συνέντευξη στο Διονύση Χιόνη,
δικηγόρο - Υπ. Διδ. Εγκληματολογίας
Πώς προέκυψε το ενδιαφέρον σας για την εγκληματολογία;
Οι σπουδές στην Κοινωνιολογία ήταν μια επιλογή συνειδητή (και η μοναδική μου στο μηχανογραφικό) σε μια εποχή που το κύρος του κοινωνιολόγου βρισκόταν στο απόγειό του. Από το πρώτο εξάμηνο των σπουδών μου στο Πάντειο με συνεπήραν οι συζητήσεις με τους Καθηγητές Εγκληματολογίας, οι οποίοι μου έδειξαν έναν νέο εξειδικευμένο δρόμο της κοινωνικής επιστήμης, τον οποίο και αγάπησα. Δεν θα διστάσω να πω ότι είμαι δημιούργημα αυτών των ανθρώπων, τους οποίους και θα έχω πάντα στη καρδιά μου, δηλαδή τον Ι. Φαρσεδάκη, τον Α. Μαγγανά, την Α. Χάιδου, την Ε. Λαμπροπούλου και τη Χ. Ζαραφωνίτου. Από κει και πέρα το ενδιαφέρον συνέχιζε να ανανεώνεται με τη προσωπική γνωριμία και συνεργασία με καταπληκτικούς ανθρώπους όπως ο Γ. Νικολόπουλος, ο Γ. Πανούσης, η Β. Αρτινοπούλου, η Κ. Σπινέλλη, ο Ν. Κουράκης, ο Λ. Δημόπουλος, ο Β. Καρύδης, η Σ. Βιδάλη, ο Θ. Παπαθεοδώρου, ο Σ. Παπαθανασόπουλος, ο Χ. Τσουραμάνης, η Μ. Τσελώνη και ο Σ. Αλεξιάδης. Οι άνθρωποι αυτοί, με αυτή τη χρονολογική σειρά συνέβαλαν στο να αγαπήσω και να συνεχίσω να κάνω αυτό που κάνω.
Ποια είναι η πορεία των σπουδών σας και ποια η σημερινή θέση σας;
Αγαπημένο βιβλίο:
"Το φως που καίει" του Βάρναλη.
Αγαπημένη κινηματογραφική ταινία:
Η πρώτη ταινία που είδα στον
κινηματογράφο:
"Ο Σπάρτακος" του Κιούμπρικ
και το αξεπέραστο
"Η ζωή είναι ωραία" του Μπενίνι
Αγαπημένος εκδρομικός προορισμός:
Το ακρωτήρι
«Παλιός» στο χωριό μου- Μανταμάδος Λέσβου
Αγαπημένο είδος μουσικής:
Προκλασσική με ειδική
προτίμηση σε Μπαχ και
στο καλοκαίρι του Vivaldi
Χόμπυ: Φροντίζω να ξεκλέβω
χρόνο σχεδόν κάθε βδομάδα
για μαθήματα χορού και ξένων
γλωσσών |
Οι σπουδές μου ακολούθησαν το δρόμο της Παντείου, το Τμήμα Κοινωνιολογίας και το Τομέα Εγκληματολογίας για 9 συναπτά έτη, ξεκινώντας από το πτυχίο, συνεχίζοντας με το μεταπτυχιακό σεμινάριο και καταλήγοντας στο διδακτορικό. Μετά από εργασιακή μου περιοδεία (αρκετά χρόνια παράλληλη) στον ιδιωτικό και αρκετούς φορείς του δημόσιου τομέα (τοπική αυτοδιοίκηση, Υπουργείο, ανεξάρτητη διοικητική αρχή), κατέληξα εδώ και 6,5 χρόνια να διδάσκω στο Τμήμα Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου, προπτυχιακά και μεταπτυχιακά μαθήματα ως Επίκουρος Καθηγητής. Παράλληλα το τελευταίο χρόνο διευθύνω και ένα Ερευνητικό Εργαστήριο στο Πανεπιστήμιο, μέσα από το οποίο συνεργάζομαι, και είμαι ευτυχής για αυτό, με πολλούς νέους επιστήμονες που αγαπάνε εξίσου το χώρο μας.
