Λίγους μήνες μετά από την αποφυλάκισή τους, τρεις νέοι από την Αλβανία, το Αφγανιστάν και τη Βουλγαρία μιλούν στο «The Art of Crime» για τη δύσκολη πορεία τους από την εξάρτηση και τη φυλακή, στη θεραπεία και την επιστροφή τους στην κοινωνία. Τους συναντήσαμε στον χώρο του ΚΕΘΕΑ ΕΝ ΔΡΑΣΕΙ, όπου προετοιμάζονται για την κοινωνική τους επανένταξη, έχοντας ολοκληρώσει την κύρια φάση θεραπείας στη Θεραπευτική Κοινότητα, που λειτουργεί και μέσα στη φυλακή.
Τώρα αρχίζω να «ξεχρεώνω»
Έχω γεννηθεί στην Αλβανία. Τεσσάρων ετών στα πέντε ήρθα στην Ελλάδα με τον αδερφό μου, τη μητέρα μου και τον πατέρα μου. Σχεδόν αμέσως, στα πεντέμισι, μετά από ένα εξάμηνο στην ουσία, πήγα σχολείο στην επαρχία. Εκεί βίωσα τον ρατσισμό από την πρώτη δημοτικού ακόμα, λόγω ότι δεν ήξερα καλά τη γλώσσα. Ποιος να με μάθει κιόλας; Οι γονείς μου δεν ξέρανε κι οι ίδιοι. Βίωσα τον ρατσισμό έντονα με το να με βρίζουν, με τον αποκλεισμό να μην κάθονται μαζί μου στο θρανίο, να μη θέλουνε να παίξω μαζί τους.
Όταν ήμουν στο δημοτικό ήθελα να τους δείξω ότι «εγώ είμαι ισάξιος με εσάς αλλά και παραπάνω από εσάς». Στην ουσία ό,τι έκανα είχε να κάνει με αυτούς. Δεν μπορούσα να αντέξω τη μοναξιά από τους γύρω μου, δεν μου άρεσε κι έψαχνα να βρω τρόπους. Ήμουν ο πρώτος της τάξης στο διάβασμα, μάθαινα πράγματα πολύ γρήγορα. Στο σπίτι δεν ήξεραν ελληνικά, να κάτσουν να με διαβάζουνε, άρα ό,τι έκανα το έκανα μόνος μου. Κι έφτασα στο σημείο να είμαι ο καλύτερος σε ό,τι κάνω: στο διάβασμα, στο ποδόσφαιρο, στο μπάσκετ, διακρίθηκα στον στίβο. Έφτασα σε καλό σημείο.
Σε ηλικία δεκατριών ετών, πρώτη γυμνασίου ήμουνα, έγινε ένα γεγονός που με συγκλόνισε και τα παράτησα όλα. Εκεί άρχισα τη χρήση. Πρώτη φορά που ήπια ήταν μαζί με τον αδερφό μου. Και με πήρε η κάτω βόλτα. Στα δεκαπέντε μου έμπλεξα για τα καλά στη χρήση και τα ναρκωτικά, συνέβαλε πολύ το περιβάλλον μου κιόλας, πολλοί συγγενείς ή φίλοι μου είναι στην παραβατικότητα. Μέχρι τα δεκαπέντε μου ήταν μια άλλη ζωή, μετά όλο αυτό γύρισε τούμπα.
