Στις 18 Οκτωβρίου 2017, το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων εγκαινίασε το πρώτο αυτοτελές αγροτικό κατάστημα για κρατούμενες στον Ελαιώνα της Θήβας. Το γεγονός αυτό αποτελεί την αφορμή για να εξετάσει κανείς την ιστορία των αγροτικών φυλακών στη χώρα μας υπό το πρίσμα της συνταγματικά κατοχυρωμένης αρχής της ισότητας των φύλων.
Ι. Η εργασία ως μέσο ευεργετικού υπολογισμού της ποινής
Σε παλαιότερες φάσεις της ποινολογικής ιστορίας, η εξαναγκαστική εργασία των καταδίκων (π.χ. σε πολεμικά πλοία, μεταλλεία και αποικίες) αποτελούσε ποινή που στόχευε – μεταξύ άλλων – στην οικονομική εκμετάλλευση της εργασιακής τους δύναμης (Αλεξιάδης 2001: 284, Κουράκης 2009: 130 επ., Τσήτσουρα 1948, Λαμπροπούλου 1999: 381-2, Χάιδου 2002: 37 επ.). Κατά το 19ο αιώνα, η εργασία αντιμετωπίστηκε ως ένας παράγοντας για την «ηθική ανάπλαση» (Αλεξιάδης 2001: 284) ή «ηθικοποίηση» των εγκλείστων σε φυλακές λόγω της κανονικότητας του ωραρίου, της απαίτησης για καταβολή προσοχής και της υποχρέωσης για παραγωγή ενός συγκεκριμένου αποτελέσματος (Μπενβενίστε 1994: 185). Σε αυτή τη φάση, η εργασία συνέχιζε να διαθέτει εξαναγκαστικό χαρακτήρα και να επιτείνει τον τιμωρητικό χαρακτήρα της ποινής (Αρχιμανδρίτου 1995: 199 επ.). Στο σύγχρονο γίγνεσθαι, αντίθετα, η αναγκαστική εργασία αντίκειται στο άρ. 22 παρ. 4 του ελληνικού Συντάγματος (Πανούσης κ.ά. 1994, Χρυσόγονος 1992). Ο σωφρονιστικός νομοθέτης παρέχει τη δυνατότητα σε όσους εκτίουν ποινή να παράσχουν εργασία κατόπιν οικειοθελούς αίτησής τους. Όπως ορίζεται ρητά στο άρ. 40 παρ. 1 του ισχύοντος Σωφρονιστικού Κώδικα (ν. 2776/1999), η εργασία δεν έχει τιμωρητικό χαρακτήρα (Αλεξιάδης 2001: 286-7). Αντίθετα, παρέχεται ως κίνητρο για τον κάθε έγκλειστο στο βαθμό που συνεπάγεται τον ευεργετικό υπολογισμό της επιβληθείσας ποινής κατ’ εφαρμογή του άρ. 46 του Σωφρονιστικού Κώδικα (Αρχιμανδρίτου 2000: 433 επ., Κουλούρης 2009: 117, Δημόπουλος 2009: 329 επ.). Το γεγονός αυτό αποτελεί στην ουσία την «αμοιβή» των εργαζόμενων κρατουμένων (Αρχιμανδρίτου 2012: 258).
