της Φωτεινής Ντούρα,
δικηγόρου, υπ. διδ. Νομικής
Για να εντοπίσουμε τα ίχνη του Αλή και του αδελφού του στραφήκαμε σε κοινωνικούς λειτουργούς που δουλεύουν σε πρόγραμμα στήριξης των τουρκόφωνων. Η οικογένεια των δύο παιδιών ήταν γνωστή και έτσι μπορέσαμε να πάρουμε αρκετές πληροφορίες γι΄ αυτά από την κυρία Μυρτώ Λαιμού (κοινωνική λειτουργό). Ο Αλή έχοντας σοβαρό πρόβλημα με τα ναρκωτικά βρίσκεται και πάλι έγκλειστος στις φυλακές Κορυδαλλού. Για τον Αλή μας είπαν πως έμενε, μέχρι και πριν από τον σεισμό του Σεπτεμβρίου, σε ένα παλιό σπίτι στον, μαζί με την υπόλοιπη οικογένεια. Επισκεφθήκαμε την γειτονιά που μας υπέδειξαν αλλά στο συγκεκριμένο σπίτι ήταν εμφανές πως δεν έμενε πια κανείς.
Απευθυνθήκαμε σε ένα εργαστήρι ζωγραφικής που βρισκόταν ακριβώς δίπλα στην εγκαταλελειμμένη μονοκατοικία. Η κυρία Μάτω, μια ζωγράφος που εργάζεται εκεί, έτυχε να σχετίζεται άμεσα με την οικογένεια έχοντας βαφτίσει και αναλάβει υπό την προστασία της το μικρό γιο της αδελφής του Αλή, τον Στέφανο. Ήξερε πολλά για την οικογένεια… τον τρόπο που ζουν, τη νοοτροπία τους. Προβλήματα με τις αρχές δεν έχουν μόνο τα δύο αδέλφια αλλά σχεδόν όλη η οικογένεια..
Στην κυρία Μάτω έχει προκαλέσει εντύπωση μάλιστα, η -παρά τα αμέτρητα προβλήματα της οικογένειας- διαρκής διάθεση αυτών των ανθρώπων να "χορεύουν και να γλεντάνε" σε κάθε ευκαιρία όπως επίσης και η παντελής έλλειψη διάθεσης εκ μέρους της μητέρας των παιδιών να τα βοηθήσει να βγουν από την παρανομία και να βάλουν σε τάξη τη ζωή τους. Αντίθετα τα παιδιά μεγαλώνουν με μια προδιάθεση, κάποια στιγμή, αργά ή γρήγορα, να στραφούν στο έγκλημα. Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα μας ανέφερε τον μικρό Στέφανο, που ενώ ύστερα από προσπάθειες της τον κατάφερε να παρακολουθεί κανονικά τα μαθήματα σε σχολείο της περιοχής δίνοντας του την ευκαιρία να πάρει έναν διαφορετικό δρόμο από αυτόν της υπόλοιπης οικογένειας, μια μέρα της έφερε μία σελίδα όπου έγραφε πολλές φορές την φράση "Όταν μεγαλώσω θα γίνω κλέφτης" - ύστερα από υπόδειξη της γιαγιάς του, όπως παραδέχθηκε το ίδιο το παιδί.
Λόγω των σεισμών η οικογένεια κατάφερε να πάρει επιδότηση ενοικίου από το κράτος και μετακόμισε από τη μισογκρεμισμένη μονοκατοικία σε ένα παλιό διώροφο στην περιοχή της Καλλιθέας.
Λίγες ημέρες αργότερα πήγαμε στην Καλλιθέα. Η Κυρία Μάτω μας είχε πει ότι το σπίτι, παρά το ότι έμοιαζε σαν εγκαταλελειμμένο, είχε στο μπαλκόνι του εγκατεστημένη μία δορυφορική κεραία, ενώ έξω από το σπίτι θα βρίσκαμε σταθμευμένα παλιά δίκυκλα. Με αυτά τα στοιχεία στην διάθεση μας δεν δυσκολευτήκαμε να το βρούμε.
Βρήκαμε την εξώπορτα ανοιχτή και με δισταγμό ανεβήκαμε στον πρώτο όροφο. Μέσα από το σπίτι ακουγόταν δυνατά ανατολίτικη μουσική. Αμέσως ήρθαν στο μυαλό μας όσα η κυρία Μάτω μας είχε πει λίγες ημέρες πριν για την συνεχή διάθεση που διακρίνει την οικογένεια για "γλέντι".
