Στο παρόν δεν θα επιχειρηθεί μια πλήρης καταγραφή της νομολογίας των συμβουλίων φυλακής και του δικαστηρίου εκτέλεσης των ποινών (που συνεδριάζει ως συμβούλιο) ως προς το θέμα της χορήγησης αδειών, αλλά αδρομερώς θα καταγραφεί η προσέγγιση του θέματος αυτού μέσω ορισμένων δημοσιευμένων αποφάσεων των δικαστηρίων εκτέλεσης ποινών και εκθέσεων του Συνηγόρου του Πολίτη.
1) Η Επιτροπή συνηγόρου του Πολίτη με την υπ αρίθμ 369/2008 έκθεση( δημ Νομ) είχε επισημάνει μεταξύ άλλων και τα εξής «Τα Συμβούλια φυλακής ενίοτε απορρίπτουν τα αιτήματα κρατουμένων για χορήγηση αδείας με το αιτιολογικό του μεγάλου υπολοίπου της ποινής και του προκύπτοντος εντεύθεν κινδύνου μη επιστροφής του κρατουμένου».
Ενδεικτικά αναφέρουμε την υπ αρίθμ 84/2009 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Τρικάλων ( Ποιν Δικ 2009/716).
Το δικαστήριο (σε συμβούλιο) εξέτασε προσφυγή κρατουμένου κατά απόφασης του συμβουλίου φυλακής, το οποίο είχε απορρίψει δεύτερο αίτημά του για χορήγηση αδείας. Το δικαστήριο απόρριψε την προσφυγή του με το εξής αιτιολογικό «Απορρίπτει την προσφυγή διότι ναι μεν συντρέχουν οι τυπικές προυποθέσεις χορήγησης, πλην όμως στην παρούσα χρονική στιγμή υπάρχει ιδιαίτερα αυξημένος κίνδυνος να προτιμήσει κρατούμενος να αποφύγει την άμεση έκτιση του υπολοίπου της ποινής του, που είναι μεγάλο». Η αιτιολογία αυτή όμως παρακάμπτει σιωπηρά την καλή διαγωγή του κρατουμένου εντός του καταστήματος κράτησης και θεμελιώνει την απόρριψη της προσφυγής σε κριτήρια που βρίσκονται εκτός της διάταξης του άρθρου 55 του Σωφρονιστικού Κώδικα. Εξάλλου τις τυπικές και ουσιαστικές προϋποθέσεις τις θέσπισε ο νομοθέτης και το υπόλοιπο της ποινής δεν το έθεσε ως κριτήριο, αλλά απλώς θεωρεί ως τυπική προϋπόθεση έναν ορισμένο χρόνο παραμονής στη φυλακή.
2) Στην ανωτέρω έκθεση είχε επισημανθεί ότι υπάρχει ελλιπής αιτιολογία των αποφάσεων των συμβουλίων σχετικά με τον όρο «κίνδυνος κακής χρήσης της άδειας».
Ενδεικτικά αναφέρουμε την υπ αρίθμ 78/2004 απόφαση του Πλημμελειοδικείου Άμφισσας (Ποιν Δικ 2005/564) με αντίθετη πρόταση του εισαγγελέα, με την οποία απορρίφθηκε προσφυγή του κρατουμένου κατά απόφασης του συμβουλίου φυλακής για χορήγηση άδειας. Το σκεπτικό (σε περίληψη) του δικαστηρίου έχει ως εξής: «Ο προσφεύγων είναι τσιγγάνος και έχει καταδικαστεί σε οκτώ χρόνια κάθειρξη για παράβαση του Νόμου περί ναρκωτικών, ενώ ούτε αυτός ούτε η οικογένειά του διαθέτουν μόνιμη στέγη και δεν παρέχεται η βεβαιότητα ότι θα κάνει καλή χρήση της άδειά του». Εν προκειμένω παρατηρούμε ότι το δικαστήριο προέταξε ως αρνητικό κριτήριο την φυλετική καταγωγή του κρατουμένου, γεγονός που κείται εκτός νόμου και κυρίως βρίσκεται αντίθετο με διεθνείς συμβάσεις. Δεύτερον εμμέσως πλην σαφώς αναφέρει το είδος και τη βαρύτητα του αδικήματος, ως αρνητικά στοιχεία για τη χορήγηση της άδειας. Τούτο όμως είναι εκτός του γράμματος του άρθρου 55 του Σωφρονιστικού Κώδικα. Επιπλέον, δεν έλαβε υπόψη βεβαίωση του Δημάρχου ότι διαμένει μόνιμα σε οικισμό.
Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη του κριτήρια και προϋποθέσεις για την απόρριψη της προσφυγής του κρατουμένου, τα οποία δεικνύουν προκατάληψη τόσο ως προς το φυλετικό του γνώρισμα, όσο και ως προς το είδος του εγκλήματος. Τα ανωτέρω κείνται εκτός των άλλων εκτός των ουσιαστικών προϋποθέσεων που θέτει ο σωφρονιστικός νομοθέτης για τη χορήγηση άδειας.
Στην αντίθετη και ορθή κατεύθυνση όμως η υπ αρίθμ 325/2009 απόφαση του Πλημ Πειραιά (Ποιν Δικ 2009/714). Στην προκειμένη περίπτωση το δικαστήριο εξέτασε προσφυγή του κρατουμένου κατά αποφάσεως του συμβουλίου της φυλακής , το οποίο απόρριψε για δεύτερη συνεχόμενη φορά το αίτημά του για χορήγηση αδείας με την αιτιολογία του κινδύνου της κακής χρήσεως της αδείας, χωρίς περαιτέρω να εξειδικεύει τον κίνδυνο αυτόν. Το δικαστήριο έκανε δεκτή την προσφυγή του κρατουμένου δεχόμενο ότι η αιτιολογία του συμβουλίου της φυλακής σχετικά με την συνδρομή των ουσιαστικών προϋποθέσεων που απαιτούνται για τη χορήγηση της αδείας δεν αξιολογήθηκαν παντάπασιν. Στη συνέχεια, και αφού συνεκτίμησε την διαγωγή του κρατουμένου στη φυλακή, την προσωπικότητά του, την εργασία του και την οικογενειακή του κατάσταση, χορήγησε στον ανωτέρω άδεια, εκτιμώντας ότι η τελευταία θα τον βοηθήσει στην κοινωνική επανένταξη. Αξιοσημείωτο είναι ότι στην προκειμένη περίπτωση ο προσφεύγων είχε καταδικαστεί σε κάθειρξη 15 ετών για διακεκριμένη ληστεία και το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του την βαρύτητα της πράξης, αλλά τις ουσιαστικές προϋποθέσεις που θεσπίζει ο Σωφρονιστικός Κώδικας για την χορήγηση αδείας.
3) Σε άλλες περιπτώσεις ο Συνήγορος του πολίτη (οράτε την ανωτέρω έκθεση) αναφέρει ότι παρατηρήθηκε συμβούλιο φυλακής να απορρίπτει αίτημα για άδεια επειδή ο τελευταίος δεν παραδέχθηκε την πράξη του. Ωστόσο τούτο είναι αντιφατικό καθόσον ζητείται μετάνοια για κάτι που ο κατηγορούμενος αρνήθηκε ότι το έπραξε. Πέραν τούτου δεν προβλέπεται δυνατότητα άρνησης χορήγησης άδειας για τον παραπάνω λόγο.
Επίμετρο
Η νομολογιακή ιχνηλάτηση του θεσμού της χορήγησης αδειών είναι δυσχερής, καθόσον οι δημοσιευμένες αποφάσεις των δικαστηρίων εκτέλεσης ποινών είναι λίγες, ενώ δεν δημοσιεύονται οι αποφάσεις των συμβουλίων της φυλακής. Ωστόσο θα πρέπει να επισημάνουμε τα εξής : ο θεσμός της χορήγησης τακτικών αδειών σε κρατουμένους εμπεριέχει αφ’ εαυτού τον αφηρημένο κίνδυνο της μη επιστροφής ή της τέλεσης νέων εγκλημάτων, κατά τη διάρκεια της άδειας. Η ορθότητα όμως της απόφασης της Επιτροπής, θα πρέπει να κρίνεται από το αν, κατά τη στιγμή που εξετάζεται το αίτημα του κρατούμενου για άδεια, συντρέχουν οι τυπικές όσο και οι ουσιαστικές προϋποθέσεις για τη χορήγηση αυτής. Στην περίπτωση που συντρέχουν αμφότερες οι προϋποθέσεις, αλλά ο ανωτέρω κίνδυνος λάβει υπόσταση (φυγή ή τέλεση εγκλημάτων), το τελευταίο γεγονός δεν θα πρέπει να χρεωθεί στην αρμόδια επιτροπή, αν η τελευταία κινήθηκε αυστηρά εντός των ορίων του άρθρου 55 ν 2776/99. Δυστυχώς όμως συμβαίνει το αντίθετο.