Ο θεσμός του ευεργετικού υπολογισμού της ποινής διαμορφώθηκε από τον Έλληνα νομοθέτη ήδη από τα μέσα του προηγούμενου αιώνα (ν. 2058/1952) με απώτερο στόχο την απασχόληση των κρατουμένων και την εκμετάλλευση της εργασίας τους με τρόπο που δεν επέφερε οικονομικό κόστος (Αλεξιάδης 2001: 290). Κατά τα λοιπά, στα άρ. 40 και 41 του Σωφρονιστικού Κώδικα προβλέπεται η δυνατότητα των κρατουμένων να απασχολούνται σε βοηθητικές εργασίες ή υπηρεσίες με στόχο την εξυπηρέτηση λειτουργικών αναγκών του καταστήματος όπου διαμένουν (π.χ. μαγειρείο, καθαρισμός των χώρων)· επιπρόσθετα, σε αγροτικές ή βιοτεχνικές μονάδες εργασίας, οι οποίες είναι αναγκαίο να λειτουργούν όπως ακριβώς (στο μέτρο του δυνατού) οι αντίστοιχες μονάδες στην ελεύθερη αγορά (Μαργαρίτης/Παρασκευόπουλος 2005: 578). Οι εν λόγω ρυθμίσεις φαίνεται ότι διαπνέονται από την αντίληψη ότι, όταν η εργασία που παρέχεται εντός των καταστημάτων κράτησης δεν έχει αντίκρυσμα στην αγορά, τότε οδηγούμαστε στην «αχρήστευση [...] της εργασιακής δύναμης του κρατούμενου» (Αρχιμανδρίτου 2000: 432-3). Αντίθετα, οφείλει να αποτελεί καίριο ζητούμενο για τους σχεδιαστές της σωφρονιστικής πολιτικής η απόκτηση ενός εφοδίου από τους κρατούμενους που θα διευκολύνει την κοινωνική τους επανένταξη (Δασκαλάκης 1985: 71). Η εργασία αποτελεί συστατικό στοιχείο της κράτησης στις αγροτικές φυλακές (Κουράκης 2009: 292-3).
ΙΙ. Η εργασία στα αγροτικά καταστήματα κράτησης
Οι αγροτικές φυλακές αποτελούν την ελληνική εκδοχή της ανοιχτής έκτισης της στερητικής της ελευθερίας ποινής και μια καινοτομία για τα διεθνή δεδομένα. Η δημιουργία τους θεσμοθετήθηκε το 1911 (Αρχιμανδρίτου 2000: 385 επ.). Στην πράξη, το 1925 ξεκίνησε η λειτουργία των Αγροτικών Φυλακών της Τίρυνθας στο Ναύπλιο, της Κασσαβέτειας στο Βόλο και του Βίδου της Κέρκυρας σε μοναστηριακές εκτάσεις και αγροκτήματα που απαλλοτριώθηκαν για αυτό το σκοπό. Σήμερα, αγροτικές φυλακές λειτουργούν στην Αγιά της Κρήτης, στην Κασσάνδρα, στην Τίρυνθα και εν μέρει στον Κορυδαλλό (όπου υφίσταται η Κεντρική Αποθήκη Υλικού Φυλακών). Εκτός των ανωτέρω, στην περιοχή της Κασσαβέτειας του Βόλου βρίσκεται στο Αγροτικό Σωφρονιστικό Κατάστημα Νέων (Κουράκης 2009: 248 επ., Σχίζας 2013). Τα παραγόμενα προϊόντα (λ.χ. λαχανικά, κρέας, γάλα, αυγά, γλυκίσματα) καλύπτουν τις ανάγκες σίτισης των ίδιων των κρατουμένων, ενώ επίσης προωθούνται σε έτερα καταστήματα κράτησης. Ένα τμήμα αυτών αγοράζεται από εμπόρους, υπαλλήλους των φυλακών και λοιπούς πολίτες (Καραμανώλη 2016).
