Στρασβούργο, 1η Μαρτίου 2016
Η επίσκεψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων (CPT) στην Ελλάδα, κατά το διάστημα από τις 14 έως τις 23 Απριλίου 2015, είχε ως σκοπό την αξιολόγηση του βαθμού εφαρμογής των προγενέστερων Συστάσεων της Επιτροπής προς τις ελληνικές αρχές, κατόπιν των αντίστοιχων επισκέψεών της στην Ελλάδα, κατά τα έτη 2011 και 2013, με αντικείμενο τον έλεγχο των συνθηκών έκτισης της στερητικής της ελευθερίας ποινής στα ελληνικά σωφρονιστικά καταστήματα. Στο πλαίσιο της επίσκεψης του 2015, οι εκπρόσωποι της CPT εξέτασαν, καταρχάς, τη μεταχείριση των προσώπων, τα οποία τελούν υπό κράτηση, το βαθμό τήρησης στην πράξη των δικαιωμάτων τους από τις ελληνικές σωφρονιστικές και δικαστικές αρχές, καθώς και τους ισχυρισμούς περί κακομεταχείρισής τους από αστυνομικούς υπαλλήλους. Επίσης, επιθεώρησαν, εν γένει, τις συνθήκες κράτησης σε διάφορες εγκαταστάσεις των ελληνικών καταστημάτων κράτησης, συμπεριλαμβανομένου του Νοσοκομείου της Φυλακής του Κορυδαλλού και εξέτασαν την κατάσταση, στην οποία βρίσκονται οι νεαροί και αλλοδαποί κρατούμενοι.
Σύμφωνα με την Έκθεση της CPT της 1ης Μαρτίου 2016, η οποία απευθύνεται στην Ελληνική Κυβέρνηση και στην οποία παρατίθενται οι αξιολογήσεις της CPT με αφορμή την επίσκεψη του 2015, οι ελληνικές αρχές και το προσωπικό των καταστημάτων κράτησης έδειξαν πνεύμα συνεργασίας απέναντι στην αντιπροσωπεία της Επιτροπής. Εντούτοις, όπως αναφέρει η εν λόγω Έκθεση, η συνεργασία των ελληνικών αρχών θα έπρεπε να έγκειται και στην τήρηση των προτεινόμενων από την Επιτροπή μέτρων, προς την κατεύθυνση της βελτίωσης των συνθηκών κράτησης, κάτι το οποίο, κατά την Επιτροπή, δεν έχει ακόμα συμβεί. Τα πορίσματα της επίσκεψης του 2015 καθιστούν σαφή τον κρίσιμο χαρακτήρα της κατάστασης στις ελληνικές φυλακές και καταδεικνύουν την ανάγκη άμεσης δραστηριοποίησης των ελληνικών αρχών, προς αντιμετώπιση, ιδίως, του υπερπληθυσμού των φυλακών και της χρόνιας υποστελέχωσης στις περισσότερες εγκαταστάσεις. Περαιτέρω, θα πρέπει να αναγνωριστεί η σοβαρότητα του φαινομένου της δυσμενούς μεταχείρισης των κρατουμένων από αστυνομικούς υπαλλήλους και να διαμορφωθεί ένας μηχανισμός αποτελεσματικής αξιολόγησης των περί κακομεταχείρισης ισχυρισμών.
Μεταχείριση κρατουμένων στα αστυνομικά κρατητήρια
Στο πλαίσιο της επίσκεψης του 2015, η αντιπροσωπεία της CPT εισέπραξε σημαντικό αριθμό αξιόπιστων ισχυρισμών κρατουμένων περί υπέρμετρης χρήσης βίας από αστυνομικούς – ιδίως από μέλη της Ειδικής Υπηρεσίας Δ.ΕΛ.Τ.Α. – κατά τη διάρκεια της σύλληψής τους, καθώς και κατόπιν αυτής. Κάποιοι από τους ισχυρισμούς αυτούς βεβαιώθηκαν με ιατρικά ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή προτείνει την πραγματοποίηση μιας πλήρους και αποτελεσματικής έρευνας, σχετικά με τις μεθόδους, οι οποίες χρησιμοποιούνται από τους αστυνομικούς της ομάδας Δ.ΕΛ.Τ.Α., όταν αυτοί συλλαμβάνουν κάποιο πρόσωπο. Έπειτα, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η εφαρμογή μέτρων κακομεταχείρισης στα αστυνομικά κρατητήρια, ιδιαίτερα απέναντι σε αλλοδαπούς κρατουμένους, με σκοπό, συν τοις άλλοις, την απόσπαση ομολογίας, εξακολουθεί να αποτελεί συνήθη πρακτική, κυρίως στο Αστυνομικό Τμήμα Αγίου Παντελεήμονα στην Αθήνα και στο Αστυνομικό Τμήμα Πλατείας Δημοκρατίας στη Θεσσαλονίκη.
