Η οργάνωση της ζωής στα καταστήματα κράτησης, οι συνθήκες διαβίωσης των κρατουμένων, οι θεσμοί (κυρώσεις και μέτρα) έκτισης των ποινών σε ιδρυματικούς χώρους ή σε ελεύθερο περιβάλλον αποτελούν δημοφιλή θέματα στην εγκληματολογική και ποινολογική εργογραφία. Η επιστημονική ερευνητική παραγωγή αναδεικνύει τάσεις, πρότυπα, προβλήματα, ιδιαιτερότητες και καινοτομίες και παράγει μια περισσότερο ή λιγότερο ευκρινή εικόνα ως προς τη μεταχείριση ή «διαχείριση» του πληθυσμού που υπόκειται σε διάφορες μορφές ποινικού ελέγχου, συνεισφέροντας στον σχεδιασμό πολιτικών και την ποινικοσωφρονιστική μεταρρύθμιση. Πολλές από αυτές τις μορφές ποινικού ελέγχου συνίστανται στην ιδέα και την πραγματικότητα της στέρησης της προσωπικής ελευθερίας, που κλιμακώνεται ή αποκλιμακώνεται σε διαφορετικά καθεστώτα κράτησης και συμπληρώνεται με ή υποκαθίσταται από μέτρα επίβλεψης στην κοινότητα. Τα τελευταία διαφοροποιούνται ως προς το περιεχόμενό τους επί το αυστηρότερο ή το επιεικέστερο ανάλογα με τους όρους και τις υποχρεώσεις που οφείλουν να τηρούν τα ελεγχόμενα πρόσωπα. Μια από τις διαστάσεις υπό τις οποίες τα θέματα αυτά τίθενται υπό πραγμάτευση είναι η συγκριτική, είτε στο πλαίσιο της ίδιας δικαιοδοσίας αλλά σε διαφορετικές περιόδους, είτε μεταξύ διαφορετικών δικαιοδοσιών είτε με συνδυασμό τοπικών και χρονικών κριτηρίων.
Μια περίπτωση ερευνητικής συνεργασίας που εντάσσεται στις συγκριτικές προσεγγίσεις του θεσμού της φυλακής και των μέτρων και κυρώσεων που εφαρμόζονται στην κοινότητα και προωθούνται ως απαντήσεις στα προβλήματα και τα αδιέξοδα της στέρησης της ελευθερίας, επομένως αφορούν ή πηγάζουν από μια «εκ των έσω» προσέγγιση των πεδίων αναφοράς τους, είναι το «Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο Φυλακών» (European Prison Observatory, http://www.prisonobservatory.org/), στο πλαίσιο του οποίου εξετάσθηκαν και θεσμοί εναλλακτικοί της φυλάκισης. Το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο Φυλακών δημιουργήθηκε με χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο πλαίσιο του προγράμματος JUSTΙCE με τη μορφή δύο επιμέρους ερευνητικών έργων που υλοποιήθηκαν από τον Φεβρουάριο του 2013 μέχρι τον Ιούλιο του 2016 και δραστηριοποιείται σε οκτώ χώρες. Από τη χώρα μας συμμετέχει το Τμήμα Κοινωνικής Διοίκησης και Πολιτικής Επιστήμης του Δ.Π. Θράκης μέσω του Ειδικού Λογαριασμού Κονδυλίων Έρευνας με την Καθηγήτρια Σοφία Βιδάλη και τον Επίκουρο Καθηγητή Νικόλαο Κουλούρη. Στο πρόγραμμα συνεργάζονται η Όλγα Θεμελή, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια στο Τμήμα Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, ο Ουίλιαμ Αλοσκόφης, διδάκτωρ Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου, Κοινωνιολόγος στο Κατάστημα Κράτησης Κορυδαλλού, ο δικηγόρος και διδάκτωρ του Τμήματος Κοινωνικής Διοίκησης και Πολιτικής Επιστήμης του Δ.Π. Θράκης Δημήτρης Κόρος και οι υποψήφιες διδάκτορες του ίδιου τμήματος Αθανασία Μαυρομάτη, Κοινωνική Λειτουργός και Σοφία Σπυρέα, Κοινωνιολόγος. Οι συνεργαζόμενοι φορείς από τις άλλες επτά χώρες είναι: Associazione Antigone (Ιταλία, συντονιστής εταίρος), Università degli Studi di Padova [στο πρώτο έργο] και Università degli Studi di Torino [στο δεύτερο έργο (Ιταλία), Observatoire international des prisons - section française (Γαλλία), Latvian Centre for Human Rights (Λετονία), Helsinki Foundation for Human Rights (Πολωνία), Instituto Universitário de Lisboa - ISCTE-IUL (Πορτογαλία), Observatorio del Sistema Penal de los Derechos Humanos, Universidad de Barcelona (Ισπανία) και Centre for Crime and Justice Studies (Ηνωμένο Βασίλειο).
