«Here’s to you, Nicola and Bart
Rest forever here in our hearts
The last and final moment is yours
That agony is your triumph.»
Joan Baez, «Here’s Τo Υou», 1971
https://www.youtube.com/watch?v=7oday_Fc-Gc
Ι. «Αυτό είναι για σας, Νικόλα και Μπαρτ»
Το 1971 κυκλοφόρησε στις κινηματογραφικές αίθουσες η ταινία μυθοπλασίας «Σάκο και Βαντσέτι» του ιταλού σκηνοθέτη Τζουλιάνο Μοντάλντο.[1] Ήταν εμπνευσμένη από την πολύκροτη υπόθεση της καταδίκης σε θάνατο δυο ιταλών μεταναστών, με δράση στον πολιτικό ριζοσπαστικό χώρο, των Νικόλα Σάκο και Μπαρτολομέο Βαντσέτι, στην Αμερική της δεκαετίας του 1920. Η προβολή της ταινίας αυτής χάρισε στους συντελεστές της βραβεία και διακρίσεις, μεταξύ των οποίων και μια ειδική μνεία στον συνθέτη Ένιο Μορικόνε για τη μουσική της υπόκρουση.[2] Στα μουσικά κομμάτια με τα οποία ο ιταλός μουσικοσυνθέτης «έντυσε» την ταινία περιλαμβανόταν και το τραγούδι «Αυτό Είναι Για Σας» σε ερμηνεία και στίχους της αμερικανής τραγουδίστριας και πολιτικής ακτιβίστριας, Τζόαν Μπαέζ.[3] Το τραγούδι αυτό, που στην πορεία απέκτησε μια συμβολική ανθρωπιστική αξία ανά τον κόσμο,[4] αποτέλεσε το έναυσμα για τη συγγραφή του παρόντος άρθρου.
Σκοπός του άρθρου αυτού, συγκεκριμένα, είναι να παρουσιάσει την υπόθεση «Commonwealth[5] v. Nicola Sacco and Bartolomeo Vanzetti», η οποία έγινε ευρύτερα γνωστή ως υπόθεση των «Σάκο και Βαντσέτι», από την πλευρά, κυρίως, της επίδρασής της στην τέχνη. Αμείωτο, άλλωστε, παραμένει το ενδιαφέρον που αυτή διατηρεί σε διάφορες μορφές τέχνης μέχρι σήμερα, όπως θα δειχθεί στη συνέχεια. Θα προηγηθεί, όμως, της παρουσίασης αυτής μια συνοπτική αναφορά στο ιστορικό και νομικό μέρος της υπόθεσης, προκειμένου να γίνει αντιληπτό το ιδιότυπο νοηματικό βάρος που αυτή συμπνύκνωσε στην πορεία, το οποίο ερμηνεύει, άλλωστε, και την τόσο βαθιά επίδρασή της στην τέχνη.
ΙΙ. Η υπόθεση «Commonwealth v. Nicola Sacco and Bartolomeo Vanzetti»
1. Τα πραγματικά περιστατικά, οι κατηγορίες και η καταδίκη
Σύμφωνα με τα βασικά πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, που παρέμειναν αναμφισβήτητα στην πορεία της εξέλιξής της,[6] στις 15 Απριλίου του 1920, γύρω στις τρεις το απόγευμα, οι Αλεξάντερ Μπεραρντέλι και Φρέντερικ Α. Πάρμεντερ πυροβολήθηκαν μπροστά από το κτήριο του εργοστασίου «Ράις και Χάτσινς Α.Ε.» στην Οδό Περλ στο Νότιο Μπρέιντρι της Μασαχουσέτης. Oι πράξεις αυτές τελέσθηκαν από μέλη ομάδας «αντρών ή ληστών» που αφήρεσαν από τα θύματα δυο κουτιά με 15.776,51 δολάρια[7] και διέφυγαν επιβαίνοντα σε αυτοκίνητο μαζί με τα αφαιρεθέντα.
Μερικούς μήνες αργότερα, στις 11 Σεπτεμβρίου του 1920, σε σχέση με τα ως άνω περιστατικά, απαγγέλθηκαν κατηγορίες εναντίον δυο ιταλών μεταναστών, του Νικόλα Σάκο και του Μπαρτολομέο Βαντσέτι, σύμφωνα με τις οποίες: Στις 15 Απριλίου του 1920 στο Μπρέιντρι της Μασαχουσέτης επιτέθηκαν με βία εναντίον των Α. Μπεραρντέλι και Φ. Πάρμεντερ και, με πρόθεση να τους αφαιρέσουν τη ζωή, τους πυροβόλησαν «στο σώμα με γεμάτο όπλο», προκαλώντας δια των πυροβολισμών αυτών τον θάνατό τους.[8] Οι δυο αυτές κατηγορίες αφορούσαν, δηλαδή, στις δυο ανθρωποκτονίες που είχαν τελεσθεί, την πρώτη του Α. Μπεραρντέλι και τη δεύτερη του Φ. Πάρμεντερ.[9]
Αποφασιστικής σημασίας ζήτημα για την εκδίκαση της υπόθεσης της «Κοινοπολιτείας εναντίον των Νικόλα Σάκο και Μπαρτολομέο Βαντσέτι», αποτέλεσε το εάν οι δυο αυτοί κατηγορούμενοι συμπεριλαμβάνονταν, πράγματι, στους «ληστές» της ομάδας που επιτέθηκε στο Νότιο Μπρέιντρι. Το ορκωτό Δικαστήριο του Ντένταμ της Μασαχουσέτης, που εκδίκασε την υπόθεση σε πρώτο βαθμό, προκειμένου να αποφασίσει επ’ αυτού, βασίσθηκε σε αποδεικτικά μέσα, όπως:[10] α) οι μαρτυρίες αυτοπτών που κατέθεταν ότι είχαν δει την 15η Απριλίου τους δυο κατηγορουμένους τόσο μαζί όσο και χωριστά στον τόπο του εγκλήματος, β) οι καταθέσεις ειδικών για τη σχέση της σφαίρας που βρέθηκε στο σώμα ενός των θυμάτων και των καλύκων που βρέθηκαν στον τόπο του εγκλήματος με το περίστροφο που βρέθηκε επάνω στον Σάκο την ημέρα της σύλληψής του, γ) μια τραγιάσκα που βρέθηκε στον τόπο του εγκλήματος, η κατοχή της οποίας αποδιδόταν στον Σάκο, δ) το περίστροφο που βρέθηκε επάνω στον Βαντσέτι, το οποίο, σύμφωνα με μαρτυρικές καταθέσεις, ανήκε σε ένα από τα δυο θύματα, καθώς και ε) οι συμπεριφορές των δυο κατηγορουμένων κατά την ημέρα της σύλληψής τους, οι οποίες έδειχναν τη «συνείδηση ενοχής»[11] τους.
Οι κατηγορούμενοι, από την πλευρά τους, αρνήθηκαν τη συμμετοχή τους στο έγκλημα, δηλώνοντας αθώοι. Υποστήριξαν, συγκεκριμένα, ότι δεν βρίσκονταν στον τόπο του εγκλήματος την κρίσιμη ημέρα, παρουσιάζοντας μάρτυρες γι’ αυτό. Τις δε συμπεριφορές τους την ημέρα της σύλληψής τους απέδωσαν στον φόβο τους, που οφειλόταν στη δράση τους ως σοσιαλιστών ριζοσπαστών, και δη υποστηρικτών του αναρχισμού,[12] σε συνδυασμό με κάποια άλλα γεγονότα που είχαν συμβεί στη Νέα Υόρκη.
Τα γεγονότα που επικαλούνταν οι δυο κατηγορούμενοι αφορούσαν, ειδικότερα, στις μαζικές συλλήψεις πολιτικών ριζοσπαστών που πραγματοποιούνταν την εποχή εκείνη, λόγω του «Κόκκινου τρόμου»,[13] του φόβου, δηλαδή, των Αμερικανών, μετά τη ρωσική επανάσταση του 1917, για την εξάπλωση των κομμουνιστικών ή επαναστατικών αντιλήψεων και στην Αμερική. Ιδίως, όμως, αφορούσαν στη σύλληψη και απέλαση του γνωστού ιταλού αναρχικού Λουίτζι Γκαλεάνι, στους οπαδούς του οποίου («γκαλεανιστές») συγκαταλέγονταν και οι ίδιοι,[14] καθώς και στον προκληθέντα από αδιευκρίνιστα αίτια θάνατο του, επίσης, ιταλού αναρχικού φίλου τους, Αντρέα Σαλσέντο. Ο τελευταίος, λίγες ημέρες πριν, είχε βρεθεί νεκρός στο πεζοδρόμιο του κτηρίου του Υπουργείου Δικαιοσύνης στη Νέα Υόρκη, στον 14ο όροφο του οποίου κρατείτο μυστικά και σε απομόνωση. Το γεγονός αυτό θορύβησε τόσο πολύ τους Σάκο και Βαντσέτι, ώστε να αναλάβουν, όπως ισχυρίσθηκαν, να οργανώσουν σχετικές διαμαρτυρίες[15] και να καταστρέψουν ή να αποκρύψουν οτιδήποτε έβρισκαν σε έντυπο υλικό ριζοσπαστικού περιεχομένου.[16]
Την τελευταία ημέρα της δίκης της υπόθεσης της «Κοινοπολιτείας εναντίον των Νικόλα Σάκο και Μπαρτολομέο Βαντσέτι», την 14η Ιουλίου του 1921, το Δικαστήριο του Ντένταμ, με προεδρεύοντα Δικαστή τον Γουέμπστερ Θέιερ (1857 - 1933) και Εισαγγελέα τον Φρέντερικ Τζ. Κάτζμαν (1875 - 1953), μετά από ομόφωνη γνώμη του σώματος των ενόρκων,[17] κήρυξε τους κατηγορουμένους ενόχους ανθρωποκτονίας πρώτου βαθμού σε βάρος των Α. Μπεραρντέλι και Φ. Πάρμεντερ.[18]
2. Η μη επανεκδίκαση της υπόθεσης και η εκτέλεση της θανατικής ποινής
Στη διάρκεια των επτά ετών που ακολούθησαν, από τον Οκτώβριο του 1921 μέχρι και τον Αύγουστο του 1927, καμμία από τις αιτήσεις επανεκδίκασης της υπόθεσης που ασκήθηκαν ενώπιον του ίδιου Δικαστή, Γ. Θέιερ,[19] όπως προέβλεπε η σχετική νομοθεσία της Μασαχουσέτης, αλλά και από τις προσφυγές που ασκήθηκαν ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Μασαχουσέτης, δεν ευδοκίμησε. Όλες οι εν λόγω αιτήσεις και προσφυγές, οι οποίες θεμελιώθηκαν σε λόγους, που αφορούσαν σε πληθώρα διαδικαστικών σφαλμάτων και παραβιάσεων της σχετικής νομοθεσίας, αλλά και σε νεότερα στοιχεία που ανέκυψαν,[20] απορρίφθηκαν.
Ούτε, όμως, και η εσχάτη αίτηση προς την εκτελεστική εξουσία, τον Κυβερνήτη της Μασαχουσέτης Άλβαν Τ. Φούλερ (1878 - 1958), για επίδειξη από μέρους του επιείκειας προς τους δυο καταδικασθέντες,[21] έγινε δεκτή. Η ειδική τριμελής Επιτροπή Επανεξέτασης, που διορίσθηκε για τον σκοπό αυτόν τον Ιούνιο του 1927 και αποτελείτο από δυο Πρυτάνεις μεγάλων Πανεπιστημίων και έναν τέως Δικαστή,[22] αφού εξήτασε όλα τα αρχεία της υπόθεσης, επιβεβαίωσε ότι η δίκη ήταν δίκαιη και οι κατηγορούμενοι ήταν ένοχοι «πέραν εύλογων αμφιβολιών». [23]
Στις 23 Αυγούστου του 1927, λίγο μετά τις 12:00΄ τα μεσάνυχτα, οι κρατούμενοι στη φυλακή Τσαρλστάουν της Βοστόνης, Νικόλα Σάκο και Μπαρτολομέο Βαντσέτι, οδηγήθηκαν στην ηλεκτρική καρέκλα. Η εκτέλεσή τους ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων και κινητοποίησε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπων σε όλον τον κόσμο, από την Αμερική έως την Ευρώπη και από εκεί έως την Ινδία και την Κίνα.[24] Η θεωρητική συζήτηση για τα νομικά ζητήματα που ήγειρε η εκδίκαση της υπόθεσής τους, στα οποία γίνεται λόγος αμέσως παρακάτω, συνεχίσθηκε για πολλές δεκαετίες μετά, διχάζοντας πολλές φορές όσους ασχολήθηκαν με αυτά.