Οι συνθήκες κράτησης στις αγροτικές φυλακές αναδεικνύονται σε ένα ισχυρό κίνητρο για έναν κρατούμενο, ώστε να επιλέξει να εκτίσει μέρος της ποινής του σε αυτές, μιας και αμβλύνουν τα δεινά του εγκλεισμού, παρέχουν τη δυνατότητα δημιουργικής ενασχόλησης και συνεπάγονται την καλλιέργεια επαγγελματικών δεξιοτήτων (Σχίζας 2013). Ταυτόχρονα, στα ισχυρά κίνητρα συμπεριλαμβάνεται ο ευεργετικός υπολογισμός της επιβληθείσας ποινής, δεδομένου ότι η μία ημέρα έκτισης σε αγροτική φυλακή ισοδυναμεί πλασματικά με τρεις ημέρες ποινής. Σύμφωνα με το άρ. 41 του ν. 4356/2015, στις προϋποθέσεις μεταγωγής ενός ικανού για εργασία κρατούμενου σε αγροτικό κατάστημα περιλαμβάνεται η έκτιση ενός μέρους της ποινής του σε κατάστημα κλειστού τύπου. Όσοι έχουν καταδικαστεί σε ποινή ή συνολικές ποινές φυλάκισης ή κάθειρξης άνω των δέκα ετών οφείλουν να έχουν εκτίσει το 1/5 της ποινής τους, ενώ όσοι έχουν υποβληθεί σε ποινή ισόβιας κάθειρξης, οφείλουν να έχουν εκτίσει πραγματικά οκτώ έτη. Σε αυτό το διάστημα, είναι σωρευτικά αναγκαίο να έχουν λάβει άδεια εξόδου τουλάχιστον μία φορά και να έχουν τηρήσει τους σχετικούς όρους. Υπό αυτό το πρίσμα, η δυνατότητα εισαγωγής σε αγροτικές φυλακές λειτουργεί ως μέσο διατήρησης της ευταξίας εντός των κλειστών σωφρονιστικών καταστημάτων (Αλεξιάδης 2001: 284). Η δε έγκριση της αίτησης εισαγωγής σε ανοιχτή φυλακή συνιστά μια “επιβράβευση” για τον έγκλειστο που έχει επιδείξει καλή (πειθαρχημένη) συμπεριφορά και εκτιμάται πως εμφανίζει μικρές πιθανότητες υποτροπής (Αρχιμανδρίτου 2000: 554 επ.).
ΙΙΙ. Η απουσία αγροτικών φυλακών για κρατούμενες
Η δυνατότητα για παροχή εργασίας υφίσταται στις κλειστές φυλακές τόσο για τους άνδρες όσο και τις γυναίκες. Εντούτοις, οι κρατούμενες διαβιούσαν μέχρι πρόσφατα αποκλειστικά σε κλειστά καταστήματα. Δεδομένου ότι το καθεστώς των αγροτικών φυλακών συνιστά τη μοναδική μορφή ήπειας και ευμενούς μεταχείρισης των κρατουμένων στο ελληνικό σωφρονιστικό γίγνεσθαι, συνάγεται αβίαστα ότι η μη παροχή της δυνατότητας αυτής στις γυναίκες αντίκειται στη συνταγματική αρχή της ισότητας, η οποία κατοχυρώνεται επίσης με σαφήνεια στο άρ. 4 ΣΚ (Αρχιμανδρίτου 2000: 460). Ήδη από τα μέσα του προηγούμενου αιώνα, επιστήμονες εγνωσμένου κύρους επεσήμαναν την αναγκαιότητα παροχής της δυνατότητας ανοιχτής έκτισης της ποινής και στις γυναίκες, δεδομένου ότι οι τελευταίες διαχρονικά καταπιάνονται με τέτοιες εργασίες στην ελληνική ύπαιθρο (Αναγνωστάκης 1956: 141 επ., Αρχιμανδρίτου 2000: 460). Ανοιχτές φυλακές για γυναίκες λειτουργούν, αντίθετα, ήδη από τον προηγούμενο αιώνα σε κράτη του εξωτερικού. Ορισμένα παραδείγματα αποτελούν το κατάστημα Eleonora στη Σουηδία, το κατάστημα Askham Grange στην Αγγλία και το κατάστημα του Αγίου Ανδρέου στο Βέλγιο (Αρχιμανδρίτου 2000: 461, υποσ. 136).
