Όταν χάνει τη μάχη της ζωής ένας άνθρωπος με έντονη παρουσία στον δημόσιο βίο, ένας διακεκριμένος υπερασπιστής της ελευθερίας και της αξιοπρέπειας εντός και εκτός συνόρων, ακριβώς όπως ο Βασίλης Καρύδης, που διετέλεσε επί σειράν ετών Βοηθός Συνήγορος του Πολίτη για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και για ένα χρόνο Αναπληρωτής Συνήγορος του Πολίτη και ήταν μέλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων και της Απάνθρωπης ή Ταπεινωτικής Μεταχείρισης ή Τιμωρίας, εύλογα οι αναφορές στην απώλεια συνοψίζουν τα πιο χαρακτηριστικά βιογραφικά στοιχεία του και τη μεγάλη προσφορά του στα αξιακά προτάγματα που με συνέπεια υπηρέτησε.
Το ίδιο ισχύει και όταν ο εκλιπών έχει δηλώσει με δύναμη «παρών» στον ακαδημαϊκό στίβο, αποτελώντας σταθερό φορέα κριτικής σκέψης και αξιών και δίαυλο ανάπτυξης και διάδοσής τους μεταξύ των συναδέλφων και των μαθητών του, ακριβώς όπως ο Βασίλης Καρύδης, Καθηγητής στο Τμήμα Κοινωνικής και Εκπαιδευτικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου τα τελευταία χρόνια, μετά από μια πολυετή διαδρομή στη Νομική Σχολή του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, στην οποία άρχισε να διδάσκει εγκληματολογικές επιστήμες, συντονιστής του διαπανεπιστημιακού προγράμματος Critical Criminology and Criminal Justice στην Ελλάδα και μέλος της διευθυντικής επιτροπής της European Group for the Study of Deviance and Social Control.
Το ίδιο ισχύει επίσης όταν αυτός που φεύγει από κοντά μας έχει χαράξει το ευκρινές επιστημονικό αποτύπωμά του σε νομοπαρασκευαστικές επιτροπές, συμβούλια και οργανισμούς, στο διοικητικό συμβούλιο του ΟΚΑΝΑ, στην Επιστημονική Επιτροπή του Ινστιτούτου Μεταναστευτικής Πολιτικής, στο Κεντρικό Επιστημονικό Συμβούλιο Φυλακών και σε άλλες επιστημονικές επιτροπές και ομάδες έργου.
Ο Βασίλης Καρύδης, που έκλεισε βιαστικά το πιο προσωπικό βιβλίο του, αυτό της ζωής, σε ηλικία 64 ετών, σπούδασε νομικά στην Αθήνα, εγκληματολογικές επιστήμες στο University College του Λονδίνου και ήταν διδάκτωρ του Τμήματος Νομικής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης. Το κύριο συγγραφικό έργο του περιλαμβάνεται στα βιβλία «Εγκληματικότητα και κοινωνικός έλεγχος στην ΕΣΣΔ», Α. Σάκκουλας, 1991, «Η εγκληματικότητα των μεταναστών στην Ελλάδα», Παπαζήσης, 1996, «Η αθέατη εγκληματικότητα. Εθνική θυματολογική έρευνα», Α. Σάκκουλας, 2004, «Όψεις Κοινωνικού Ελέγχου στην Ελλάδα. Ηθικοί Πανικοί, Ποινική Δικαιοσύνη», Α. Σάκκουλας, 2010, «Ποινικός Εγκλεισμός και Δικαιώματα. Η Οπτική του Συνηγόρου του Πολίτη», Νομική Βιβλιοθήκη, 2011 (με τον Ευτύχη Φυτράκη) και «Ηθικοί Πανικοί, Εξουσία και Δικαιώματα», Σάκκουλα, 2015 (με τον Αθανάσιο Χουλιάρα). Επίσης, την υπογραφή του φέρουν μεταξύ άλλων το συλλογικό έργο «Επικίνδυνα Παιδιά ή Παιδιά σε Κίνδυνο;» (LECTOR, 2008) και σε συν-επιμέλεια ο τόμος «Μετανάστευση στην Ελλάδα: Εμπειρίες-Πολιτικές- Προοπτικές» (ΙΜΕΠΟ, 2008). Εκτός από αυτά, δημοσίευσε δεκάδες άρθρα σε επιστημονικά περιοδικά και συλλογικούς τόμους, στην Ελλάδα και το εξωτερικό, σχετικά με το μεταναστευτικό φαινόμενο, τη μέτρηση της εγκληματικότητας και την εγκληματοφοβία, τον κοινωνικό έλεγχο και την παρεκκλίνουσα συμπεριφορά, την αστυνομία και την αστυνόμευση, την ποινή και το σωφρονιστικό σύστημα κ.