Με σκοπό την καταπολέμηση του φαινομένου αυτού, το οποίο έχει λάβει τεράστιες διαστάσεις, η Επιτροπή προτείνει τη διαρκή και κατάλληλη εκπαίδευση των αξιωματούχων επιβολής του νόμου, ώστε να μη λησμονούν ότι η κάθε μορφής κακομεταχείριση των κρατουμένων, είτε πρόκειται για σωματική ή λεκτική βία είτε για ρατσιστική συμπεριφορά είτε για χρήση απειλών, συνιστά ποινικό αδίκημα και διώκεται ανάλογα. Προτείνεται, επιπλέον, η βιντεοσκόπηση ή η ηχογράφηση των ανακρίσεων, που διενεργούνται από αστυνομικούς, καθώς και η ανάπτυξη κατάλληλων μεθόδων, με τις οποίες θα επιτευχθεί η απαιτούμενη αλλαγή στη νοοτροπία των αστυνομικών, που καταφεύγουν σε πράξεις βίας.
Ύστερα από τη μελέτη σχετικών φακέλων, η αντιπροσωπεία της CPT διαπίστωσε, επίσης, ότι οι ενέργειες των ελληνικών διωκτικών αρχών, ως προς την έρευνα των σοβαρότατων ισχυρισμών περί κακομεταχείρισης, είναι προδήλως ανεπαρκείς. Για μία ακόμη φορά, αρκετοί κρατούμενοι ισχυρίστηκαν ότι οι διωκτικές και δικαστικές αρχές τηρούν παθητική στάση, όσον αφορά σε καταγγελίες τους εναντίον αστυνομικών περί χρήσης βίας. Προς αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου, η Επιτροπή προτείνει στην Έκθεσή της τη διαμόρφωση ενός πλήρως ανεξάρτητου και εφοδιασμένου με επαρκείς πόρους αστυνομικού σώματος, αρμόδιου για την εξέταση αντίστοιχων καταγγελιών.
Επιπροσθέτως, η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι σε αρκετές περιπτώσεις κρατουμένων, οι διαδικαστικές εγγυήσεις, οι οποίες προβλέπονται με σαφήνεια σε νομοθετικές διατάξεις και έχουν ως σκοπό την προστασία των κρατουμένων έναντι της αστυνομικής βίας, όπως είναι το δικαίωμα γνωστοποίησης της κράτησης, το δικαίωμα πρόσβασης σε δικηγόρο και το δικαίωμα πρόσβασης σε ιατρό, παραμένουν, ως επί το πλείστον, ανεφάρμοστες στην πράξη. Ανησυχητικό είναι, επιπλέον, το φαινόμενο της παραβίασης της εμπιστευτικότητας, η οποία πρέπει να διέπει τη σχέση δικηγόρου-εντολέα, καθώς και της μη τήρησης των σχετικών με την αστυνομική κράτηση κανόνων. Η Επιτροπή συνιστά, σχετικά με τα εν λόγω ζητήματα, τη συνεπή τήρηση των κανόνων και την ακριβή καταγραφή των υπόπτων, οι οποίοι μεταφέρονται και κρατούνται προσωρινώς σε κελιά αστυνομικών τμημάτων.
Όσον αφορά, δε, στις υλικές συνθήκες κράτησης, η προσφάτως ακολουθούμενη πολιτική αποσυμφόρησης των φυλακών έχει βελτιώσει σημαντικά την κατάσταση στα σωφρονιστικά καταστήματα, σύμφωνα με την Επιτροπή. Ωστόσο, παρατηρήθηκαν κακές συνθήκες υγιεινής και συντήρησης των φυλακών, ήτοι αδυναμίες, τις οποίες η ελληνική κυβέρνηση οφείλει αμέσως να θεραπεύσει, όπως επισημαίνει η Επιτροπή στην Έκθεσή της.
