του Κωνσταντίνου Ι. Πανάγου,
Νομικού – Εγκληματολόγου
Χαρακτηριστικό γνώρισμα των αντεγκληματικών πολιτικών που έτυχαν εφαρμογής στις ΗΠΑ από τη δεκαετία του ’70 και το εξής αποτελούν η διεύρυνση του επίσημου κοινωνικού ελέγχου και η γενικότερη αυστηρότητα έναντι του εγκληματικού φαινομένου (Αρχιμανδρίτου, 2000, Ζαγούρα, 2010, Ζαραφωνίτου, 2008, Garland, 2001, Barker, 2009, Lancaster, 2011). Οι αμερικανικές κυβερνήσεις επέλεξαν την επένδυνση σημαντικών κονδυλίων με στόχο την επιβολή του «νόμου και της τάξης» (law and order), ακόμη μεγαλύτερα συγκριτικά με αυτά που διέθεσαν σε ζωτικής σημασίας τομείς, όπως η νοσοκομειακή περίθαλψη (Waller, 2011). Το ενδιαφέρον εστιάστηκε στην αποτελεσματική αντιμετώπιση του εγκλήματος, ενώ κατά τις προηγούμενες δεκαετίες τα πολιτικά πρόσωπα υπήρξαν απρόθυμα να προσδώσουν πολιτική διάσταση σε ένα πρόβλημα το οποίο φαινόταν ως άλυτο (Knepper, 2007).
Πιο συγκεκριμένα, το 1983 εισήχθησαν στην αμερικανική ομοσπονδιακή έννομη τάξη ορισμένες νομοθετικές πράξεις που προέβλεψαν την επιβολή συγκεκριμένων αυστηρών περιοριστικών της ελευθερίας ποινών, οι οποίες είναι εκ των προτέρων προσδιορισμένες (mandatory sentences). Οι δικαστές και οι ένορκοι έπαψαν να αποτελούν τους κεντρικούς διαμορφωτές της επιβαλλόμενης ποινής και ο ρόλος τους περιορίστηκε στην απόφανση περί της αθωότητας της ενοχής του κατηγορουμένου (Κουράκης, 2009, Torny, 1987, Forer, 1994). Ενδεικτική είναι επίσης η περίπτωση της πολιτικής “Three strikes and you are out”, που επέφερε ως αποτέλεσμα τη σημαντική αύξηση της χρονικής διάρκειας του εγκλεισμού των υπότροπων δραστών (Κουράκης, 2009, Ζαραφωνίτου, 2008, Jones & Newburn, 2006, Welch, 2005). Κατά την ίδια περίοδο εντείνεται ο «αγώνας ενάντια στα ναρκωτικά». Το συγκεκριμένο ζήτημα προβλήθηκε στον πολιτικό λόγο με όρους κοινωνικού ελέγχου παρά ως κοινωνικό πρόβλημα που απειλεί την υγεία των πολιτών (Beckett, 1997). Εκτός της αυστηρότητας των κυρώσεων, στα φυσιογνωμικά γνωρίσματα της αμερικανικής αντεγκληματικής πολιτικής συγκαταλέγεται η διεύρυνση του δικτύου του τυπικού κοινωνικού ελέγχου τόσο στο προεγκληματικό στάδιο όσο και στο μετασωφρονιστικό. Χαρακτηριστικές είναι αφενός η πολιτική της μηδενικής ανοχής, όπως έτυχε εφαρμογής στη Νέα Υόρκη (Τζαννετάκη, 2006) και αφετέρου η δημοσιοποίηση των προσωπικών δεδομένων των αποφυλακισθέντων – δραστών γενετήσιων εγκλημάτων (Μήτρου, 2012).