3. Η μη δίκαιη δίκη και η δικαστική πλάνη
Η συζήτηση για τα κρίσιμα νομικά ζητήματα της υπόθεσης επικεντρωνόταν στη στέρηση του δικαιώματος των Σάκο και Βαντσέτι για δίκαιη δίκη («due process clause») και στην εσφαλμένη κρίση λόγω δικαστικής πλάνης («miscarriage of justice»). Σε σχέση, ειδικότερα, με την παραβίαση του κατοχυρωμένου στο Αμερικανικό Σύνταγμα[25] δικαιώματος κάθε προσώπου που υπόκειται σε δικαστική κρίση να τυγχάνει μιας δίκαιης δίκης, οι σχετικοί ισχυρισμοί αφορούσαν τόσο στον σεβασμό των συναρτώμενων με αυτό θεμελιωδών, αλλά και άλλων δικαιωμάτων των κατηγορουμένων, όσο και στην τήρηση των υποχρεώσεων των οργάνων απονομής της ποινικής δικαιοσύνης.[26] Θεμελιώνονταν δε, μεταξύ άλλων, στα εξής: α) στις καταθέσεις αντικρουόμενων δηλώσεων των ίδιων αυτοπτών μαρτύρων αναγνώρισης σε διαφορετικά στάδια της δίκης,[27] αλλά και στη σοβαρή συγκάλυψη σχετικών αποδείξεων,[28] β) στην επίδραση στο σώμα των ενόρκων της προκατάληψης του Δικαστή Γ. Θέιερ εναντίον των μεταναστών εν γένει,[29] γ) στην άσκηση πίεσης εκ μέρους του Εισαγγελέα Φ. Κάτζμαν τόσο στους μάρτυρες όσο και στους ενόρκους,[30] δ) στις αντικρουόμενες, ακόμη και αναιρεθείσες στη συνέχεια, εκθέσεις βαλλιστικής εξέτασης των περιστρόφων και των σφαιρών του αποδεικτικού υλικού,[31] καθώς και στην αλλοίωσή του,[32] ε) στην ανακύψασα το 1925 ομολογία του ¾καταδικασθέντος για άλλα ποινικά αδικήματα¾ Πορτογάλου, Σελεστίνο Μαδέιρος, ότι βρισκόταν μέσα στο «αυτοκίνητο των ληστών» και γνώριζε τους αληθινούς δράστες,[33] αλλά και σε άλλα νεότερα στοιχεία που εν τω μεταξύ προέκυψαν.[34]
Η συζήτηση, όμως, επί των σφαλμάτων της εν λόγω καταδίκης δεν περιορίσθηκε μόνο στην παραβίαση του προαναφερθέντος δικαιώματος, αλλά επεκτάθηκε και στη διατύπωση της θέσης για την ύπαρξη δικαστικής πλάνης («miscarriage of justice»), στην υποστήριξη της οποίας κρίσιμος υπήρξε ο ισχυρισμός περί αθωότητας των δυο καταδικασθέντων.[35] Ο αντίκτυπος της εν λόγω περίπτωσης δικαστικής πλάνης στην κοινωνία παρομοιάσθηκε με αυτόν της διαβόητης «υπόθεσης Ντρέιφους».[36] Η καταδίκη σε θάνατο των Σάκο και Βαντσέτι συγκαταλέχθηκε σε εκείνες τις ιστορικής σημασίας υποθέσεις δικαστικών πλανών,[37] στις οποίες η εσφαλμένη[38] κρίση του δικαστηρίου αφορούσε σε «λάθος πρόσωπα»,[39] που δεν είχαν τελέσει τα εγκλήματα για τα οποία κατηγορήθηκαν και καταδικάσθηκαν× ήταν αθώα.[40]
Στην αναμενόμενη από πλευράς της Πολιτείας αποκατάστασή τους, που επήλθε το 1977, κατά την επέτειο της συμπλήρωσης των 50 ετών από την εκτέλεσή τους, ο Κυβερνήτης της Μασαχουσέτης, Μάικλ Σ. Ντουκάκις (1933 -) δήλωσε ότι:[41] «[...] κάθε στίγμα και όνειδος θα πρέπει να εξαλειφθεί δια παντός από το όνομα των Νικόλα Σάκκο και Μπαρτολομέο Βαντσέττι και από τα ονόματα των οικογενειών και των απογόνων τους [...]».[42] Αναγνώρισε, δε, ότι «η συμπεριφορά πολλών εμπλεκομένων εις την δίκην ήγειρε σοβαρές αμφιβολίες ως προς την βούλησιν και την ικανότητά των να χειρισθούν δίκαια και αμερόληπτα την παραπομπή και δίκη των Σάκκο και Βαντσέττι», καθώς και ότι «το περιορισμένο σκεπτικό της κρίσεως των εφετών τότε ουσιαστικώς δεν επέτρεψε την διεξαγωγήν μίας δίκαιης δίκης λόγω της προκαταλήψεως που είχε επηρεάσει την όλη διαδικασία της δίκης».[43] Κάλεσε, τέλος, με την ίδια Δήλωσή του, ο Κυβερνήτης «όλους τους πολίτες της Μασαχουσέτης να συλλογισθούν αυτά τα τραγικά γεγονότα και να αντλήσουν από τα ιστορικά τους διδάγματα την απόφαση να εμποδίσουν οριστικώς τις δυνάμεις της μη ανοχής, τον φόβο και το μίσος, και ενωμένοι να βαδίσουν με λογική, σοφία και δικαιοσύνη»,[44] στα οποία και αποσκοπεί το νομικό τους σύστημα.
ΙΙΙ. Η υπόθεση των «Σάκο και Βαντσέτι» στην τέχνη
Όλοι οι προαναφερθέντες (υπό ΙΙ.3) ισχυρισμοί για την άδικη απόφαση σε βάρος του υπαλλήλου υποδηματοποιίας Νικόλα Σάκο (1891 – 1927) και του ιχθυοπώλη Μπαρτολομέο Βαντσέτι (1898 - 1927) δεν βρήκαν απήχηση στα δικαστήρια της Μασαχουσέτης. Βρήκαν, όμως, γόνιμο το έδαφος της τέχνης για να αποτελέσουν τον «σπόρο»[45] από τον οποίο ξεπήδησε στη συνέχεια μια πολυσήμαντη και πολυεπίπεδη καλλιτεχνική δημιουργία.
Στον ένα, σχεδόν, αιώνα που μεσολάβησε από την καταδίκη των Σάκο και Βαντσέτι μέχρι σήμερα η καλλιτεχνική δημιουργία που επηρεάσθηκε άμεσα ή έμμεσα από την υπόθεσή τους καταμετρά μια πλούσια παραγωγή έργων σε όλες σχεδόν τις μορφές τέχνης.[46] Στο θέατρο, στην όπερα, στο καμπαρέ και στον χορό, στην ποίηση και στην πεζογραφία, στα εικαστικά (γλυπτική, ζωγραφική, κόμικς κ.ά.), στον κινηματογράφο, όπως και στη μουσική, εμφανίζονται σημαντικά έργα εμπνευσμένα ή έστω επηρεασμένα από την υπόθεση αυτή. Ορισμένες ενδεικτικές αναφορές σε χαρακτηριστικά έργα των τεχνών αυτών γίνονται αμέσως παρακάτω.
1. Στο θέατρο, στην όπερα, στο καμπαρέ και στον χορό
Η επίδραση της καταδίκης των Σάκο και Βαντσέτι στο θέατρο υπήρξε σχεδόν ταυτόχρονη με την εξέλιξη της υπόθεσης και την εκτέλεση της θανατικής τους ποινής. Ο αμερικανός θεατρικός συγγραφέας, ποιητής, σεναριογράφος και δημοσιογράφος Μάξγουελ Άντερσον (1888 – 1959), σε συνεργασία με τον Χάρολντ Χίκερσον, έγραψαν το θεατρικό έργο «Οι Θεοί της Αστραπής», που ανέβηκε στο «Little Theatre» της Νέας Υόρκης σε σκηνοθεσία του Χάμιλτον Μακ Φάμπεν[47] το 1928, μόλις έναν χρόνο μετά την εκτέλεση των Σάκο και Βαντσέτι στην ηλεκτρική καρέκλα. Οι δυο συγγραφείς περιγράφουν στο έργο τους τη σύλληψη δυο ακτιβιστών εργατών από την αστυνομία, για ληστεία και ανθρωποκτονία σε βάρος ενός Διευθυντή Ταχυδρομείου, και την «κατασκευή» μέσω εκμαιευμένων μαρτυρικών καταθέσεων μιας κατηγορίας εναντίον τους και μιας ετυμηγορίας, στη συνέχεια, που τους οδηγεί στον θάνατο.[48] Το ανέβασμά του, όμως, δημιούργησε μεγάλη δυσαρέσκεια, λόγω των έντονα φορτισμένων ακόμη συναισθημάτων που προκαλούσε η υπόθεση των Σάκο και Βαντσέτι. Οι αρχές της πόλης της Βοστόνης προσπάθησαν να αφαιρέσουν τη σχετική άδεια από τη συγκεκριμένη θεατρική σκηνή.[49]
Το δεύτερο έργο του Άντερσον του 1933, που βασίσθηκε και πάλι στην υπόθεση των Σάκο και Βαντσέτι και το οποίο στα ελληνικά αποδόθηκε «Στο Γέρμα του Χειμώνα»,[50] είναι γραμμένο σε έμμετρη, ποιητική, φόρμα. Ανέβηκε το 1935 στο «Martin Beck Theatre» της Νέας Υόρκης σε σκηνοθεσία του Γκάρι Μακ Κλίντικ[51] και βραβεύθηκε ως το καλύτερο θεατρικό έργο της περιόδου εκείνης από τον «Κύκλο των Κριτικών Θεάτρου» της Νέας Υόρκης. Το θέμα του είναι ο αγώνας ενός νεαρού να ανακαλύψει τον πραγµατικό ένοχο για ένα έγκληµα, για το οποίο εκτελέσθηκε ο πατέρας του, λόγω δικαστικής πλάνης. Ο Άντερσον, που συμμεριζόταν τις ιδέες του ειρηνιστικού κινήματος και είχε απολυθεί από το Κολέγιο στο οποίο δίδασκε για τον λόγο αυτόν, έπλασε με μεγάλη δραματική ένταση τους ρόλους στο έργο του αυτό. Παρότι, δε, η ποιητική γλώσσα που χρησιμοποίησε θεωρήθηκε ότι δεν ταίριαζε στην υπόθεση, η δεύτερη αυτή ενασχόληση του Άντερσον με τους Σάκο και Βαντσέτι κρίθηκε ως περισσότερο επιτυχής από την πρώτη.[52]
Αξίζει να σημειωθεί ότι το έργο «Στο Γέρμα του Χειμώνα» μεταφράσθηκε στα ελληνικά το 1939, δεν πρόλαβε, όμως, να παρασταθεί στην Ελλάδα, λόγω πολέμου. Ανέβηκε, τελικά, την περίοδο που τη Γενική Διεύθυνση του Εθνικού Θεάτρου είχε αναλάβει ο διανοούμενος Γιώργος Θεοτοκάς.[53] Το έργο αυτό παρουσιάσθηκε στην Πρωτοποριακή Σκηνή του Εθνικού σε σκηνοθεσία του Σωκράτη Καραντινού τη θεατρική περίοδο 1945-1946,[54] υπηρετώντας την τάση για ανεβάσματα νέων έργων κοινωνικοπολιτικού στοχασμού, τα οποία, όμως, δεν έπρεπε να είναι πειραματικά, αλλά έργα αναγνωρισμένων συγγραφέων. Στην κατηγορία αυτή ενέπιπτε ο Άντερσον, αφού ήταν γνωστός και, επί πλέον, βραβευμένος. Η υπόθεση των δυο αναρχικών Σάκο και Βαντσέτι, ως πηγή έμπνευσης του Άντερσον, επισημάνθηκε ιδιαιτέρως στην κριτικογραφία της εποχής.[55]
Το θεατρικό έργο «Το αρσενικό ζώο» των αμερικανών συγγραφέων Τζέιμς Θάρμπερ (1894 – 1961) και Έλιοτ Νάτζεντ (1896 – 1980), που ανέβηκε στο «Corl Theatre» της Νέας Υόρκης το 1940, σε σκηνοθεσία Χέρμαν Σάμλιν, αναφέρεται έμμεσα στην υπόθεση των Σάκο και Βαντσέτι.[56] Περιγράφει την ιστορία ενός καθηγητή που επιχειρεί να διαβάσει στην τάξη του ένα απόσπασμα από δηλώσεις του Βαντσέτι, ενώ έχει λάβει προειδοποίηση ότι, εάν το κάνει, θα απολυθεί. Η δήλωση του Βαντσέτι διαβάζεται, εν τέλει, όχι όμως για λόγους πολιτικούς ή φιλοσοφικούς, αλλά για την ομορφιά και τη λογοτεχνική της αξία, όπως διευκρινίζεται. Το θεατρικό αυτό έργο καταγράφεται ως η πρώτη περίπτωση που κάποιος αναφέρεται στην υπόθεση των Σάκο και Βαντσέτι για οποιονδήποτε άλλον λόγο, πέραν των γνωστών πολιτικοφιλοσοφικών. Εκφράσθηκε δε, περαιτέρω, η άποψη ότι ο συγγραφέας χρησιμοποίησε «την υπόθεση ως ηθικό βαρόμετρο», με βάση το οποίο «μετρήθηκαν» όλοι οι υπόλοιποι χαρακτήρες του έργου.[57]
Από τα τέλη της δεκαετίας του 1950 και κατά τη διάρκεια της επόμενης δεκαετίας του 1960 το καλλιτεχνικό ενδιαφέρον για την υπόθεση των Σάκο και Βαντσέτι στις θεατρικές σκηνές, ιδίως της Αμερικής, αναζωογονήθηκε σημαντικά. Χαρακτηριστική περίπτωση επιτυχούς ανεβάσματος υπήρξε το έργο του Ρόμπερτ Νόα «Ο Συνήγορος», του οποίου η πρεμιέρα στο Θέατρο «ANTA Playhoyse» της Νέας Υόρκης το 1963[58] μαγνητοσκοπήθηκε και παρουσιάσθηκε ζωντανά στην κρατική τηλεόραση, ενώ ακόμη παιζόταν στην σκηνή. Ήταν η πρώτη φορά που γινόταν ζωντανή μαγνητοσκόπηση ενός θεατρικού έργου, και μάλιστα χωρίς οικονομική επιβάρυνση του κοινού, το οποίο κάθε στιγμή της μέτρησής του αριθμούσε περί τους 2.000.000 θεατές. Η πλοκή επικεντρωνόταν γύρω από τον χαρακτήρα του Γουόρεν Κέρτις, που βασιζόταν σε έναν από τους συνηγόρους υπεράσπισης της υπόθεσης, τον Γουίλιαμ Τζ. Τόμσον, δικηγόρο εγνωσμένου κύρους και μη συγγενών πολιτικών απόψεων με τους κατηγορουμένους, ο οποίος πίστεψε, όμως, στην αθωότητά τους.[59] H επανάκαμψη στην υπόθεση αυτή, όπως και η συμβολοποίηση των προσώπων, ερμηνεύθηκαν αργότερα, με ευρύτερα πολιτικά κριτήρια, ως μια προσπάθεια της νέας γενιάς των Αμερικανών της δεκαετίας του 1960 να εξορκίσουν τους δαίμονες του παρελθόντος, ανεξάρτητα από το πού τοποθετούνταν πολιτικά.[60]