Το Παρατηρητήριο συλλέγει ποιοτικά και ποσοτικά δεδομένα και αναλύει τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί σε διαφορετικά εθνικά συστήματα φυλακών και στα συναφή συστήματα των εναλλακτικών της κράτησης μέτρων στην Ευρώπη, συγκρίνοντας αυτές τις συνθήκες με τους διεθνείς κανόνες και τα πρότυπα, ιδιαίτερα με τους Ευρωπαϊκούς Κανόνες για τις Φυλακές (European Prison Rules, Recommendation CM/Rec (2006) 2) και τη Δοκιμασία (European Probation Rules, Recommendation CM/Rec (2010) 1) του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Τα δύο ερευνητικά έργα περιλαμβάνουν από τρία στάδια εργασίας (workstreams). Στο πρώτο προβλέπεται η πλήρης καταγραφή της κατάστασης στον τομέα των φυλακών και των εναλλακτικών θεσμών στις οκτώ χώρες. Στο δεύτερο στάδιο επιχειρείται η ανάδειξη των βέλτιστων πρακτικών που εφαρμόζονται σε κάθε χώρα και στους δύο τομείς. Στο τρίτο στάδιο το πρώτο πρόγραμμα επιδιώκει την προώθηση της διαφάνειας στις φυλακές με μηχανισμούς ανεξάρτητης παρακολούθησης και το δεύτερο την ανάπτυξη μιας νέας ποινικής αντίληψης με αποστιγματιστικά, επανεντακτικά και αποκαταστατικά χαρακτηριστικά.
Η ανάλυση των στοιχείων που συγκεντρώθηκαν δείχνει ότι καμία από τις χώρες που καλύπτει το Παρατηρητήριο δεν ανταποκρίνεται επαρκώς στις απαιτήσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης. Ωστόσο, η έρευνα αποκάλυψε αρκετές ενδιαφέρουσες πρωτοβουλίες, σύμφωνες με τη φιλοσοφία του, που θα μπορούσαν να αποτελέσουν πηγή έμπνευσης για άλλες χώρες.