Εγκαταστάσεις των φυλακών
Τα πορίσματα από την επίσκεψη της Επιτροπής στην Ελλάδα το 2015 καταδεικνύουν ότι ο υπερπληθυσμός και η χρόνια υποστελέχωση των φυλακών, που αποτελούν τα πρωταρχικά προβλήματα του ελληνικού σωφρονιστικού συστήματος, έχουν οδηγήσει το τελευταίο σε οριακό σημείο. Οι δύο αυτές σοβαρές αδυναμίες έχουν ως συνέπεια, μεταξύ άλλων, την ανεπαρκή παροχή ιατρικών υπηρεσιών στους κρατουμένους. Η κατάσταση έχει οδηγηθεί σε τέτοιο σημείο, ώστε, πέραν της πρόδηλης παραβίασης του άρθρου 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), σε περιπτώσεις κακομεταχείρισης των κρατουμένων, να τίθεται και ζήτημα παραβίασης του άρθρου 2 της ΕΣΔΑ, που προστατεύει το δικαίωμα στη ζωή. Τούτο συμβαίνει σε ορισμένες περιπτώσεις, κατά τις οποίες, ασθενείς κρατούμενοι, είτε δεν έχουν πρόσβαση σε επαρκή ιατροφαρμακευτική περίθαλψη είτε αφήνονται να ξεψυχήσουν, δίχως να υπάρξει μέριμνα για την αποτροπή της κατάληξης αυτής.
Μολονότι η CPT αναγνωρίζει ότι οι ελληνικές αρχές έχουν κάνει θετικά βήματα προς τη μείωση του πληθυσμού των φυλακών, επισημαίνει ένα εξίσου σοβαρό φαινόμενο, στο πλαίσιο των συνθηκών κράτησης, ήτοι τη βία και τον εκφοβισμό (bullying) ανάμεσα στους ίδιους τους κρατουμένους. Έχουν επανειλημμένως παρατηρηθεί περιστατικά νοσηλείας κρατουμένων, λόγω σοβαρών τραυματισμών, προκληθέντων από συγκρατουμένους τους, ιδίως στις Αντρικές Φυλακές Κορυδαλλού, όπου οι πτέρυγες 350-400 κρατουμένων είναι στελεχωμένες μόνο από έναν ή δύο φύλακες, κατάσταση η οποία θα μπορούσε να παρομοιαστεί με ένα «καζάνι που βράζει» και εκρήγνυται ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Συνεπώς, η Επιτροπή εφιστά την προσοχή της Ελληνικής Κυβέρνησης, ώστε η τελευταία να αναγνωρίσει την έκταση του προβλήματος και να το αντιμετωπίσει σθεναρά, σχεδιάζοντας μία αποτελεσματική εθνική στρατηγική πρόληψης νέων περιστατικών βίας και εκφοβισμού μεταξύ των κρατουμένων. Τούτο, όμως, προϋποθέτει τη σημαντική αύξηση των φυλάκων, την ενδυνάμωση της ασφάλειας στις φυλακές, καθώς και την αυστηρή έρευνα και δίωξη των προσώπων, που προκαλούν τέτοιου είδους περιστατικά.