Την ίδια αυτή περίοδο της αναζωογόνησης του ενδιαφέροντος για την υπόθεση, παρουσιάσθηκε στην Ιταλία το έργο «Σάκκο και Βαντζέττι» των Λουτσιάνο Βιντσεντσόνι (1926 - 2013) και Μίνο Ρόλι (1927-). Το έργο αυτό, ένα δράμα σε 3 πράξεις, ανέβηκε το 1960 σε σκηνοθεσία Τζιανκάρλο Σμπράτζια στο θέατρο «Parioli» στη Ρώμη, ενώ στην πρεμιέρα ήταν παρούσα και η αδελφή του Βαντσέτι, Βιντσεντσίνα. Βραβεύθηκε το 1961 από το «Instituto del Drama Italiano» και δεν έπαυσε μέχρι τη νέα χιλιετία να ανεβαίνει σε θεατρικές σκηνές της Ιταλίας.[61] Οι Βιντσεντσόνι και Ρόλι, ενώ περιγράφουν την ανθρώπινη πορεία των Σάκο και Βαντσέτι, τους φόβους, τις υποχωρήσεις τους και την άντληση της δύναμής τους μέσα από την ίδια τους τη φιλία, ασκούν, ταυτόχρονα, έντονη κριτική στον τρόπο απονομής της δικαιοσύνης στο αμερικανικό δικαιικό σύστημα. Στη σκηνή του δικαστηρίου ο Βαντσέτι παραδέχεται ότι είναι ένοχος, δηλώνοντας ότι η ενοχή του οφείλεται στο ότι είναι αναρχικός και Ιταλός. Η εκτέλεση αυτού και του Σάκο παρουσιάζεται ως μια απάντηση της αμερικανικής Πολιτείας στους θεωρούμενους εσωτερικούς της εχθρούς, η οποία λειτουργεί και ως βαλβίδα αποσυμπίεσης της ανησυχίας και του φόβου της αμερικανικής κοινωνίας απέναντι στους ξένους.[62]
Το έργο των δύο ιταλών συγγραφέων ανέβηκε και στην Ελλάδα το 1975, αμέσως μετά τη μεταπολίτευση, στο ελληνικό Θέατρο Σάτιρας της Αθήνας, σε μετάφραση Τάσου Ράμση και σκηνοθεσία Γιώργου Μιχαηλίδη, ενώ πρωτότυπη μουσική για την παράσταση είχε γράψει ο μουσικοσυνθέτης Βασίλης Δημητρίου.[63]
Ένα επόμενο θεατρικό έργο, που πήγασε από τη δραματουργική επεξεργασία των αρχείων της υπόθεσης των Σάκο και Βαντσέτι, έκανε την εμφάνισή του τη δεκαετία του 1990 στην Αργεντινή. Το έργο του Αργεντίνου Μαουρίσιο Καρτούν (1946 -), με τίτλο «Σάκκο και Βαντσέττι - Μια δραματουργική επεξεργασία των ντοκουμέντων της υπόθεσης», παρουσιάσθηκε στο θέατρο Μετροπόλιταν του Μπουένος Άιρες, σε σκηνοθεσία του Τζέιμι Κόγκαν. Χάρισε δε στον συγγραφέα του το «Εθνικό Βραβείο Δραματουργίας» του 1991.[64] Το 2001 εκδόθηκε για πρώτη φορά εντύπως στην Αργεντινή, ενώ το 2015 μεταφράσθηκε και εκδόθηκε και στην Ελλάδα.[65]
Στο ως άνω έργο του Καρτούν αναγνωρίζει κανείς πολλά από τα στοιχεία του υλικού της δίκης (μαρτυρικές καταθέσεις, επιστολές των καταδικαθέντων κ.λπ.), τα οποία αντιμετωπίζονται με σεβασμό. Το διαποτίζει δε στο σύνολό του η εκδοχή της αθωότητας των δύο ιταλών αναρχικών. Ακόμη και ο Δικαστής Γ. Θέιερ εμφανίζεται να τάσσεται εξ αρχής υπέρ της αθωότητάς τους, ενώ το αποτέλεσμα της καταδίκης τους σε θάνατο παρουσιάζεται, δραματουργικά, ως ο καρπός μιας άτυπης και κρυφής συμφωνίας ανταλλαγής μεταξύ του ίδιου του δικαστή και του Εισαγγελέα Φ. Κάτζμαν, που στόχο έχει να επιτύχει ο πρώτος την επαγγελματική του ανέλιξη. Ο δικαστής, ως χαρακτήρας, δεν αφίσταται, βέβαια, των προκαταλήψεών του για τον κίνδυνο της καταστροφής της χώρας του από τους ξένους, επί τη βάσει των οποίων δέχθηκε έντονη κριτική και στην πραγματικότητα, όπως προαναφέρθηκε.[66] Σε μια ιδιωτική τους συνομιλία με τον συνήγορο υπεράσπισης, Γ. Τζ. Τόμσον, εμφανίζεται να λέει:
«Κάθε μέρα όταν ξημερώνει, κοιτάζω γύρω μου, σ’ αυτή την Old New England με τα δεντροφυτεμένα σπίτια και τους πράσινους κήπους τους, και τα παιδιά τους με τα γαλανά μάτια, και με συγκλονίζει και η σκέψη μόνο ότι όλα όσα κατάφεραν οι γονείς μου και οι παππούδες μου και οι δικοί σας, ασφαλώς, μπορεί να καταστραφούν διά πυρός και σιδήρου. Κάτι συνέβη, δικηγόρε Τόμσον, στη γη μας: ήρθαν παράξενοι άνθρωποι, με παράξεονο δέρμα. Άνθρωποι που δεν σε κοιτάνε στα μάτια. Που μιλάνε μόνοι τους τη δική τους γλώσσα και ζουν σε τρώγλες και φαίνονται ευτυχείς μόνο όταν ανησυχούν, όταν σπέρνουν τη δυσαρέσκεια, όταν στρέφουν τον έναν αδερφό εναντίον του άλλου, και ψιθυρίζουν παντού: “Κι άλλα λεφτά...”, “το αφεντικό μάς εκμεταλλεύεται...”, “είναι ο σατανάς...”, “γιατί δεν μοιραζόμαστε τα πλούτη του;...”».[67]
Ο συγγραφέας, εγκαινιάζοντας ένα νέο πολιτικό θέατρο με την αξιοποίηση τόσο του κοινωνικού μελοδράματος όσο και του θεάτρου-ντοκουμέντου, «βρίσκει το πιο αποτελεσματικό εργαλείο του στο sortilegio (ξόρκι[68]) της ποίησης»,[69] όπως έχει σημειωθεί στην κριτικογραφία. Στην περίπτωση, ειδικά, του έργου αυτού είναι εμφανής η στρατηγική του να τάσσεται υπέρ των περιθωριακών χαρακτήρων που επιλέγει, εκθέτοντας τη βία των εξουσιών επάνω τους.[70] Ο Καρτούν εναντιώνεται, εν τέλει, στη διάχυτη κουλτούρα της λήθης και στην πτώχευση του κοινωνικού ουμανισμού της εποχής κατά την οποία γράφει.[71] Τον Οκτώβριο του 2015 το έργο του παρουσιάσθηκε και στην Ελλάδα, με τη μορφή θεατρικού αναλογίου, από το Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν, σε σκηνοθεσία της Κυριακής Σπανού.
Σχετικά έργα, όμως, έχει να επιδείξει και η όπερα, ιδίως μετά την είσοδο στη νέα χιλιετία. Σε δυο σχετικές περιπτώσεις γίνεται αναφορά αμέσως παρακάτω.[72]
Ο αμερικανός συνθέτης και λιμπρετίστας Μαρκ Μπλιτζστάιν (1905 – 1964) ξεκίνησε το 1964, λίγο πριν πεθάνει, μετά από παραγγελία του Ιδρύματος Φορντ, να γράφει μια όπερα σε τρεις πράξεις με τον τίτλο «Σάκο και Βαντσέτι». Το έργο επρόκειτο να ανέβει στη Μετροπόλιταν Όπερα της Νέας Υόρκης, δεν πρόλαβε, όμως, και την ολοκλήρωση του σχετικού εγχειρήματος ανέλαβε, αρκετά χρόνια αργότερα, ο επίσης αμερικανός συνθέτης Λέοναρντ Λέρμαν (1949 -).[73] Η όπερα ανέβηκε, εν τέλει, το 2001 στο “The White Barn Theatre” του Γουέστπορτ του Κονέκτικατ. Για την ολοκλήρωση του λιμπρέτου, που εξιστορούσε την άδικη καταδίκη σε θάνατο των δυο αναρχικών μεταναστών, χρησιμοποιήθηκαν επιστολές, απομαγνητοφωνημένα κείμενα και άλλο αυθεντικό υλικό. Οι κριτικογράφοι εξήραν την παράσταση και χαρακτήρισαν το έργο επικό ποίημα που ασκεί κριτική στην απονομή της δικαιοσύνης στην Αμερική. Τον συνθέτη ευχαρίστησε για τη συνεισφορά του στην κατανόηση του αληθινού νοήματος της δικαιοσύνης, με επιστολή του που δόθηκε στη δημοσιότητα, ο ίδιος ο Κυβερνήτης της Μασαχουσέτης, Μ. Ντουκάκις,[74] που είχε προβεί και στη Δήλωση αποκατάστασής τους το 1977, όπως αναφέρθηκε παραπάνω.
Ακριβώς την ίδια χρονιά, το 2001 δηλαδή, ένα ακόμη οπερατικό έργο, εμπνευσμένο από την υπόθεση των «Σάκο και Βαντσέτι», παρουσιάσθηκε στην «Opera Tampa» της Φλόριντα. Επρόκειτο για μια όπερα σε δυο πράξεις, σε μουσική και λιμπρέτο του συνθέτη Άντον Κόπολα (1917 -), θείου του γνωστού σκηνοθέτη Φράνσις Φορντ Κόπολα (1939 -), την καλλιτεχνική διεύθυνση της οποίας ανέλαβε ο τελευταίος.[75] Η μουσική σύνθεση της φιλόδοξης αυτής παράστασης, στην οποία συμμετείχε μεγάλος αριθμός συντελεστών, ανακαλούσε τόσο το έργο των Πουτσίνι και Μπάρμπερ όσο και την παραδοσιακή ιταλική μουσική. Συμπεριλάμβανε δε την προβολή αυθεντικών φωτογραφιών, αλλά και μιας κινηματογραφικής αναπαράστασης των εγκλημάτων. Για την κριτικογραφία της εποχής αυτό που έλειπε από τη μουσική και τους στίχους του έργου ήταν η πιο προσωπική φωνή του ίδιου του συνθέτη.[76] Του αναγνωρίσθηκε, ωστόσο, η επιτυχία και ο θρίαμβος στο ανέβασμα ενός τόσο μεγαλεπήβολου εγχειρήματος, το οποίο θα μπορούσε να συγκαταλεχθεί στις σπουδαίες απερικανικές όπερες.[77] Όσον αφορά δε στη θέση του έργου καθεαυτό για την ίδια την υπόθεση, η επίσημη περιγραφή του αναφέρει χαρακτηριστικά ότι: «Η όπερα αυτή δεν προσπαθεί να δώσει λύση, αλλά να παρουσιάσει τα πραγματικά περιστατικά και τους χαρακτήρες που ενεπλάκησαν στην τραγωδία».[78]
Η υπόθεση των Σάκο και Βαντσέτι, όμως, δεν περιορίσθηκε μόνο σε ανεβάσματα της μορφής του θεάτρου ή της όπερας, αλλά πρόσφατα, κατά τη θεατρική περίοδο 2018-2019, ανέβηκε στην Ιταλία και ως καμπαρέ.[79] Το «Teatro dei Borgia» της πόλης Μπαρλέτα, σε συνεργασία με άλλα θέατρα και υπό την αιγίδα της Διεθνούς Αμνηστίας της Ιταλίας, παρουσίασε την παράσταση «Καμπαρέ Σάκο και Βαντσέτι» σε σκηνοθεσία του Τζιανπέρο Μπόρτζια και κείμενο του Μικέλε Σαντεράμο. Χρησιμοποιώντας τα εργαλεία μιας μουσικής παράστασης καμπαρέ (υποκριτική, μουσική, τραγούδια και χορό), ο σκηνοθέτης εμφάνισε τους ήρωες ως δυο ονειροπόλους, ερωτευμένους με τη ζωή, οι οποίοι υπήρξαν τα θύματα μιας δίκης παρωδίας και ενός εγκλήματος που τέλεσε το ίδιο το σύστημα απονομής της δικαιοσύνης σε βάρος τους. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του έργου αυτού είναι ότι εστιάζει στον ίδιο τον εσωτερικό κόσμο των Σάκο και Βαντσέτι και κάνει τον θεατή κοινωνό του.[80]
Τέλος, και στην τέχνη του χορού καταγράφεται, όπως προαναφέρθηκε, σχετικό εγχείρημα κατά την 20ή επέτειο της εκτέλεσης της ποινής των Σάκο και Βαντσέτι, το 1947. Η χορεύτρια του μοντέρνου χορού Τζούντι Τζομπ παρουσίασε στο Σαν Φρανσίσκο ένα χορευτικό δρώμενο («performance»), σε συνδυασμό με ανάγνωση του ποιήματος της Μιλέι «Δεν Αποδόθηκε Δικαιοσύνη στη Μασαχουσέτη», στο οποίο γίνεται αναφορά παρακάτω, και μουσική υπόκρουση του αμερικανού συνθέτη ελβετικής καταγωγής Έρνεστ Μπλοχ (1880 – 1959).[81]
2. Στην ποίηση
Η σπουδαία αμερικανή ποιήτρια, αλλά και πολιτική ακτιβίστρια, Έντνα Σεντ Βίνσεντ Μιλέι (1892 - 1950),[82] η πρώτη γυναίκα στην οποία απονεμήθηκε το βραβείο Πούλιτζερ, επηρεάσθηκε σε σημαντικό βαθμό από την υπόθεση των Σάκο και Βαντσέτι. Μαζί με άλλους ποιητές και διανοουμένους της εποχής συμμετείχε ενεργά στις διαδηλώσεις κατά της εκτέλεσής τους και συνελήφθη για τη δράση της αυτή. Το πλακάτ που η ίδια έφερε στις κινητοποιήσεις αυτές έγραφε: «Η δικαιοσύνη είναι νεκρή». Λόγω της εξέχουσας θέσης της στον πνευματικό κόσμο της εποχής, της δόθηκε η δυνατότητα μιας απ’ ευθείας συνάντησης με τον Κυβερνήτη Α. Φούλερ της Μασαχουσέτης, μετά από την οποία του απηύθυνε και προσωπικό της αίτημα γραπτώς. Η τύχη του αιτήματος αυτού ήταν αντίστοιχη με όλων των άλλων περί μη εκτέλεσης των δυο καταδικασθέντων στα οποία έγινε αναφορά προηγουμένως.