Σιγά σιγά με τη χρήση ήρθαν λεφτά από μόνα τους, έβγαζα λεφτά πολλά. Μου άρεσε που είχα ένα όνομα για μένα, εκεί στην πόλη που ήμουνα. Όλο αυτό το παιχνίδι, όλο αυτό το κύρος, η εξουσία που είχα πάρει μου άρεσε. Η φιλοσοφία μου ήταν «είμαι παραπάνω από εσάς και δεν σας βλέπω καν». Αυτό που έκανα σε μικρή ηλικία με καθαρό τρόπο, μετέπειτα το έκανα με άλλες συμπεριφορές, με την παραβατικότητα, με τη χρήση. Δεν έβλεπα συνέπειες, δεν έβλεπα τρόπους, δεν έβλεπα τίποτα. Μια υποτίμηση για τα πάντα, για όλους. Όλο αυτό τελείωσε στα 25 μου, που με πιάσανε. Μία Τετάρτη 6 η ώρα το πρωί, μπήκαν στο σπίτι μου. Μου βάλανε το όπλο στο κεφάλι και μένα και του αδερφού μου, που ήταν σε άλλο δωμάτιο, και μας πιάσανε. Και τη μάνα μας πιάσανε. Μέσα στη φυλακή στους πρώτους δεκατέσσερις, δεκαπέντε μήνες, δεν με ένοιαζε. Είχα γνωστούς μέσα, την έβρισκα την άκρη. Ό,τι έκανα έξω, το έκανα και μέσα στη φυλακή. Δεν μου έλειπε κάτι.
Για το δικαστήριο μου έλεγαν ακόμα και οι δικηγόροι ότι «λόγω ότι είσαι Αλβανός θα ακούσεις πέντε με έξι χρόνια παραπάνω από την ποινή που σου αρμόζει». Άκουσα στο πρωτόδικο ισόβια και τρία, και εγώ και ο αδερφός μου και η μάνα μου. Μια ποινή υπερβολική. Δεν το πιστεύαμε, ακόμα και ο δικηγόρος δεν πίστευε ότι θα ακούσουμε αυτήν την ποινή. Κι ήταν τελείως άδικο. Δεν ήξερα τι να κάνω. Εκεί άρχισα να βλέπω τα πράγματα διαφορετικά. Μέχρι τότε δεν είχα σκοπό να αλλάξω, δεν υπήρχε λόγος, μα δεν υπήρχε ελπίδα κιόλας. Έλεγα θα ακούσω μία ποινή κάποια χρόνια και μετά τα ίδια θα έκανα. Με τα ισόβια ταρακουνήθηκα.
Μπήκα στην Κοινότητα του ΚΕΘΕΑ ΕΝ ΔΡΑΣΕΙ στη φυλακή και ήθελα να φύγω από την πρώτη μέρα, μόλις πάτησα το πόδι μου. Είπα «πού ήρθα εδώ πέρα; Στο τρελοκομείο; Τι κάνω εγώ εδώ πέρα;» Ήμουνα στη φυλακή, μες στην παγωμάρα, στα κάγκελα, στη μοναξιά, στην ξεφτίλα και βρέθηκα στον χώρο που έχει η Κοινότητα, όπου είδα κάτι διαφορετικό. Εμένα αυτό μου φαινόταν ξένο πολύ γιατί είχα μάθει διαφορετικά. Ενώ θα έπρεπε να μου φαίνεται πολύ οικείος ο χώρος της Κοινότητας, πολύ όμορφο να βλέπω χρώματα κι όλα αυτά, είχα συνηθίσει στη μαυρίλα της φυλακής. Όταν πας στην αρχή σου δίνουν έναν άνθρωπο δίπλα, έναν αδερφό, να σου πει πώς είναι η Κοινότητα, πώς δουλεύει το Πρόγραμμα. Εμένα αυτός ο άνθρωπος μου έδωσε το χέρι, κάτσαμε στο σαλόνι μαζί και με αγκάλιασε. Λέω «τι θέλει τώρα αυτός; Τι συμβαίνει;» Και πήγα σε παράνοιες. Λέω «ήρθαμε εδώ, να μας περάσουν ζουρλομανδύα, να φεύγουμε».
