του Διονύση Χιόνη
δικηγόρου - υπ. Δρ Εγκληματολογίας Νομικής Αθηνών
«Πριν 22 χρόνια, παρασυρόμενος από την ακρισία της ηλικίας και κυρίως από τις φαυλεπήβολες συναναστροφές μου, πουλήσαμε όλοι μας τις ψυχές μας στον Eωσφόρο -όπως ο Φάουστ- κι εγώ προσωπικά έχασα, λαμβάνοντας εξοντωτική ένδικη μισθαποδοσία. Ζητώ από τη θεσπίζουσα πολιτεία από την κοινή γνώμη συγγνώμη από "μέσης ψυχής" για εκείνα τα απεχθή φορτία των ανομιών μου και υπόσχομαι στο εφεξής να διαβιώ "εν αγνεία και σεμνή πολιτεία..." και φυσικά "άμεμπτος εν παντί..."».
Τα παραπάνω λόγια ανήκουν στον Κυριάκο Παπαχρόνη, το όνομα του οποίου έγινε γνωστό στην ελληνική κοινή γνώμη το 1981, όταν συνδέθηκε με τη διάπραξη ανθρωποκτονιών και βιασμών σε βάρος γυναικών στη Θεσσαλονίκη, τη Δράμα και την Ξάνθη. Χαρακτηριστικό σημείο της δράσης του, πέρα από την ανεξέλεγκτη χρήση της ιδιαίτερης σωματικής δύναμης που διέθετε, ήταν το ότι σε κάθε του επίθεση φορούσε τη στρατιωτική στολή, σαν να βρισκόταν σε υπηρεσία ή διατεταγμένη αποστολή!
Για ένα σημαντικό χρονικό διάστημα, από τη στιγμή που οι πράξεις του άρχισαν να έρχονται διαδοχικά στο φως μέχρι και τη σύλληψή του, ένα κύμα εγκληματοφοβίας είχε κατακλύσει τις γυναίκες όλης της χώρας, που ένιωθαν εν δυνάμει θύματα του άγνωστου «δράκου», όπως τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης συνηθίζουν να βαφτίζουν – χωρίς ιδιαίτερη πρωτοτυπία είναι η αλήθεια - τέτοιου τύπου εγκληματίες. Όταν ο δράστης τελικά συνελήφθη, έπειτα από εκτεταμένες έρευνες σε πολλά στρατόπεδα της Βόρειας Ελλάδας, υπηρετούσε στην 5η μοίρα Καταδρομών ως Έφεδρος Ανθυπολοχαγός του Ελληνικού Στρατού και η τραγική ειρωνεία είναι ότι κάποια στιγμή κλήθηκε να λάβει μέρος στη διεξαγωγή αυτών των ερευνών για τον εντοπισμό του δράστη!
Αλλά, ας πάρουμε τα πράγμα με τη σειρά:
Ο 22χρονος τότε Παπαχρόνης κατηγορήθηκε και καταδικάστηκε για σωρεία εγκλημάτων:
Τον βιασμό και την ανθρωποκτονία με στιλέτο της ιερόδουλης Γρ. Θεοχαρίδου στις 5-9-1981 στην Δράμα.
Την απόπειρα δολοφονίας στις 20-12-1981 της Μ. Ποστιάδου στην Δράμα.
Την απόπειρα βιασμού και την ανθρωποκτονία της φοιτήτριας Ε. Παπαδοπούλου στις 15-1-1982 στην Δράμα.
Τον βιασμό και την ειδεχθή ανθρωποκτονία της 20χρονης φοιτήτριας Αναστασίας Αλεξανδρίδου στις 15-8-1982, στους Αμπελόκηπους Θεσσαλονίκης.
Τις απόπειρες βιασμού και ανθρωπκτονίας κατά της 18χρονης Αγοραστής Τέζα και της 30χρονης νοσοκόμας Βασιλικής Λαζαρίδου, στη Δράμας.
Την απόπειρα βιασμού και ανθρωποκτονίας κατά της 23χρονης Δ. Πεχλιβανίδου.
Δύο ακόμη απόπειρες βιασμού και δολοφονίας κατά μιας ιερόδουλης και μιας άλλης γυναίκας, στην Ξάνθη.
Πέντε βομβιστικές επιθέσεις. Συγκεκριμένα, 2 ωρολογιακές βόμβες στις 12-3-1982 στο Ταχυδρομείο και την Εθνική Τράπεζα της Ξάνθης, άλλες 2 στις 13-3-1982 στην Τράπεζα Πίστεως κι σε ένα κατάστημα στην Καβάλα και μια πέμπτη στις 16-6-1982 στην είσοδο του στρατοπέδου της Δράμας.
Έναν εμπρησμό στο Διεθνές Αεροδρόμιο Καβάλας.