Μία ημέρα πριν από την εκτέλεση της ποινής σε βάρος τους (22 Αυγούστου 1927) η Μιλέι δημοσίευσε στην εφημερίδα «The New York Times» το ποίημά της «Δεν Αποδόθηκε Δικαιοσύνη Στη Μασαχουσέτη», στο οποίο έγινε αναφορά αμέσως παραπάνω. Στο ποίημα αυτό, που αργότερα (1928) συμπεριλήφθηκε στη συλλογή της «Το Ελάφι στο Χιόνι και Άλλα Ποιήματα»,[83] παρουσιάζει την εκτέλεση των «δύο αθώων αντρών» σαν ένα νέφος που καλύπτει τη γη και μέσα στη σκιά του όλη η ζωή θα μαραθεί. Αναρωτιέται η ποιήτρια σε έναν στίχο του:
«Θ’ ανθίσει το δελφίνιο[84] κάτ’ απ’ το σύννεφο αυτό ή το αραποσίτι θα μεστώσει;». [85]
Τη συλλογή της αυτή την αποτελούν ποιήματα, μέσω των οποίων η Μιλέι συλλαμβάνει το πνεύμα όλων εκείνων των ποιητών που έρχονται αντιμέτωποι με τον θάνατο, παραμένοντας στο πλευρό των Σάκο και Βαντσέτι.[86] Στο ποίημά της «Η Αγωνία» γράφει:
«Όλου του κόσμου η αγωνία είναι στη γλώσσα μου επάνω». [87]
Στο ποίημα «Στους Δίχως Οίκτο», το τελευταίο της συλλογής αυτής, απευθυνόμενη στον καθένα που, με τη σιωπή και τη σκληρότητα που επέδειξε, συμμετείχε, εν τέλει, στην επέλευση της τραγωδίας, γράφει:[88]
«Σκληρόκαρδοι, αφήστε κάτω το τραγούδι μου». [89]
Επίσης, στο ποίημα της ομώνυμης συλλογής της «Κρασί απ’ τα Σταφύλια Αυτά», που εκδόθηκε μερικά χρόνια αργότερα (1934),[90] γράφει:
«Κηλιδωμένη απ’ τα σταφύλια αυτά θα πέσω κάτω να πεθάνω». [91]
Υπονοεί, με τον τρόπο αυτόν, ότι από ένα τέτοιο έγκλημα «εναντίον δυο αθώων» δεν πρόκειται ποτέ η ανθρωπότητα να ξεπλύνει το άγος της.[92] Στην ίδια συλλογή αφιερώνει «Δυο σονέτα στη μνήμη» των Σάκο και Βαντσέτι. Το πρώτο από αυτά (Ι) ξεκινάει με μια δήλωση ερωτικής αφοσίωσης εκ μέρους της ποιήτριας, αλλά και όλων όσων συντάσσονται μαζί της, στο αγαθό της Δικαιοσύνης:
Καθώς τις ερωμένες τους οι άντρες άλλοτε αγαπήσανε
Και ψάλλανε τις χάρες τους, το πνεύμα και την αρετή,
Έτσι και μεις μέχρις εσχάτων το γλυκό Δίκαιο αγαπήσαμε,
Που τώρα κείτεται ’δωπέρα σε έναν τόπο απρεπή.[93]
Τη φωνή της με αυτήν της Μιλέι και άλλων ποιητών της εποχής στις διαδηλώσεις κατά της εκτέλεσης των Σάκο και Βαντσέτι ένωσε και η ιρλανδο-αμερικανή ποιήτρια και ακτιβίστρια Λόλα Ριτζ (1873 - 1941).[94] Νιώθοντας και η ίδια μετανάστις, ως αφιχθείσα στην Αμερική το 1907, στα πρώτα της έργα εμπνέεται από τη ζωή των εκεί μεταναστών. Συγκεκριμένα, το ποίημά της «Το Γκέτο», που συμπεριλήφθηκε το 1918 στη συλλογή της «Το Γκέτο και Άλλα Ποιήματα», παρουσιάζει τους μετανάστες ως ανθρώπινα πλάσματα που παλεύουν, ευελπιστώντας σε ένα καλύτερο μέλλον. [95]
Η πολιτική δράση της Ριτζ ήταν τόσο γνωστή που η παρουσία της στις διαδηλώσεις υπέρ των Σάκο και Βαντσέτι αναγγελλόταν από τα εξώφυλλα μεγάλων εφημερίδων από πριν× συγκαταλεγόταν, άλλωστε, από καιρό σε έναν ευρύτερο κύκλο «αναρχικών καλλιτεχνών και διανοουμένων, όπως ο Ευγένιος Ο Νηλ, ο Τζορτζ Μπέρναντ Σο και ο Τζέιμς Τζόις».[96] Όπως θρυλείται σχετικά, η Ριτζ σε κάποια από τις διαδηλώσεις αυτές άφησε έναν έφιππο αστυνομικό να περάσει από πάνω της, μην εγκαταλείποντας με τίποτα το σκοινί με το οποίο είχαν αποκλεισθεί οι δρόμοι. Για το περιστατικό αυτό η ίδια στο πιο μακρύ ποίημα που γράφτηκε ποτέ για τους Σάκο και Βαντσέτι, το «Tρεις Άντρες Πεθαίνουν» από τη συλλογή της «Χορός Της Φωτιάς» του 1935[97], λέει χαρακτηριστικά:
«Οι τυμπανοκρουσίες των οπλών, σφυροκοπούσαν στον αποκλεισμένο δρόμο,
μ’ ένα ακαθόριστο κρουστό, […]
έριξα ένα βλέμμα φευγαλέο στ’ ανοιχτά
ρουθούνια και την άσπρη
Φλόγα του ματιού.»[98]
Και σε ένα άλλο σημείο:
«Τα πάντα όλα μέσα εκεί, στο στιγμιαίο χτύπημα, ενώ την πτώση αναμένω
Του καταρράκτη των οπλών». [99]
Στο ίδιο ποίημα η Ριτζ αναφέρεται εκτεταμένα στο υλικό και τα αρχεία της υπόθεσης, ακόμη και στην ομολογία του Πορτογάλου Σ. Μαδέιρος.[100] Το βλέμμα της περνάει επάνω από τους Σάκο και Βαντσέτι και καταλήγει στον Κυβερνήτη Α. Φούλερ, όπως και στα άλλα δημόσια πρόσωπα που είχαν εμπλακεί στην υπόθεση, δίνοντας μια συνολική δραματική εικόνα της. Η δική της ποιητική εκδοχή υπερβαίνει την οπτική, αλλά και τα συναισθήματα των δυο καταδικασθέντων.[101] Αξίζει να σημειωθεί ότι η πολιτική ποίηση της Λόλα Ριτζ επαινέθηκε ιδιαιτέρως από την κριτική, επειδή σε αυτήν εμφανίζεται αυτοσυγκρατημένη, αποφεύγοντας την ικεσία, ενώ όλα τα πρόσωπα, ακόμη και αυτό του Κυβερνήτη Α. Φούλερ, παρουσιάζονται στις ανθρώπινές τους διαστάσεις.[102]
Η επίδραση της υπόθεσης των Σάκο και Βαντσέτι στην ποίηση της Ριτζ, δεν περιορίσθηκε, όμως, μόνο στο παραπάνω πόνημα της ώριμης περιόδου της, αλλά υπήρξε πολλαπλή και βαθιά σε όλο της το έργο. Το 1929 δημοσίευσε το επικό ποίημα «Firehead», στο οποίο αναπλάθει τη ζωή του Ιησού, εμπνευσμένη από την εκτέλεση των δυο αντρών. Επίσης, στο ποίημά της «Πρόσωπο από Πέτρα» του 1932, που ήταν αφιερωμένο στον Τομ Μούνεϊ, ηγέτη και ακτιβιστή του εργατικού κινήματος,[103] παραβάλλει τον Μούνεϊ με τους Σάκο και Βαντσέτι.[104]
Ο ποιητής Καρλ Σάντμπουργκ (1878 - 1967), που γεννήθηκε στο Ιλινόι και προεχόταν από οικογένεια φτωχών σουηδών μεταναστών, υπήρξε μέγιστη μορφή της αμερικανικής ποίησης. Στον Σάντμπουργκ, που είχε εγκαταλείψει το σχολείο από νωρίς για να κάνει όλες τις δυνατές δουλειές και το ξανάρχισε λίγο αργότερα για να συγγράψει, απονεμήθηκαν τρία βραβεία Πούλιτζερ. Η εκτέλεση της θανατικής ποινής των Σάκο και Βαντσέτι στην ηλεκτρική καρέκλα τού ενέπνευσε το ποίημα «Η Νόμιμη Δωδεκάτη Νυκτερινή». Το ποίημά του αυτό, που το συνέγραψε το 1927, δεν προθυμοποιήθηκε να το δώσει στη δημοσιότητα μέχρι τον θάνατό του.[105] Δεν δέχθηκε δε ούτε ο ίδιος να το αναγνώσει σε πρόσκληση που του έγινε από τη «Phi Beta Kappa Society» του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ.[106] Στο ποίημα αυτό, που αναφέρεται στην ώρα της εκτέλεσης των Σάκο και Βαντσέτι, γράφει:
«[...] Κι αν και δεν έγινε καμιά εισαγωγή,
Ο Σάκο είπε, “Κύριοι, καλησπέρα”.
Και πριν δεθεί το τελικό λουρί για να τον σφίξει
Ο Σάκο ψέλλισε: “Εις το επανιδείν, μητέρα”.
Κατόπιν έφτασ’ ο Βαντσέτι.
Ήθελε στ’ αχανές ακροατήριο όλου του κόσμου
Να το πει αυτό που κουβαλούσε εντός του.
Ήταν η ώρα να το πει.
Έπρεπε ή τώρα να μιλήσει ή να χαθεί για πάντα στη σιωπή.
Το κράνος προσδενόταν γύρ’ απ’ το κεφάλι.
Σφίγγονταν τα λουριά που του ’κλειναν το στόμα.
Κραύγασε, “Θα ’θελα κάποιους να τους συγχωρούσα
Γι’ αυτό που κάνουν τώρα.”
Και λοιπόν τώρα
Είναι πεθαμένοι οι νεκροί;»[107]
Ο αμερικανός μυθιστοριογράφος Τζον Ντος Πάσσος (1896 - 1970), υποστηρικτής του σοσιαλισμού για μεγάλη περίοδο της ζωής του, ασχολήθηκε πολλαπλώς και επισταμένως με την υπόθεση των Σάκο και Βαντσέτι,[108] όπως θα δειχθεί και πιο κάτω, στην υπο-ενότητα που αφορά στην πεζογραφία. Τη χρονιά της θανάτωσης των Σάκο και Βαντσέτι (1927) δημοσίευσε το ποίημά του «“Είναι Νεκροί Τώρα”: Εγκώμιο για τους Σάκο και Βαντσέτι»[109].[110] Σε απόσπασμα του ποιήματος αυτού, που αναφέρεται στον χρόνο του εγκλεισμού των δυο καταδικασθέντων μέσα στη φυλακή, διερωτάται:
“[…] Ξέρεις πόσο μακρύς είναι ο χρόνος;
Ξέρεις οι ώρες πόσες είναι μες στη μέρα
όταν η μέρα είναι ώρες εικοστρείς σ’ ένα κρεβάτι σε κελί,
σ’ ένα κελί σε μια σειρά κελιών σ’ ένα επίπεδο σειρών από κελιά
όλα τους άδεια απ’ την πνιγμένη αδειοσύνη των ονείρων;
Ξέρεις τα όνειρα αντρών φυλακισμένων;
Εκείνοι τώρα είναι νεκροί
Τα μαύρα αυτόματα νικήσαν.