Περαιτέρω, η Επιτροπή παρατήρησε ότι ιδιαίτερα στο Νοσοκομείο των Φυλακών Κορυδαλλού και στις Φυλακές του Ναυπλίου, επικρατούν απάνθρωπες και ταπεινωτικές συνθήκες μεταχείρισης. Αναφορικά, δε, με την καθημερινότητα των κρατουμένων στις φυλακές, οι προσφερόμενες σε αυτούς δραστηριότητες και εργασιακές ευκαιρίες εμφανίστηκαν ελλιπείς. Παρατηρήθηκε, ακόμα, σοβαρή έλλειψη ιατρικού προσωπικού και πλήρης απουσία μιας οργανωμένης διαχειριστικής πολιτικής στο πεδίο των υπηρεσιών υγείας. Ως εκ τούτου, η CPT, διαπιστώνοντας ότι δεν έχει υπάρξει πρόοδος στον τομέα αυτόν, συνιστά στην Ελληνική Κυβέρνηση να επιθεωρήσει την κατάσταση της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης στις φυλακές και να διαμορφώσει ένα λεπτομερές σχέδιο αντιμετώπισης των υπαρχόντων προβλημάτων, ώστε να τηρείται η γενική αρχή της ίσης πρόσβασης στις ιατρικές υπηρεσίες. Έπειτα, σύμφωνα με την Επιτροπή, είναι επιβεβλημένη η αύξηση του νοσοκομειακού προσωπικού, η ενίσχυση της ποιότητας των υπηρεσιών υγείας, η διασφάλιση στην πράξη του ιατρικού απορρήτου, καθώς και η ισότιμη μεταχείριση των οροθετικών κρατουμένων έναντι των λοιπών κρατουμένων. Οι συνθήκες υγιεινής στο Νοσοκομείο των Φυλακών Κορυδαλλού είναι τόσο φτωχές και η υποστελέχωση τόσο έντονη, ώστε η Επιτροπή παρομοιάζει την κατάσταση αυτή με μια «χωματερή» για ασθενείς κρατουμένους, οι οποίοι είναι πλήρως παραμελημένοι και δεν έχουν πρόσβαση στην απαιτούμενη ιατρική περίθαλψη. Το φαινόμενο αυτό χρήζει, το δίχως άλλο, επείγουσας κρατικής παρέμβασης.
Νεαροί κρατούμενοι
Όπως αναφέρει η Έκθεση του 2016, αρκετοί νεαροί κρατούμενοι ισχυρίστηκαν ενώπιον της αντιπροσωπείας της CPT ότι είχαν υποστεί κακομεταχείριση από αστυνομικούς υπαλλήλους, τόσο κατά το χρονικό σημείο της σύλληψης όσο και κατά τη διάρκεια της αστυνομικής τους κράτησης. Επίσης, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς τους, υποχρεώθηκαν να υπογράψουν έγγραφα ομολογίας ή άλλα έγγραφα, δίχως την παρουσία δικηγόρου ή οικείου τους προσώπου. Με έρεισμα τα λεγόμενα αυτά, η CPT υποδεικνύει στις ελληνικές αρχές την ανάγκη άμεσης λήψης αυστηρών μέτρων, προς διασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και της ασφάλειας των νεαρών ατόμων, που στερούνται την ελευθερία τους. Μάλιστα, κατά την Επιτροπή, είναι αδιανόητο οι νεαροί κρατούμενοι να κρατούνται σε αστυνομικά κρατητήρια για δέκα ημέρες ή και περισσότερο, υπό πλήρως ακατάλληλες, έως και απάνθρωπες, συνθήκες. Αντιθέτως, ο μέγιστος χρόνος κράτησης των νεαρών ατόμων θα έπρεπε να είναι το εικοσιτετράωρο. Η Επιτροπή υπογραμμίζει, επιπλέον, ότι τα ανήλικα ή νεαρά άτομα δεν πρέπει επ’ ουδενί να υποβάλλονται σε καθεστώς αστυνομικής κράτησης, εξαιτίας των ενεργειών των γονιών τους ή λόγω της έλλειψης εναλλακτικής δυνατότητας διαμονής τους.
Επιπροσθέτως, κατά την επίσκεψη της Επιτροπής στο Ειδικό Κατάστημα Κράτησης Νέων των Δικαστικών Φυλακών Κορίνθου, παρατηρήθηκε η πλήρης απουσία ενός υποστηρικτικού περιβάλλοντος για τους νεαρούς κρατουμένους, γεγονός που καθιστά αναγκαία την αναβάθμιση των υλικών συνθηκών, την ενίσχυση των προσφερόμενων δημιουργικών δραστηριοτήτων και την κατάλληλη εκπαίδευση, αλλά και επιθεώρηση του προσωπικού, που εργάζεται με τους νεαρούς κρατουμένους. Μάλιστα, η Επιτροπή προτρέπει τις ελληνικές αρχές να αναθεωρήσουν την προσέγγισή τους απέναντι στο σύστημα κράτησης νέων, υπό το πρίσμα της διαμόρφωσης ενός περισσότερο ανθρωποκεντρικού και ενθαρρυντικού περιβάλλοντος.
