήσει έτσι τα
άγρια ένστικτά του, πλην όμως δεν ολοκλήρωσε την πράξη του, αφενός
γιατί έγινε αντιληπτός από άλλους συγκρατουμένους και αφετέρου και
κυρίως γιατί πίστευε ότι, όταν έπεσε ο παθών κάτω αιμόφυρτος και
λιπόθυμος, είχε ήδη αποβιώσει.
Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα της εξεγέρσεως στις φυλακές Κορυδαλλού
και συγκεκριμένα τις πρωϊνές ώρες της 16.11.1995 ο κατηγορούμενος Ν.Π.
μαζί με τον συγκρατούμενό του Κ.Φ. εισήλθαν στον ειδικό χώρο κράτησης
της πτέρυγας Γ`, όπου γινόταν η απομόνωση ορισμένων κρατουμένων για
διάφορους λόγους. Την ώρα εκείνη στο κελί 1 του χώρου αυτού
(απομόνωσης) βρισκόταν ο Δ.Κ., που εξέτιε μικρή ποινή, ως τοξικομανής.
Ο κατηγορούμενος Ν.Π. εντελώς αιφνιδιαστικά και απρόκλητα, σε
συνεργασία με τον Κ.Φ. επιτέθηκαν κατά του παθόντος Δ.Κ. και κατάφεραν
κατ` αυτού με τα χέρια γρονθοκοπήματα στη κεφαλή και άλλα σημεία του
σώματός του και με αιχμηρά αντικείμενα, μικρό σουβλί και άλλα όργανα,
είκοσι τρία (23) πλήγματα στην καρδιά και στην πλάγια θωρακοοσφυϊκή
χώρα. Από τα κτυπήματα αυτά και τα πλήγματα με αιχμηρά αντικείμενα
υπέστη ο παθών κακώσεις στην κεφαλή, στη γνάθο, στα οστά, στην
προκάρδια χώρα, τρώσεις στην καρδιά, στην επιφάνεια της σπλήνας και
περινεφρική θλάση αριστερά, όπως αυτά λεπτομερώς περιγράφονται και στο
διατακτικό της παρούσης (βλ. ιατροδικαστική έκθεση νεκροψίας). Στη
συνέχεια και ενώ ο παθών ήταν ακόμη ζωντανός, οι ανωτέρω δράστες
απαγχόνισαν αυτόν, με τη χρησιμοποίηση του σεντονιού του ως βρόχο και
προκάλεσαν έτσι το θάνατό του. Μετά δε το θάνατό του έθεσαν φωτιά, αφού
περιέλουσαν το σώμα με πετρέλαιο, με την συνεργασία και άλλων, μεταξύ
των οποίων των αδελφών Π.Σ. και Χ.Σ., με αποτέλεσμα να απανθρακωθεί ο
παθών κατά το 70% της επιφανείας του. Ο κατηγορούμενος προέβη στην
πράξη του αυτή, απόφαση και εκτέλεση, σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και
είχε πρόθεση να ολοκληρώσει την πράξη του και να θανατώσει τον παθόντα,
για τον λόγο δε αυτό επέφερε σ` αυτόν πολλαπλά κτυπήματα, μαζί με τον
Κ.Φ. και στη συνέχεια προέβη στον απαγχονισμό του, για να είναι βέβαιος
για την επίτευξη του επιδιωκόμενου αποτελέσματος, που ήταν η επέλευση
του θανάτου του παθόντος.
Ο Κατηγορούμενος Ν.Π. αρνείται τη συμμετοχή του στο θάνατο του Δ.Κ.
Ομως την εγκληματική του αυτή δραστηριότητα ως προς το θάνατο του Δ.Κ.