Σιγά σιγά, μέρα με τη μέρα, άρχισα να εμπιστεύομαι, άρχισα να αφήνω πράγματα στην άκρη, να αφήνω πράγματα στον εαυτό μου να δείχνει. Κι έλεγα, μήπως υπάρχει αυτή η άλλη πλευρά που λένε; Άρχισα να βλέπω ανθρώπους από την επανένταξη που λέω «κοίτα πώς έχουν αλλάξει». Σιγά σιγά έμπαινε το μικρόβιο μέσα μου. Τρία χρόνια στο Πρόγραμμα έχω πάρει πάρα πολλά πράγματα. Ό,τι δεν βίωσα από πριν, την αγάπη που δεν είχα εισπράξει, μου τη δίνουν απλόχερα χωρίς κανένα συμφέρον. Μπορεί να την είχα εισπράξει, αλλά να μην το άκουσα ποτέ από τους γονείς μου «σ’ αγαπάω» ή μια αγκαλιά. Κι ας έλεγα στην αρχή «τι αγκαλιές από τη μάνα μου λένε αυτοί;».
Στο εφετείο η ποινή μου έπεσε στα 10 χρόνια και αποφυλακίστηκα. Τώρα είμαι στη β΄ φάση της επανένταξης στο ΚΕΘΕΑ ΕΝ ΔΡΑΣΕΙ. Αυτό που κάνουμε εδώ είναι προπόνηση για το έξω. Παραδείγματος χάριν μαθαίνεις πώς να εκφράζεσαι, πώς να κάνεις σχέση με ανθρώπους, πώς να κάνεις σχέση με το άλλο φύλο, με τη μάνα σου, με τον πατέρα σου, πώς να συμπεριφέρεσαι. Για όλα αυτά έχουμε μια ομάδα και τα κάνουμε πράξη μεταξύ μας. Αυτά που μαθαίνουμε είναι για το έξω. Να διευρύνουμε τις σχέσεις με άλλους ανθρώπους, καθαρούς ανθρώπους. Να μπαίνουμε μέσα στην κοινωνία.
Όταν ξεκίνησα δεν είχα καθαρό προσωπικό κίνητρο, δηλαδή να αλλάξω για μένα. Είχα εξωτερικούς παράγοντες. Αλλά βρήκα τον προσωπικό μου στόχο. Από τα δεκαπέντε μου ήμουν σε έναν πλασματικό κόσμο μέσα. Ναρκωτικά και βία και παρανομία, όλο αυτό που βλέπεις στις ταινίες, εγώ αυτό βίωσα. Έχασα τα καλύτερα χρόνια της ζωής μου, δεν άντεχα άλλο. Στη φάση που είμαι τώρα θέλω να ζήσω και να καταφέρω όσα ήθελα όταν ήμουν μικρός. Να μπορώ να λέω τη γνώμη μου χωρίς να φοβάμαι, να ζω ισότιμα μέσα στην κοινωνία. Θέλω να παλέψω με έντιμο τρόπο.
Κι αυτά που πήρα κάποια στιγμή θέλω να τα δώσω πίσω. Μπορεί να είμαι εθελοντής εδώ πέρα όταν αποφοιτήσω, μπορεί να γίνω θεραπευτής. Ή να μπω στο Πρόγραμμα στη φυλακή, όπου πολλοί τώρα είναι αλλοδαποί. Αντιλαμβάνομαι απόλυτα πως είναι, έχω βιώσει αυτή τη θέση , να είσαι σε ξένη χώρα. Και τη φυλακή την έχω βιώσει απόλυτα, άρα ξέρω πώς σκέφτονται, μπορώ να αντιληφθώ ακριβώς πώς μπορώ να βοηθήσω. Και πέρα από το ότι θέλω να βοηθήσω μερικούς που με έχουν στηρίξει, θέλω ότι έχω πάρει να το δώσω πίσω. Ό,τι δίνεις παίρνεις, όταν δίνεις παίρνεις. Τώρα αρχίζω να «ξεχρεώνω» για κάποια πράγματα που έχω κάνει στο παρελθόν.
Τώρα δεν θα πω τα κλασικά, ότι θέλω να κάνω οικογένεια και να έχω μια δουλειά, αυτά εντάξει εννοείται ότι κάποια στιγμή θέλω να κάνω οικογένεια και παιδιά. Απλώς θέλω μετά από εδώ να σταθώ στα πόδια μου, να πάρω την ευθύνη της ζωής μου.
