Ο Άρντεν από το Φάβερσαμ, θεατρικό έργο Άγγλου ελισαβετιανού συγγραφέα, εκδόθηκε το 1592 και βασίζεται στην παράθεση όλων των πληροφοριών που παρέχονται από το Χρονικό του Hollinshed, ένα κείμενο της εποχής, το οποίο παρουσιάζει με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες το εγκληματικό περιβάλλον και τις φυσιογνωμίες που με τα αποτρόπαια έργα τους αναστάτωσαν την κοινή γνώμη της κοινότητας του Φάβερσαμ αλλά και ολόκληρης της Αγγλίας το 1550. Η πιστότητα των πληροφοριών του χρονικού σπάνια νοθεύεται και όποτε αυτό συμβαίνει, οφείλεται μόνο στην ανάγκη της σκηνικής οικονομίας, προκειμένου να είναι σαφέστερη η εκτύλιξη της δράσης και πληρέστερη η διαγραφή των χαρακτήρων. Η πιστότητα αυτή ενισχύεται από τη φαντασία του συγγραφέα και εμπλουτίζεται με τις πληροφορίες που έχει ανάγκη να ακούσει το κοινό ή που σύμφωνα με τις συνήθειες της εποχής, θα κάνουν το έργο πιο προσιτό και πιο οικείο. Πρόκειται τελικά για μια σταδιακή αναπαράσταση όλων των προκαταρκτικών φάσεων μέχρι την τέλεση ενός εγκλήματος.
Η εξιστόρηση των γεγονότων είναι περίπου η ακόλουθη:
- Η Αλίκη και ο Μόσμπι σφραγίζουν με όρκους το έρωτά τους και αποφασίζουν να δολοφονήσουν τον άρχοντα Άρντεν, άπληστο γαιοκτήμονα και σύζυγο της Αλίκης,
- Το ζεύγος των εραστών άλλοτε από κοινού και άλλοτε ο καθένας με δική του πρωτοβουλία, καταστρώνουν κάποιο εγκληματικό σχέδιο για να βγάλουν από τη μέση τον Άρντεν,
- Και οι δυο μαζί ή ο καθένας χωριστά προσλαμβάνουν τα πρόσωπα που εκείνη τη στιγμή φαίνονται ως τα πλέον κατάλληλα για να φέρουν σε πέρας την εγκληματική πράξη,
- Οι προστηθέντες αναλαμβάνουν να υλοποιήσουν το σχέδιο του φόνου, επεξεργάζονται τις λεπτομέρειες του και προχωρούν στην διαδικασία εκτέλεσής του,
- Κάποιος απρόβλεπτος παράγοντας παρεμβαίνει την τελευταία στιγμή και το εγκληματικό σχέδιο καταρρέει,
- Οι υποψήφιοι δολοφόνοι παραμένουν διώκτες του Άρντεν και συμμετέχουν στο επόμενο εγκληματικό σχέδιο που συλλαμβάνουν η Αλίκη και ο Μόσμπι,
- Η επιδιωκόμενη δολοφονία του Άρντεν πραγματοποιείται στο τέλος του έργου, και είναι προϊόν του λιγότερο επεξεργασμένου σχεδίου, του πιο πρωτόγονου και παρορμητικού που ενέχει τους μεγαλύτερους κινδύνους.
Οι διάφορες φάσεις της προσπάθειας να πεθάνει ο Άρντεν είναι οι διαδοχικοί γύροι της ίδιας σύγκρουσης καθένας από τους οποίους αρχίζει με τη κατάρτιση του εγκληματικού σχεδίου και καταλήγει στην αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας. Τα διαδοχικά σχέδια προκαλούν μια όλο και μεγαλύτερη συσπείρωση ύποπτων προσωπικοτήτων διευρύνοντας τον κύκλο των συνενόχων με αποτέλεσμα το σύνολο σχεδόν των προσώπων που υπάρχουν στο έργο να συμμετέχουν, εκούσια ή ακούσια, στην συνωμοσία εναντίον του Άρντεν. Στην πραγματικότητα ο θεατής παρακολουθεί ένα ανθρωποκυνηγητό με θήραμα τον δόλιο Άρντεν ο οποίος θα πεθάνει γιατί έτσι το θέλησε η ακόλαστη σύζυγός του που έσπρωξε στο έγκλημα τον άβουλο εραστή της.
Η αρχική σύγκρουση, εκείνη που κινεί τη δράση στο έργο, ανάμεσα στο ζευγάρι Αλίκης-Μόσμπι και Άρντεν, φεύγει από το επίκεντρο και δίνει τη θέση της στη δράση που απαιτεί η τελική λύση, η οποία βέβαια δεν μπορεί να είναι σε καμία περίπτωση άλλη από τη δολοφονία του συζύγου. Η λύση όμως αυτή παραμένει σε εκκρεμότητα καθ’όλη τη διάρκεια του έργου. Το ενδιαφέρον τοποθετείται επομένως στις συνθήκες που επιβάλλουν την ενδεχομένη ματαίωση του φόνου, στη μετάθεση της στιγμής του τέλους. Η αναβολή και η παράταση επέλευσης ενός δεδομένου και αναμενόμενου αποτελέσματος δημιουργεί μία αίσθηση εκκρεμότητας στον θεατή η οποία αίρεται μόνο στην τελευταία σκηνή. Είναι μία λειτουργία με την οποία ο σύγχρονος θεατή είναι πια εξοικειωμένος. Πρόκειται για το φαινόμενο της εκκρεμούς δράσης, του σασπένς, που οι αστυνομικές ταινίες χρησιμοποιούν κατά κόρον, με ή χωρίς επιτυχία αλλά πάντα ως κανόνα της περιπετειώδους δράσης, προκειμένου να διατηρήσουν αμείωτο το ενδιαφέρον των θεατών.