λπ. Από τις πιο πρόσφατες δημοσιεύσεις του στο εξωτερικό ενδεικτικά αναφέρονται οι συμβολές “Immigration and Crime” στο L. Cheliotis and S. Xenakis (eds) “Crime and Punishment in Contemporary Greece”, Oxford, 2011, και (με N. Κoulouris) “Greece: Prisons are bad but necessary (and expanding), policies are necessary but bad (and declining)” στο V. Ruggiero and M. Ryan (eds) “Punishment in Europe”, Palgrave, 2013. Στο έργο του κεντρική θέση έχουν προβληματισμοί για τον επίσημο και τον άτυπο κοινωνικό έλεγχο ιδίως όπως εκδηλώνονται στην ελληνική πραγματικότητα, ειδικά δε η διαμόρφωση της δικαστηριακής πρακτικής υπό την επίδραση θεσμικών και εξωθεσμικών παραγόντων και παραμέτρων, οι διαδικασίες που δημιουργούν κοινωνικούς ηθικούς πανικούς και μετατρέπουν κοινωνικά προβλήματα σε αστυνομικά ζητήματα, η κοινωνική διαχείριση της εξαθλίωσης και του αποκλεισμού, η διοχέτευση της κοινωνικής εχθρότητας σε «βολικούς εχθρούς», όπως οι μετανάστες και οι αιτούντες άσυλο πρόσφυγες, οι στερεοτυπικές απεικονίσεις όχι μόνο ως αυθαίρετες κοινωνικές κατασκευές αλλά ως αποτελέσματα υπαρκτών προβλημάτων στο πραγματικό κοινωνικό πεδίο, η ενεργοποίηση των κρατικών κατασταλτικών μηχανισμών και η ανοχή ή ακόμη και υποστήριξη ρατσιστικών πρακτικών κ.λπ.
Με σπάνια διορατικότητα, ο Βασίλης Καρύδης εστίασε από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 την προσοχή του στο μεταναστευτικό ζήτημα και τις κοινωνικές, πολιτικές και πολιτιστικές προεκτάσεις και συνέπειές του, χαρακτηρίζοντας τις εξελίξεις των τελευταίων δεκαετιών ως «χρονικό μιας προαναγγελθείσας κρίσης», στην οποία η ελληνική περίπτωση αποτελούσε μια έγκαιρη προειδοποίηση που δεν λήφθηκε σοβαρά υπόψη. Κατέγραψε και ανέλυσε τα χαρακτηριστικά της "αλβανοφοβίας" του 1990 και της "ισλαμοφοβίας" του 2000. Επεξεργάστηκε τις συνιστώσες της νεοφιλελεύθερης "ασφαλειοποίησης" και ανέλυσε τη διείσδυση ακροδεξιών αντιλήψεων στον λόγο και τις πολιτικές των κυρίαρχων συντηρητικών κομμάτων στην Ευρώπη. Η ανάλυσή του δεν περιοριζόταν στην περιγραφή της ανόδου φαινομένων δυσπιστίας και εχθρότητας, περιλάμβανε αναγωγές στο πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο αυτά εμφανίστηκαν (κατάρρευση της οικονομίας, απαξίωση ων θεσμών, εθνικισμός και αύξηση των κοινωνικών και ηθικών πανικών). Όσον αφορά την Ελλάδα, ανέλυσε τις συνδυαζόμενες επιπτώσεις της οικονομικής ύφεσης, του φόβου για τις πολιτιστικές αξίες και τα αμυντικά αντανακλαστικά της κοινωνίας, που οδηγούσαν σε αποτρεπτικές, τιμωρητικές πολιτικές, αρνητικά στερεότυπα και υποβάθμιση