βεβαιώνει μετά λόγου γνώσεως ο μάρτυρας B.Β., που βρισκόταν κατά την
ώρα εκείνη στο κελλί 7 της απομόνωσης, μαζί με τους Ν.Γ., Σ.Λ., και
παρηκολούθησε την είσοδο του κατηγορουμένου .Ν.Π. στο κελί 1 της
απομόνωσης και αμέσως μετά τις φωνές από τα κτυπήματα του θύματος Δ.Κ.,
ο οποίος μάλιστα μάρτυρας B.B. υποστηρίζει ότι ο ίδιος θα έπρεπε να
ήταν o στόχος της εγκληματικής αυτής δραστηριότητας του Ν.Π., γιατί σ`
αυτό το κελί 1 έμενε πριν από την έναρξη της εξέγερσης και είχε μάλιστα
έχθρα εναντίον του ο κατηγορούμενος Ν.Π., γιατί τον θεωρούσε υπεύθυνο
καταγγελίας εναντίον πολλών για διακίνηση ναρκωτικών στο χώρο των
φυλακών. Ανεξάρτητα όμως από την ορθότητα της υποστηριζόμενης άποψης
από τον B.B., ο ίδιος αντιλήφθηκε την κίνηση του Ν.Π. προς το κελί 1
της απομόνωσης και τη θανάτωση απ` αυτόν του ατυχούς Δ.Κ. Αλλά και ο
μάρτυρας Ζ.B. βεβαιώνει ότι ο Ν.Π. ισχυρίζετο μετά την πράξη του ότι
τους "ξεκοίλιασε" όλους και μάλιστα κάποιο ψηλό στην απομόνωση, που
ήταν το θύμα Δ.Κ. και υπερηφανεύετο για την πράξη του αυτή. Για την
ίδια αυτή αξιόποινη πράξη καταθέτουν και άλλοι μάρτυρες, όπως οι Ν.Γ.,
Σ.Λ. και ο αρχιφύλακας Γ.Π., ότι o Ν.Π. καταγγέλθηκε από πολλούς
κρατούμενους ως ο δράστης, μαζί με τον Κ.Φ., της ανθρωποκτονίας σε
βάρος του Δ.Κ.
Πρέπει να σημειωθεί ότι δεν υποβλήθηκε από τον κατηγορούμενο ή τον
συνήγορό του κανένα αίτημα για την αναγνώριση ελαφρυντικού στο πρόσωπο
του κατηγορουμένου ή για την αναγνώριση της τελέσεως των πράξεών του σε
κατάσταση τέτοια, που να δικαιολογεί την επιβολή μειωμένης ποινής. Ούτε
όμως από το ίδιο αποδεικτικό υλικό αποδείχθηκε ότι συντρέχει στο
πρόσωπο του κατηγορουμένου Ν.Π. περίπτωση ελαττωμένου καταλογισμού,
αφού αυτός προέβη στην τέλεση των πράξεών του σε κατάσταση πλήρους
συνειδήσεως, αυτοπεποιθήσεως και εκφράσεως του εσωτερικού ψυχικού του
κόσμου και των άγριων ενστίκτων του, έτσι ώστε δεν πρέπει να
αναγνωρισθούν σ` αυτόν ελαφρυντικά. Κατ` ακολουθίαν όλων αυτών πρέπει
να κηρυχθεί ο κατηγορούμενος ένοχος ανθρωποκτονίας με πρόθεση σε βάρος
του Δ.Κ. (άρθρο 299 παρ. 1 ΠΚ), κατά πλειοψηφία έξι προς ένα, ενός
μέλους του Δικαστηρίου αυτού, του ενόρκου Ν.Ζ., έχοντος τη γνώμη ότι
έπρεπε να κηρυχθεί ο κατηγορούμενος Ν.Π. αθώος για την πράξη αυτήν της
ανθρωποκτονίας, γιατί δεν επείσθη απολύτως ότι αυτός ήταν ο δράστης της
εγκληματικής αυτής πράξεως και να κηρυχθεί επίσης ένοχος ομοφώνως της
απόπειρας ανθρωποκτονίας με πρόθεση σε βάρος του Α.Ο. (άρθρα 299 παρ.
1, 42 παρ. 1 ΠΚ), της αρπαγής κατ` εξακολούθηση σε βάρος των παραπάνω
υπαλλήλων των φυλακών (άρθρα 322 παρ. 1 περ. β`, 98 ΠΚ), της κατ`
εξακολούθηση διακεκριμένης φθοράς πραγμάτων χρησιμοποιουμένων σε κοινό
όφελος (άρθρα 381 παρ. 1, 382 παρ. 1, 2, 3, 98 ΠΚ) και της στάσεως
κρατουμένων (άρθρο 174 παρ. 1, 2 ΠΚ, πριν από την αντικατάστασή του από
το άρθρο 2 παρ. 7 Ν 2479/1997), χωρίς την αναγνώριση στο πρόσωπό του
οποιουδήποτε ελαφρυντικού.