Ολοσχερώς έχουν καεί
η σάρκα τους εχάθη στης Μασαχουσέτης τον αέρα τα όνειρά τους πέρασαν στον άνεμο. […][111]
Ο Γουίλιαμ Κάρλος Γουίλιαμς (1883 - 1963), πρωτοπόρος αμερικανός μοντερνιστής ποιητής και γιατρός του οποίου οι υπηρεσίες αναγνωρίσθηκαν και επίσημα, δημοσίευσε, δεκαπέντε χρόνια μετά την εκτέλεση των δύο αντρών (1941), το ποίημά του «Εκ του Προχείρου: Τα Κορόιδα». Στο ποίημα αυτό καταφέρεται εναντίον του συστήματος απονομής της δικαιοσύνης στην αμερικανική Πολιτεία της Μασαχουσέτης, εκφέροντας αρνητικές κρίσεις για τον τρόπο με τον οποίο φαλκιδεύθηκε το αποτέλεσμα της δίκης. Ανάγει δε την υπόθεση των Σάκο και Βαντσέτι σε ένα ενδεικτικό παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο εφαρμόζεται το αμερικανικό, δημοκρατικό κατά τα άλλα δίκαιο, το οποίο καταλήγει να δημιουργεί ψευδή συνείδηση στους αμερικανούς πολίτες. Αναστοχαζόμενος πάνω στην πολιτική προκατάληψη της αριστοκρατικής τάξης της χώρας του απέναντι στην υπόθεση των Σάκο και Βαντσέτι, παρουσιάζει τη στάση της αυτή ως μολυσματική για τη δημοκρατία και στηλιτεύει την αυταρχική εκείνη αντίληψη της ιστορίας, που απαιτεί από τον άνθρωπο να παραδίνεται άνευ όρων.[112] Σε ένα απόσπασμα από το ποίημά του αυτό αναφέρει χαρακτηριστικά:
«[…] Την υπόθεσή σας ξαναείδαν οι υπεράνω
πάσης υποψίας ελεγκτές (ήταν η κόλαση
η ίδια!) ο πρόεδρος μεγάλου
πανεπιστημίου, ο πρόεδρος σπουδαίας
τεχνικής σχολής και ένας δικαστής γέρος πολύ
για να σταθεί στην έδρα, άντρες που για την προσφορά τους
βραβευτήκαν στην παιδαγωγική και στην εφαρμογή
αυταρχικής νομοθεσίας. Με άλλα λόγια
νταβατζήδες της παράδοσης¾ […]»[113]
Ο Γουίλιαμς διερωτάται μες από τους στίχους του εν λόγω ποιήματός του γιατί δεν επέλεξαν κάποιον ευπρεπή Εβραίο ή κάποιον επιεική «Νέγρο» ή οποιονδήποτε άλλον για την Επιτροπή Φούλερ, αλλά την αριστοκρατία της Νέας Αγγλίας.[114] Αποκαλώντας δε την Επιτροπή «συμβούλιο θανάτου», καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η επιλογή των προσώπων δεν έγινε τυχαία, αλλά για τον θρίαμβο της κρατικής εξουσίας και για τη διαιώνιση μιας αφηρημένης ιδέας περί δικαιοσύνης. Θίγει την αναιρεθείσα από τον ίδιο τον επικεφαλής της αστυνομίας, Γουίλιαμ Πρόκτορ, κατάθεσή του για την εκτόξευση της μοιραίας σφαίρας από το όπλο του Σάκο,[115] καθώς και την ανάγκη των ενόρκων να μη θυμούνται τις λεπτομέρειες της δίκης. Θεωρεί, τέλος, ότι οι δύο άντρες δεν έπαιξαν παρά τον ρόλο των αποδιοπομπαίων τράγων.
Αναφορά στην υπόθεση αυτή κάνει ο επίσης αμερικανός ποιητής Άλεν Γκίνσμπεργκ (1926 – 1997), ηγετική μορφή της Γενιάς των Μπητ. Οι ποιητές της γενιάς αυτής, όπως είναι γνωστό, ποιητικά πειραματιζόμενοι και πολιτικά διαφωνούντες με τις συμβάσεις της μεταπολεμικής αμερικανικής κοινωνίας, απέρριψαν τα κρατούντα αφηγήματα περί κοινωνικών αξιών.[116] Ο Γκίνσμπεργκ, που του απονεμήθηκε το Κρατικό, όπως και άλλα βραβεία ποίησης, αναφέρεται στους Σάκο και Βαντσέτι στο ποίημά του «Αμερική» (1956), από όπου και η αφόρμηση της επιλογής του τίτλου για το παρόν άρθρο.[117] Ο αφηγητής του ποιήματος αυτού, συνδιαλεγόμενος με την Αμερική σε τόνο σαρκαστικό κάποιες φορές, κατηγορεί τη χώρα του, που προσπαθεί να αποποιηθεί την ευθύνη της για τον Ψυχρό Πόλεμο, κάνοντας αναφορές σε ήρωες ή μάρτυρες κοινωνικών κινημάτων. Μεταξύ των γραμμών αυτών γράφει χαρακτηριστικά:
«[...] Αμερική ελευθέρωσε τον Τομ Μούνεϋ
Αμερική σώσε τους Ισπανούς Δημοκράτες
Αμερική οι Σάκο και Βαντσέτι δεν πρέπει να πεθάνουν[118]
Αμερική είμαι τα παιδιά του Σκότσμπορο[119] [...]».[120]
Ο κατάλογος των ποιητικών αναφορών στην υπόθεση αυτή είναι φυσικά μακρύς. Ήδη το 1948 είχαν καταλογογραφηθεί 144 τουλάχιστον ποιήματα εμπνευσμένα από τη θανατική καταδίκη των Σάκο και Βαντσέτι.[121] Μια μόνο ενδεικτική αναφορά σε κάποια από τα ποιήματα που επηρεάσθηκαν από την υπόθεση αυτή, και ιδίως στην Αμερική, έγινε παραπάνω.
3. Στην πεζογραφία
Η επιδραστικότητα της υπόθεσης των Σάκο και Βαντσέτι στην τέχνη του γραπτού λόγου δεν περιορίσθηκε μόνο στην ποίηση∙ είναι εμφανής και στην πεζογραφία, ιδίως την αμερικανική και πάλι. Το 1948, σε σχετική καταγραφή, αναφέρονται έξι συνολικά βιβλία που επηρεάσθηκαν από την υπόθεση αυτή,[122] ενώ εκδόθηκαν και άλλα έργα στη συνέχεια, πολλά από τα οποία περιλαμβάνονται σε επόμενη μελέτη του 1986.[123] Ενδεικτική αναφορά σε ορισμένα από αυτά γίνεται παρακάτω, όπως και στην περίπτωση της ποίησης.
Για τον διάσημο αμερικανό συγγραφέα Άπτον Σίνκλερ (1878 – 1968) η νύχτα της εκτέλεσης των Σάκο και Βαντσέτι αποτέλεσε το έναυσμα για να συγγράψει το δίτομο μυθιστόρημά του «Βοστόνη»[124] που δημοσιεύθηκε το 1928.[125] Ο Σίνκλερ, που το 1943 τού απονεμήθηκε το βραβείο Πούλιτζερ, ήταν γνωστός για τις σοσιαλιστικές του ιδέες, ενώ τα έργα του είχαν γίνει διάσημα και στη Ρωσία. Μελέτησε συστηματικά το αρχειακό υλικό, αλλά τόσο στην πλοκή όσο και στους χαρακτήρες που δημιούργησε εμφιλοχώρησαν και φανταστικά στοιχεία. Στην ιστορία του ενέπλεξε ένα μεγάλο οικονομικό σκάνδαλο της εποχής και την τοποθέτησε στο πλαίσιο της πάλης των τάξεων. Ένας από τους φανταστικούς του χαρακτήρες, μέλος μιας φανταστικής πανίσχυρης οικονομικά οικογένειας, των Θόρνγουελ (Thornwells), λέει χαρακτηριστικά:[126]
«[...] Nομίζω ότι αποτελεί μια έκφανση του αγγλοσαξονικού μας εγωτισμού το να νομίζουμε ότι μπορούμε να αλλάξουμε το κοινωνικό μας σύστημα με μέθοδο άλλην από αυτήν της υπόλοιπης ανθρωπότητας [...] και εν τω μεταξύ η μόνη αλήθεια είναι ότι δεν τολμάμε να αλλάξουμε το παραμικρό, αλλά προτιμάμε να καταστρέφουμε οποιονδήποτε τολμήσει να κάνει την παραμικρή κίνηση». [127]
Στο τέλος, η τραγωδία των δύο ριζοσπαστών καταλήγει σε τραγωδία της ίδιας της πόλης της Βοστόνης, που στο εξής δεν θα αποτελεί πια την ιστορική πόλη που επαναστάτησε ενάντια στην τυραννία, αλλά «το μέρος εκείνο όπου οι Σάκο και Βαντσέτι οδηγήθηκαν στον θάνατο».[128]
Πέραν του μυθιστορήματος του Σίνκλερ που τοποθετεί τους δυο καταδικασμένους άμεσα μέσα στην πλοκή του έργου του, έξι ακόμη μυθιστορήματα παρουσιάζουν ενδιαφέρον για τον τρόπο με τον οποίο οι Σάκο και Βαντσέτι ενυπάρχουν μέσα σε αυτά.[129] Στα τρία από αυτά η υπόθεσή τους διαδραματίζει έναν ρόλο στη διαμόρφωση της συνείδησης των χαρακτήρων της αφήγησης, και συγκεκριμένα: α) στο βιβλίο του πολωνο-αμερικανού συγγραφέα, εβραϊκής καταγωγής, Νέιθαν Ας (1902 – 1964) «Ημέρα Πληρωμής», που εκδόθηκε το 1930,[130] β) στο βιβλίο του επίσης αμερικανού συγγραφέα και ποιητή Τζέιμς Φάρελ (1904 – 1979), «Μπέρναντ Κλέιρ», που εκδόθηκε το 1946,[131] και γ) στο βιβλίο του πολυγραφότατου και τέσσερεις φορές υποψήφιου για βραβείο Νόμπελ, άγγλου συγγραφέα Χέρμπερτ Γουέλς (1866 – 1946)[132] «Ο κος Μπλετσγουόρθι στο Νησί Ράμποουλ», που εκδόθηκε το 1928. [133]
Ειδικότερα, στην «Ημέρα Πληρωμής» τού Ας ο κεντρικός χαρακτήρας, ένας υπάλληλος, περιφέρεται στη Νέα Υόρκη το βράδυ της 22ης Αυγούστου του 1927, πριν από την εκτέλεση των Σάκο και Βαντσέτι, σκεπτόμενος τα λίγα δολάρια που παίρνει ως μισθό και το πώς θα μπορούσε να πραγματοποιήσει με αυτά τα όνειρά του. Δεν δείχνει να επηρεάζεται από τα γεγονότα της ημέρας, ενώ ο ίδιος δεν έχει καν διαμορφωμένη άποψη επ’ αυτών. Εκφράζει, με άλλα λόγια, τον αδιάφορο μέσο πολίτη, τον άνθρωπο εκείνον που και οι ποιητές επέκριναν στα ποιήματά τους, όπως προαναφέρθηκε.
Επίσης, ο πρωταγωνιστής του βιβλίου «Μπέρναντ Κλέιρ» του Φάρελ, περιπλανώμενος κι αυτός ανάμεσα στον κόσμο που είχε συγκεντρωθεί για την κινητοποίηση, δείχνει να ξυπνά εκείνη τη στιγμή από τα γεγονότα, επηρεαζόμενος από την αγωνία των συγκεντρωθέντων. Η καταδίκη σε θάνατο των Σάκο και Βαντσέτι αποκτά ένα ηθικό νόημα και στα δύο αυτά έργα. Από την άλλη, στο βιβλίο «Ο κος Μπλετσγουόρθι στο Νησί Ράμποουλ» του Γουέλς οι Σάκο και Βαντσέτι αποτελούν για τον συγγραφέα απλώς τα θύματα της ανθρώπινης απληστίας, ενώ η Αμερική είναι ένα πρωτόγονο νησί που διοικείται από το πνεύμα του πολέμου. [134]
Κοινό σημείο και των τριών μυθιστορημάτων, όπως σημειώνεται,[135] είναι η ευθύνη που αποδίδεται στον μέσο εφησυχασμένο άνθρωπο. Ως τέτοιοι παρουσιάζονται αυτοί που πήγαν να καταθέσουν με βεβαιότητα ότι οι Σάκο και Βαντσέτι ήταν δολοφόνοι, εκείνοι που έτρεξαν να γεμίσουν την αίθουσα του δικαστηρίου, αλλά και εκείνοι που δεν ήθελαν να ξέρουν τίποτα για τη συγκεκριμένη υπόθεση. Το επίκεντρο του ενδιαφέροντος στα ως άνω μυθιστορήματα μετακινείται από τα γεγονότα των μαρτυρικών καταθέσεων στους μηχανισμούς εκείνους που έκαναν αναπόφευκτη μια τέτοια καταδίκη. [136]