Η τοποθέτηση ασυνόδευτων ανηλίκων για αρκετές ημέρες ή εβδομάδες σε αστυνομικά τμήματα, όπως σε αυτό της Αμυγδαλέζας ή της Πέτρου Ράλλη, αντί της στέγασής τους σε κάποιο κατάλληλο για νεαρά άτομα κατάλυμα, είναι απαράδεκτη. Όπως επισημαίνει η Επιτροπή, οι ελληνικές αρχές οφείλουν να δώσουν αμέσως τέλος σε αυτήν την πρακτική. Η στέρηση της ελευθερίας ασυνόδευτων ανηλίκων θα πρέπει να αποτελεί το ultimum refugium, αλλά και σε αυτήν την εξαιρετική περίπτωση, επιβάλλεται η τήρηση επιπρόσθετων εγγυήσεων, η ύπαρξη κατάλληλων εγκαταστάσεων, η διαμόρφωση ενός υποστηρικτικού περιβάλλοντος και η απασχόληση ειδικώς κατηρτισμένου προσωπικού.
Αλλοδαποί κρατούμενοι
Όσον αφορά στην κράτηση αλλοδαπών παραβατών μέχρι την απομάκρυνσή τους από τη χώρα, η Επιτροπή αναγνωρίζει στην Έκθεσή της ότι τα μέτρα, τα οποία έλαβαν οι ελληνικές αρχές στις αρχές του 2015, όπως είναι η χρήση εναλλακτικών της κράτησης μέτρων, ο περιορισμός του μέγιστου χρόνου κράτησης αλλοδαπών σε έξι μήνες και η υπό όρους απόλυση των ευάλωτων ομάδων, των αιτούντων άσυλο, καθώς και των μακροχρόνια κρατουμένων, μείωσαν σημαντικά τον αριθμό των αλλοδαπών κρατουμένων στα Προαναχωρησιακά Κέντρα Κράτησης Αλλοδαπών, τα οποία ιδρύθηκαν με την υπ’ αριθμόν 8038/23/22-ιγ’/21-01-2015 Κοινή Υπουργική Απόφαση.
Εντούτοις, η λειτουργία των Προαναχωρησιακών Κέντρων Κράτησης Αλλοδαπών εξακολουθεί να συναρτάται με την εν τοις πράγμασι μεταχείριση όλων των κρατουμένων ως υπόπτων και επικίνδυνων προσώπων. Ειδικά ως προς τούτο, η Επιτροπή προτείνει την κράτηση των παράνομων μεταναστών σε ειδικά σχεδιασμένα γι’ αυτό το σκοπό κέντρα, τα οποία θα προσφέρουν ένα καθεστώς κατάλληλο προς τη νομική κατάσταση της συγκεκριμένης κατηγορίας μεταναστών και θα είναι στελεχωμένα με ειδικά εκπαιδευμένο προσωπικό. Περαιτέρω, θα πρέπει να ληφθούν άμεσα μέτρα, με σκοπό τη διευθέτηση του προβλήματος της παντελούς έλλειψης προσωπικού υγειονομικής περίθαλψης στο Προαναχωρησιακό Κέντρο Κράτησης Αλλοδαπών της Κορίνθου.
Εξάλλου, όπως επισημαίνει η Επιτροπή, οι συνθήκες κράτησης στο Κέντρο Κράτησης Αλλοδαπών της οδού Πέτρου Ράλλη παραμένουν ακατάλληλες για την κράτηση παράνομων μεταναστών για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Αναφορικά με την κατάσταση αυτήν, προτείνεται από την Επιτροπή η λήψη μέτρων για τη βελτίωση των φτωχών υλικών συνθηκών και για την οργάνωση παραγωγικών δραστηριοτήτων. Οι ελληνικές αρχές οφείλουν, επίσης, να εγγυηθούν μία ολοκληρωμένη προσέγγιση στο πεδίο της παροχής υπηρεσιών υγείας και να οργανώσουν κατάλληλες πολιτικές, προκειμένου να προλαμβάνονται πράξεις αυτοτραυματισμού και απόπειρες αυτοκτονίας.