Για τους λόγους αυτούς [...]
Απορρίπτει όσα κρίθηκαν απορριπτέα στο σκεπτικό.
Ι. Κηρύσσει κατά πλειοψηφία ένοχο τον κατηγορούμενο του ότι: Στον
Πειραιά κατά τις πρωϊνές ώρες της 16.11.1995, εντός του σωφρονιστικού
καταστήματος της δικαστικής φυλακής Κορυδαλλού, όπου είχε εκδηλωθεί
στάση κρατουμένων, τυγχάνων κρατούμενος της Γ` πτέρυγας, από κοινού με
τον συγκρατούμενό του Κ.Φ., σκότωσαν άλλον και συγκεκριμένα.....
ΙI. Κηρύσσει ομοφώνως ένοχο τον παραπάνω κατηγορούμενο του ότι:
Α. Στη Δικαστική Φυλακή Κορυδαλλού, κατό τις νυκτερινές ώρες της
14/15.11.1995 από πρόθεση προέβη σε πράξη που συνιστά τουλάχιστον αρχή
εκτελέσεως του κακουργήματος της ανθρωποκτονίας από πρόθεση, το οποίο
δεν ολοκληρώθηκε από αίτια εξωτερικά και όχι αναγόμενα στη βούληση του
κατηγορουμένου. Συγκεκριμένα.....
B. Στη Δικαστική Φυλακή Κορυδαλλού την 14.11.1995, από κοινού με τους
συγκατηγορουμένους του πρωτοδίκως, με περισσότερες πράξεις που
συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος (κατ` επιτρεπτή μεταβολή
της κατηγορίας) χρησιμοποιώντας βία και απειλή βίας, περιήγαγαν άλλους
σε κατάσταση ομηρίας παρανόμως, με σκοπό να εξαναγκασθούν άλλοι και
μάλιστα τα αρμόδια όργανα της Πολιτείας (Υπουργός Δικαιοσύνης, Γενικός
Γραμματέας Υπουργείου Δικαιοσύνης, Επικεφαλής Αστυνομικής Δύναμης) σε
παράλειψη. [...]
Γ. Στη Δικαστική φυλακή Κορυδαλλού, μέσα στο χρονικό διάστημα από
14.11.1995 μέχρι 19.11.1995, με περισσότερες πράξεις που συνιστούν
εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, από κοινού με τους
συγκατηγορουμένους του πρωτοδίκως, Χ.Σ. και Π.Σ., κατέστρεψαν και με
φωτιά ξένα εν όλω κινητά πράγματα, που χρησίμευσαν για το κοινό
όφελος. Συγκεκριμένα.......
Δ. Στις Δικαστικές φυλακές Κορυδαλλού την 14.11.1995 ενεργών από
κοινού με τους συγκατηγορουμένους του πρωτοδίκως Π.Σ., Χ.Σ., Π.Σ.,
Κ.Π., Π.Α., και Κ.Κ., τυγχάνοντες φυλακισμένοι, επιχείρησαν βίαια να
αποδράσουν, επετέθησαν με έργα κατά των υπαλλήλων της φυλακής και
βιαιοπράγησαν κατ` αυτών. Συγκεκριμένα.....
Για τους λόγους αυτούς
Καταδικάζει τον κηρυχθέντα ένοχο κατηγορούμενο Ν.Π. στις παρακάτω
ποινές: α) ισόβια κάθειρξη για την πράξη της ανθρωποκτονίας από
πρόθεση, β) κάθειρξη δώδεκα (12) ετών για την πράξη της απόπειρας
ανθρωποκτονίας από πρόθεση, γ) κάθειρξη ένδεκα (11) ετών για την πράξη
της αρπαγής, δ) φυλάκιση δύο (2) ετών για την πράξη της διακεκριμένης
φθοράς και ε) φυλάκιση ενός (1) έτους για την πράξη της στάσης
κρατουμένων.