Όσον αφορά στα υπόλοιπα τρία μυθιστορήματα, στο βιβλίο «Δεχόμαστε με χαρά»[137] ο πολυβραβευμένος αμερικανός ιστορικός και συγγραφέας Μπέρναντ ντε Βότο (1897- 1955) παρουσιάζει τον αντίκτυπο της υπόθεσης στους κεντρικούς του ήρωες που ανήκαν στις ανώτερες τάξεις. Ο Ντε Βότο, που υπήρξε και ο ίδιος μέλος της «Επιτροπής Υπεράσπισης» των Σάκο και Βαντσέτι,[138] παρουσιάζει μια γκάμα αντιδράσεων από πλευράς των χαρακτήρων του. Αυτές κυμαίνονται από τον ακραίο εξτρεμισμό του ενός, που θέλει να βάλει βόμβα στην πρωτεύουσα του κράτους, μέχρι τον κυνισμό του άλλου, που θεωρεί ότι δεν υφίσταται καν αυτό που αποκαλούν παγκόσμια δικαιοσύνη. Παρά τις προσπάθειες όλων, οι δύο άντρες εκτελούνται και η αντίδραση σε αυτό είναι, εν τέλει, η δυσπιστία απέναντι στους νόμους και η επιθυμία για αναθεώρησή τους, αφού επιτρέπουν σε έναν δικαστή να απορρίπτει κάθε αίτημα για επανεξέταση της δίκης.[139]
To πλέον ιδεολογικοποιημένο[140] από όλα τα βιβλία που αναφέρονται στην υπόθεση αυτή θεωρείται το «Τζέικ Χόουμ» της αμερικανής συγγραφέως και δημοσιογράφου Ρουθ Μακ Κένεϊ (1911 – 1972) που εκδόθηκε το 1943.[141] Το έργο αυτό αποτελεί μια μελέτη περισσότερο ιδεολογικού, παρά κοινωνιολογικού ή ψυχολογικού περιεχομένου. Η απάντηση στο ερώτημα γιατί αυτοί οι δύο άνθρωποι οδηγήθηκαν στον θάνατο δίνεται με όρους που βασίζονται στην πολιτική ιδεολογία του κεντρικού της χαρακτήρα, του Τζέικ Χόουμ: «οι Σάκο και Βαντσέτι αντιμετωπίζονται ως πιόνια μέσα σε μια μάχη γιγαντιαίων αντικρουόμενων δυνάμεων. Με τον τρόπο αυτόν, όμως, μειώνεται το ανάστημά τους».[142]
Ο αμερικανός μυθιστοριογράφος Τζον Ντος Πάσσος (1896 - 1970), όπως προαναφέρθηκε στο μέρος που αφορά στην ποίηση,[143] ως υποστηρικτής του σοσιαλισμού, ασχολήθηκε πολλαπλώς με την υπόθεση των Σάκο και Βαντσέτι. Το μυθιστόρημά του «Τα Πολλά Λεφτά»[144] του 1936 αποτελεί μέρος μιας τριλογίας που συνιστά μια ευρεία μελέτη της αμερικανικής κοινωνίας. Σε αυτήν ήταν αδύνατο να μην διαδραματίσουν κάποιον, έστω και σύντομο, ρόλο οι Σάκο και Βαντσέτι. Στο έργο του Ντος Πάσος αναφύονται δύο Αμερικές: μία των πλούσιων και μία των φτωχών. Σε μια σκηνή του βιβλίου οι αστυνομικοί οδηγούν σε αιματοκύλισμα μια διαδήλωση από «υποστηρικτές των αναρχικών» και ο κεντρικός χαρακτήρας του έργου, η Μαίρη Φρεντς, συνειδητοποιεί τις ριζοσπαστικές ενδόμυχες τάσεις της. [145]
Από όλες τις παραπάνω περιπτώσεις συγγραφέων και βιβλίων μόνο ο Σίνκλερ επέλεξε να τοποθετήσει τους Σάκο και Βαντσέτι, όπως προαναφέρθηκε, άμεσα μέσα στην πλοκή. Σε όλες τις άλλες η αναφορά στην υπόθεσή τους φέρει ένα στίγμα ηθικό, το οποίο χρησιμεύει για την ανάπτυξη και εξέλιξη των φανταστικών τους χαρακτήρων. Οι Σάκο και Βαντσέτι τοποθετούνται μέσα στο τραγικό σκηνικό που συνθέτει η αμερικανική κοινωνία, σαν δυο τραγικές αντρικές φιγούρες και αυτοί. Στο αμερικανικό μυθιστόρημα, εν γένει, υποστηρίζεται ότι γίνεται μια εκμετάλλευση της τραγωδίας των δυο αυτών αντρών ως μιας δύναμης που καθορίζει τις ζωές των φανταστικών χαρακτήρων που έχουν πλάσει οι συγγραφείς. Κανένα από τα έργα που προαναφέρθηκαν δεν ασχολείται «με τη σύγκρουση των δύο αυτών πρωταγωνιστών» και με το σύστημα που τους κατέστρεψε.[146]
Στην πιο πρόσφατη κριτική καταγραφή του 1986, ωστόσο, δεν περιλαμβάνεται το μυθιστόρημα «Το Πάθος των Σάκο και Βαντσέτι: Ένας Θρύλος της Νέας Αγγλίας»[147] (που στα ελληνικά μεταφράσθηκε «Σάκκο και Βαντσέττι»[148]) του πολυγραφότατου Χάουαρντ Φαστ (1914 – 2003), το οποίο εκδόθηκε το 1953. Είναι σημαντικό ότι ο, γεννημένος στη Νέα Υόρκη από μετανάστες γονείς, Φαστ ήταν μεταξύ αυτών που, όταν άρχισαν οι ενέργειες κατά του κομμουνιστικού κόμματος, κλήθηκαν από το Κογκρέσο να καταθέσουν ενώπιον τη Επιτροπής των Αντιαμερικανικών Ενεργειών. Δεν αποκάλυψε, όμως, παρότι του ζητήθηκε, κατά την κατάθεσή του σε αυτήν τα ονόματα μελών μιας επιτροπής υπέρ των προσφύγων στην οποία ανήκε και ο ίδιος, και γι’ αυτό του επιβλήθηκε φυλάκιση τριών μηνών για περιφρόνηση του Κογκρέσου.[149]
Στο προαναφερθέν έργο του, που διαδραματίζεται την τελευταία ημέρα της ζωής των Σάκο και Βαντσέτι, όπως και του Σ. Μαδέιρος, επιχειρεί μια μυθιστορηματική απεικόνιση της υπόθεσης, ρίχνοντας φως στα συναισθήματα των Σάκο και Βαντσέτι. Τάσσεται εξ αρχής υπέρ της αθωότητας των δυο καταδικασθέντων και στρέφεται στις σκέψεις του Σ. Μαδέιρος,[150] παρουσιάζοντας την ομολογία του για τους πραγματικούς δράστες των εγκλημάτων ως αληθινή. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η αφιέρωση ενός κεφαλαίου του βιβλίου αυτού στην προσπάθεια του ιταλού δικτάτορα Μπενίτο Μουσολίνι το 1927 να παρέμβει υπέρ της μη εκτέλεσης της θανατικής ποινής των δυο ιταλών αναρχικών[151] για πολιτικούς κυρίως λόγους. Ο συγγραφέας τον εμφανίζει να λέει:
«Μόνο οι κομμουνιστές ασχολούνται με τη μοίρα αυτών των δύο ερυθρών μπάσταρδων; Όχι, βέβαια. Γιατί, οι προσβολές και οι αδικίες που έχουν υποστεί ο Σάκκο και ο Βαντσέττι αποτελούν προσβολή για κάθε Ιταλό που αγαπάει την πατρίδα και την ελευθερία! Άρα, ο λαός θα καταλάβει ότι ο ηγέτης του δεν αδιαφορεί για τα βάσανα κάθε Ιταλού, όπου κι αν βρίσκεται».[152]
Ο Φαστ καταγγέλλει, εν τέλει, το σύστημα απονομής της ποινικής δικαιοσύνης στις ΗΠΑ και η διαφορά του βιβλίου του έγκειται στο ότι ανήκει σε εκείνη την κατηγορία των έργων που το προσωπικό στοιχείο των ηρώων αποκτά ζωτική σημασία για την εξέλιξη της πλοκής τους, πράγμα που συναντά κανείς και στα θεατρικά έργα της ίδιας εποχής, με βάση όσα πιο πάνω αναφέρθηκαν.
4. Στα εικαστικά
Το 1928 ο αμερικανός γλύπτης Γκάτζον Μπόργκλουμ (1867 – 1941)[153] ετοίμασε, κατόπιν παραγγελίας οικονομικά εύρωστων υποστηρικτών της αθωότητας των Σάκο και Βαντσέτι, μια ανάγλυφη πλάκα με τις μορφές τους. Στην πλάκα ανεγράφη και μια φράση του Βαντσέτι που ειπώθηκε την τελευταία ημέρα της ζωής του: «Αυτό που πιο πολύ απ’ όλα επιθυμώ μέσα σ’ αυτή την αγωνία της εσχάτης ώρας είναι η υπόθεση και η μοίρα μας να γίνουν κατανοητές στην πραγματική υπόστασή τους και να λειτουργήσουν ως ένα τρομερό μάθημα για τις δυνάμεις της ελευθερίας, έτσι ώστε ο πόνος και ο θάνατός μας να μην συμβούν επί ματαίω». [154] Απέναντι από τις δυο μορφές των Σάκο και Βαντσέτι εκτείνεται ένα χέρι που κρατάει μια ζυγαριά, η οποία βαραίνει προς το μέρος του «παρωχημένου δικαίου», και όχι προς το μέρος της «δικαιοσύνης» που είναι ελαφρύτερη.[155]
Η τοποθέτηση της εν λόγω ανάγλυφης πλάκας δεν ολοκληρώθηκε, όμως, κατά την πρώτη επέτειο της εκτέλεσης των Σάκο και Βαντσέτι το 1928, όπως είχε αρχικά προσδιορισθεί, αλλά ούτε και κατά τις αντίστοιχες κατοπινές προσπάθειες, του 1937, του 1947 και του 1957. Έμελλε, τελικά, να τοποθετηθεί το 1997, κατά την εβδομηκοστή επέτειο από την εκτέλεση των δυο αντρών, επί δημαρχίας του πρώτου ιταλο-αμερικανού Δημάρχου της Βοστόνης, Τόμας Μενίνο (1942 – 2014), με τη συνέργεια του Κυβερνήτη της Μασαχουσέτης, Άρτζιο Πολ Σελούτσι (1948 - 2013). Κατά την τελετή εκείνη ο Δήμαρχος Τ. Μενίνο δήλωσε: «Η αποδοχή αυτού του έργου τέχνης από την πόλη [...] αποσκοπεί να μας υπενθυμίζει τους κινδύνους μιας εσφαλμένης δικαστικής κρίσης και το δικαίωμα που όλοι έχουμε σε μια δίκαιη δίκη».[156] Η συγκεκριμένη κατασκευή, λόγω του υλικού της (γύψου), έμεινε στο εσωτερικό της Δημόσιας Βιβλιοθήκης της Βοστόνης, ενώ μια αντίστοιχη πλάκα από μπρούντζο αποφασίσθηκε να τοποθετηθεί σε εξωτερικό δημόσιο χώρο.[157]
Ο εικαστικός καλλιτέχνης Μπεν Σαν (1898 - 1969),[158] γεννημένος στη Ρωσία από οικογένεια που μετανάστευσε στην Αμερική το 1906, στο ποικίλο έργο του (πίνακες, σχέδια, φωτογραφίες κ.λπ.) ασχολήθηκε κυρίως με την κοινωνική αδικία. Κινητοποιήθηκε για τον λόγο αυτόν και από τη δικαστική υπόθεση των δύο Ιταλών,[159] θεωρώντας, όπως και πολλοί άλλοι, ότι οι δύο κατηγορούμενοι δεν είχαν τύχει μιας δίκαιης δίκης. Συμμετείχε σε πολλές διαδηλώσεις υπέρ της αποφυλάκισής τους στη διάρκεια της δεκαετίας του 1920, ενώ μεταξύ των ετών 1931 και 1932 έφτιαξε 23 πίνακες για την υπόθεση των Σάκο και Βαντσέτι, οι εικόνες των οποίων βασίσθηκαν σε φωτογραφίες που είχαν δημοσιευθεί στις εφημερίδες. Μεταξύ των πρώιμων αυτών έργων συμπεριλαμβανόταν και μια τέμπερα-γκουάς επάνω σε καμβά,[160] με τίτλο «Το Πάθος των Σάκο και Βαντσέτι 1931-32».[161]
Στην τέμπερα αυτή οι Σάκο και Βαντσέτι είναι ξαπλωμένοι μέσα σε ένα φέρετρο, μπροστά από ένα δικαστήριο νεοκλασικής τεχνοτροπίας με κίονες. Πίσω τους βρίσκεται κρεμασμένο το πορτρέτο του Δικαστή Γ. Θέιερ, ενώ πάνω από τα κεφάλια των νεκρών είναι τα τρία μέλη της Επιτροπής που είχε συγκροτήσει ο Κυβερνήτης Α. Φούλερ και έκριναν την αίτηση επανεκδίκασης της υπόθεσης, δίνοντας αρνητική απάντηση. Οι τέσσερεις αυτές μορφές εκπροσωπούν για τον καλλιτέχνη την καθεστηκυία τάξη της Μασαχουσέτης εκείνης της εποχής, η οποία ήταν εύπορη και εχθρική στις αναρχικές ιδέες των Σάκο και Βαντσέτι. Η ειρωνεία είναι εμφανής στον πίνακα.[162] Ο Δικαστής Γ. Θέιερ σηκώνει το δεξί του χέρι, σαν να ομνύει σε έναν φανοστάτη, που μοιάζει με δέσμη από ράβδους και θυμίζει το σύμβολο της δικαστικής εξουσίας, γνωστό με τη ρωμαϊκή ονομασία “φάσκες” (“fasces”).
