Η ανάλυση της σκηνής του εγκλήματος αποτελεί μια επίπονη πνευματική (και σε κάποιες περιπτώσεις, ανάλογα με τον χώρο, «χειρωνακτική») εργασία. Στόχος της είναι αφενός να δώσει απάντηση στο πού, πώς, πότε, ποιος και γιατί, ήτοι στο να «ξεκλειδώσει» τη δυναμική του εγκληματογόνου γεγονότος που έλαβε χώρα υπό ορισμένες συνθήκες, αφετέρου να χρησιμοποιηθούν τα ευρήματα αυτής με αποδεκτό, δικονομικά, τρόπο ενώπιον του Δικαστή. Μια τέτοια διαδικασία, όπως είναι κατανοητό, ενέχει πολλές προκλήσεις: Με ποιον τρόπο θα γίνει συλλογή των πειστηρίων; Ποια είναι η καλύτερη επιστημονική μέθοδος; Πόσο εξειδικευμένο θα πρέπει να είναι το επιστημονικό προσωπικό που θα αναλάβει να διεκπεραιώσει την ανωτέρω εργασία;
Ο κλάδος που ασχολείται με τα παραπάνω ερωτήματα είναι αυτός της εφαρμοσμένης εγκληματολογίας, η οποία συγκεντρώνει μεθοδολογίες διαφορετικών επιστημών. Έτσι για παράδειγμα, χρησιμοποιούνται οι αρχές της βαλλιστικής για την ανάλυση σφαιρών και καλύκων, της ψυχολογίας/ψυχιατρικής για την διενέργεια πραγματογνωμοσύνης στα θύματα και στους φερόμενους ως δράστες, της βιολογίας και γενετικής για την ανάλυση των σωματικών υγρών (αίμα, γενετικό υλικό, σάλιο, κτλ), των μαθηματικών, της φυσικής, της χημείας, της εντομολογίας, της γεωλογίας, και σε κάποιες περιπτώσεις και η συνδυασμένη εφαρμογή περισσοτέρων εξ αυτών. Το προσωπικό που ασχολείται με την συγκέντρωση των ευρημάτων της σκηνής ενός εγκλήματος οφείλει να είναι άρτια καταρτισμένο και εξειδικευμένο καθώς πάντα ελλοχεύει ο κίνδυνος μόλυνσης της τελευταίας (για παράδειγμα λόγω μη ασφαλούς περιφρούρησής της) άρα και ο κίνδυνος τα ευρήματα να μην γίνουν αποδεκτά από το δικαστήριο (στο πλαίσιο έγερσης σχετικής ένστασης της υπερασπιστικής γραμμής του κατηγορούμενου).
Η επιστήμη της βαλλιστικής, ειδικότερα, έχει πολλές φορές συνδράμει στη διαλεύκανση βίαιων εγκλημάτων όπου έχουν χρησιμοποιηθεί όπλα για την τέλεση του εγκλήματος (ληστείες, ανθρωποκτονίες, κτλ). Σφαίρες, κάλυκες και κάποιες φορές και το ίδιο το όπλο έχουν μείνει πίσω στην σκηνή του εγκλήματος αποτελώντας μέρος της με αποτέλεσμα την υποβολή των στοιχείων αυτών σε ενδελεχείς ελέγχους προκειμένου να εξακριβωθεί ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποιήθηκαν (αριθμός σφαιρών, ταυτοποίησή τους με το φονικό όπλο, έρευνα μήπως το τελευταίο έχει χρησιμοποιηθεί και σε άλλο έγκλημα, κτλ). Χαρακτηριστική περίπτωση όπου έχουμε συνδυασμό της βαλλιστικής επιστήμης με διεξαγωγή ειδικότερων ερευνών (τοξικολογίας και ανάλυσης κηλίδων αίματος) είναι η υπόθεση του Christopher Vaughn.