Ο αριθμός των εγκλεισθέντων στις πολιτειακές και ομοσπονδιακές φυλακές το έτος 1925 ανερχόταν σε 92.000. Ύστερα από πέντε δεκαετίες (1975), ο αντίστοιχος αριθμός άγγιζε τις 241.000. Η συγκεκριμένη άνοδος συμβαδίζει με την αύξηση του γενικού πληθυσμού στην αμερικανική ήπειρο και δεν προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση (Useem & Piehl, 2008). Ταυτόχρονα, στο πέρασμα της δεκαετίας του 1970 παρατηρούνταν μια τάση αποφυλακίσεων. Κατά τη δεκαετία του 1990 αντίθετα, ο σωφρονιστικός πληθυσμός υπερέβη το 1.200.000 (Αρχιμανδρίτου, 2000, Currie, 1998). Η πορεία του ήταν επίσης αυξητική κατά την επόμενη δεκαετία• ο αριθμός των τελούντων υπό κράτηση προσώπων συνολικά ξεπερνούσε το έτος 2002 τα δύο εκατομμύρια (Newburn, 2006). Τα συγκεκριμένα αριθμητικά δεδομένα καθιστούν τις ΗΠΑ το κράτος με το μεγαλύτερο δείκτη εγκλεισμού σε διεθνές επίπεδο (Hartney, 2006). Αρκεί να αναλογιστεί κανείς πως το έτος 2005 ο σχετικός δείκτης άγγιξε τους 737 κρατούμενους ανά 100.000 κατοίκους. Την ίδια στιγμή, σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο ο αντίστοιχος μέσος όρος ανήλθε σε 166 και 135 αντίστοιχα (Raphael & Stoll 2009). Ο βαθμός εγκλεισμού διαφοροποιείται ανάμεσα στις επιμέρους πολιτείες. Ειδικότερα, στην κορυφή έγκεινται η Λουιζιάνα και το Τέξας (776 και 762 ανά 100.000 κατοίκους αντίστοιχα). Στη χαμηλότερη θέση (με δείκτη 125 άτομα) έγκειται η πολιτεία της Minnesota (Rushefsky, 2002).
Η κατακόρυφη αύξηση του αριθμού των εγκλεισθέντων στα σωφρονιστικά καταστήματα αποδίδεται στην εφαρμογή των ανωτέρω πολιτικών (Froast, 2006), γεγονός που επέφερε δραματικές επιπτώσεις στις συνθήκες κράτησης λόγω του προβλήματος του υπερπληθυσμού (Sifakis, 2003). Δεν μπορεί παρά να ληφθεί επίσης υπόψη πως η εφαρμογή μακροχρόνιων ποινών επέφερε ως αποτέλεσμα τη διαμόρφωση ενός ιδιαίτερου τύπου κρατουμένου, ο οποίος γνωρίζει εκ των προτέρων πως οι πιθανότητες επιστροφής του στην κοινωνία είναι ελάχιστες (αν όχι μηδαμινές) καθιστώντας ανώφελη κάθε προσπάθεια σωφρονισμού (Bonta & Gendreau, 1990). Η εφαρμογή των ως άνω πολιτικών οδήγησαν ταυτόχρονα στον εγκλεισμό τμημάτων του πληθυσμού που εντάσσονται στα χαμηλά κοινωνικοοικονομικά στρώματα της αμερικανικής κοινωνίας, γεγονός που επιδείνωσε και επισφράγησε το φαινόμενο της κοινωνικής ανισότητας (Reiman & Leighton, 2009, Beckett & Sasson, 2004). Στην πραγματικότητα, το αίτημα περί κλιμάκωσης της ποινικής καταστολής ταυτίστηκε με την ποινική μεταχείριση των ατόμων που ανήκουν στις μειονότητες (Chiricos, 2004). Τα ανωτέρω αποτελούν καλώς εμπεδωμένες παρατηρήσεις, με τις οποίες έχει καταπιαστεί ένας σημαντικός αριθμός εγκληματολόγων διεθνώς. Παρά ταύτα, είναι αναγκαίο να επισημανθεί ότι το ακανθώδες πρόβλημα του υπερπληθυσμού των αμερικανικών σωφρονιστικών καταστημάτων έχει κατά τα τελευταία χρόνια ξεκινήσει να υποχωρεί, γεγονός στο οποίο αξίζει να στρέψει κανείς την προσοχή του.