Ποιες ήταν οι σημαντικότερες δυσκολίες που αντιμετωπίσατε στη διοργάνωση της 1η Συνάντησης Ελλήνων Εγκληματολόγων;
Η Συνάντηση μας αυτή θα λήξει με την έκδοση των πρακτικών, θέμα με το οποίο συνεργάζομαι με τους συναδέλφους της Οργανωτικής Επιτροπής. Νομίζω ότι η μεγαλύτερη δυσκολία ήταν το οικονομικό, όταν η οικονομική βοήθεια που εγκρίθηκε πρόσφατα από το Πανεπιστήμιο είναι το 1/10 του συνολικού κόστους της διοργάνωσης. Τελικά η αυτοχρηματοδότηση και το αγκάλιασμα των τοπικών φορέων του νησιού της Λέσβου, πέτυχαν τον ζητούμενο ισολογισμό. Τα παραπάνω όμως, είχαν ως προϋπόθεση ένας συνεχές τρέξιμο δημοσίων σχέσεων από μια μικρή ομάδα ανθρώπων- συνεργατών μου, τους οποίους συντόνιζε τον τελευταίο 1,5 χρόνο η υποψ. διδάκτοράς μου, Α. Κίτσιου. Μπορεί να μην είχαμε εμπειρία αλλά δεν μας έλειπε η πίστη, ακόμα και όταν δεχόμασταν συνεχώς αρνήσεις χρηματοδότησης, μέχρι και τη τελευταία στιγμή.
Ποιες εντυπώσεις σάς άφησε; Εξελίχθηκε έτσι όπως την περιμένατε;
Από αυτή την εμπειρία κατάλαβα ότι τίποτα δεν εξελίσσεται όπως το περιμένεις για αυτό θα πρέπει να προσαρμόζεσαι συνεχώς σε δεδομένα τα οποία αρκετές φορές δεν μπορείς να ελέγξεις 100%. Έχω την εντύπωση όμως ότι πήγε αρκετά καλά για πρώτη φορά και αυτό οφείλεται στις πολύ καλές παρουσιάσεις, στην πολύ καλή συνεργασία με τους συναδέλφους της Επιστημονικής και Οργανωτικής Επιτροπής, στην καταπληκτική οργανωτική δουλειά 15 φοιτητών αλλά και στην ανταπόκριση της τοπικής κοινωνίας, η οποία γέμισε τις αίθουσες και παρακολουθούσε με ενδιαφέρον τις εισηγήσεις. Νομίζω ότι αυτό ήταν και το κύριο ζητούμενο της συνάντησης αυτής οπότε κατά αυτή την έννοια, πετύχαμε.
Ποια στιγμή μπορείτε να ξεχωρίσετε από όλο το τριήμερο της Συνάντησης;
Η στιγμή της εναρκτήριας εκδήλωσης ήταν αρκετά φορτισμένη συναισθηματικά για μένα, γιατί αποτελούσε ένα όνειρο το οποίο σε αρκετές περιπτώσεις πίστευα ότι δεν θα γινόταν ποτέ πραγματικότητα. Λίγες ώρες πριν, μάλιστα, είχα και το κωμικό περιστατικό να κρεμιέμαι από τα κάγκελα του δευτέρου ορόφου ενός κτιρίου στη Μυτιλήνη, για την τοποθέτηση ενός πανώ. Η στιγμή της λήξης του συνεδρίου με τη διακήρυξη της Μυτιλήνης ήταν επίσης μια άλλη σημαντική στιγμή ενδεικτική ότι αυτό που έγινε θα έχει συνέχεια.
Για ποιό λόγο θεωρείτε ότι η πρώτη συνάντηση άργησε τόσα χρόνια;
Συναντήσεις και συνέδρια εγκληματολογίας γίνονταν και θα συνεχίζουν να γίνονται στην Ελλάδα με θεματικό προσανατολισμό, τα οποία παράγουν σημαντικά αποτελέσματα για την επιστήμη μας. Μια συνάντηση που είχε ως σκοπό μια συνολική γνωριμία μεταξύ μας, και ίσως μια ποιο εντατική προσπάθεια για την εμπέδωση αυτοσυνείδησης μιας επιστημονικής κοινότητας ήταν λογικό να έρθει όταν οι συνθήκες το επέτρεπαν και κυρίως όταν οι άνθρωποι που αποτελούν αυτή τη κοινότητα, αποτελούν έναν ικανοποιητικό μέγεθος τόσο ποσοτικά όσο και σε σχέση με τη διαφορετικότητα στο γνωστικό αντικείμενο της ερευνητικής τους ενασχόλησης. Κατά αυτή την έννοια η συνάντηση αυτή δεν άργησε.