Να μη ζω συνέχεια πίσω, κάτω από άλλους
Έχω γεννηθεί στο Αφγανιστάν. Έπειτα από έξι μήνες, μόλις λίγο μεγάλωσα να αντέξω στο ταξίδι και λόγω που έχουμε πόλεμο στη χώρα μας, πήγαμε στο Ιράν. Έχω μεγαλώσει στο Ιράν μέχρι τα 18. Από μικρός έχω δουλέψει και πολύ βοηθητικός ήμουνα. Για τη ζωή μου και για τους γονείς μου, τα αδέρφια μου. Όμως έγινε ένα ατύχημα, που πέθανε και η κοπέλα μου, ήμασταν με τη μηχανή. Δεν μπορούσα να κάτσω, αναγκαστικά σηκώθηκα, έφυγα. Πήγα Τουρκία με τα πόδια. Ενάμισι μήνα δούλεψα εκεί, είμαι ράφτης. Από την Κωνσταντινούπολη πήγα στη Σμύρνη και από εκεί αγοράσαμε, με δυο άλλα παιδιά που ήταν στην ηλικία μου, ένα φουσκωτό. 12 η ώρα το βράδυ, Κυριακή ήταν, μπήκαμε στη θάλασσα. Δευτέρα 7-8 η ώρα το πρωί, με πολλές δυσκολίες και πολλά άσχημα πράγματα, φτάσαμε στη Σάμο. Από τον Μάρτιο του 2007 είμαι εδώ στην Ελλάδα. Δεν είχα τίποτα από την πατρίδα μου, ούτε διαβατήριο ούτε ταυτότητα, τίποτε. Δεν μπορούσα να έρθω κανονικά.
Μετά από 47 μέρες που έμεινα εκεί στο στρατόπεδο ήρθα εδώ στην Αθήνα. Πολλά πράγματα έχω δει, ανθρώπους που με βοηθήσανε πολύ και δεν το ξεχνάω καθόλου, αλλά έχω δει και ανθρώπους που με έχουν πληγώσει. Και είναι άλλα πράγματα που έχουν γίνει εδώ. Τέλος πάντων, εδώ γνώρισα ανθρώπους και μετά από καιρό έπεσα στα ναρκωτικά· είχα πιεί στο Ιράν όπιο ή χασίσι, αλλά ηρωίνη δεν είχα πιει. Ήθελα να πάω κάπου να ηρεμήσω. Σηκώθηκα πήγα Θεσσαλονίκη, από εκεί με τα πόδια έφτασα μέχρι την Αυστρία, πέντε μέρες περπάτημα. Αλλά μόλις είδαν στην Αυστρία ότι είχα αποτυπώματα εδώ, με γύρισαν στην Ελλάδα. Από τότε είχα τρελαθεί. Ούτε μπορούσα να σκεφτώ κάτι, δεν μπορούσα να κάνω τίποτα.
Στην Αθήνα έψαχνα πώς να βγάλω λεφτά. Δούλευα λίγο αλλά πάλι δεν έβγαλα. Έχω δουλέψει σαν ράφτης, αλλά μετά από τρεις μήνες με έδιωξε, δεν μου έδωσε λεφτά. Κι εγώ δεν είχα κανονικά χαρτιά. Μετά από δέκα μήνες με πιάσανε. Με πιάσανε, γιατί δεν μπορούσα κάθε μέρα να πάω να αγοράσω τη δόση μου κι είχα αγοράσει πιο πολλά ναρκωτικά, ήταν για μένα. Είχα μαζί μου κινητό, λίγα λεφτά στην τσέπη μου. Με πιάσανε και δεν ήξερα τότε ελληνικά. Έχω φάει πολύ ξύλο εδώ, στον Άγιο Παντελεήμονα.