Ένα σχετικό εγχείρημα επιχειρήθηκε στο παρελθόν στην αγροτική φυλακή της Ρόδου (1953). Το εγχείρημα αυτό αντιμετωπίστηκε ως ιδιαίτερα ενθαρρυντικό για την εξέλιξη της σωφρονιστικής ιστορίας της χώρας μας. Πιο συγκεκριμένα, στη Σωφρονιστική Επιθεώρηση της εποχής απαντά η ακόλουθη αναφορά: «εις θέσιν Κοσκινού της Ρόδου ήρχισεν από τινός λειτουργούσα η πρώτη εν Ελλάδι Αγροτική Φυλακή γυναικών. Εις μικρός κατ’ αρχήν αριθμός κρατουμένων, αυστηρών επιλεγεισών, μετήχθη εις την Φυλακήν αυτή προ έτους περίπου, διά την δοκιμαστικήν εν Αγροτική Φυλακή κράτησιν. Ήδη δυνάμεθα να είπωμεν ότι το πείραμα επέτυχεν απολύτως και δύναται πλέον να επεκταθεί...». Στο αυτό κείμενο περιλαμβάνεται επιλέον η επισήμανση του τότε υπηρετούντος εισαγγελικού λειτουργού στο νησί περί των ευεργετικών επιδράσεων μιας ημερήσιας εκδρομής των τροφίμων της συγκεκριμένης φυλακής σε μοναστήρι: «Έχομεν όνθεν την γνώμην ότι το εν λόγω μέσον δύναται καταλλήλως χρησιμοποιούμενον να συντελέση εις την τόνωσιν του ηθικού των καταδίκων και να επιδράση επωφελώς εις τη βελτίωση του ποιού αυτών» (Αρχιμανδρίτου 2000: 462).
Εντούτοις, η ως άνω πιλοτική εφαρμογή δεν είχε την αναμενόμενη εξέλιξη. Λίγα χρόνια αργότερα δόθηκε έμφαση στην εργασιακή απασχόληση των γυναικών εντός φυλακών κλειστού τύπου με απώτερο στόχο την παραγωγή ενδυμάτων για τους εγκλείστους σε όλες της φυλακές ανά την ελληνική επικράτεια. Πιο συγκεκριμένα, στη Σωφρονιστική Επιθεώρηση του έτους 1956 επισημαίνεται: «Από του μηνός Οκτωβρίου 1954, εις τα Κεντρικάς Γυναικείας Φυλακάς, ήρχισε η λειτουργία εργαστηρίων υφαντηρίου και ραφείου διά την κατασκευήν του ιματισμού των κρατουμένων πασών των φυλακών». Στο ίδιο κείμενο επισημαίνεται πως η πρακτική αυτή εξυπηρετούσε την ηθική βελτίωση και την επαγγελματική κατάρτιση των κρατουμένων, με απώτερο στόχο την οικονομική τους ενίσχυση. Σημειωτέον ότι δόθηκε έμφαση στο ότι η παροχή εργασίας υπήρξε μια συνειδητή και εκούσια επιλογή των κρατουμένων. Η εγκατάλειψη της αγροτικής φυλακής για τις γυναίκες και η δυνατότητα παροχής εργασίας σε αποκλειστικά κλειστές συνθήκες αντανακλά τους στερεοτυπικά διαμορφωμένους ρόλους των φύλων στην ευρύτερη κοινωνία και, ειδικότερα, την αντίληψη ότι η γυναίκα (οφείλει να) παρέχει αποκλειστικά οικειακής φύσεως εργασίες (Αρχιμανδρίτου 2000: 462-3). Για τις επόμενες δεκαετίες, η ανυπαρξία ανοιχτών καταστημάτων για γυναίκες κρατούμενες συνιστούσε ένα σημαντικό έλλειμμα της ελληνικής σωφρονιστικής πολιτικής. Το γεγονός αυτό δεν συμβάδιζε με τις ευρύτερες νομοθετικές μεταβολές που έλαβαν χώρα – ως συνέπεια της δράσης του φεμινιστικού κινήματος – σχετικά με τη θέση των γυναικών στο ενδοοικογενειακό πλαίσιο, στο δημόσιο χώρο και στον επαγγελματικό στίβο (π.χ. Αρτινοπούλου 1995, Ξηραδάκη 1988).