Οι μαρτυρίες των θυμάτων και των παρ’ ολίγο θυμάτων του έδωσαν στις Διωκτικές Αρχές μια αρχική εικόνα του δράστη και παράλληλα με την Αστυνομία ενεργοποιήθηκαν οι κατάλληλοι μηχανισμοί του Ελληνικού Στρατού, ξεκινώντας μια σειρά από ανακριτικές πράξεις σε στρατόπεδα της Βόρειας Ελλάδας, καθώς ο δράστης φορούσε στρατιωτική στολή κι οι αρχές πιθανολογούσαν ότι επρόκειτο για εν ενεργεία στρατιωτικό. Κάθε στρατόπεδο όρισε κάποιους επικεφαλής για να διεξαγάγουν τις έρευνες κι ένας από αυτούς χρίζεται ο ίδιος ο Παπαχρόνης!
Μετά από διεξοδικές έρευνες και με τη σημαντική συμβολή δύο αξιωματικών του Ελληνικού Στρατού, του Χρήστου Τριανταφυλλίδη και του Τάσου Κοσμίδη, ο Παπαχρόνης συλλαμβάνεται κι αρχίζει να ξετυλίγεται το κουβάρι της δράσης του προς τα πίσω. Το ανακριτικό υλικό, όπως είθισται σε παρόμοιες περιπτώσεις, διαρρέει κι οι ατάκες του δράστη, αφού πρώτα «κοσμούν» καθημερινά τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, στη συνέχεια αναπαράγονται από στόμα σε στόμα, καθώς η κοινή γνώμη εκείνες τις ημέρες είχε πολύ ψηλά στην ιεράρχηση της θεματολογίας το βίο και την πολιτεία του Παπαχρόνη.
Ο ίδιος ο δράστης είχε αποδώσει την εμμονή του με τη θυματοποίηση του γυναικείου φύλου στην πρώτη φορά που επισκέφθηκε με τους φίλους του έναν οίκο ανοχής, όταν ήταν περίπου 13 ετών Κατά τον ίδιο, η ιερόδουλη με την οποία ήρθε σε επαφή, του μίλησε ειρωνικά και προσέβαλε τον - έστω πρώιμο - ανδρισμό του με αποτέλεσμα να επηρεαστεί τόσο αρνητικά και σε τόσο απόλυτο βαθμό, ώστε αποφάσισε να εκδικηθεί το γυναικείο φύλο.
Η Καθηγήτρια Εγκληματολογίας κ. Βάσω Αρτινοπούλου σχολιάζοντας παρόμοια εγκλήματα επεσήμανε «ότι ο βιασμός ή η απόπειρα βιασμού αποτελεί μια ψευδοσεξουαλική πράξη. Η ταπείνωση και ο εξευτελισμός του θύματος» είναι οι σημαντικότεροι παράγοντες ώθησης προς την εγκληματική ενέργεια. «Το πέρασμα από την απόπειρα βιασμού στην ανθρωποκτονία διαφοροποιείται μόνον ως προς την ένταση και όχι ως προς το είδος ή τη μορφή της προεγκληματικής κατάστασης. Αποτελεί την ακραία έκφανση της φαινομενικής ανδρικής υπεροχής, της σωματικής δύναμης και της ρώμης. Αξίες με τις οποίες έχουν κοινωνικοποιηθεί οι περισσότεροι βιαστές και δυστυχώς οι... υποψήφιοι μελλοντικοί βιαστές».
Κατά την απολογία του είχε παραδεχθεί μεταξύ άλλων ότι αν δεν τον έπιαναν, θα συνέχιζε τη δράση του εναντίον των γυναικών, προς τις οποίες, έτρεφε ιδιαίτερο μίσος και γι’ αυτό έλεγε ότι εισέπραττε ικανοποίηση όταν τις χτυπούσε. «Θόλωνε το μυαλό μου. Ήθελα να χτυπήσω. Έφθανα στο μεγαλείο. Την χτυπούσα, τελείωνε…».
Σύμφωνα με τις εφημερίδες της εποχής, όταν οδηγήθηκε στον ανακριτή, αμέσως μετά τη σύλληψή του, «έσπασε» και τα ομολόγησε όλα, όταν άκουσε τον ήχο των τακουνιών που φορούσε η γραμματέας!
Απευθυνόμενος μάλιστα σε μια δημοσιογράφο της ΕΡΤ, της είπε «Εσένα σ αγαπάω γιατί έχεις ψηλά τακούνια»!
Το παράδοξο είναι ότι ο Παπαχρόνης ενώ κρατούνταν λάμβανε συχνά επιστολές από γυναίκες που εκδήλωναν με αυτόν τον τρόπο τον έρωτά τους!