Στο πρώτο έργο εντοπίσθηκαν συμβατότητες με δύο βασικές κατευθυντήριες αρχές, την αρχή της ομαλοποίησης (normalization) των καθεστώτων κράτησης και την αρχή της υπευθυνοποίησης (responsabilization) των κρατουμένων. Η πρώτη αναφέρεται στη σύγκλιση των συνθηκών ζωής μέσα στις φυλακές με τις συνθήκες του ελεύθερου βίου και η δεύτερη στην παραδοχή ότι οι κρατούμενοι είναι άνθρωποι που μπορούν να αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες και ευθύνες και να συμμετέχουν στη λήψη αποφάσεων για τη ζωή τους και για τα κοινά. Oι πρωτοβουλίες που επιλέχθηκαν ως «ενδιαφέρουσες» είναι προγράμματα με στοιχεία καινοτομίας που δείχνουν ότι σε ορισμένους τομείς ανοίγει ο δρόμος σε μια αντίληψη που δεν οδηγεί σε περιοριστικά καθεστώτα κράτησης προσβλητικά των δικαιωμάτων, στην κοινωνική περιθωριοποίηση και την αχρήστευση των εγκλείστων. Αντιθέτως, οι πρωτοβουλίες αυτές εντάσσονται σε ένα πλαίσιο που χαρακτηρίζεται από την περιβολή των κρατουμένων με εμπιστοσύνη και αναγνώριση ότι είναι άνθρωποι και όχι εγκληματίες. Έτσι προωθείται η κατά το δυνατόν αποκατάσταση των σχέσεών τους με την έννομη τάξη και η ένταξή τους σε δεκτικά και υποστηρικτικά κοινωνικά δίκτυα και περιβάλλοντα αναφοράς. Αυτές κατανέμονται σε πέντε ενότητες:
Η πρώτη ενότητα αφορά το καθεστώς κράτησης και τις δραστηριότητες των κρατουμένων και αναδεικνύει τα πανεπιστημιακά κέντρα στις ιταλικές φυλακές και τις βάσεις στον κυβερνοχώρο στις γαλλικές φυλακές. Στην πρώτη περίπτωση διατίθενται τμήματα των εγκαταστάσεων των φυλακών όπου αναπτύσσονται εκπαιδευτικές δραστηριότητες πανεπιστημιακού επιπέδου, μετατρέποντας τις εγκαταστάσεις αυτές σε μικρογραφίες ακαδημαϊκών ιδρυμάτων, τα οποία εγγυώνται και την ποιότητα των σπουδών. Στη δεύτερη περίπτωση οργανώνονται μονάδες εξοπλισμένες με ηλεκτρονικούς υπολογιστές, στις οποίες οι κρατούμενοι έχουν περιορισμένη και ελεγχόμενη πρόσβαση σε συγκεκριμένες υπηρεσίες εκπαίδευσης, κατάρτισης, επαγγελματικής και κοινωνικής αποκατάστασης.
Η δεύτερη ενότητα περιλαμβάνει συλλογικές διαδικασίες για τη διατύπωση γνώμης των κρατουμένων σχετικά με τις συνθήκες κράτησής τους και συγκεκριμένα αναφέρεται στα συμβούλια κρατουμένων που λειτουργούν στη Αγγλία και Ουαλία, με τον συντονισμό μιας μη κερδοσκοπικής οργάνωσης τα μέλη της οποίας είναι πρώην κρατούμενοι, της User Voice. Στα συμβούλια αυτά συμμετέχουν κρατούμενοι εκλεγμένοι από τους συγκρατουμένους τους. Για την εκλογή ακολουθούνται συλλογικές διαδικασίες ανάδειξης υποψηφίων που προβάλλουν προγράμματα με τις προτεραιότητες που θέτουν για να πείσουν το σώμα των εκλεκτόρων.
Η τρίτη ενότητα καλύπτει τον τομέα των επαφών των κρατουμένων με το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, όπου επισημαίνονται τρεις θετικές πρωτοβουλίες: η επιχορήγηση των επισκέψεων στις φυλακές στην Αγγλία, Ουαλία και Σκωτία, οι μονάδες οικογενειακών επισκέψεων και τα δωμάτια επισκέψεων οικείων στη Γαλλία και η επικοινωνία με τηλεδιάσκεψη στη Σκωτία. Στην πρώτη περίπτωση, τα πρόσωπα που επισκέπτονται κρατουμένους, όταν λαμβάνουν προνοιακές παροχές θεωρείται ότι δεν είναι σε θέση να αναλάβουν το κόστος μιας μακρινής μετακίνησης και διαμονής στον τόπο όπου κρατούνται οι συγγενείς και οικείοι τους. Στις περιπτώσεις αυτές δικαιούνται να ζητήσουν την κάλυψη των εξόδων τους για δύο επισκέψεις κάθε 28 ημέρες, με μέγιστο αριθμό τις 25 επισκέψεις σε μια περίοδο 12 μηνών. Ο υπολογισμός του ποσού της επιχορήγησης γίνεται βάσει του οικονομικότερου τρόπου μεταφοράς. Στη δεύτερη περίπτωση διαμορφώνονται ειδικές μονάδες με μικρά διαμερίσματα ή δωμάτια για υποδοχή επισκεπτών χωρίς παρουσία προσωπικού, μόνο με ηλεκτρονικό έλεγχο του περιβάλλοντος χώρου. Οι επισκέψεις έχουν διάρκεια από έξι έως εβδομήντα δύο ώρες. Στην τελευταία περίπτωση διεξάγονται εικονικά επισκεπτήρια, μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή με μορφή τηλεδιάσκεψης, που διαρκούν μέχρι μια ώρα.