IV. Η δημιουργία της πρώτης Γυναικείας Αγροτικής Φυλακής
Τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο, οι κρατούμενες αποτελούν διαχρονικά ένα μικρό τμήμα του συνολικού σωφρονιστικού πληθυσμού (Πιτσελά 2010)[1]. Ένας μικρός αριθμός των γυναικών κρατουμένων (ιδίως προσωρινά κρατουμένων) διαμένουν σε αυτοτελές Κατάστημα στη Δικαστική Φυλακή Κορυδαλλού, ενώ η πλειονότητα αυτών μεταφέρεται στον Ελαιώνα της Θήβας (Πιτσελά 2016). Το συγκεκριμένο φυλακτικό συγκρότημα περιλαμβάνει την Κλειστή Γυναικεία Φυλακή (που φιλοξενεί περίπου τετρακόσιες κρατούμενες, συμπεριλαμβανομένων όσων διαμένουν σε ειδικό περιβάλλον από κοινού με τα ανήλικα τέκνα τους) και το Κέντρο Απεξάρτησης Τοξικομανών Κρατουμένων, το οποίο φιλοξενεί περίπου πενήντα εγκλείστους (Σχίζας 2016). Στην Κλειστή Γυναικεία Φυλακή διαβιώνουν επίσης όσες κρατούμενες έχουν υποβληθεί σε περιορισμό της ελευθερίας τους λόγω της τέλεσης αξιόποινης πράξης κατά την ανηλικότητά τους, δεδομένου ότι δεν υφίστανται ειδικά καταστήματα κράτησης για νεαρές και ανήλικες γυναίκες (Πιτσελά 2016).
Δυνάμει της Υπουργικής Απόφασης 18395 (ΦΕΚ Β’ 708/07.03.2017), ένα τμήμα της Γυναικείας Φυλακής (δίχως την επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού) μετατράπηκε σε Αγροτικό Τμήμα δυναμικότητας τριάντα τροφίμων. Το καινούργιο κατάστημα, στο οποίο διαμένουν ήδη δώδεκα κρατούμενες, απαρτίζεται από επτά οικίσκους και ο καθένας περιλαμβάνει τέσσερις γκαρσονιέρες. Η αγροτική έκταση εκτείνεται σε περίπου είκοσι πέντε στρέμματα, όπου βρίσκονται δέντρα (ελιές, ροδιές, συκιές) και καλλιεργούνται εποχιακά λαχανικά. Στα άμεσα σχέδια περιλαμβάνεται η σύσταση ενός πτηνοτροφείου με στόχο την παραγωγή αυγών, που θα αξιοποιούνται για τις ανάγκες σίτισης των τροφίμων, όπως επίσης η κατασκευή ενός αγροτο-βιοτεχνικού τμήματος, που θα περιλαμβάνει την παρασκευή άρτου, γλυκισμάτων και αυτοσκευασμάτων τόσο για το ίδιο το κατάστημα όσο και άλλα γειτονικά, όπως π.χ. της Χαλκίδας και του Αυλώνα (Σχίζας 2016). Εν όψει των ανωτέρω, ένα καθεστώς που συνεπάγεται μια ήπια εκδοχή του περιορισμού της ελευθερίας, την ταχύτερη αποφυλάκιση μέσω του ευεργετικού υπολογισμού των ποινών και περισσότερα εφόδια που συμβάλλουν στην κοινωνική επανένταξη αφορά πλέον και τις γυναίκες. Κατ’ αυτό τον τρόπο, η σύσταση της πρώτης Αγροτικής Φυλακής για κρατούμενες καθίσταται εν τέλει μια ελάχιστη ένδειξη του σεβασμού της αρχής της ισότητας των δύο φύλων στο σωφρονιστικό πεδίο (Αρχιμανδρίτου 2000: 463).
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
[1] Είναι χαρακτηριστικό ότι – σύμφωνα με τα στοιχεία που τηρούνται από το αρμόδιο Υπουργείο (Πιτσελά 2016) – την 1/5/2015, οι γυναίκες αποτελούν το 5,2% του συνολικού αριθμού των εγκλείστων στα καταστήματα κράτησης (11.447 άτομα).
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ
Αλεξιάδης Στ., Σωφρονιστική, Σάκκουλας, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2001
Αναγνωστάκης Σ., Αι αγροτικαί φυλακαί Κασσάνδρας, Θεσσαλονίκη, 1956
Αρτινοπούλου Β., Η συμβολή των φεμινιστικών προσεγγίσεων στη σύγχρονη κοινωνιολογική σκέψη, στο Σ. Λαδά (επιμ.), Οι γυναικείες σπουδές στην Ελλάδα και η ευρωπαϊκή εμπειρία, Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη, 1995, σ. 111 επ.