Η παράθεση ποικίλων πρακτικών δυσκολιών ή τυχαίων εμποδίων για την τέλεση ενός εγκλήματος επιτρέπει να στραφούμε σε άλλες γενικεύσεις. Πέρα από την προφανή αναγωγή στην ιδέα ότι η απόσταση από την απόφαση της εγκληματικής πράξης μέχρι την τέλεσή της είναι πολύ μεγάλη, ασφαλώς όσο μεγάλη είναι και η απόσταση ανάμεσα στη σύλληψη της ιδέας ενός θεατρικού έργου και την παράστασή του, έχει ενδιαφέρον να δούμε πιο προσεκτικά και το σχέδιο του συγγραφέα για να παγιδεύσει το ενδιαφέρον του θεατή. Ο άγνωστος μας τεχνίτης της σκηνής αναλύει μία-μία τις λεπτομέρειες και τις δυσκολίες σε πρακτικό επίπεδο που αντιμετωπίζει ο εγκληματίας με τον τρόπο μιας εργαστηριακής αντιμετώπισης. Η παρουσίαση της εγκληματικής πράξης δεν διαφέρει από την διεξοδική διερεύνηση που θα ήταν αναγκασμένος να ακολουθήσει ένας ερευνητής - διώκτης του εγκλήματος. Εύκολα θα μπορούσαμε να φανταστούμε στη θέση του συγγραφέα έναν αστυνομικό επιθεωρητή και στη θέση του θεατή έναν ένορκο στην ποινική δίκη που ακολούθησε το φονικό του Άρντεν, του ύπουλα δολοφονημένου άρχοντα ενός μικρού και ίσως ασήμαντου αγγλικού χωριού.
Πρόσθετο ενδιαφέρον στοιχείο του έργου αποτελεί το γεγονός ότι ο συγγραφέας δεν εξαντλείται αποκλειστικά στην παρουσίαση των περιστατικών που σχετίζονται με το φόνο. Παράλληλη είναι η συστηματική παράθεση πληροφοριών και στοιχείων που αναφέρονται στο περιβάλλον των ηρώων του έργου. Πρόκειται για πληροφορίες που είναι πολύτιμες για να σχηματίσει ο θεατής μια πολύ σαφή εικόνα για τις συνθήκες της ζωής των κατοίκων της Αγγλίας κατά τον 16ο αιώνα. Με κάθε ευκαιρία περιγράφονται οι συνήθειες των εύπορων κατοίκων της επαρχίας και οι κίνδυνοι που διατρέχουν οι πλούσιοι και οι ευγενείς ταξιδεύοντας ή κυκλοφορώντας μόνοι στο περιβάλλον των πόλεων και των χωριών. Ο κόσμος γύρω από τον κόσμο του έργου, είναι εξαιρετικά απειλητικός, ο φόνος παραμονεύει σε κάθε βήμα του διαβάτη και η εγκληματική συμπεριφορά είναι στοιχείο μίας σκληρής και αναπόφευκτης πραγματικότητας. Εδώ μιλάμε για μια άγρια εποχή της ανθρωπότητας, η ανθρώπινη ζωή έχει μικρή αξία και ο φόνος είναι μια κοινή και απλή, σχεδόν αυτονόητη, λύση για κάθε διαφορά.
Αυτό το εγκληματικό περιβάλλον νομιμοποιεί και επεξηγεί τη μορφολογία των προσώπων του έργου. Τα ακραία πρόσωπα, και επομένως αφύσικα εγκληματικά, παρουσιάζονται μέσα σε ένα περιβάλλον που καθιστά τη συμπεριφορά τους κανονική, σχεδόν φυσιολογική, αφού η λατρεία του κακού, την οποία σε κάθε ευκαιρία προβάλλουν, αποτελεί τη μόνη φυσική απάντηση σε μια εχθρική κοινωνία.