Στην τέταρτη ενότητα το ενδιαφέρον στρέφεται στη συμμετοχή στα κοινά και την άσκηση των εκλογικών δικαιωμάτων των κρατουμένων με τα εκλογικά κέντρα στις φυλακές της Πολωνίας. Εκεί συντάσσονται ειδικά εκλογικά μητρώα και λειτουργούν εκλογικά τμήματα μέσα στις φυλακές. Οι εκλογικοί κατάλογοι συντάσσονται με πρωτοβουλία του δημοσίου και το προσωπικό των φυλακών καλεί την ημέρα των εκλογών τους κρατουμένους οι οποίοι επιθυμούν να ασκήσουν το δικαίωμα του εκλέγειν να μεταβούν στα εκλογικά τμήματα.
Στην τελευταία, πέμπτη ενότητα, παρουσιάζεται η δημιουργία ενός καθεστώτος βασισμένου στη δυναμική ασφάλεια σε μια φυλακή - θεραπευτική κοινότητα της Αγγλίας, τη φυλακή Grendon. Εκεί εφαρμόζεται η αρχή της ανάπτυξης θετικών σχέσεων του προσωπικού με τους κρατουμένους. Αυτές οι σχέσεις βασίζονται στη σταθερότητα και την αμεροληψία, σε συνδυασμό με την κατανόηση της προσωπικής τους κατάστασης, με συνεχή επικοινωνία και με προτεραιότητα στη διαμεσολάβηση και την αποκατάσταση για τη διευθέτηση διαφορών. Συγκροτούνται μικρές ομάδες στο πλαίσιο μιας «δημοκρατικής θεραπευτικής κοινότητας» και κάθε ομάδα αποφασίζει για το δικό της κανονιστικό πλαίσιο.
Από τα στοιχεία που καταγράφηκαν προκύπτουν δέκα προτάσεις – συστάσεις του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου Φυλακών για α) εποικοδομητικό διάλογο και εισαγωγή θεσμών αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας στις φυλακές, β) διαδικασίες διαμεσολάβησης και αποκατάστασης για την επίλυση συγκρούσεων στους χώρους εγκλεισμού, γ) κατάργηση της πειθαρχικής κύρωσης της απομόνωσης, των ερευνών με αφαίρεση των ενδυμάτων και των ερευνών χωρίς παρουσία των κρατουμένων των οποίων ερευνώνται ο χώρος και τα είδη, δ) δυναμική ασφάλεια και συμμετοχική θεραπευτική προσέγγιση, ε) αναγνώριση δικαιωμάτων των κρατουμένων για συμμετοχή στην πολιτική ζωή, στ) διευκόλυνση της διατήρησης των ζωτικών κοινωνικών σχέσεων των κρατουμένων με την κάλυψη των εξόδων ταξιδιού των επισκεπτών τους όταν οι τελευταίοι ζουν με προνοιακές παροχές, ζ) επικοινωνία των κρατουμένων με τους επισκέπτες τους σε συνθήκες που είναι συμβατές με το δικαίωμα στον ιδιωτικό βίο και συμβάλλουν στη διατήρηση της οικειότητας, η) διατήρηση της επαφής των κρατουμένων με την οικογένεια και τους φίλους τους με αξιοποίηση της ψηφιακής τεχνολογίας, όταν η μετακίνηση των τελευταίων δεν είναι δυνατή, θ) γεφύρωση του «ψηφιακού χάσματος» που υπάρχει στις φυλακές με προγράμματα ασφαλούς, ελεγχόμενης πρόσβασης των κρατουμένων στον κυβερνοχώρο και ι) πρόσβαση των κρατουμένων σε προγράμματα σπουδών πανεπιστημιακού επιπέδου.