Ο Σαν χρησιμοποίησε στο έργο του αυτό τέμπερα, ένα ματ υλικό που χρησιμοποιούσαν οι ιταλοί καλλιτέχνες της Αναγέννησης, για να ζωγραφίσουν πάνω σε ξύλο θέματα σχετικά με τον Χριστό, τη χρήση του οποίου δύσκολα συναντά κανείς στον 20ό αιώνα. Το έργο του Σαν έχει αναφορές σε έργα για τον Επιτάφιο Θρήνο του Χριστού, αλλά από τη δική του σκηνή του θρήνου απουσιάζει ο πόνος που συνήθως συνοδεύει τον θάνατο και την ταφή του. Τα τρία πρόσωπα δείχνουν περισσότερο μια ήρεμη αποφασιστικότητα, παρά λύπη× μοιάζουν να προσφέρουν με μισή καρδιά λευκά κρίνα, σύμβολα καλοσύνης και αγνότητας, στους νεκρούς, έτσι όπως εμφανίζονται, κάπως παράξενα και αμήχανα συναθροισμένα, στον πίνακα. Με τον πίνακά του ο Σαν εξαναγκάζει τους ανθρώπους αυτούς να γίνουν μάρτυρες της ίδιας της αδικίας που αρνήθηκαν να εμποδίσουν να συμβεί.[163] Τη δεκαετία του 1950 ξαναεπέστρεψε στο θέμα αυτό[164] και το 1967 χρησιμοποίησε «Το Πάθος των Σάκο και Βαντσέτι» ως τμήμα ενός μεγάλου μωσαϊκού που έφτιαξε για το Πανεπιστήμιο των Συρακουσών στη Νέα Υόρκη.[165]
Αξίζει να σημειωθεί ότι την καλλιτεχνική αξία του ως άνω έργου του Σαν αναγνώρισε, αμέσως μόλις αυτό πρωτοπαρουσιάσθηκε, ο σπουδαίος μεξικανός ζωγράφος άφος Ντιέγκο Ριβέρα (1886-1957). Ο Ριβέρα, όχι μόνο προσέλαβε τον Σαν ως βοηθό του για τη δημιουργία μιας σειράς τοιχογραφιών, με τίτλο «Ένα Πορτρέτο της Αμερικής», που ανέλαβε να φτιάξει τα έτη 1933-1934 για τη «New York Workers’ School» στο Μανχάταν, αλλά σε ένα τμήμα των έργων του αυτών περιέλαβε και τις μορφές των Σάκο και Βαντσέτι στην ηλεκτρική καρέκλα.[166]
Στην τέχνη της σκιτσογραφίας ο καρτουνίστας Φρεντ Έλις (1885 – 1965), ένας από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες του είδους, που συμμεριζόταν, επί πλέον, τις ριζοσπαστικές πολιτικές απόψεις, δημοσίευσε το 1927 μια σειρά σκίτσων με τον τίτλο «Η υπόθεση των Σάκο και Βαντσέτι» στην εφημερίδα «Daily Worker». Τα σκίτσα αυτά, που δημοσιεύονταν τακτικά στην εφημερίδα μέχρι την εκτέλεση των δυο αντρών, αποδίδουν με ένταση και καυστικότητα την αγριότητα του συστήματος απονομής της δικαιοσύνης στην Πολιτεία της Μασαχουσέτης, αλλά και της κοινωνίας που το στηρίζει: οι Σάκο και Βαντσέτι είναι τα θηράματα του κεφαλαίου, ενώ το αγαπημένο βιβλίο στην Πολιτεία αυτή είναι η «Θεωρία και Πρακτική των Εξευγενισμένων Βασανιστηρίων».[167]
Στην ίδια ευρύτερη κατηγορία της σκιτσογραφίας το 2011 κάνει την εμφάνισή του το βιβλίο «Οι ζωές των Σάκο & Βαντσέτι»[168] του διάσημου καρτουνίστα (κομίστα) και εικονογράφου Ρικ Τζέαρι (1946-).[169] Το εικονογραφημένο αυτό βιβλίο, που μεταφράσθηκε και εκδόθηκε στα ελληνικά μόλις τον Μάιο του 2019,[170] παρουσιάζει μια περιεκτική και λιτή σύνοψη της πολύπλοκης αυτής υπόθεσης, ενώ ασχολείται κυρίως με τα νομικά ζητήματα που ήγειρε η υπόθεση και λιγότερο με το πολιτικό.[171] Όσον αφορά, ειδικότερα, στις αμφιβολίες που το αποδεικτικό υλικό συνέχισε για δεκαετίες να προκαλεί, ο Τζέαρι προσπαθεί να διατηρήσει την αντικειμενικότητά του, παρουσιάζοντας και τις δυο πλευρές. Επισημαίνει δε το ανορθόδοξο του τότε συστήματος δικαιοσύνης της Μασαχουσέτης να κρίνονται οι αιτήσεις επανεξέτασης της υπόθεσης από τον ίδιο δικαστή που έκρινε την υπόθεση σε πρώτο βαθμό. Φαίνεται, ακόμη, πως τάσσεται με την άποψη αυτών που θεωρούν τη στάση ενός από τους συνηγόρους τους, του Φρεντ Μουρ, αρνητική για την εξέλιξη της υπόθεσης, χωρίς να διευκρινίζει, όμως, τους σχετικούς λόγους.[172] Δεν παίρνει, εν τέλει, θέση υπέρ της ενοχής ή της αθωότητας των Σάκο και Βαντσέτι, προτιμώντας να καταγράψει τα σχετικά επιχειρήματα και αντεπιχειρήματα και να αφήσει τον αναγνώστη να βγάλει τα συμπεράσματά του, μόνος του, μέσα από αυτό το πολλές φορές αντιφατικό υλικό.
Όσον αφορά στο σχεδιαστικό του μέρος, το βιβλίο παραμένει πιστό στο γνωστό ύφος του καλλιτέχνη με τη χρήση δυο μόνο χρωματικών τόνων, του άσπρου και του μαύρου. Απεικονίζει δε τα πρόσωπα των ηρώων του, Σάκο και Βαντσέτι, με εμφανή ανθρωπιά και ζεστασιά, εν αντιθέσει με αυτό του Δικαστή Θέιερ, το οποίο εμφανίζει εκδικητικό και σκληρό, ενώ δεν παραλείπει να σχολιάζει την προκατάληψή του απέναντι στους ξένους.
H επίδραση της υπόθεσης των Σάκο και Βαντσέτι στα εικαστικά καταλαμβάνει πολύ μεγαλύτερη έκταση από αυτήν του έργου των προαναφερθέντων καλλιτεχνών. Έργα αφιερωμένα στο «δράμα» τους φέρουν την υπογραφή πολλών άλλων εικαστικών, όπως, του αμερικανού ζωγράφου Εντ Τζιόμπι (1926 -), που έχει αφιερώσει μια σειρά 16 πινάκων του σε όψεις της υπόθεσης, του επίσης αμερικανού ζωγράφου, λιθογράφου κ.ά., Τζορτζ Μπιντλ (1885-1973), του γερμανού εξπρεσιονιστή εικαστικού Τζωρτζ Γκρος (1893-1957), αλλά και άλλων.[173]
5. Στον κινηματογράφο
Οι δημιουργοί αρκετών ταινιών (μυθοπλασίας ή τεκμηρίωσης) τόσο για τον κινηματογράφο όσο και για την τηλεόραση έχουν εμπνευσθεί από την υπόθεση των Σάκο και Βαντσέτι. Δεν γράφηκαν μόνο πρωτότυπα κινηματογραφικά σενάρια με το θέμα αυτό, αλλά και θεατρικά έργα από αυτά που ήδη προαναφέρθηκαν μεταφέρθηκαν στον κινηματογράφο,[174] τα εξής: α) το «Στο Γέρμα του Χειμώνα» του Άντερσον, που το 1936 έγινε κινηματογραφική ταινία με σκηνοθέτη τον Αμερικανό Άλφρεντ Σάντελ (1895 - 1981),[175] η οποία υπήρξε μια οικονομική αποτυχία, και β) το «Αρσενικό ζώο» των Θάρμπερ και Nάτζεντ που το 1942 μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο ως δραματική κομεντί σε σκηνοθεσία του ίδιου του Νάτζεντ.[176] Tο 1952 έγινε άλλη μια κινηματογραφική διασκευή του ίδιου θεατρικού έργου σε μιούζικαλ με διαφορετικό τίτλο,[177] και σκηνοθέτη τον Αμερικανό Μπρους Χαμπερστόουν (1901 – 1984)× το όποιο πολιτικό περιεχόμενό του, όμως, αφαιρέθηκε.[178]
Επίσης, ο Αμερικανός Σίντνεϊ Λιούμετ (1924 – 2011) σκηνοθέτησε το 1960 μια παραγωγή για την τηλεόραση (του NBC) σε δύο μέρη, με τον τίτλο «Η ιστορία των Σάκο και Βαντσέτι».[179] Η τηλεοπτική αυτή ταινία που είχε ημι-ντοκουμενταρίστικη μορφή, πρωτοπαίχτηκε τον Ιούνιο του 1960. Η αμερικανική τηλεόραση, σύμφωνα με τον ίδιο τον σκηνοθέτη, ζούσε από τη δεκαετία του 1950 στην εποχή του νέου κύματος φόβου για την εξάπλωση των κομμουνιστικών ιδεών, στη δεύτερη, δηλαδή, εποχή του «Κόκκινου τρόμου»,[180] και ήταν πολύ περισσότερο από τον κινηματογράφο πολιτικά δεσμευσμένη.[181] Παρότι δε η ταινία, ως τασσόμενη υπέρ της πλήρους αθωότητας των Σάκο και Βαντσέτι, προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις, εκτόξευσε, εν τέλει την καριέρα του Λιούμετ.[182] Αντιμετωπίσθηκε δε από την κριτική ως η πρώτη φορά που κάποιος ασχολείτο άμεσα με τους δυο κατηγορουμένους και τη δίκη τους.[183]
Ο ιταλός σκηνοθέτης Τζουλιάνο Μοντάλντο (1930 -) υπήρξε δημιουργός της ταινίας «Σάκο και Βαντσέτι»[184] που κυκλοφόρησε το 1971 στην οποία γίνεται αναφορά και στην εισαγωγή του παρόντος άρθρου.[185] Τασσόμενη εξ αρχής υπέρ της αθωότητας των δυο αντρών, περιγράφει την τραγωδία τους, ακολουθώντας άλλοτε την ακριβή καταγραφή του αρχειακού υλικού και άλλοτε την εισαγωγή στοιχείων μυθοπλασίας. Στις χαρακτηριστικές σκηνές της αίθουσας του δικαστηρίου η κινηματογραφική γραφή του Μοντάλντο αφίσταται από την έως τότε συμβατική απόδοση τέτοιων σκηνών, μεταφέροντας με τρόπο εύστοχο στο κοινό της αίθουσας την ένταση που δημιούργησε η υπόθεση στο ευρύτερο κοινό.[186] Η ταινία αυτή εισήχθη στο διαγωνιστικό τμήμα του 24ου Φεστιβάλ των Καννών τον Μάιο του ίδιου χρόνου, όπου ο πρωταγωνιστής της, Ρικάρντο Κουτσιόλα, που υποδυόταν τον Σάκο, απέσπασε το βραβείο του Α΄ Ανδρικού Ρόλου.[187] Η ταινία αυτή του Μοντάλντο επέδρασε σημαντικά όχι μόνο στο κίνημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ανά τον κόσμο, αλλά και στη Δήλωση του Κυβερνήτη της Μασαχουσέτης για την αποκατάσταση των Σάκο και Βαντσέτι του 1977.[188]
Tο 2006 κυκλοφόρησε το ντοκιμαντέρ (ταινία τεκμηρίωσης) του αμερικανού σκηνοθέτη Πήτερ Μίλερ «Σάκο και Βαντσέτι».[189] Στην ταινία αυτή παρουσιάζονται, πέραν του σημαντικού αρχειακού υλικού, νέα στοιχεία και συνεντεύξεις προσώπων που ανατρέπουν εκείνα που οδήγησαν στην καταδίκη των δύο Ιταλών.[190] Ιστορικοί όπως ο Χάουαρντ Ζιν, ο Νούντσιο Περνικόνε, ο Πολ Άβριτς, η Μαίρη Ανν Τρασιάτι, αλλά και ο Ντέιβιντ Κάιζερ επεκτείνουν τον στοχασμό για την υπόθεση, ενώ ο τελευταίος υποστηρίζει με περαιτέρω επιχειρήματα την αλλοίωση των αποδεικτικών στοιχείων (όπλου, σφαιρών και καλύκων) ήδη από τον χρόνο της άσκησης σε βάρος τους της κατηγορίας. Ιστορικοί τέχνης εξετάζουν την για πρώτη, ίσως, φορά επίδραση στην τέχνη μιας δικαστικής υπόθεσης σε τέτοιο βαθμό.[191] Η μουσική επένδυση της ταινίας περιλαμβάνει τραγούδια από το σημαντικό σχετικό έργο του τραγουδοποιού της αμερικανικής φολκ μουσικής, Γούντι Γκάθρι, όπως και παλαιότερα παραδοσιακά ιταλικά τραγούδια που γράφτηκαν ταυτόχρονα σχεδόν με τον θάνατο των Σάκο και Βαντσέτι, στα οποία γίνεται αναφορά παρακάτω. Η Αμερικανική Ιστορική Ένωση απένειμε το 2007 στο έργο αυτό του Μίλερ το ετήσιο βραβείο για την καλύτερη ιστορική ταινία της χρονιάς.
Ορισμένοι από τους συντελεστές της ταινίας του Τζουλιάνο Μοντάλντο του 1971 συμμετέχουν στην πρόσφατη ιταλική ταινία τεκμηρίωσης, με τίτλο «Ο Νόμιμος Θάνατος». Το ντοκιμαντέρ αυτό κυκλoφόρησε μόλις τον Οκτώβριο του 2018, σε σκηνοθεσία της Σίλβια Τζουλιέτι (1962 -) και του Τζιότο Μπαρμπιέρι.[192] Εξετάζει τη γένεση της παλαιότερης ταινίας μυθοπλασίας του Μοντάλντο και καταγράφει τα ιστορικά γεγογνότα που κρύβονταν πίσω από τα πλάνα της. Στην ταινία εμφανίζονται: ο Τζουλιάνο Μοντάλντο, ο Ένιο Μορικόνε η ηθοποιός Ροζάνα Φρατέλο, καθώς και ειδικοί μελετητές των γεγονότων. Ο κίνδυνος, βέβαια, απορρόφησης της ταινίας του Μοντάλντο από την ίδια την ιστορία, όπως εκτυλίχθηκε στην Αμερική, δεν αποφεύγεται, αλλά η συνεισφορά του «Νόμιμου Θανάτου» στη διατήρηση της αρχικής ιστορίας στον χρόνο παραμένει σημαντική.[193]
6. Στη μουσική
Το 1927, λίγο πριν από την εκτέλεση των Σάκο και Βαντσέτι στην ηλεκτρική καρέκλα, ιταλοί μουσικοί, κυρίως μετανάστες στην Αμερική, έγραψαν και ηχογράφησαν παραδοσιακά τραγούδια με αφορμή την υπόθεσή τους. Ο ναπολιτάνος τενόρος Αλφρέντο Μπασέτα έγραψε και τραγούδησε στη ναπολιτάνικη διάλεκτο το τραγούδι «Lacrime e' cundannate» ή «Σάκο και Βαντσέτι». Με αναφορές στην αδικία που υπέστησαν οι δυο άντρες και χωρίς καμμία αναφορά στα πολιτικά τους πιστεύω το τραγούδι αυτό μεταφέρει μέσω του ρυθμού του όλη την αγωνία της υπόθεσης.[194] Την ίδια χρονιά ηχογραφήθηκε στην Αμερική άλλο ένα παραδοσιακό ιταλικό τραγούδι των Ρ. Βάμπο και Φ. Πενσιέρο, με τίτλο επίσης «Σάκο και Βαντσέτι», το οποίο ερμήνευσε ο ιταλός τενόρος, Ραούλ Ρομίτο, μετανάστης κι αυτός εκεί, το πιθανότερο για πολιτικούς λόγους.[195] Το τραγούδι αυτό αφηγείται όλη την ιστορία των Σάκο και Βαντσέτι και καταλήγει, όπως και ο Γκίνσμπεργκ μετέπειτα στο γνωστό του ποίημα «Αμερική», να κραυγάζει πως οι Σάκο και Βαντσέτι «δεν πρέπει να πεθάνουν στην ηλεκτρική καρέκλα».[196] Δεν εξαντλούν, βέβαια, όλες αυτές οι περιπτώσεις την παραγωγή της ιταλικής μουσικής που γράφτηκε για τους Σάκο και Βαντσέτι την περίοδο αυτή, αποτελούν, όμως, χαρακτηριστικά παραδείγματά της.
