Η εναρμόνιση του κοινωνικού ελέγχου με τη διαπαιδαγώγηση υπήρξε πάντα κεντρικό ζήτημα του δικαίου των ανηλίκων, το οποίο εξ αυτού του λόγου προσπαθεί να ενσωματώσει παιδαγωγικά στοιχεία με στοιχεία του ποινικού δικαίου. Υπό αυτή την οπτική, η διαπαιδαγώγηση των ανηλίκων επιτυγχάνεται κυρίως με την εγκατάλειψη των στερητικών της ελευθερίας μέτρων και ποινών και την ένταξη στη θέση τους μέτρων υποστηρικτικών της προσωπικότητας[1]. Την προσπάθεια απομάκρυνσης των ανηλίκων από εγκληματικές συμπεριφορές και την υιοθέτηση θετικών προτύπων συμπεριφοράς, υπηρετεί πλέον ο μακρύς κατάλογος των αναμορφωτικών μέτρων του άρθρου 122 παρ. 1 του ΠΚ, που θεσπίστηκαν με το νόμο 3189/2003, με τελευταίο αυτό της τοποθέτησης σε ίδρυμα αγωγής. Σταθμό στην περιοδολόγηση της ιστορίας της ιδρυματικής αναμορφωτικής αγωγής των ανήλικων παραβατών αποτέλεσαν η λειτουργία των αναμορφωτικών καταστημάτων με το νόμο 2724/1940, που μετονομάστηκαν με το ΠΔ 180/1997 σε Ιδρύματα Αγωγής και ο νόμος 3860/2010.
Η τοποθέτηση του ανηλίκου σε κατάλληλο κρατικό, δημοτικό, κοινοτικό ή και ιδιωτικό ίδρυμα αγωγής αποτελεί το βαρύτερο και μέχρις στιγμής το μοναδικό ιδρυματικό μέτρο που υλοποιείται. Δυστυχώς δεν έχει καταστεί δυνατό να λειτουργήσουν δημοτικά, κοινοτικά ή ιδιωτικά ιδρύματα ενώ μετά την κατάργηση του αντίστοιχου χώρου για ανήλικα κορίτσια (Ανηλίκων Θηλέων Παπάγου), το μοναδικό ίδρυμα που λειτουργεί αποκλειστικά για αγόρια 8 έως 18 ετών είναι αυτό της Στοιχειώδους Εκπαίδευσης Ανηλίκων Αρρένων Βόλου.
Μετά την ψήφιση του νόμου 4322/2015, που αφορά τις «μεταρρυθμίσεις ποινικών διατάξεων, κατάργηση των καταστημάτων κράτησης Γ' τύπου και άλλες διατάξεις», ο αριθμός των τροφίμων που φιλοξενούνται στο παραπάνω ίδρυμα μειώθηκε εξαιρετικά βελτιώνοντας σε σημαντικό βαθμό τις συνθήκες διαβίωσής τους. Σημαντική καινοτομία του παραπάνω νόμου ήταν η κατάργηση της τοποθέτησης στο πεδίο της πρόληψης, καθώς βρισκόταν σε ευθεία σύγκρουση με τη διδασκαλία του αδίκου και της ενοχής. Πλέον, προϋπόθεση επιβολής του μέτρου είναι η τέλεση εκ μέρους του ανήλικου δράστη πράξης την οποία αν είχε τελέσει ποινικά υπεύθυνος ανήλικος θα αποτελούσε κακούργημα ή πλημμέλημα. Στο ίδρυμα σήμερα φιλοξενούνται συνολικά 24 ανήλικοι, από τριπλάσιο σχεδόν αριθμό, που ήταν παλαιότερα, καθώς αφενός με τις νέες διατάξεις αντικαταστάθηκε το συγκεκριμένο μέτρο με άλλα εξωιδρυματικά και αφετέρου η ενηλικίωση μερικών εξ αυτών οδήγησε στην άρση του. Παράλληλα, η πρόσληψη του απαιτούμενου προσωπικού συνέβαλε ουσιαστικά στην επαρκή επιτήρηση των ανηλίκων από υπαλλήλους επίβλεψης, αλλά και στην υποστήριξή τους από κοινωνικούς λειτουργούς.
Οι εξελίξεις αυτές σε συνδυασμό με τη λειτουργία παραρτήματος του 7ου Γυμνασίου Βόλου για παιδιά της Α' και της Β' τάξης δημιουργεί ευοίωνες προοπτικές στην προσπάθεια κοινωνικής επανένταξής τους. Ήδη, στο Ίδρυμα λειτουργεί εδώ και χρόνια Δημοτικό με πλούσια δράση ενώ με την καθημερινή πλέον μετάβαση σε αυτό καθηγητών του παραπάνω Γυμνασίου επιτυγχάνεται η άμεση επαφή των μαθητών με την εκπαιδευτική κοινότητα. Σήμερα στο Γυμνάσιο φοιτούν 10 μαθητές ενώ οι υπόλοιποι είναι εγγεγραμμένοι στο Δημοτικό, ωστόσο εξαιτίας των διαφυγών η καθημερινή παρουσία των μαθητών είναι εξαιρετικά μειωμένη.
Στο σημείο αυτό αξίζει να επισημανθεί, ότι είναι συχνό το φαινόμενο οι ανήλικοι να εγκαταλείπουν το ίδρυμα χωρίς νόμιμο λόγο και η πράξη αυτή, που ονομάζεται διαφυγή, αναδεικνύεται στον παρόντα χρόνο σε ένα από τα βασικά προβλήματα λειτουργίας του αλλά ταυτόχρονα και σε μία σοβαρή ένδειξη ματαίωσης του παιδαγωγικού σκοπού του αναμορφωτικού μέτρου.
Είναι προφανές, ότι στο πλαίσιο μιας πρόσφορης αντεγκληματικής πολιτικής για ανηλίκους, χρειάζεται να υλοποιηθούν περισσότερες εκπαιδευτικές δράσεις με απώτερο στόχο την άμβλυνση των δυσχερειών κοινωνικής προσαρμογής και την προετοιμασία για τη μετέπειτα ζωή τους. Ευελπιστώντας ότι το σχέδιο νόμου για τις Μονάδες Μέριμνας Νέων, που πρόσφατα κατατέθηκε στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων από τη σχετική νομοπαρασκευαστική επιτροπή θα συμβάλλει μεταξύ άλλων και στον εκσυγχρονισμό του ιδρύματος, αναμένουμε τη θέσπισή του, η οποία δεν μπορεί παρά να τύχει ευμενούς υποδοχής, ειδικά από τους σχετικούς επαγγελματίες.
[1] Έτσι Α.Πιτσελά Πρόλογος, Η ποινική αντιμετώπιση της εγκληματικότητας των ανηλίκων, Σάκκουλας, 2004, σελ. 7-8)