Σχόλιο
Όπως επισημάνθηκε ανωτέρω, δεν είναι η πρώτη φορά, που η Επιτροπή απευθύνει συστάσεις προς τις ελληνικές αρχές, αναφορικά με τη λήψη μέτρων βελτίωσης των συνθηκών κράτησης και έκτισης της στερητικής της ελευθερίας ποινής. Η παρούσα Έκθεση της Επιτροπής είναι μεν επικριτική, αλλά όχι τόσο όσο οι προγενέστερες Εκθέσεις της, οι οποίες είχαν οδηγήσει σε Δημόσια Δήλωση προς την Ελλάδα το 2011 (public statement)[1]. Πράγματι, οι Εκθέσεις οι οποίες αφορούσαν τις επισκέψεις του 2005, του 2007, του 2008 και του 2009 και αναφέρονταν, ιδίως, στην κράτηση των παράνομων μεταναστών, υπογράμμιζαν τις άθλιες συνθήκες κράτησης σε αστυνομικά τμήματα και άλλες ακατάλληλες εγκαταστάσεις, πολλές φορές σε εγκαταλελειμμένες αποθήκες, για χρονικό διάστημα έξι μηνών ή και περισσότερο, χωρίς την παροχή δυνατότητας άσκησης σε εξωτερικό χώρο, ενασχόλησης με δραστηριότητες και πρόσβασης σε επαρκή υγειονομική περίθαλψη. Οι συστάσεις για τη βελτίωση της κατάστασης συνέχισαν, εντούτοις, να αγνοούνται, με αποτέλεσμα η Επιτροπή να κινήσει τη διαδικασία έκδοσης Δημόσιας Δήλωσης, σύμφωνα με την οποία, κατά την επίσκεψη των αντιπροσώπων της Επιτροπής στο αστυνομικό τμήμα και στο τμήμα συνοριακής φύλαξης στο Σουφλί, στην περιοχή του Έβρου, τα μέλη του κλιμακίου της Επιτροπής χρειάστηκε να δρασκελίσουν πάνω από ανθρώπους, που κείτονταν ξαπλωμένοι στο δάπεδο, προκειμένου να μπορέσουν να προχωρήσουν προς το εσωτερικό του χώρου κράτησης. Βρέθηκαν 146 παράνομοι μετανάστες, οι οποίοι συνωστίζονταν σε χώρο 110 τετραγωνικών μέτρων, με μία μόνο τουαλέτα και ένα ντους εν λειτουργία στη διάθεσή τους[2].
Αναφορικά, δε, με την κατάσταση στις φυλακές, η CPT υπογράμμιζε, στη Δημόσια Δήλωσή της, τη σταθερή επιδείνωση των συνθηκών ζωής και της μεταχείρισης των κρατουμένων, ενώ παράλληλα εντόπιζε ουσιαστικά διαρθρωτικά ζητήματα, εξαιτίας των οποίων υπονομεύονταν οι προσπάθειες θεραπείας της κατάστασης. Μεταξύ αυτών, αναφέρονταν η έλλειψη στρατηγικού σχεδίου για τη διοίκηση του συστήματος των φυλακών, η έλλειψη αποτελεσματικού συστήματος εκθέσεων και εποπτείας και η ανεπαρκής διοίκηση του προσωπικού. Στις εκθέσεις της η CPT τόνιζε, εξαρχής, την ακατάλληλη υλικοτεχνική υποδομή, την απουσία δραστηριοτήτων των κρατουμένων και την ελλιπή υγειονομική περίθαλψη, διαπιστώνοντας παράλληλα την ανεπαρκέστατη στελέχωση των φυλακών, καθώς και το φαινόμενο, ο έλεγχος στους κοιτώνες ορισμένων φυλακών να έχει αφεθεί σταδιακά στα χέρια ορισμένων «ισχυρών» κρατουμένων. Τα προβλήματα αυτά επιτείνονταν, λόγω του σοβαρού συνωστισμού στις περισσότερες ελληνικές φυλακές[3].