Χτυπήσαμε στην πόρτα και κατόπιν για αρκετή ώρα στο παράθυρο του σπιτιού προκειμένου να μας ακούσει κάποιος και να μας ανοίξει. Εμφανίστηκε τελικά στην πόρτα μία γυναίκα. Υποθέσαμε ότι ήταν η μητέρα της οικογένειας. Αρχίσαμε να της εξηγούμε για ποιο λόγο είχαμε πάει εκεί. Μας έδειξε πως δεν είχε καμία διάθεση να μας μιλήσει και πως θα ήταν καλύτερα να φύγουμε. Στο σημείο αυτό αναφέραμε πως είχαμε μιλήσει πρωτύτερα στην Κυρία Μάτω. Το στοιχείο άλλαξε κάπως τη διάθεση της γυναίκας που έδειξε τώρα να μας εμπιστεύεται λίγο παραπάνω. Στην πόρτα εντωμεταξύ εμφανίστηκε και ο μικρός Στέφανος, ο οποίος στο άκουσμα του ονόματος της νονάς του ενθουσιάστηκε και άρχισε να κουνάει καταφατικά το κεφάλι κάθε φορά που ρωτάγαμε εάν ήταν στο σπίτι ο Αλή. Τελικά, ύστερα από επίμονες ερωτήσεις μας η γυναίκα έκανε νόημα στον μικρό να μας οδηγήσει στον θείο του.
Ο Στέφανος κατευθύνθηκε στην ταράτσα του σπιτιού και μας είπε να τον ακολουθήσουμε. Άνοιξε την πόρτα ενός μικρού δωματίου και αντικρίσαμε τον Αλή να κοιμάται στο πάτωμα μαζί με τη γυναίκα του.
Ξύπνησε φανερά αναστατωμένος από αυτή την εισβολή και ζήτησε να μάθει το λόγο της επίσκεψης μας. Προσπαθήσαμε να του εξηγήσουμε και αρχικά έδειξε να ενοχλείται. Ωστόσο μας άφησε να περάσουμε μέσα. Έκπληξη νιώσαμε όταν είδαμε ότι το μικρό δωμάτιο, που απ΄ έξω έδινε την εντύπωση μισογκρεμισμένου δώματος, ήταν εξοπλισμένο στο εσωτερικό του με κάθε είδους ηλεκτρική συσκευή.
Ο Αλή κάθισε απέναντι μας περιμένοντας τις ερωτήσεις μας. Στην αρχή απαντούσε κάπως επιφυλακτικά αλλά στη συνέχεια, με την κουβέντα, αναπτύχθηκε μια σχετική οικειότητα. Μας ρώτησε αν θέλαμε να μας προσφέρουν κάτι. Έδειξε πως άρχισε να μας εμπιστεύεται.
Λέγοντας μας τί έχει αλλάξει στη ζωή του από την τελευταία φορά που μίλησε μαζί μας, μας ανέφερε ότι παντρεύτηκε. Η γυναίκα του είναι πια ο πιο σημαντικός άνθρωπος στη ζωή του. Η νεαρή κοπέλα ήταν εκεί σε όλη τη διάρκεια της συζήτησης. Από τις κινήσεις και τα βλέμματα που αντάλλαζαν μεταξύ τους συμπεράναμε ότι πρόκειται πράγματι για ένα πολύ αγαπημένο ζευγάρι.
Και οι σχέσεις του με την υπόλοιπη οικογένεια, όπως μας είπε, είναι αρκετά καλές. Οι γονείς του έχουν χωρίσει και η μητέρα του είναι ξαναπαντρεμένη. Δεν έδειξε να έχει κανένα παράπονο ούτε από αυτήν ούτε από τον πατριό του. Με τον πατέρα του όμως δεν έχει καμία σχέση.
Φίλους και συναναστροφές πέρα από την οικογένεια του δεν έχει. Μοναδικό του φίλο θεωρεί τον Ιμπραήμ με τον οποίο είναι μαζί από παιδιά. Μαζί μεγάλωσαν και μαζί βρέθηκαν το 1993 στην φυλακή. Παρόλο που ο Αλή ρίχνει στον Ιμπραήμ τη μεγαλύτερη ευθύνη για την εμπλοκή του ίδιου στην παρανομία [αφού αυτός τον μύησε σε αυτήν, όπως υποστηρίζει] αισθάνεται ένα ιδιαίτερο δέσιμο μαζί του.
Στα 12, και ενώ ζούσαν μια ζωή πολύ στερημένη, ο Αλή με τον Ιμπραήμ έκλεψαν κάποιον… Βρέθηκαν ξαφνικά με πολλά χρήματα. Τα ξόδεψαν σε μια μέρα… "Σινεμάδες, γλυκά, διασκεδάσεις…θόλωσε το μάτι μου… δεν είχα ξαναδεί… γλυκάθηκα !" Μετά από αυτό ο Ιμπραήμ του έμαθε διάφορα κόλπα. "…Γίναμε οι καλύτεροι συνεργάτες… μαζί κλέβαμε.. μαζί ξοδεύαμε!"