Σε τι υπολείπεται η εγκληματολογία στην Ελλάδα μας σε σχέση με τις προηγμένες επιστημονικά χώρες;
Είχα τη δυνατότητα μέσα από υποτροφίες να διδάξω ή/και να αξιολογήσω ερευνητικές δουλειές σε Πανεπιστήμια του εξωτερικού, όπως το Florida State University, το London School of Economics και το University of Toronto, ενώ ετοιμάζομαι να κάνω κάτι αντίστοιχο και στη Συρία και το University of Damascus. Από τη μικρή μου αυτή εμπειρία αλλά και από την συμμετοχή μου σε συνέδρια της Ευρωπαϊκής Κοινότητας της Εγκληματολογίας είμαι πεπεισμένος ότι η χώρα μας δεν υπολείπεται σε ανθρώπινο δυναμικό αλλά στις δυνατότητες αξιοποίησης αυτού του δυναμικού μέσα από τη χρηματοδότηση ερευνών και τη δράση μέσα από τους θεσμούς.
Ποιές προτάσεις θα μπορούσατε να καταθέσετε, ώστε να αναβαθμιστεί η εγκληματολογία ως επιστημονικός κλάδος;
Η εγκληματολογία μπορεί να αναβαθμιστεί πρωτίστως από τους ίδιους τους εγκληματολόγους μέσα από το έργο τους, όχι μόνο όμως σε ατομικό ή μικροκοινωνιολογικό επίπεδο (ερευνητικές ομάδες), αλλά και ως μια επιστημονική συλλογικότητα. Προς αυτή τη κατεύθυνση οφείλουμε να εργαστούμε διασφαλίζοντας τις προοπτικές κοινής δράσης τόσο στη παραγωγή έργου στην έρευνα και την αντεγκληματική πολιτική, και δημιουργώντας θεσμούς που θα εξασφαλίσουν τη στήριξη αυτής της προσπάθειας.
Πώς βλέπετε την εξέλιξη της επιστήμης της εγκληματολογίας κατά τα αμέσως επόμενα χρόνια στη χώρα μας;
Είμαι απόλυτα αισιόδοξος και αυτό το στηρίζω μέσα και από την εμπειρία της γνωριμίας με νέους συναδέλφους και τη δουλειά τους, στη συνάντησή μας. Όσο αυξανόμαστε, παράγουμε ποιοτικές ερευνητικές δουλειές βαδίζοντας στα χνάρια των δασκάλων μας, συνομιλούμε και συνθέτουμε τόσο μεταξύ μας όσο και με τα διεθνή πεπραγμένα, αλλά και συμμετέχουμε έμπρακτα σε σχεδιασμό προτάσεων και εκπόνηση αντεγκληματικών πολιτικών σε τοπικό και εθνικό επίπεδο, μπορούμε να κάνουμε τη διαφορά ως μια επιστημονική κοινότητα με δυναμικές προοπτικές παρέμβασης στο κοινωνικό γίγνεσθαι.