Μολονότι τα ουσιώδη αυτά ζητήματα δεν έχουν ακόμα πλήρως διευθετηθεί, αναγνωρίζεται από την Επιτροπή, στην ως άνω Έκθεση του 2016, ότι το ελληνικό κράτος έχει πραγματοποιήσει θετικά βήματα. Σύμφωνα, δε, με την απάντηση του Υπουργείου Δικαιοσύνης στην Έκθεση αυτή, ο αριθμός των κρατουμένων τον Απρίλιο του 2015, οπότε η Επιτροπή επισκέφθηκε την Ελλάδα, ήταν 11.569, ενώ μετά τη νομοθετική παρέμβαση με το Ν. 4322/2015[4], ο αριθμός των κρατουμένων έχει φθάσει σήμερα τους 9.571. Επίσης, με βάση τους ισχυρισμούς του Υπουργείου, πλέον δεν κοιμάται κανένας κρατούμενος στο πάτωμα και δεν υπάρχουν τριώροφα κρεβάτια στις φυλακές. Έπειτα, όσον αφορά στην υποστελέχωση, το Υπουργείο αναγνωρίζει τη σοβαρότητα του προβλήματος, αλλά υποστηρίζει, ότι έχει ήδη κατ’ επανάληψη ζητήσει την πρόσληψη του αναγκαίου προσωπικού, ώστε να πληρούνται οι όροι ασφαλείας και να λειτουργούν δράσεις απασχόλησης, εκπαίδευσης και εξωστρέφειας. Έως ότου καρποφορήσουν οι προσπάθειες αυτές, επιδιώκεται η ορθολογική κατανομή του υπάρχοντος προσωπικού.
Όσον αφορά στο ζήτημα της βίας και του εκφοβισμού μεταξύ των κρατουμένων, πέραν του διαρκούς ελέγχου των σωφρονιστικών υπαλλήλων και της ενεργοποίησης πειθαρχικών διαδικασιών, με το άρθρο 5 του Ν. 4322/2015, αυστηροποιήθηκε το ποινικό πλαίσιο, προκειμένου οι ποινικές κυρώσεις, που επιβάλλονται ενόψει τέτοιων αδικημάτων να μη «συγχωνεύονται», αλλά να εκτίονται ολόκληρες. Περαιτέρω, το Υπουργείο Δικαιοσύνης, σε συνεργασία με το Υπουργείο Υγείας, όπως προτείνει η Επιτροπή, επεξεργάζεται ένα ολοκληρωμένο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης των κρατουμένων, σε όλη την Ελλάδα, στο πλαίσιο του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Με έρεισμα αυτήν την προσπάθεια, επανασχεδιάζονται όλες οι δομές υγείας στις φυλακές, όπως Ειδικά Περιφερειακά Ιατρεία και Ειδικά Κέντρα Υγείας, ενώ τα δύο θεραπευτικά καταστήματα, ήτοι το Ψυχιατρείο και το Νοσοκομείο Κορυδαλλού, μετατρέπονται σε κανονικές μονάδες υγείας.
Επιπροσθέτως, αναφορικά με το ζήτημα της απεξάρτησης, προωθείται το σχετικό νομικό πλαίσιο για την ουσιαστική λειτουργία του συστήματος ανίχνευσης, συμβουλευτικής και θεραπείας εντός των φυλακών, ενώ ήδη λειτουργεί η νέα ολοκληρωμένη θεραπευτική κοινότητα ΚΕΘΕΑ-ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ στη φυλακή Θεσσαλονίκης. Τέλος, το Υπουργείο επισημαίνει ότι η κράτηση των ανηλίκων, με το Ν. 4322/2015, περιορίστηκε στα πολύ σοβαρά εγκλήματα (ανθρωποκτονία και βιασμός), καθώς επίσης, ότι η φυλακή ανηλίκων στην Κόρινθο βελτιώνεται ως προς την υποδομή της, εξοπλίζεται και εμπλουτίζεται με προγράμματα και δράσεις.