Κάποια στιγμή αυτός, ο αδελφός του ο και ο Ιμπραήμ στην προσπάθεια τους να πάρουν τα χρήματα μιας ηλικιωμένης, την σκότωσαν και βρέθηκαν και οι τρεις στην φυλακή για ληστεία.
Από εκείνη την εποχή δεν θέλει να θυμάται τίποτα. Το μόνο που σκεφτόταν κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού του ήταν να βρεθεί και πάλι έξω για να είναι μαζί με την γυναίκα του, την τότε αρραβωνιαστικιά του. Ιδιαίτερα προβλήματα με τους φύλακες δεν είχε. Θυμάται έντονα όμως ένα βράδυ που μπήκε στο κελί ξαφνικά ένας φύλακας και εντελώς αδικαιολόγητα χτύπησε πάρα πολύ τον αδελφό του.
Έχοντας σαν παράδειγμα προς αποφυγή τον αδελφό του αλλά και άλλους γνωστούς του κατόρθωσε να μην μπλεχτεί ο ίδιος με τα ναρκωτικά. Μόνο μια φορά δοκίμασε, όπως παραδέχτηκε, χασίς, αλλά δεν συνέχισε. Θεωρεί ότι όσοι μπλέκονται με τα ναρκωτικά είναι εξαρχής "τελειωμένοι".
Δεν μπόρεσε να βρει καμία σχέση ανάμεσα στην φυλακή και την κοινωνία έξω από αυτήν. Δεν μπόρεσε να εντοπίσει κανέναν κανόνα που να χρησιμοποιεί στη ζωή του και τον οποίο να έμαθε κατά την διάρκεια του εγκλεισμού του. Το σίγουρο είναι πάντως πως ο εγκλεισμός του δεν τον απότρεψε από το να στραφεί και πάλι στο έγκλημα μετά την αποφυλάκιση του. Πάλι σε "συνεργασία" με τον Ιμπραήμ συνέχισαν τις πριν από τον εγκλεισμό "δραστηριότητες" τους.
Κάποια φορά, όμως, προσπαθώντας να διαφύγουν ύστερα από μια κλοπή με το αυτοκίνητο, ανέπτυξαν μεγάλη ταχύτητα. Το αυτοκίνητο προσέκρουσε σε μια κολώνα με αποτέλεσμα να βρεθούν και οι δύο με κατάγματα σε όλο τους το σώμα. Για πολλούς μήνες παρέμειναν κατάκοιτοι στο σπίτι του Αλή όπου τους φρόντιζε και τους δύο η μητέρα του.
Το ατύχημα αυτό προκάλεσε και στους δύο μεγάλο φόβο και αποφάσισαν από κοινού να αλλάξουν ζωή. Ο Ιμπραήμ, μάλιστα, στράφηκε μετά από αυτό στην εκκλησία θεωρώντας πως το ατύχημα ήταν τιμωρία του Θεού για όσα στο παρελθόν είχαν κάνει.
Ο Αλή σταμάτησε από τότε να κλέβει και αποφάσισε να ζει τίμια, όπως υποστήριξε. Εξακολουθεί βέβαια μέχρι σήμερα να μην έχει μόνιμη δουλειά. Είναι παλιατζής. Βρίσκει παλιά πράγματα "ανοίγοντας" σπίτια [που ο ίδιος χαρακτήρισε ως "εγκαταλελειμμένα"] και τα πουλάει έπειτα στο Μοναστηράκι. Μας είπε, μάλιστα, ότι η αστυνομία πολλές φορές τον έχει δει να επιχειρεί να μπει σε τέτοια σπίτια χωρίς να αντιδράσει. Από αυτήν την δραστηριότητα του συγκεντρώνει περίπου 60.000δρχ το μήνα. Από αυτά δίνουν 40.000δρχ για ενοίκιο. Σε ερώτηση μας για το πώς καλύπτουν τις υπόλοιπες ανάγκες τους απάντησε πως τους βοηθάνε οικονομικά και οι γονείς τους.
Θα ήθελε να βρει μια καλύτερη, σταθερή δουλειά αλλά αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολο λόγω του παρελθόντος του."…Άμα λερωθεί το μητρώο σου… τελείωσε! Δεν σε δέχονται πουθενά…!"
Παρά τις κάποιες αντιφάσεις στις οποίες έπεσε ο Αλή (στην προσπάθεια του κυρίως να μας δώσει την εικόνα του συνετού οικογενειάρχη που δεν έχει πια καμία σχέση με την παρανομία) σε γενικές γραμμές καταλάβαμε ότι απάντησε με ειλικρίνεια σε όσα τον ρωτήσαμε. Η κουβέντα μας κράτησε σχεδόν δύο ώρες.