Όσο ενδιαφέρουσα είναι αυτή η κοινωνιολογική ματιά άλλο τόσο ενδιαφέρουσα είναι η επιλογή των χώρων δράσης του έργου. Είναι μία από τις πρώτες φορές στην αγγλική δραματουργία όπου οι βασιλικές αίθουσες, οι αυλές και τα παλάτια δίνουν τη θέση τους σε αστικές κατοικίες επαρχιακών πόλεων, σε κακόφημα σοκάκια και ύποπτα καπηλειά, με ήρωες οι οποίοι στη μεγάλη τους πλειοψηφία δεν είναι ευγενείς ή γόνοι αρχοντικών γενεών, αλλά έμποροι και κτηματίες, φυγόδικοι και περιθωριακά στοιχεία, πρόσωπα δηλαδή που αναγνωρίζονται στη ζωή του άστεως, της πόλης. Τα στοιχεία αυτά επιτρέπουν στους μελετητές του έργου να χαρακτηρίζουν τον Άρντεν από το Φάβερσαμ ως το πρώτο αστικό δράμα του ευρωπαϊκού θεάτρου. Αποτελεί προϊόν μιας ταραγμένης εποχής στην ηλικία της ανθρωπότητας. Ίσως το έργο να σηματοδοτεί το τέλος μιας εποχής και την αρχή μιας άλλης.
Αυτό το πρώτο δείγμα αστικού δράματος, μιας κατεξοχήν επώνυμης δραματουργίας, παρέμεινε προκλητικά ανώνυμο. Άλλοι πρότειναν ως πιθανό συγγραφέα τον Κρίστοφερ Μάρλοου, άλλοι τον Τόμας Κύντ και άλλοι άλλους. Το έργο έθετε επομένως ένα ακόμη δίλημμα: να σκύψουμε στα βάθη μιας εποχής για να αναζητήσουμε τον υπεύθυνο της μεταφοράς ενός εγκλήματος στο θέατρο ή να αφεθούμε στην απόλαυση ενός εγκληματικού θεάτρου με άγνωστο δράστη.
Το δίλημμά αυτό κάπως αίρει το γεγονός ότι στην πιο πρόσφατη έκδοση των απάντων του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, ανέλπιστα περιλαμβάνεται και Ο Άρντεν από το Φάβερσαμ δίνοντας μια, τελική όσο και προσωρινή, απάντηση στη φημολογία που τον ακολουθούσε. Το έργο αποδίδεται πλέον σε δύο συγγραφείς: ο ένας είναι ο Σαίξπηρ ο άλλος παραμένει άγνωστος.2
Να μια ακόμη επιβεβαίωση πως όπως δεν υπάρχει έγκλημα χωρίς ένοχο δεν υπάρχει και φιλολογικό πρόβλημα χωρίς απάντηση. Αυτή η νέα τροπή, το γεγονός δηλαδή ότι γνωρίζουμε τον δημιουργό, έστω τον ένα από τους δύο, μπορεί ίσως να προσδώσει μεγαλύτερη αξία στην απόλαυσή αυτού του τόσο παράξενου θεάτρου του εγκλήματος.
Η φιλολογική λύση είναι όμως μερική και δεν δημιουργεί βεβαιότητες σχετικά με την πατρότητα του έργου αφού το δεύτερο όνομα παραμένει, κάπως προκλητικά, άγνωστο. Αφήνει ανοιχτό το χώρο για την αναμονή της τελικής λύσης και ίσως άθελα διασώζει την εκκρεμότητα ενός αινίγματος που περιμένει απάντηση. Η εκκρεμότητα κρατάει, η αβεβαιότητα είναι εκεί, ο άγνωστος μας διδάσκει: ενδιαφέρον υπάρχει όσο όλα παίζονται.
1. Ο τίτλος του άρθρου οφείλεται στο χαρακτηρισμό που συνόδευε το έργο όλα τα χρόνια που δεν ήταν γνωστή η πατρότητά του και δεν έχει σχέση με τον τίτλο Η Λαίδη Μάκβεθ του Μτσενσκ της γνωστής όπερας του Σοστακόβιτς παρόλο που και αυτή πραγματεύεται μια παρεμφερή ιστορία με αυτή του Άρντεν. Το κείμενο είναι νέα επεξεργασία παλαιότερου με τίτλο «Η Δύσκολη Τέχνη του Φόνου. Τέσσερεις σημειώσεις για ένα θέατρο του εγκλήματος» που γράφτηκε με αφορμή την παράσταση του έργου σε σκηνοθεσία Γιάννη Μαργαρίτη και μετάφραση Σεραφείμ Βελέντζα στο Δημοτικό Θέατρο Ρόδου το 1990, δημοσιεύτηκε στο πρόγραμμα της παράστασης και με τον ίδιο τίτλο αναδημοσιεύτηκε στον τόμο Σχεδιάσματα Ανάγνωσης με κείμενα για το θέατρο του Πλάτωνα Μαυρομούστακου (Καστανιώτης, Αθήνα 2006).
Ευχαριστώ από τη θέση αυτή τον Σεραφείμ Βελέντζα για την κουβέντα, την Ελένη Κουτσιλαίου για την πολύτιμη βοήθεια και την Τόνια Τζαννετάκη για την πρόσκληση και την υπομονή.
2. Ο Άρντεν από το Φάβερσαμ περιλαμβάνεται ως έργο γραμμένο από τον Σαίξπηρ και από άγνωστο συγγραφέα στη νεότερη έκδοση των απάντων του Σαίξπηρ: Gray Taylor – John Jowett – Terri Bourus – Gabriel Egan (eds.) The New Oxford Shakespeare: Modern Critical Edition, Oxford University Press, Oxford: 2016.