Αρχιμανδρίτου Μ., Η εργασία των κρατουμένων (μερικές ιστορικές αναφορές), Υπερ 1/1995, σ. 199 επ.
Αρχιμανδρίτου Μ., Η ανοιχτή έκτιση της ποινής, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα, 2000
Αρχιμανδρίτου Μ., Η φυλάκιση ως τρόπος κράτησης και ως μορφή έκτισης της ποινής, Σάκκουλας, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2012
Δημόπουλος Χ., Σωφρονιστικό Δίκαιο, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, 2009
Δασκαλάκης Ηλ., Μεταχείριση εγκληματία, Αντ. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα-Κομοτηνή, 1985
Κουλούρης Ν., Η κοινωνική (επαν)ένταξη της φυλακής, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, 2009
Καραμανώλη Ε., Εκτίοντας ποινή σε ένα αγρόκτημα, εφ. «Η Καθημερινή», 29/5/2016, διαθέσιμο στην ιστοσελίδα http://www.kathimerini.gr/861639/article/epikairothta/ellada/ektiontas-poinh-se-ena-agrokthma
Κουράκης Ν., Ποινική καταστολή, Σάκκουλας, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2009
Λαμπροπούλου Έ., Κοινωνιολογία του ποινικού δικαίου και των θεσμών της ποινικής δικαιοσύνης, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα, 1999
Μαργαρίτης Λ. & Παρασκευόπουλος Ν., Ποινολογία, Σάκκουλας, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2005
Μπενβενίστε Ρ., Η ποινική καταστολή της νεανικής εγκληματικότητας τον 19ο αιώνα, Αντ. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα-Κομοτηνή, 1994
Ξηραδάκη Κ., Το φεμινιστικό κίνημα στην Ελλάδα, Γλάρος, Αθήνα, 1988
Πανούσης Γ., Ληξουριώτης Γ., Κουτσουμπίνας Σ., Κουλούρης Ν., Aspects juridiques du travail obligatoire dans les prisons helleniques – Une première approche interdisciplinaire, Criminologiques, Sakkoulas, Athenes-Komotini, 1994
Πιτσελά Α., Το σωφρονιστικό σύστημα γυναικών – Αποτελέσματα μιας διεθνούς έρευνας, στον Τιμητικό Τόμο Κωνσταντίνου Δ. Κεραμέως, Αντ. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα-Κομοτηνή, 2010, σ. 1173 επ.
Πιτσελά Α., Γυναίκες στις ελληνικές φυλακές, στον Τιμητικό Τόμο για τον Καθηγητή Ν. Κουράκη, Αντ. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα-Κομοτηνή, 2016, διαθέσιμο στην ιστοσελίδα http://crime-in-crisis.com
Σχίζα Π., Αγροτικές φυλακές (διδακτορική διατριβή), Επ. Καθηγ. Α. Μαγγανάς, Τμήμα Κοινωνιολογίας – Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα, 2013
Σχίζα Π., Αγροτική φυλακή Ελαιώνα – Θήβας, εφ. Η Εποχή, 22/10/2016, διαθέσιμο στην ιστοσελίδα http://epohi.gr
Τσήτσουρα Μ., Η εργασία των καταδίκων εν τη ιστορική εξελίξει των φυλακών, Θεσσαλονίκη, 1948
Χάιδου Α., Το σωφρονιστικό σύστημα, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, 2002
Χρυσόγονος Κ., Η απαγόρευση της αναγκαστικής εργασίας και η επίταξη προσωπικών υπηρεσιών, Αντ. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα-Κομοτηνή, 1992
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
http://www.athensvoice.gr/greece/377314_anoixe-i-proti-agrotiki-fylaki-gynaikon-eikones
http://permisospress.blogspot.gr/2017/10/blog-post_502.html
https://galaksias.gr/oi-protes-gynaikeies-agrotikes-fylakes-sti-thiva-me-kipo-nipiagogeio-mikra-diamerismata/
https://government.gov.gr/egkeniastike-proti-agrotiki-filaki-ginekon/