δικαιωμάτων. Μελέτησε και κατήγγειλε ξενοφοβικά περιστατικά, αντέδρασε στην άνοδο του νεοναζισμού, του ευρωσκεπτικισμού και της ισλαμοφοβίας, στη νομιμοποίηση και τη διάδοση της ρητορικής του μίσους και τη δραστηριοποίηση άτυπων πολιτοφυλακών, επισημαίνοντας παράλληλα πως η ρατσιστική βία γίνεται ανεκτή από την αστυνομία και ορισμένες άλλες κρατικές αρχές. Έβλεπε και επικαλείτο τη βασιμότητα μιας γνωστής προσφυούς λογοπαικτικής διατύπωσης, ότι «αναδύεται πλέον στην Ευρώπη ένα κράτος εχθροπραξιών (warfare state) που παίρνει σταδιακά τη θέση του κράτους πρόνοιας (welfare state), καλλιεργώντας συστηματικά τις λογικές του φόβου και του κατασταλτικού ελέγχου». Υποστήριζε την αντιμετώπιση των κοινωνικών προβλημάτων με παρεμβάσεις στα ριζικά αίτια που τα προκαλούν: στρατιωτικές επεμβάσεις, καπιταλιστικές κρίσεις. Πρότεινε τη θεσμική οχύρωση εναντίον του ρατσισμού και της ξενοφοβίας με επίκληση των αρχών του ευρωπαϊκού πολιτικού, νομικού και πολιτιστικού πολιτισμού μαζί με την ανάπτυξη αντι-αφηγήσεων που θα αποκρούουν την επιχειρηματολογία για τις εσωτερικές και εξωτερικές απειλές. Συνολικά, η επιστημονική πορεία του ήταν ένας δρόμος με τεκμηριωμένα επιχειρήματα προς την κοινωνική δικαιοσύνη και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Έστρεψε την επιστημονική έρευνα και το έργο του στην προστασία των μελών του κοινωνικού σώματος που έχουν υποστεί έντονο αποκλεισμό, βία και άλλες μορφές κακομεταχείρισης.
Το ρόλο της υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των ευάλωτων και κοινωνικά αποκλεισμένων κοινωνικών ομάδων τον ανέλαβε θεσμικά και με την ιδιότητα του Βοηθού Συνηγόρου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, στην οποία υπηρέτησε από τις αρχές του 2010 μέχρι το φθινόπωρο του 2016. Σε αυτά τα χρόνια ο Βασίλης Καρύδης, με τη συνεργασία μιας εκλεκτής ομάδας επιστημόνων της Αρχής, πραγματοποίησε πλειάδα επισκέψεων, αυτοψιών,
συναντήσεων και δημόσιων παρεμβάσεων με στόχο τη λήψη θεσμικών μέτρων αλλά και την άσκηση επιρροής στις αντιλήψεις των πολιτών σχετικά με την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ανάμεσα στις παρεμβάσεις του ξεχωρίζουν οι διαμεσολαβήσεις για τη λήψη μέτρων προστασίας των θυμάτων ρατσιστικής βίας, ιδίως μεταναστών, Ρομά ή διεμφυλικών προσώπων, παράλληλα με τη δημόσια καταδίκη της ρητορικής του μίσους, η έκδοση ειδικής
έκθεσης για τη ρατσιστική βία το 2013, η υποστήριξη των θεσμικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων των προσφύγων και μεταναστών, ιδίως ως προς τη φιλοξενία, την περίθαλψη και την απονομή ασύλου ή άλλων μορφών διεθνούς προστασίας, οι παρεμβάσεις για τη νομική αναγνώριση φύλου των διεμφυλικών προσώπων, για τα δικαιώματα των κρατουμένων, την ποινική μεταχείριση των ψυχικά πασχόντων και τοξικοεξαρτημένων, όπως και την καταδίκη της δημοσιοποίησης στοιχείων φορέων AIDS. Επίσης ανέπτυξε συνεργασία με ομόλογους Ευρωπαϊκούς θεσμούς