Ειδικότερα, κατά τη διάρκεια των ετών 2008 και 2009 ο αριθμός των κρατουμένων μειώθηκε για πρώτη φορά ύστερα από το 1972. Η μείωση συνεχίστηκε κατά τη διάρκεια των επόμενων χρόνων (Phelps, 2013: 51-52). Το 2012 σημειώθηκε μείωση του σωφρονιστικού πληθυσμού – της τάξεως του 1,7%. Κάτι τέτοιο επιτεύχθηκε κυρίως μέσω της εισαγωγής επιεικέστερων νομοθετικών ρυθμίσεων περί της τιμώρησης των παραβάσεων που σχετίζονται με ναρκωτικές ουσίες (Newburn, 2013) και ειδικότερα της προώθησης κατ’ παρέκκλιση διαδικασιών και προγραμμάτων δοκιμασίας (Simon, 2013). Αντίστοιχες μεταβολές έχουν υλοποιηθεί στον τομέα του επίσημου ελέγχου της παραβατικότητας των ανηλίκων μέσω της μείωσης των κρατουμένων στις πολιτειακές φυλακές (από 5.400 το 1997 σε 2.280 το 2007) και της επαναφοράς προνοιακών μέτρων, γεγονός που έχει ευνοηθεί από την κοινωνική αξίωση περί επανένταξης των υπό εξέταση δραστών (Merlo & Benekos, 2010). Από το 2013 και εξής είναι εναργής η πολιτική δέσμευση περί μείωσης της εφαρμογής υποχρεωτικών ποινών (mandatory sentences) με απώτερο στόχο τη συρρίκνωση του σωφρονιστικού πληθυσμού (Newburn, 2013). Οι λόγοι που έχουν οδηγήσει στις συγκεκριμένες μεταβολές δεν μπορούν να κριθούν ως σαφείς. Η μείωση των κρατικών κονδυλίων που απαιτούνται για τη συντήρηση του συστήματος έκτισης των ποινών και η διοχέτευσή τους σε έτερους κοινωνικούς τομείς (όπως η δημόσια παιδεία) θεωρείται χωρίς αμφιβολία ως ένας σημαντικός παράγοντας (Newburn, 2013). Ταυτόχρονα, η εκλογή του Barak Obama έχει σηματοδοτήσει την έναρξη της επιστημονικής συζήτησης για το εάν οι αμερικανικές πολιτείες διανύουν πλέον μια μετα-ρατσιστική εποχή (“post-racial era”) με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον τομέα της ποινικής καταστολής (Yousman, 2009: 179).
Σημαντική κρίνεται επιπρόσθετα η παρατηρούμενη άμβλυνση των επιπέδων της εγκληματικότητας κατά τα τελευταία χρόνια στις αμερικανικές πολιτείες (π.χ. κατά τη διάρκεια της περιόδου 2002 – 2011 καταγράφηκε πτώση των βίαιων εγκλημάτων κατά 15%, ενώ επίσης το αντίστοιχο ποσοστό για τα αδικήματα ενάντια στην ιδιοκτησία ανήλθε σε 20%), όπως επίσης σε έτερα βιομηχανοποιημένα κράτη (Newburn, 2013, Τseloni κ.ά., 2010, Blumstein & Wallman, 2000, Zimring, 2007). Μια σειρά εξηγήσεων έχει δοθεί από επιστήμονες για τη συγκεκριμένη πραγματικότητα, δίχως να έχει επιτευχθεί η διαμόρφωση ενός επαρκώς ικανοποιητικού θεωρητικού πλαισίου. Το συγκεκριμένο γεγονός έχει χαρακτηριστεί ως «ντροπιαστικό» για την επιστήμη της εγκληματολογίας (Farrell κ.ά., 2010: 25). Οι διαθέσιμες θεωρητικές υποθέσεις δεν έχουν τύχει απόλυτης αποδοχής (π.χ. μείωση του εγκλήματος εξαιτίας της αύξησης του αριθμού των κρατουμένων, της εφαρμογής αυστηρών αστυνομικών πρακτικών, της οικονομικής ανάπτυξης που συνεπάγεται τη συρρίκνωση του φαινομένου της ανεργίας, των αυξημένων επιπέδων θρσηκευτικότητας, της ανόδου του αριθμού των μεταναστών που διαβιούν στην αμερικανική επικράτεια υπό σημαντική επίσημη επιτήρηση και της νομιμοποίησης των αμβλώσεων που οδηγούν στην αποφυγή ανεπιθύμητων τοκετών με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ανατροφή ενός ανηλίκου και την κοινωνική του εξέλιξη). Ως πειστικότερη φαίνεται η αποκαλούμενη ως «υπόθεση της ασφάλειας» (“security hypothesis”), που αποδίδει την πτώση στην αυξημένη (τόσο από ποσοτική όσο και από ποιοτική άποψη) λήψη εγκληματολοπροληπτικών μέτρων από τους ίδιους τους πολίτες (Farrell κ.ά., 2010, 2011, Levitt, 2004).