Πήγα δικαστήριο. Μου είπαν «τι ήρθες εδώ στην Ελλάδα; Να φας γιαούρτι;» Αυτό δεν το ξεχνάω, δεν ξέρω για ποιο λόγο το γιαούρτι, ακόμα το σκέφτομαι πολλές φορές. Και με αφήσανε, μου είπανε πρέπει να δώσω το «παρών», ούτε να μου εξηγήσουνε τι είναι «παρών». Με αφήσανε, 2008 ήτανε. Με πιάσανε το 2013, μου είπαν έχεις μια απόφαση. Τότε ήμουνα με μισό σώμα, δεν δούλευε το πόδι μου και το χέρι από αριστερά. Από άγχος, από αδυναμία –είχα αδυνατίσει πολύ λόγω χρήσης- ήμουν ένα πόδι και ένα χέρι μόνο. Ό,τι είπα, κανείς δεν άκουγε τη φωνή μου. Εμένα να φανταστείς μου είχαν βάλει ισόβια απέλαση και μαζί απαγόρευση εξόδου από την Ελλάδα. Δεν ξέρω πώς πάει αυτό. Δηλαδή, να με κόψουν στη μέση; Δεν ξέρω τι νόμος είναι αυτός, τι σύστημα. Τέλος πάντων, με στείλανε φυλακή στην Κρήτη, μετά από εκεί έκατσα 3,5 χρόνια στην Κέρκυρα, μετά Κορυδαλλό. Είχα κουραστεί κι εγώ, στη φυλακή από μόνος μου άρχισα να κόβω ναρκωτικά. Να κόβω το τσιγάρο, τα ψυχοφάρμακα, και έπαιρνα πολλά. Άρχισα σιγά σιγά να περπατάω, να τρέχω, να κάνω γυμναστική. Έγιανα. Μετά από τόσα χρόνια που ήμουν άλλος, ένας ζωντανός νεκρός. Έβγαλα τέσσερα χρόνια ποινής και αποφυλακίστηκα.
Έξω στην Αθήνα, δεν είχα κανέναν. Νοίκιασα ένα σπίτι, κάθε βράδυ 5 ευρώ, μόνο να κοιμάμαι. Ούτε κρεβάτι, σε στρώμα. Δεν μπορούσα να φύγω απ’ την Ελλάδα και φοβόμουνα να μείνω στην Αθήνα. Γιατί εδώ είχα αναμνήσεις και μου θυμίζανε συνέχεια. Είχα και «παρών» να δίνω κάθε μήνα. Και πήγα στο ΚΕΘΕΑ, μου έδωσε το τηλέφωνο μια γυναίκα που είχε δουλέψει δέκα χρόνια εκεί, γιατί είδε ότι αγχώνομαι με τη ζωή μου, ότι δεν θέλω να ξαναμπώ στα ναρκωτικά και σε όλα αυτά.
Ήμουν έτοιμος, έκανα εξετάσεις. Πήγα στην Κοινότητα, κι εκεί άρχισα να βγάζω αυτά που πέρασα στη ζωή μου. Δεν ήξερα γλώσσα, δεν ήξερα να γράψω, δεν ήξερα την κουλτούρα, όλα αυτά. Τώρα τόσο που μιλάω, που είμαι καλός μαθητής και στο σχολείο, όλα αυτά από εκεί αρχίσανε. Πηγαίνω μαθήματα χορού, που έχω κάνει και 2-3 παραστάσεις και μου αρέσει πάρα πολύ. Εγώ που ήμουν μόνο ένα χέρι κι ένα πόδι, τώρα χορεύω. Μαθαίνω υπολογιστή. Γυμναστήριο, θέατρο. Κάνω εθελοντισμό. Μετά τις 17:00 στην Κοινότητα, βάζουμε προγραμματισμό. Να βρω χρόνο μέσα στη βδομάδα να πάω για καφέ, να πάω για βόλτα. Να μπούμε στην κοινωνία, να μάθουμε πώς είναι, τι είναι. Είναι δύσκολο τόσα χρόνια να είσαι μακριά, μες στη χρήση. Με έχει βοηθήσει πάρα πολύ, να ξέρω κανονικά πώς είναι η συμπεριφορά, ποια είναι η κουλτούρα, πώς είναι οι άνθρωποι. Γιατί πριν είχα άλλη εικόνα από αυτά που είχα δει. Από αυτά που είδα είχα θέμα.