με τους οποίους προσυπέγραψε διακήρυξη για τη διαφύλαξη των δικαιωμάτων των προσφύγων και μεταναστών. Επί θητείας του, ο Συνήγορος του Πολίτη απέκτησε την ειδική αρμοδιότητα του Εθνικού Μηχανισμού Πρόληψης και επέκτεινε τους ελέγχους στα σωφρονιστικά καταστήματα κράτησης, τα αστυνομικά κρατητήρια, τους χώρους ψυχιατρικής φροντίδας καθώς και διοικητικής κράτησης αλλοδαπών. Επίσης, το ζήτημα της καταπολέμησης των διακρίσεων σε όλα τα πεδία της
κοινωνικής ζωής τον απασχολούσε ιδιαίτερα και για το λόγο αυτό υποστήριξε την ανάθεση της αρμοδιότητας των θεμάτων παρακολούθησης και προώθησης της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης στο Συνήγορο του Πολίτη και σε ένα Βοηθό Συνήγορο, κάτι που συνέβη με το νόμο 4443/2016. Ο Βασίλης Καρύδης, εκτός από την πολύπλευρη δραστηριότητα του, συνεισέφερε στη διοίκηση και τη λειτουργία του Συνηγόρου του Πολίτη, και από τις δύο θέσεις
στις οποίες υπηρέτησε, την βαθιά επιστημονική του κατάρτιση, τη νηφαλιότητα και την οξυδέρκεια της σκέψης του, που σε συνδυασμό με το χιούμορ του, φώτιζαν πολύ συχνά με μοναδικό τρόπο την οπτική των υπό εξέταση ζητημάτων. Οι συνεργάτες του άλλωστε τον θυμούνται πολύ συχνά να λέει «ας εξετάσουμε το θέμα εγκληματολογικά...».
Όλα αυτά, όμως, απομακρύνονται από το προσκήνιο όταν ο άνθρωπος που τα ανέδειξε και λείπει πια από κοντά μας, δεν ήταν μόνο ένας λαμπρός, πολυμαθής και ευρυμαθής επιστήμονας αλλά και ένας αγαπητός δάσκαλος, που ενέπνεε τους μαθητές του, τους ενθάρρυνε με την τόλμη και τη μαχητικότητά του, τον ζωντανό λόγο και το ήθος του, τη σαφήνεια της σκέψης και των επιχειρημάτων του, ακόμη κι όταν αυτά «χάνονταν» σε λαβυρίνθους σημειώσεων και αναζητούσαν τεχνική υποστήριξη για την παρουσίασή τους (η απόσταση που τον χώριζε από τις εκπαιδευτικές χρήσεις της τεχνολογίας ήταν αγεφύρωτη).Όλα αυτά υποχωρούν όταν πρόκειται για έναν άνθρωπο που ήταν ένας καλοπροαίρετος συνομιλητής, έντονα αυτοκριτικός και πνευματώδης συνδαιτυμόνας, προσιτός, αυθεντικός, πηγαίος, προσηλωμένος στην οικοδόμηση ειλικρινών και ουσιαστικών σχέσεων. Η συνήθης «εγωμανία» των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητα του ήταν άγνωστη, αντίθετα ήταν πάντα πρόθυμος για συνεργασίες και κοινές πρωτοβουλίες. Στην περίπτωση του Βασίλη Καρύδη η αναγνώριση και ο έπαινος την ώρα του τελευταίου ταξιδιού του δεν αρκούν ούτε προσφέρονται, «πνίγονται» στα βουβά συναισθήματα της θλίψης και του πόνου και στην ανάγκη για συμβιβασμό με την ιδέα ότι η επόμενη μέρα έρχεται χωρίς αυτόν και με το παράξενο συναίσθημα της μάταιης αναμονής της επόμενης κίνησης, της επόμενης συνεργασίας.
Βασίλη, η μπάλα αυτή τη φορά πέρασε τη γραμμή, η εστία παραβιάστηκε. Αναπαύσου τώρα, και μην ξεχάσεις πάλι να μας ειδοποιήσεις όταν δημοσιευτεί η επόμενη μελέτη σου. Τώρα βέβαια, μπορεί να μη χρειαστεί ειδοποίηση, αφού είμαστε εμείς, μαθητές, συνεργάτες, φίλοι για να αναλάβουμε αυτό το έργο