Το Διαρκές Στρατοδικείο Θεσσαλονίκης τον έκρινε ένοχο των αποδιδόμενων σε αυτόν κατηγοριών (μ.α. ανθρωποκτονίες, απόπειρες ανθρωποκτονιών, επικίνδυνες σωματικές βλάβες, βιασμοί) και του επέβαλε ποινή δις εις θάνατον και κάθειρξη 23 ετών, που τελικά μετατράπηκε σε ισόβια κάθειρξη.
Χαρακτηριστικό στιγμιότυπο της διαδικασίας ήταν το ότι όταν άκουσε την ποινή, σηκώθηκε και χειροκροτώντας είπε: «Ευχαριστώ! Τι βάζετε τέτοιες ποινές; Πόσα χρόνια θα ζήσουμε; Στείλτε με στο απόσπασμα, γιατί αν βγω έξω, πάλι τα ίδια θα κάνω».
Η εκτέλεση της ποινής του άρχισε στις 13 Δεκεμβρίου του 1982. Κατά το διάστημα του εγκλεισμού του ο Παπαχρόνης πέρασε από διάφορες φάσεις. Αρχικά, κατά το πρώτο μισό της φυλάκισής του, επέδειξε πλούσια παραβατική συμπεριφορά και πιο συγκεκριμένα σε διαφορετικούς χρόνους έλαβε μέρος σε εξέγερση κρατουμένων (Κέρκυρα, 1987), έβαλε φωτιά σε στρώμα, ανέτρεψε το καζάνι με το φαγητό των κρατουμένων (Κέρκυρα, 1987), ενώ δύο τουλάχιστον φορές χτύπησε συγκρατούμενό του (Λάρισα. 1991) και όπως είναι επόμενο, τιμωρήθηκε πειθαρχικά για όλες τις παραπάνω πράξεις του.
Όμως, σε δεύτερη φάση παρατηρήθηκε μια έντονη μεταστροφή στο σκεπτικό και τη συμπεριφορά του. Απείχε από πειθαρχικά παραπτώματα, ενώ παράλληλα διάβαζε βιβλία κυρίως ψυχολογίας, ενώ ήταν ψάλτης για χρόνια στο εκκλησάκι του Αγίου Ελευθερίου εντός της φυλακής της Λάρισας. Ο πατήρ Κωνσταντίνος Γεροστέργιος, εφημέριος του παρεκκλησίου, έλεγε για τον Παπαχρόνη:«έχει πλέον μετανιώσει, δεν μιλά ποτέ για το παρελθόν του, ενώ όλα αυτά τα χρόνια στη φυλακή τα αφιέρωσε στο διάβασμα».
Ο Διευθυντής του Σχολείου Β΄ ευκαιρίας, Φ. Βελώνης μιλούσε για «ένα καλό παιδί που βοήθησε σημαντικά να στηθεί το σχολείο, προέτρεπε τους συγκρατουμένους του να φοιτήσουν, δεν αναφέρεται ποτέ στο παρελθόν του και χαμήλωσε τα μάτια όταν άκουσε ότι πρόκειται να αποφυλακιστεί».
Αν και πληρούσε τις τυπικές προϋποθέσεις να αποφυλακιστεί καθώς το 2004 είχε εκτίσει πραγματική ποινή 21 ετών, πέντε μηνών και πέντε ημερών και με συνυπολογισμό 1.315 ημερομισθίων είχε εκτίσει ποινή 25 ετών και 15 ημερών, κατά τους δικαστές τα πειθαρχικά του παραπτώματα ήταν αρνητικός παράγοντας που επηρέαζε την κρίση τους σχετικά με την αίτηση αποφυλάκισής του. Eντούτοις με βούλευμα που εξέδωσε το Συμβούλιο Eφετών Λάρισας η αίτηση αποφυλάκισης του 44χρονου Παπαχρόνη έγινε δεκτή παρά την αντίθετη άποψη της εισαγγελέως Eλένης Mετσοβίτου - Φλουρή, αλλά και προγενέστερου βουλεύματος που είχε εκδώσει το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Λάρισας.
Πιο συγκεκριμένα κατά το Συμβούλιο Eφετών της Λάρισας οι πειθαρχικές ποινές του Kυριάκου Παπαχρόνη έχουν διαγραφεί και παρά το γεγονός ότι κατά τα τελευταία έτη εκδηλώθηκαν στη φυλακή βίαιες στάσεις, καταλήψεις και κινητοποιήσεις, Παπαχρόνης ουδέποτε έλαβε μέρος, επιδεικνύοντας υπευθυνότητα και άψογη συμπεριφορά που προσδιορίζουν το βαθμό σωφρονισμού και μεταμέλειας αυτού για τα εγκλήματα που έχει διαπράξει.