Ο Christopher Vaughn κατηγορήθηκε για την δολοφονία της συζύγου του Kimberly, 34 ετών και των τριών παιδιών του, Abigail (12 ετών), Cassandra (11 ετών) και Blake (8 ετών). Ειδικότερα, στις 14 Ιουνίου 2007, αστυνομικοί της περιοχής Channahon στο Illinois, ανταποκρινόμενοι σε κλήση, βρήκαν τον κατηγορούμενο σταματημένο σε δρόμο με τραύματα από όπλο στον αριστερό του μηρό και καρπό. Σε κοντινή απόσταση βρέθηκε ένα αυτοκίνητο μoντέλου Ford Expedition SUV, όπου μέσα υπήρχαν μια νεκρή γυναίκα (στην μπροστινή θέση του επιβάτη) και τρία νεκρά παιδιά (στις πίσω θέσεις επιβατών). Όλα τα θύματα έφεραν τραύματα από όπλο, ένα ημιαυτόματο πιστόλι Taurus των 9mm, το οποίο ανευρέθη εντός του αυτοκινήτου. Το αυτοκίνητο μεταφέρθηκε από την αστυνομία στο νεκροτομείο μαζί με τα θύματα στις ακριβείς θέσεις τους ώστε να μην υπάρξει αλλοίωση της σκηνής του εγκλήματος, ενώ στον κατηγορούμενο δόθηκαν οι πρώτες βοήθειες. Στο ακροατήριο η θέση του Εισαγγελέα ήταν η εξής: Ο κατηγορούμενος σκότωσε την οικογένειά του προκειμένου να μπορέσει να ζήσει μόνος του χωρίς οικογενειακές υποχρεώσεις στον Καναδά, παρουσιάζοντας ως υπεύθυνη για το έγκλημα την σύζυγό του, η οποία κατά τα λεγόμενά του αντιμετώπιζε ψυχολογικά προβλήματα. Η θέση της υπεράσπισης, αντιστοίχως, ήταν η εξής: Η σύζυγος του κατηγορούμενου σκότωσε τα παιδιά της, πυροβολώντας και τον ίδιο, λόγω αυτοκτονικής συμπεριφοράς την οποία είχε προκαλέσει η λήψη δύο φαρμάκων [Nortriptyline (NT) και Topamax (TP)], σε συνδυασμό με συζυγικά προβλήματα που αντιμετώπιζε το ζευγάρι. Τα αποτελέσματα των βαλλιστικών εξετάσεων ήταν τα εξής:
Με βάση το σημείο εισόδου της σφαίρας, η σύζυγος έφερε τραύμα εξ επαφής στο σαγόνι (στην δικαστική απόφαση αναφέρεται ως «angle gunshot wound») το οποίο και προκάλεσε τον άμεσο θάνατό της. Αναφορικά,δε, με τα τραύματα εισόδου που έφεραν τα τρία παιδιά (το καθένα έφερε δύο πυροβολισμούς, έναν στο κεφάλι και έναν στον κορμό), υπήρχαν υπολείμματα πυρίτιδας στο δέρμα γύρω από το τραύμα, τα οποία θυμίζουν δερματοστιξία (μικρές μαύρες κουκκίδες που μοιάζουν να έχουν γίνει με μολύβι). Οι μικρές αυτές κουκκίδες είναι διακριτές στους πυροβολισμούς από μικρή απόσταση («close range gunshots»), όταν το όπλο βρίσκεται μέχρι 45-60 cm περίπου μακριά από το θύμα. Οι πυροβολισμοί αυτοί, όπως αναφέρει η δικαστική απόφαση και με βάση τον υπολογισμό της τροχιάς των σφαιρών, προήλθαν από την μπροστινή θέση του επιβάτη του αυτοκινήτου. Αυτό σημαίνει ότι, μετά τον πυροβολισμό της συζύγου του κατηγορουμένου, δεδομένου ότι εκείνη έγειρε στα αριστερά, κάποιος άλλος πυροβόλησε τα τρία παιδιά πάνω από τον αριστερό της ώμο με κατεύθυνση προς τις πίσω θέσεις όπου εκείνα ήταν καθισμένα.
Φωτ. 1. Το οικογενειακό Ford Expedition SUV μεταφέρεται για ανάλυση μαζί με τα τέσσερα θύματα εντός του, πηγή: http://articles.chicagotribune.com
Πρέπει, δε, να επισημανθεί σε αυτό το σημείο ότι η υπεράσπιση τόνισε την ύπαρξη «πλημμελειών» ως προς την συγκέντρωση των αποδεικτικών στοιχείων. Για παράδειγμα, ο εμπειρογνώμων που κατέθεσε υπέρ του κατηγορουμένου υποστήριξε ότι κακώς τα ρούχα του, μετά την παροχή των πρώτων βοηθειών, συσκευάστηκαν όλα μαζί στο νοσοκομείο καθώς ήταν άμεσος ο κίνδυνος «μόλυνσής» τους μέσω της μεταφοράς πυρίτιδας από το ένα ρούχο στο άλλο, οπότε θα έπρεπε να είχαν συσκευαστεί χωριστά για αποφυγή του ενδεχομένου αλλοίωσης των πειστηρίων. Επιπροσθέτως, υποστηρίχθηκε ότι λανθασμένα οι τεχνικοί έλαβαν δείγμα για ενδεχόμενη ύπαρξη βιολογικού υλικού μόνο από τις ραβδώσεις της κάννης του όπλου και μάλιστα μόνο σε μικρό μέρος του εσωτερικού της, καθώς θα έπρεπε να λάβουν αντίστοιχα δείγματα από ολόκληρη την κάννη σε περίπτωση που