Όμως δυστυχώς έχω πρόβλημα με τα χαρτιά μου. Δεκαέξι μήνες έκατσα στην Κοινότητα, τώρα είμαι οκτώ μήνες στην επανένταξη και προχωράω πάρα πολύ καλά θεραπευτικά, όμως το βασικό θέμα μου που είναι να πάω να βρω δουλειά, δεν μπορώ. Έχω βρει ήδη δουλειά, δεν έχω θέμα, ξέρω πολλά πράγματα από τις δουλειές που έχω δουλέψει. Έχω σοβαρό πρόβλημα γιατί παρόλο που ξέρουν ότι είμαι στο Πρόγραμμα, έχω πάρει βεβαίωση, ακόμα περιμένω να βγουν τα χαρτιά που χρειάζομαι. Άλλος στους 8 μήνες έχει προχωρήσει παραπάνω, έχει φτιάξει σπίτι, έχει σχέση, ζει όλα αυτά. Εγώ έχω κάνει παραπάνω, όμως το θέμα δουλειά έχει κολλήσει εκεί. Κι έχω τα προβλήματα υγείας να προσέχω, χωρίς ΑΜΚΑ δεν μπορώ να κάνω εξετάσεις. Έχω απογοητευτεί, παρόλο που έχω πάρα πολλή υπομονή στη ζωή μου. Για έναν άνθρωπο που έχει περάσει όλα αυτά είναι πολύ δύσκολο. Κάθε δευτερόλεπτο είναι επικίνδυνο.
Γι’ αυτό εγώ προσπαθώ να αξιοποιήσω τον χρόνο μου, ό,τι έχω από το πρωί μέχρι το βράδυ. Όλα αυτά, με έναν τρόπο, να μην έχω τόσο χρόνο να κάτσω να σκεφτώ . Θέλω να γίνουν τα χαρτιά μου, να πάω να δουλέψω, να ζήσω με αξιοπρέπεια. Και να απολαύσω λίγο τη ζωή μου, γιατί μέχρι τώρα πολλά άσχημα έχω δει. Απλός άνθρωπος, απλή ζωή, ισότιμα στην κοινωνία. Να μη ζω συνέχεια πίσω, κάτω από άλλους. Θέλω να βρω δουλειά, να έχω το σπίτι μου. Τώρα έχω μάθει πράγματα. Και τώρα που έχω μπει σε αυτόν τον δρόμο, δεν θέλω να χάσω τον δρόμο που έχω. Μου αρέσει γιατί βλέπω πια με άλλο τρόπο τη ζωή μου. Μετά από τόσα χρόνια μοναξιάς, τώρα έχω ανθρώπους δίπλα μου. Δεν το βάζω κάτω, σηκώνομαι, λέω υπομονή θα γίνει. Και έχω βάλει πείσμα και προσπαθώ πάρα πολύ, κάθε μέρα κάθε μέρα από το πρωί μέχρι το βράδυ προσπαθώ. Έτσι είναι η ζωή μου.
Γενικώς πάντα ήμασταν σε εγρήγορση
Γεννήθηκα στη Βουλγαρία. Μεγάλωσα σε δύσκολη οικογένεια, σταμάτησα μικρός το σχολείο. Τη χρήση την ξεκίνησα από τα 13 μου. Με το που ήρθα πρώτη φορά στην Ελλάδα στα 28 για μια δουλειά με ναρκωτικά, με πιάσανε στο αεροδρόμιο. Οπότε δεν πρόλαβα να βγω στην Αθήνα και να δω πώς είναι η Ελλάδα.