Αξίζει να σημειωθεί, στο σημείο αυτό, ότι η Ελλάδα έχει επανειλημμένως καταδικαστεί από το ΕΔΔΑ για παραβίαση του άρθρου 3 ΕΣΔΑ, εξαιτίας των απάνθρωπων συνθηκών κράτησης στα αστυνομικά κρατητήρια και στις φυλακές[5]. Χαρακτηριστική είναι η υπόθεση TABESH κατά Ελλάδος της 26ης.11.2009, στο πλαίσιο της οποίας το ΕΔΔΑ έλαβε υπόψη του τη 12η Γενική Έκθεση Δραστηριοτήτων της CPT του 2002 και τόνισε ότι όλοι οι χώροι κράτησης της αστυνομίας πρέπει να είναι καθαροί, να έχουν εύλογες διαστάσεις, να διαθέτουν επαρκή φωτισμό και να είναι διαρρυθμισμένοι έτσι, ώστε να επιτρέπουν την ανάπαυση των κρατουμένων. Τα άτομα, δε, που κρατούνται σε αστυνομικά κρατητήρια, πρέπει να έχουν πρόσβαση σε κατάλληλες τουαλέτες υπό αξιοπρεπείς συνθήκες, σε πόσιμο νερό, καθώς επίσης να τους προσφέρεται τουλάχιστον ένα πλήρες γεύμα την ημέρα. Αντίστοιχες παρατηρήσεις έκανε το ΕΔΔΑ και στην πιο πρόσφατη υπόθεση DE LOS SANTOS και DE LA CRUZ κατά Ελλάδος της 26ης.06.2014, υπογραμμίζοντας ότι πέραν του υπερπληθυσμού, της έλλειψης εξωτερικού χώρου για περίπατο και του ανθυγιεινού της εστίασης, η παραβίαση του άρθρου 3 ΕΣΔΑ θεμελιώνεται και στην ίδια τη φύση των αστυνομικών τμημάτων, που αποτελούν χώρους προορισμένους, να φιλοξενούν άτομα για σύντομο διάστημα. Ενόψει του ότι, in concreto, οι προσφεύγοντες ενώπιον του ΕΔΔΑ είχαν υποστεί πράγματι εξευτελιστική μεταχείριση από τις σωφρονιστικές αρχές και παρέμειναν για μεγάλο χρονικό διάστημα υπό άθλιες συνθήκες κράτησης, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι επήλθε παραβίαση του άρθρου 3 ΕΣΔΑ από τις ελληνικές αρχές.
Εν κατακλείδι, μολονότι η κατάσταση στα κέντρα κράτησης και τις φυλακές σημειώνει σταδιακή βελτίωση, ιδίως ενόψει της λήψης μέτρων αποσυμφόρησης αυτών και της κατά κόρον χρήσης των εναλλακτικών της στερητικής της ελευθερίας ποινών, κρίνεται επιβεβλημένο, το ελληνικό κράτος να στρέψει ακόμα περισσότερο την προσοχή του στο πεδίο των συνθηκών κράτησης, όχι όμως υπό το πρίσμα μιας αμιγώς διαχειριστικής λογικής, αλλά υπό το πρίσμα της διασφάλισης των θεμελιωδών ελευθεριών των κρατουμένων και της πραγμάτωσης των εγγυήσεων του κράτους δικαίου. Το δίχως άλλο, στο ιδιαίτερα σημαντικό ζήτημα της ποινικής μεταχείρισης των κρατουμένων, οι εκάστοτε ακολουθούμενες πολιτικές θα πρέπει να έχουν ως άξονα την επίκαιρη ρήση του Έλληνα φιλοσόφου Πρωταγόρα «πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος».
[1] Το Άρθρο 10, παράγραφος 2, της ιδρυτικής Σύμβασης της CPT προβλέπει το εξής: «Εάν το Μέρος δεν συνεργάζεται ή αρνείται να βελτιώσει την κατάσταση σύμφωνα με τις συστάσεις της Επιτροπής, η τελευταία μπορεί, με πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών της και αφού δώσει τη δυνατότητα στο Μέρος να εκθέσει τις απόψεις του, να αποφασίσει να κάνει δημόσια δήλωση σχετικά με το θέμα αυτό.»
[2] Βλ. τη Δημόσια Δήλωση της Επιτροπής προς την Ελλάδα στην ιστοσελίδα http://www.cpt.coe.int/documents/grc/2011-10-inf-grc.pdf.
[3] Σχετικά με την εν λόγω κατάσταση, παραπέμπουμε, σε επίπεδο εθνικής νομολογίας, στο υπ’ αριθ. 1382/2000 Πόρισμα του Συνηγόρου του Πολίτη, όπως επίσης στην Έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη της 11ης Μαϊου 2007, με θέμα «Παραμονή ποινικών κρατουμένων σε αστυνομικά κρατητήρια».
[4] Ο Ν. 4322/2015 φέρει τον τίτλο «Μεταρρυθμίσεις ποινικών διατάξεων, κατάργηση των καταστημάτων κράτησης Γ’ τύπου και άλλες διατάξεις».
[5] Το άρθρο 3 ΕΣΔΑ έχει ως εξής: «Ουδείς επιτρέπεται να υποβληθή εις βασάνους ούτε εις ποινάς ή μεταχείρισιν απανθρώπους ή εξευτελιστικάς.»