Είστε ικανοποιημένος από τον αριθμό και το επίπεδο των εγκληματολογικών ερευνών που διεξάγονται από τα Πανεπιστημιακά Ιδρύματα της χώρας;
Ο αριθμός των ερευνών έχει άμεση συνάρτηση με το μέγεθος της επιστημονικής μας κοινότητας, αλλά τις προοπτικές που παρέχονται από δομές και δίκτυα στον πανεπιστημιακό και εξωπανεπιστημιακό χώρο. Το επίπεδο των ερευνών εξαρτάται και από την ποιότητα παρεχομένων σπουδών μέσα από τα Πανεπιστημιακά Ιδρύματα. Σύμφωνα με αυτά τα δεδομένα, αλλά και κάνοντας μια μικρή μελέτη στα ως τώρα πεπραγμένα, αποδεικνύεται ότι τα Πανεπιστημιακά Τμήματα αλλά και το ΕΚΚΕ παράγουν έργο σε αξιόλογο αριθμό και επίπεδο, το οποίο ίσως δεν τυγχάνει της δημοσιότητας που του αξίζει εκτός του επιστημονικού μας χώρου. Οι προοπτικές όπως διαφαίνονται είναι ευοίωνες αν συνεχιστεί η ακαδημαϊκή μας ανάπτυξη, αν τεθούν οι βάσεις για ερευνητική συνεργασία και για αξιοποίηση των δυνατοτήτων που παρέχονται μέσα από τις διεθνείς συνεργασίες. Ίσως να έρθει κάποια στιγμή και η ώρα για τη δημιουργία μιας «ομπρέλας» των ερευνητικών προσπαθειών μας, μέσα από τη συνεργασία, Πανεπιστημίων, ερευνητικών ιδρυμάτων και Ένωσης Ελλήνων Εγκληματολόγων με τη μορφή ενός Ερευνητικού Ινστιτούτου Εγκληματολογίας, το οποίο θα έχει ως κύριο σκοπό τη διασφάλιση επιστημονικών συνεργασιών, τη διοικητική στήριξη της εκπόνησης των τεχνικών δελτίων προτάσεων και τη διασφάλιση προσβάσεων σε δημοσιότητα και θεσμούς άσκησης αντεγκληματικής πολιτικής, οι οποίοι θα είναι και οι τελικοί αποδέκτες των παραγόμενων αποτελεσμάτων των έργων.
Γνωρίζετε ποιά είναι η επαγγελματική αποκατάσταση των εγκληματολόγων των διαφόρων κλάδων (νομικών, κοινωνιολόγων, ψυχολόγων, κ.α.) στη χώρα μας σήμερα;
Είχα τη ευκαιρία για μικρό χρονικό διάστημα να ασχοληθώ με τα συνδικαλιστικά του κλάδου των κοινωνιολόγων (ως μέλος του ΔΣ και Γενικός Γραμματέας), όπου και κατανόησα ότι η συγγραφή και η διεκδίκηση θεσμοθέτησης ενός κειμένου επαγγελματικών δικαιωμάτων και δεοντολογίας, αποτελεί κλειδί για την επαγγελματική αποκατάσταση των αποφοίτων ενός επιστημονικού κλάδου. Από κει και πέρα η ποσοτική αύξηση της κοινότητας μας αλλά και η απόδειξη της αξίας μας τόσο επιστημονικά- ερευνητικά όσο και επαγγελματικά, προς την κοινωνία και τους εκλεγμένους αντιπροσώπους της, αποτελούν στοιχεία που από κοινού με την συνδικαλιστική διεκδίκηση μπορεί να θέσουν τη βάση για μεγαλύτερη απορρόφηση κυρίως στο δημόσιο τομέα (αλλά όχι αποκλειστικά) των πτυχιούχων εγκληματολόγων. Κρίσιμος θα είναι ο ρόλος, προς αυτή τη κατεύθυνση, της Ένωσης Ελλήνων Εγκληματολόγων, επιστημόνων του χώρου μας με μεγάλη αναγνωρισιμότητα , αλλά και της εμπέδωσης αυτοσυνείδησης για την ιδιαιτερότητα του ρόλου και των δυνατοτήτων κοινωνικής προσφοράς από όλους μας .
Πώς θα πείθατε κάποιον νέο άνθρωπο να ασχοληθεί με την εγκληματολογία;
Ακολουθώντας την πεπατημένη, όπως ακριβώς με έπεισαν και εμένα οι δάσκαλοι μου να ασχοληθώ με την εγκληματολογία. Δυστυχώς όμως βλέπω ότι αυτό δεν είναι από μόνο του αρκετό. Η νέα γενιά είναι πολύ πιο συνειδητοποιημένη για το επαγγελματικό της μέλλον και αν θέλουμε να στηρίξουμε την αγάπη που πιθανόν να δείξει για το χώρο της εγκληματολογίας, θα πρέπει να εργαστούμε όλοι για αυτό. Η διερεύνηση των εργασιακών προοπτικών σε χώρους άσκησης αντεγκληματικής πολιτικής και ερευνητικής παραγωγής, αλλά και η κατοχύρωση τους, νομίζω θα βοηθήσει αρκετά προς αυτή τη κατεύθυνση.