Από την αρχή μου είπανε ότι η κατηγορία είναι πολύ σοβαρή. Περίμενα να δώσουν ποινή μεταξύ ισόβια και 20 χρόνια. Ήταν πολύ φρικτό. Θεωρούσα ότι αυτό που έχω κάνει δεν είναι τόσο σοβαρό για τέτοιου είδους ποινή. Μπήκα στη φυλακή, μέσα υπήρχανε πάρα πολλές ουσίες και αλκοόλ. Άρχισα να πίνω πάρα πολύ αλκοόλ, από το πρωί μέχρι το βράδυ, και είδα ότι δεν θα αντέξω πολύ. Σκεφτόμουνα ότι μπορεί να μη βγω από τη φυλακή ζωντανός. Μέσα μου ήθελα να αλλάξω, με είχε κουράσει όλο αυτό. Ναρκωτικά, αλκοόλ, αυτός ο τρόπος ζωής. Ξεκίνησα να πηγαίνω στη συμβουλευτική του ΚΕΘΕΑ. Είχα μάθει μόνος μου κάποιες λέξεις, την αλφαβήτα και μιλούσα αγγλικά. Τους είπα ότι χρειάζομαι βοήθεια και ότι είμαι πρόθυμος να μάθω τη γλώσσα και να κάνω ό,τι είναι να κάνω για να με δεχτούν. Η κοπέλα εκεί από την πρώτη μέρα μου είπε ότι «αφού έχεις προσπαθήσει να μάθεις αυτές τις λέξεις και προσπαθείς να μιλάς, για τόσο λίγο καιρό που είσαι στη φυλακή, πιστεύω ότι είσαι έξυπνος και θα πας καλά». Ευτυχώς είχα καλούς δικηγόρους και πήρα ποινή δέκα χρόνια, δεν ξέρω πώς έγινε αυτό και γιατί, αλλά πήγε πολύ καλά. Την επόμενη μέρα μπήκα στην Κοινότητα και από εκεί ξεκίνησε η πορεία μου στο να αλλάξω.
Η πρώτη μου σκέψη όταν μπήκα στην Κοινότητα ήταν πότε θα φύγω από αυτό το μέρος, μου φάνηκε σαν τρελοκομείο, ήταν τότε σε μία δύσκολη φάση. Αλλά είχα ακούσει καλά λόγια, ότι οι άνθρωποι αλλάζουν εκεί. Και λέω οκ, θα κάνω υπομονή και θα προσπαθήσω μέχρι εκεί που αντέχω. Αυτό που με κράτησε από την αρχή ήτανε το νοιάξιμο που πήρα, το ενδιαφέρον και η αγάπη από την πρώτη μέρα. Κάτι που εμένα μου ήταν άγνωστο, στην οικογένειά μου δεν είχα βιώσει όλα αυτά τα συναισθήματα.
Δεν αντιμετώπισα δυσκολία στο να μπω στο ΚΕΘΕΑ, οι πόρτες ήταν ανοιχτές. Δύσκολο ήταν μέχρι να μάθω τη γλώσσα, να καταλάβω τη νοοτροπία, τους ανθρώπους. Μέχρι να μάθω να μιλάω, να συνεννοούμαι, να καταλαβαίνω τι μου λένε, τι έχω να κάνω. Ήμουν πολύ παραβατικός, είχα άλλη νοοτροπία, δεν είχα δουλέψει ποτέ. Και θεωρώ ότι αν δεν ήτανε το Πρόγραμμα, δεν θα γινότανε κάτι από μένα. Όταν θα τελείωνα τη φυλακή, θα συνέχιζα τη ζωή με αυτόν τον τρόπο. Με παρανομίες, με ναρκωτικά και ό,τι κάτσει. Το πιο δύσκολο πράγμα ήταν να δεχτώ ότι έχω πρόβλημα, να πω ότι είμαι εξαρτημένος και να ζητήσω βοήθεια από ειδικούς, είναι ένα πρόβλημα που δεν μπορείς να το λύσεις μόνος σου, αυτό έχω καταλάβει. Είναι μια σοβαρή διαδικασία που απαιτεί χρόνο, πολλή υπομονή, πολλή προσπάθεια, πολύ –πώς να το πω- πολύ κουράγιο.