Ο Παπαχρόνης τελικά αποφυλακίσθηκε υπό όρους το 2004, έπειτα από 22 χρόνια εγκλεισμού και παρέδωσε μέσω της δικηγόρου του γραπτή δήλωση προς τους εκπροσώπους του τύπου που είχαν σπεύσει στην είσοδο ή ορθότερα στην έξοδο της Φυλακής Λάρισας, όπου ανέφερε μεταξύ άλλων:
«Πριν 22 χρόνια, παρασυρόμενος από την ακρισία της ηλικίας και κυρίως από τις φαυλεπήβολες συναναστροφές μου, πουλήσαμε όλοι μας τις ψυχές μας στον Eωσφόρο -όπως ο Φάουστ- κι εγώ προσωπικά έχασα, λαμβάνοντας εξοντωτική ένδικη μισθαποδοσία. Ζητώ από τη θεσπίζουσα πολιτεία από την κοινή γνώμη συγγνώμη από "μέσης ψυχής" για εκείνα τα απεχθή φορτία των ανομιών μου και υπόσχομαι στο εφεξής να διαβιώ "εν αγνεία και σεμνή πολιτεία..." και φυσικά "άμεμπτος εν παντί..."»! Hasta la vista, εν ευθέτω χρόνω».
Δεν παρέλειψε μάλιστα να ευχαριστήσει όλους τους δικαστικούς και αστυνομικούς παράγοντες καθώς και τους σωφρονιστικούς υπαλλήλους που τον «περιέβαλαν με ανείπωτη εμπιστοσύνη και εκτίμηση».
Οι όροι της απόλυσής του, πέρα από την απαγόρευση εξόδου από τη χώρα και την υποχρέωση εμφάνισής του δύο φορές το μήνα στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής του, περιλαμβάνουν και την απαγόρευση διαμονής του στην Ξάνθη και τη Δράμα, όπου διέπραξε τα περισσότερα εγκλήματά του, διότι αυτό «μπορεί να δημιουργήσει κινδύνους για τον ίδιο αλλά και για τρίτους», σύμφωνα με το σκεπτικό του Συμβουλίου.
Οι Καθηγητές Ψυχιατρικής και Νευρολογίας Κων. Σολδάτος και Δημ. Βασιλόπουλος σε συνέντευξη Τύπου με αφορμή τη διοργάνωση της διημερίδας «Βίοι ψυχής παράλληλοι» εστίασαν στον αυξημένο κίνδυνο να παρουσιάσουν ψυχοπαθολογική συμπεριφορά σε βάρος της κοινωνίας ή του εαυτού τους εμφανίζουν άτομα που έχουν καταδικαστεί για σωρεία εγκλημάτων και έχουν εκτίσει ποινή φυλάκισης για πολλά χρόνια, όπως στην περίπτωση του Παπαχρόνη.
Από την άλλη, όσοι έχουν εγκλειστεί σε σωφρονιστικό κατάστημα για ένα σοβαρό χρονικό διάστημα και έχουν αποφυλακιστεί, όπως ο Κυριάκος Παπαχρόνης, δεν κινδυνεύουν μόνο από το αν θα υποτροπιάσουν, καθώς τέτοιου είδους άτομα, αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο μετά την αποφυλάκισή τους, ακόμα και χρόνια αργότερα, να αποπειραθούν να θέσουν τέρμα στη ζωή τους.
Στις 14 Δεκεμβρίου 2004 ο Παπαχρόνης εμφανίζεται σε πρωινή ενημερωτική τηλεοπτική εκπομπή και δίνει τον τόνο της οπτικής του για τα πράγματα, όντας πλέον «ελεύθερος» πολίτης:
«Ζητώ συγνώμη που γεννήθηκα. Υποφέρω εδώ έξω. Βγήκα από τη μία φυλακή και μπήκα στην άλλη».
Σήμερα, ζει ακόμα ελεύθερος και σύμφωνα με τα κατά καιρούς δημοσιεύματα διαμένει κάπου στη Λάρισα απομονωμένος, πιθανότατα και περιθωριοποιημένος λόγω του στίγματος του εγκληματία που ο κοινωνικός περίγυρος του έχει αποδώσει και το οποίο δεν δείχνει να ξεθωριάζει παρά τα τριάντα - παρά κάτι - χρόνια που έχουν περάσει από πάνω του, παρά την έκτιση μακροχρόνιας ποινής εγκλεισμού και παρά τη μεταστροφή και τη μεταμέλεια που έχει επιδείξει.
Τελικά, το αν ο Κυριάκος Παπαχρόνης σωφρονίστηκε, όπως κι αν το ερμηνεύει κανείς, είναι κάτι που μπορεί να συζητηθεί.
Για κοινωνική επανένταξη, όμως, ούτε λόγος…