Στο δεύτερο έργο δεν προέκυψε μια γενική σύνδεση μεταξύ ανάπτυξης των εναλλακτικών θεσμών και μείωσης του πληθυσμού των φυλακών. Ενώ τα μέτρα και οι κυρώσεις που εφαρμόζονται στην κοινότητα εμπλουτίζονται και διευρύνονται, ο πληθυσμός των φυλακών σε άλλες χώρες (λιγότερες) μειώνεται και σε άλλες (περισσότερες) αυξάνεται. Πέραν όμως αυτής της ποσοτικής διάστασης, η τάση που κυριαρχεί στη διαμόρφωση αυτών των κυρώσεων και μέτρων δείχνει ότι η κοινωνική υποστηρικτική πλευρά τους υποβαθμίζεται, τα τιμωρητικά χαρακτηριστικά τους ενισχύονται και οι απαιτήσεις για έλεγχο αυξάνονται, ενώ οι εξατομικευμένες παρεμβάσεις παραχωρούν τη θέση τους στη διαχείριση κινδύνων. Φαίνεται επίσης ότι η στέρηση της ελευθερίας επιφυλάσσεται συχνά ως αυτόματη συνέπεια για την αποτυχία των προσώπων που υπόκεινται στους εναλλακτικούς θεσμούς να τηρήσουν τους όρους που έχουν ορίσει οι αρμόδιες αρχές. Ωστόσο οι πρακτικές που καταγράφηκαν στις οκτώ χώρες δείχνουν ότι οι εναλλακτικές λύσεις είναι δυνατό να χρησιμοποιούνται με τρόπους που αποτρέπουν τη φυλάκιση και την τιμωρητική μεταχείριση κατηγορουμένων και δραστών, εξασφαλίζοντας την πρόσβασή τους σε θεραπευτικές δομές και προνοιακές υπηρεσίες. Μερικές χώρες μάλιστα χρησιμοποιούν αυτές τις κυρώσεις και τα μέτρα με τρόπους που συνεπάγονται την αναβολή της ποινικής διαδικασίας ή την παράκαμψη της ποινικής δικαιοσύνης συνολικά. Περιπτώσεις ατόμων με κοινωνικά προβλήματα, όπως τα προβλήματα ψυχικής υγείας και εξαρτήσεων, αποτελούν παραδείγματα που προσφέρονται για την εφαρμογή προγραμμάτων απεγκληματοποίησης, αποποινικοποίησης και εν γένει συρρίκνωσης της ποινικής δικαιοσύνης. Το μήνυμα αντεγκληματικής πολιτικής του έργου είναι διττό: Πρώτον, πολλά από τα κοινωνικά προβλήματα που καθιστούν ορισμένους ανθρώπους ευάλωτους δεν επιλύονται με την ποινική δικαιοσύνη ως «προεπιλεγμένη απάντηση» σ’ αυτά, αλλά με πολιτική και πρακτικές βασισμένες στις αρχές της κοινωνικής δικαιοσύνης. Δεύτερον, στο μικρότερο σύστημα ποινικής δικαιοσύνης που θα παραμένει μετά από μια μεταρρύθμιση προς την κατεύθυνση που προαναφέρθηκε, πρέπει να περιοριστεί περαιτέρω ο ρόλος της τιμωρίας και της φυλακής και να δοθεί έμφαση σε μέτρα κοινωνικού χαρακτήρα που θα βασίζονται στην κοινότητα. Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση η συχνότερη χρήση των κοινοτικών κυρώσεων και μέτρων δεν ισοδυναμεί με «καλύτερη» χρήση. Στην κατεύθυνση αυτή προτείνεται η ανάπτυξη ενός φάσματος από μη στιγματιστικά συστήματα ελέγχου, που θα προσαρμόζονται σε κάθε μεμονωμένη περίπτωση και θα στηρίζουν προγράμματα κοινωνικής επανένταξης εστιασμένα στην πρόληψη του εγκλήματος μέσα από την κοινωνική και ατομική υπευθυνοποίηση των δραστών.