Ανεξάρτητα, όμως, από την αδυναμία παροχής μιας επιτυχημένης αιτιολογικής προσέγγισης, οι πτωτικές τάσεις της εγκληματικότητας έχουν συμβάλει στην πολιτική βούληση περί της αλλαγής του προσανατολισμού στον τομέα της καταστολής. Μόλις που χρειάζεται να επισημανθεί ότι μέχρι στιγμής δεν έχει λάβει χώρα μια ριζική μεταβολή στον ποινικό έλεγχο. Οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής συνεχίζουν να διαθέτουν την πρώτη θέση στον πίνακα του μεγέθους των σωφρονιστικών πληθυσμών ανά τον κόσμο (Newburn, 2013). Η εφαμοργή εναλλακτικών μέτρων (ή όσων εκτίονται στην κοινότητα) δεν έχει οδηγήσει στην επίλυση των προβλημάτων που ταλανίζουν το εκτιτικό σύστημα (όπως αυτό του υπερπληθυσμού), αλλά αντίθετα στη διεύρυνση των ορίων του επίσημου κοινωνικού ελέγχου – φαινόμενο το οποίο περιγράφεται στην αγγλόφωνη βιβλιογραφία ως “net-widening” (Κουράκης, 2009, Phelps, 2013, Caputo, 2004). Εντούτοις, οι παρατηρήσεις περί οριακής μείωσης του σωφρονιστικού πληθυσμού κατά τα τελευταία πέντε χρόνια παρέχουν τη βάση για την έκφραση μιας συγκρατημένης αισιοδοξίας περί μελλοντικής βελτίωσης του τρόπου απονομής της ποινικής δικαιοσύνης και των συνθηκών κράτησης (Newburn, 2013).
Βιβλιογραφικές αναφορές
Αρχιμανδρίτου Μ., Η ανοιχτή έκτιση της ποινής, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα, 2000
Barker V., The politics of imprisonment – How the democratic process shapes the way America punishes offenders, Oxford University Press, Oxford-New York, 2009
Beckett K., Making crime pay: Law and order in contemporary American politics, Oxford University Press, Oxford-New York, 1997
Beckett K. & Sasson T., The politics of injustice: Crime and punishment in America, SAGE, Thousand Oaks, 2004
Blumstein A. & Wallman J., The crime drop in America, Cambridge University Press, Cambridge, 2000
Bonta J. & Gendreau P., Reexamining the cruel and unusual punishment of prison life, Law and Human Behavior 4/1990, σ. 357-372
Caputo G., Intermediate sanctions in corrections, University of North Texas Press, Denton, 2004
Chiricos T., Welch K., Gertz M., Racial typification of crime and support for punitive measures, Criminology 2/2004, σ. 358-390
Currie E., Crime and punishment in America, Metropolitan Books, New York, 1998
Farrell G., Tilley N., Tseloni A., Mailey J., Explaining and sustaining the crime drop: Clarifying the role of opportunity-related theories, Crime Prevention and Community Safety 1/2010, σ. 24-41
Farrell G., Tilley N., Tseloni A., Mailey J., The crime drop and the security hypothesis, Journal of Research in Crime and Delinquency 2/2011, σ. 147-175
Forer L., Rage to punish: The unintended consequences of mandatory sentencing, W. W. Norton, New York, 1994
Froast N., The punitive state: Crime, punishment, and imprisonment across the United States, LFB Scholarly, New York, 2006
Garland, D., The culture of control, Oxford University Press, Oxford-New York, 2001
Hartney C., US rates of incarceration: A global perspective, FACT SHEET – Research from the National Council on Crime and Delinquency, USA, 2006, διαθέσιμο στην ιστοσελίδα www.nccdglobal.org
Jones T. & Newburn T., Three Strikes and You’re Out: Exploring symbol and substance in American and British crime control politics, British Journal of Criminology 5/2006, σ. 781-802
Knepper P., Criminology and social policy, SAGE, Los Angeles, 2007