ιστός ή αίμα προερχόμενο από το τραύμα της συζύγου βρισκόταν σε μεγαλύτερο βάθος αυτής. Το ανωτέρω ζήτημα ήταν σύμφυτο με το ερώτημα του εάν η σύζυγος διέπραξε τελικά αυτοκτονία ή την σκότωσε ο κατηγορούμενος. Με βάση πάντως την ανάλυση των κηλίδων αίματος, σε περίπτωση αυτοκτονίας, στα χέρια του αυτόχειρα υφίσταται μια σχετικά μεγάλη περιοχή καλυπτόμενη από πολλές μικρές κηλίδες αίματος προερχομένων από το τραύμα λόγω της εκπυρσοκρότησης του όπλου (φαινόμενο back spatter). Αντιθέτως, όπως κατέθεσε ο πραγματογνώμων, η θανούσα σύζυγος είχε μόνο μία μικρή κηλίδα αίματος στο αριστερό της χέρι, το ίδιο το όπλο δεν εμφάνιζε σταγόνες αίματος συμβατές με το μοντέλο του back spatter, ενώ δεν υπήρχε αίμα ούτε στην περιοχή της σκανδάλης. Και ενώ τα αποτελέσματα των ανωτέρω τοξικολογικών και βαλλιστικών εξετάσεων μνημονεύονται στο κείμενο της δικαστικής απόφασης ως πειστήρια ενοχής του κατηγορουμένου, οδηγώντας έτσι στην καταδίκη του, οι μαρτυρικές καταθέσεις των εμπειρογνωμόνων δεν ήταν τόσο ξεκάθαρες καθώς αρκετοί ήταν αυτοί (και από την πλευρά της Εισαγγελίας αλλά και της υπεράσπισης) που παραδέχτηκαν κατά την διάρκεια της εξέτασής τους ότι ότι τα πειστήρια επιδέχονται τέτοιας ερμηνείας ώστε να μην μπορούν να αποκλείσουν την πιθανότητα αυτοκτονίας της συζύγου του κατηγορούμενου (άρα και το σενάριο να πυροβόλησε εκείνη τον κατηγορούμενο και να σκότωσε τα παιδιά).
Φωτ. 2. Ανακατασκευή της σκηνής του εγκλήματος εντός του αυτοκινήτου με υπολογισμό της τροχιάς των σφαιρών (bullet trajectory reconstruction), πηγή:https://www.researchgate.net.
Η ποινή που τελικά επιβλήθηκε στον κατηγορούμενο στις 26 Νοεμβρίου 2012 ήταν τέσσερις φορές ισόβια (μία για κάθε ένα μέλος της οικογένειας που σκότωσε) χωρίς δυνατότητα αναστολής. Παρά το ότι το 2007, όταν συνελήφθη, η θανατική ποινή ήταν ακόμη εν ισχύ στο Illinois, στην συνέχεια επήλθε κατάργησή της στην συγκεκριμένη πολιτεία των ΗΠΑ με επιβολή, πλέον, της ισόβιας κάθειρξης. Ο κατηγορούμενος άσκησε έφεση, η οποία απερρίφθη.
Από όλα τα παραπάνω προκύπτει ότι στην πλειοψηφία των περιπτώσεων η αποσαφήνιση των συνθηκών υπό τις οποίες ένα έγκλημα τελέστηκε είναι αποτέλεσμα τόσο διεπιστημονικής έρευνας όσο και ερμηνείας. Σπάνια μια σκηνή εγκλήματος θα είναι τόσο «ξεκάθαρη» από την αρχή ώστε να επιτρέψει στον ερευνητή να προβεί άμεσα στην εξαγωγή συμπερασμάτων με ασφάλεια, ενώ ερωτηματικά και αμφιβολίες μπορούν να παραμείνουν ακόμα και σε ύστερο στάδιο, ήτοι μετά την απονομή (?) δικαιοσύνης. Στα επόμενα τεύχη θα επιχειρηθεί μια σύντομη θεωρητική προσέγγιση των επιστημονικών κλάδων των οποίων ζητείται συνήθως η συνδρομή για την διαλεύκανση ενός εγκλήματος, με ταυτόχρονη παρουσίαση μιας αντιπροσωπευτικής περίπτωσης (case study) που απασχόλησε την ποινική δικαιοσύνη.
Ενδεικτική βιβλιογραφία και ηλεκτρονικοί σύνδεσμοι:
- http://www.illinoiscourts.gov/R23_Orders/AppellateCourt/2015/3rdDistrict/3120996_R23.pdf
- Andy Grimm, «Forensics expert disputes Vaughn’s account of shootings», 11 Σεπτεμβρίου 2012,http://articles.chicagotribune.com/2012-09-11/news/ct-met-christopher-vaughn-trial-0911-20120911_1_wife-shot-dollars-at-strip-clubs-christopher-vaughn
- «Christopher Vaughn murder trial: Dad convicted of killing wife and three children sentenced to life in prison», 27 Νοεμβρίου 2012, http://www.nydailynews.com/news/crime/chicago-dad-sentenced-life-prison-killing-family-article-1.1208822
- Vincent J.M Di Maio «Gunshot wounds, Practical Aspects of Firearms, Ballistics AND Forensic Techniques», second edition, CRC Press, 1999.
- Andrea Berti, Filippo Barni, Alexei Pace, «Analisi delle macchie di sangue sulla scena del crimine», Edi.Ermes, 2011.