Η ζωή στη φυλακή δεν έχει καμία σχέση με τις ώρες που περνάμε στο ΚΕΘΕΑ, τεράστια διαφορά ανάμεσα στα δύο κομμάτια. Υπήρχε δυσκολία, γιατί εμείς στην Κοινότητα παίρναμε διαφορετικές αξίες και στη φυλακή υπήρχαν διαφορετικές αξίες. Εμείς επάνω στη φυλακή χρειαζόταν να συμπεριφερόμαστε με αυτό που μαθαίναμε στην Κοινότητα. Τα δύο πράγματα ερχόντουσαν σε σύγκρουση. Έπρεπε να βρούμε μία ισορροπία, έτσι ώστε να μην έχουμε προβλήματα. Πολλοί έλεγαν ότι είμαστε ρομποτάκια, σκεφτόντουσαν καχύποπτα. Πολλοί έβλεπαν ότι δεν δημιουργούμε προβλήματα και μας σεβόντουσαν. Γενικώς πάντα ήμασταν σε εγρήγορση. Από τη φυλακή δεν υπήρχε πολύ μεγάλη κατανόηση.
Όταν βγήκα ήταν δύσκολο να βρω δουλειά, μου πήρε 9 μήνες, λόγω ότι εγώ δεν είχα εργαστεί ποτέ στη ζωή μου και δεν ξέρω να κάνω κάτι. Αυτό ήταν ένα δύσκολο κομμάτι στην επανένταξη. Πολλοί από εμάς δεν έχουμε δουλέψει, από μικροί είμαστε στους δρόμους. Άρχισα να δουλεύω σε ένα πλυντήριο αυτοκινήτων. Με πήρανε γιατί ήξερα πέντε πράγματα στο αντικείμενο, αλλιώς δεν ξέρω αν θα μπορούσα να βρω δουλειά. Όταν άκουγαν ότι δεν έχω εργαστεί ρωτούσαν «γιατί και πώς έτσι και τι έχεις κάνει» και πολλοί έκοβαν την κουβέντα, δεν μου δίνανε ευκαιρία να πω πέντε πράγματα, να διεκδικήσω να εργαστώ.
Τώρα πιστεύω ότι μπορώ να βοηθήσω και άλλους. Πηγαίνω ας πούμε για εθελοντισμό στο Steps, είναι ένας οργανισμός που ασχολείται με μετανάστες, πρόσφυγες, άστεγους και άλλους. Είμαι με την άποψη ότι κάθε ένας από εμάς μπορεί να βοηθήσει με τον δικό του τρόπο. Και είμαι πρόθυμος, άμα μπορώ να βοηθήσω κάπου, είμαι μέσα.
Το σχολείο που είχα σταματήσει στη Βουλγαρία, εδώ το ολοκλήρωσα. Ολοκλήρωσα το Γυμνάσιο στο Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας. Όταν βγήκα από τη φυλακή και τους είπα ότι είμαι σε Πρόγραμμα, είδα φοβερή υποστήριξη, περισσότερο από τα άλλα παιδιά. Τώρα θέλω να φύγω για εξωτερικό. Να δώσω βάση στη γλώσσα για ένα χρονικό διάστημα, έτσι ώστε να μπορέσω να συνεχίσω την εκπαίδευσή μου ή στην ψυχολογία ή στη φωτογραφία. Είναι δύο διαφορετικά πράγματα αλλά δεν έχω καταλήξει ακόμα. Έχω πορεία, γιατί τώρα τελείωσα το γυμνάσιο. Έχω το λύκειο και μετά το υπόλοιπο.