Κουράκη Ν., Ποινική καταστολή, Αντ. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2009
Lancaster R., Sex panic and the punitive state, University of California Press, Berkley, 2011
Levitt S., Understanding why crime fell in the 1990s: Four factors that explain the decline and six that do not, Journal of Economic Perspectives 1/2004, σ. 163-
Merlo A. & Benekos P., Is punitive juvenile justice policy declining in the United States? A critique of emergent initiatives, Youth Justice: An International Journal 1/2010, σ. 3-24
Μήτρου Λ., Η δημοσιότητα της κύρωσης ή η κύρωση της δημοσιότητας, Σάκκουλας, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2012
Newburn T., Criminal justice policy, στο G. Peters & J. Pierre (επιμ.), Handbook of public policy, SAGE, London, 2006, σ. 365-380
Newburn T., The politics of punishment in America are slowly moving away from the mass incarceration policies of the past, USAPP – American Politics and Policy – LSE, 4/9/2013, διαθέσιμο στην ιστοσελίδα http://blogs.lse.ac.uk
Phelps M., The paradox of probation: Community supervision in the age of mass incarceration, Law & Policy 1-2/2013, σ. 51–80
Raphael S. & Stoll M., Why are so many Americans in prison?, στο S. Raphael & M. Stoll (επιμ.), Do prisons make us safer? The benefits and costs of the prison boom, Russel Sage Foundation, New York, 2009, σ.
Reiman J. & Leighton P., The rich get richer and the poor get prison: A reader, Pearson, New York, 2009
Rushefsky M., Public policy in the United States – At the dawn of the twenty-first century, M.E. Sharpe, New York-London, 2002
Sifakis C., The encyclopedia of American prisons, Checkmark Books, New York, 2003
Simon J., The “Hard back” of mass incarceration – Fear, structural racism, and the overpunishing of violent crime, στο D. McDowell, C. Harold, J. Battle (επιμ.), The punitive turn – New approaches to race and incarceration, University of Virginia Press, Charlotesville-London, 2013. σ. 192-209
Tseloni A., Mailey J., Farrell G., Tilley N., Exploring the international decline in crime rates, European Journal of Criminology 5/2010, σ. 375-394
Τζαννετάκη Τ., Ο νεοσυντηρητισμός και η πολιτική της μηδενικής ανοχής – Μια κριτική θεώρηση των θέσεων του James Q. Wilson, Αντ. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα-Κομοτηνή, 2006
Torny M., Sentencing reform impacts, Abt Associates, USA, 1987
Useem B. & Piehl A., Prison state: The challenge of mass incarceration, Cambridge University Press, Cambridge, 2008
Waller I., Rights for victims of crime: Rebalancing justice, Rowman & Littlefield, Plymouth, 2011
Welch M., Ironies of imprisonment, SAGE, London, 2005
Yousman B., Prime time prisons on U.S. TV – Representation of incarceration, Peter Lang, New York, 2009
Ζαγούρα Π., Συγκλίνουσες πολιτικές αυστηριοποίησης στην ποινική δικαιοσύνη για ανηλίκους. Ομοιόμορφα φαινόμενα, εισαγόμενες πολιτικές και νέες προκλήσεις για την Ευρώπη, στον Τιμητικό Τόμο της Καλλιόπης Δ. Σπινέλλη – Εγκληματολογικές διεπιστημονικές προσεγγίσεις, Αντ. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα-Κομοτηνή, 2010, σ. 823-858
Ζαραφωνίτου Χ., Τιμωρητικότητα, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, 2008
Zimring F., The great American crime decline, Oxford University Press, Oxford-New York, 2007