Λίγο αργότερα, στη δεκαετία του 1940, μια από τις σημαντικότερες μορφές της αμερικανικής φολκ μουσικής, ο τραγουδοποιός και τραγουδιστής Γούντι Γκάθρι (1912 – 1967),[197] συνέθεσε μια σειρά από μπαλάντες (12) για τους δυο Ιταλούς, Σάκο και Βαντσέτι. Επισκέφτηκε μάλιστα και τα μέρη όπου έζησαν οι δυο άντρες, προκειμένου να συλλάβει την ατμόσφαιρα μέσα στην οποία συνέβησαν τα τραγικά γεγονότα που τους αφορούσαν. Τα μουσικά αυτά κομμάτια ηχογραφήθηκαν τα έτη 1946-1947 από τον παραγωγό Mόζες (Mo) As (1905 – 1986),[198] το αποτέλεσμα, όμως, δεν ικανοποίησε τον Γκάθρι που εγκατέλειψε το σχετικό εγχείρημα. Μερικά χρόνια αργότερα ο δίσκος με τον τίτλο, «Μπαλάντες των Σάκο & Βαντσέτι» ξανακυκλοφόρησε στην προηγούμενη μορφή του.[199]
Αξίζει να γίνει αναφορά στους στίχους των τραγουδιών αυτών, οι οποίοι περιέχουν σημαντικές λεπτομέρειες από τη ζωή των δύο αντρών, τις οικογένειές τους, τις ημέρες του εγκλεισμού τους, όπως και από τη γενικότερη δράση τους, ενώ στηλιτεύουν μορφές της καθεστηκυίας τάξης της εποχής. Ειδικότερα, o Γκάθρι τοποθετεί ιστορικά τα τραγούδια του στο κλίμα του απόηχου του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου, από τον οποίο βγήκε κερδισμένο το δολάριο και έγιναν πλουσιότεροι οι πλούσιοι, ενώ ο φτωχός λαός παρέμεινε φτωχός ή έγινε φτωχότερος.[200] Στην μπαλάντα «Δυο καλοί άνθρωποι»,[201] όπως διαλέγει να αποκαλεί τους Σάκο και Βαντσέτι, γράφει:
«Δυο καλοί άνθρωποι χαμένοι από καιρό
Μ’ άφησαν εδώ πέρα να τους τραγουδώ […]
Ο Σάκο μπάρκαρε στη θάλασσα μια μέρα
Και έπιασε στο λιμάνι της Βοστόνης εδωπέρα
Σάλπαρε ο Βαντσέτι στον γαλάζιο ωκεανό
Και στη Βοστόνη έφτασε κι αυτός εδώ».[202]
Στην μπαλάντα, με τίτλο «Σουάσος Λέιν»,[203] ο Βαντσέτι επικαλείται με τα ονόματά τους όλους τους μάρτυρες που δήλωναν ότι την ημέρα των εγκλημάτων τον είχαν δει να πουλάει ψάρια στο Σουάσος Λέιν, και λέει:
«Στο Νότιο Μπρέιντρι εγώ γιατί να πάω
Μπροστά στο εργοστάσιο ανθρώπους να χαλάω
Αφού όλοι οι φίλοι μου κι οι άλλοι πως με είδαν λεν
Με ψάρια στο καρότσι μου μες στο Σουάσος Λέιν;».
Στην μπαλάντα «Το γράμμα του Βαντσέτι»[204], ο Βαντσέτι απευθυνόμενος στον Κυβερνήτη Φούλερ, γράφει:
«Δεν σου ζητάμε χάρη, γιατί μια χάρη δίνει αποδοχή στην ενοχή
Είμαστ’ αθώοι εργάτες, και να παραδεχτούμε δεν έχουμ’ ενοχή».[205]
Στη συνέχεια, στο τραγούδι «Καλωσορίζουμε στον Παράδεισο»,[206] γίνεται η υποδοχή των Σάκο και Βαντσέτι στον Παράδεισο, αφού εκεί έχουν κερδίσει την «πιο υψηλή θέση»,[207] όπως σημειώνει ο τραγουδοποιός. Τελειώνει δε ο δίσκος με το «Γράμμα του Σάκο προς τον γιο του»,[208] τα φωνητικά του οποίου ανήκουν σε άλλον, επίσης γνωστό, τραγουδιστή της φολκ, τον Πιτ Σίγκερ (1919-2014). Οι μπαλάντες του Γούντι Γκάθρι, του θρύλου αυτού της αμερικανικής φολκ μουσικής, αποδίδουν, εν τέλει, έναν φόρο τιμής στους καταδικασθέντες και θανατωθέντες, με στόχο η αδικία που υπέστησαν να διαδοθεί ευρέως.[209]
Ο μουσικοσυνθέτης Ένιο Μορικόνε (1928 -), συνέθεσε, όπως προαναφέρθηκε, τη μουσική για την ταινία, «Σάκο και Βαντσέτι» του Τζουλιάνο Μοντάλντο του 1971,[210] σύνθεση για την οποία τιμήθηκε με την ειδική μνεία «Nastro d’ Argento» του Οργανισμού των Ιταλών Δημοσιογράφων Κινηματογράφου. Τη μουσική υπόκρουση της ταινίας αυτής συναποτέλεσαν 12 μουσικά κομμάτια, τέσσερα εκ των οποίων ήταν σε στίχους και ερμηνεία της Τζόαν Μπαέζ (1941-): «Η μπαλάντα των Σάκο και Βαντσέτι» σε τρία μέρη (Μέρος 1, Μέρος 2, Μέρος 3) και το «Αυτό είναι για σας». Στο τελευταίο, που ήταν και το τελευταίο του δίσκου (πλευρά Β, αρ. 5), συμμετείχε και το φωνητικό σύνολο ″I Cantori Moderni″ di Alessandroni.
Η Μπαέζ εμπνεύσθηκε τους στίχους του «Αυτό είναι για σας» από τη γνωστή φράση του Βαντσέτι «the last moment belongs to us, that agony is our triumph» προς τον δημοσιογράφο Φίλιπ Στονγκ της βορειοαμερικανικής εφημερίδας «Alliance», ο οποίος είχε επισκεφθεί τους Σάκο και Βαντσέτι στη φυλακή, λίγους μήνες πριν από την εκτέλεσή τους, τον Μάιο του 1927.[211] Μια απόδοση της φράσης αυτής στα ελληνικά θα μπορούσε να είναι: «Σε μας ανήκει η τελική στιγμή. Η δική τους ανησυχία είναι ο δικός μας θρίαμβος».[212] Το τραγούδι αυτό που αποτέλεσε και το έναυσμα για τη συγγραφή του παρόντος άρθρου, και αναφέρεται, άλλωστε, ως motto στην αρχή του, θα μπορούσε να μεταφερθεί στην ελληνική γλώσσα ως εξής:
«Αυτό είναι για σας, Νικόλα και Μπαρτ
Αναπαυθείτε για πάντα, εδώ στις καρδιές μας
Η έσχατη και τελευταία στιγμή ανήκει σ’ εσάς
Η αγωνία εκείνη είν’ ο θρίαμβός σας».[213]
Το «Αυτό είναι για σας» τραγουδήθηκε και στα ελληνικά από τον Πασχάλη Αρβανιτίδη, με τον τίτλο «Ευχές για σας».[214] Συμπεριλήφθηκε δε στον πρώτο του προσωπικό δίσκο, του 1972, με τον τίτλο «Πασχάλης».[215] Οι στίχοι του σε απόδοση του Ρόμπερτ Γουίλιαμς είχαν ως εξής: «Ευχές για σας Νικόλα και Μπαρτ / Μια προσευχή θα μείνει σε μας / Κι η αγωνία σας θα γίνει γιορτή / Γιορτή για θύμηση παντοτινή. Ευχές για σας Νικόλα και Μπαρτ / λαός ολόκληρος πιστεύει σε σας / Κι η αγωνία σας θα γίνει γιορτή / Γιορτή για θύμηση παντοτινή».[216] Επίσης, το 2011 συμπεριλήφθηκε σε δίσκο της ελληνίδας τραγουδίστριας Νάνας Μούσχουρη, ερμηνευμένο από την ίδια και την Τζόαν Μπαέζ (στα αγγλικά).[217]
Με το έργο της «Σάκο και Βαντσέτι: Τα Χρόνια της Ιταλίας» που κυκλοφόρησε το 2012 η αμερικανή μουσικοσυνθέτις και πιανίστα Μαίρη Έλεν Μέλνικ (1958 -) στόχευσε στην απόδοση πιο εσωτερικών και προσωπικών στιγμών των Σάκο και Βαντσέτι μέσα στο κελί τους, στιγμών κατά τις οποίες ανακαλούν στη μνήμη τους τις ημέρες τους στην Ιταλία.[218] Η κλασικότροπη αυτή μουσική, οπερατικού χαρακτήρα, θα μπορούσε, σύμφωνα με συνέντευξη της δημιουργού, να αποδώσει καλύτερα τις εσωτερικές διαδρομές των δύο φυλακισμένων αντρών. Προς το τέλος της σύνθεσης, ωστόσο, ο ρυθμός γίνεται φρενήρης, κι αυτό γιατί καταγράφονται τα τελευταία λεπτά της αναμονής του θανάτου τους, ενώ αποδίδεται μουσικά ακόμη και η μοιραία και στατική επίδραση της ηλεκτρικής ενέργειας.[219] Η εκτέλεση όλου του έργου στο πιάνο από τη ίδια τη Μέλνικ αποδίδει, πράγματι, τους στόχους της σύνθεσής της, ενώ ο μελαγχολικός τόνος που διατρέχει το έργο φέρει κάτι από την αίσθηση της απώλειας τόσο των χρόνων της Ιταλίας όσο και της ζωής της ίδιας.
IV. Επίλογος
Σε λίγα χρόνια κλείνει ένας αιώνας από την ημέρα που ο Νικόλα Σάκο και ο Μπαρτολομέο Βαντσέτι καταδικάσθηκαν σε θάνατο στην ηλεκτρική καρέκλα. Για ένα πλήθος ανθρώπων (ειδικών μελετητών, διανουμένων, καλλιτεχνών, κ.ά.), που ασχολήθηκαν με την υπόθεσή τους, η δίκη τους υπήρξε άδικη και η απόφαση επί της ενοχής τους εσφαλμένη. Η συζήτηση επί των σφαλμάτων της δικαστικής αυτής κρίσης συνεχίσθηκε για δεκαετίες μετά την εκτέλεσή τους μεταξύ των νομικών, των ιστορικών, των φιλοσόφων κ.ά., ενώ η επίδραση της υπόθεσης αυτής στους καλλιτέχνες δεν έπαυσε καθόλου μέχρι και σήμερα.
Με πιο τολμηρούς, αρχικά, τους ποιητές, αλλά και κάποιους πεζογράφους, όπως και θεατρικούς συγγραφείς, εικαστικούς, κινηματογραφιστές και μουσικούς, στη συνέχεια, η υπόθεση των Σάκο και Βαντσέτι αποτέλεσε την πηγή έμνευσης σπουδαίων έργων σε όλες σχεδόν τις μορφές τέχνης. Το συμπυκνωθέν μέσα στον επταετή αγώνα των δυο αυτών καταδικασθέντων αίτημα για δίκαιη δίκη, που απορρίφθηκε συλλήβδην από τις δικαστικές και τις άλλες αρχές της εποχής, βρήκε τη συνέχειά του στην τέχνη, η οποία στο μεγαλύτερο μέρος των έργων που επηρεάσθηκαν από την υπόθεσή τους, όχι μόνο το αποδέχθηκε, όπως και την αθωότητά τους, άλλωστε, αλλά και το δικαίωσε.
Η ενυπάρχουσα στον άδικο θάνατο των Σάκο και Βαντσέτι συγκινησιακή εκείνη σπερματική ύλη, που κινητοποιεί στον άνθρωπο την πηγαία αντίδραση ενάντια στην άδικη μεταχείρισή του από ένα δικαιικό σύστημα δυσανεκτικό στη διαφορετικότητα, συνεχίζει να βρίσκει γόνιμο το έδαφος της τέχνης για την ευδοκίμηση και την εξάπλωσή της στον χρόνο.
* Τις θερμές μου ευχαριστίες για τη συνδρομή τους στη συγγραφή του άρθρου αυτού θα ήθελα να εκφράσω, πρωτίστως, στην Τόνια Τζαννετάκη, Επίκουρη Καθηγήτρια Εγκληματολογίας και Σωφρονιστικής στη Νομική Σχολή του ΕΚΠΑ, η οποία μου έδωσε το έναυσμα για τη συγγραφή της, στον Κυριάκο Κώτσογλου, Δ.Ν., LL.M., Επιστημονικό Συνεργάτη του Πανεπιστημίου της Λωζάνης στο Τμήμα Ποινικής Δικαιοσύνης, χωρίς τις λεπτομερείς και ουσιαστικές παρατηρήσεις του οποίου η ολοκλήρωσή της θα ήταν αδύνατη, στον Χρήστο Παπουτσή, Υπ. Δ.Ν., Δικηγόρο, για τις χρήσιμες συζητήσεις και την κάθε είδους σχετική βοήθεια που μου προσέφερε με προθυμία, στη Μαριλένα Ιωαννίδου, Φιλόλογο Γαλλικής, και στον Γιάννη Τσάμη, Φιλόλογο, για τη συμπαράστασή τους στην εύρεση και μετάφραση ιταλόφωνης βιβλιογραφίας, στον Απόστολο Άννη, στέλεχος του Πολιτιστικού Τμήματος του ΜΙΕΤ για τη μουσική της Μαίρη Έλεν Μέλνικ, καθώς και στον Βασίλη Μπότουλα, Εικαστικό Καλλιτέχνη, για το υλικό από το έργο του Μπεν Σαν.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Βλ. περισσότερα πιο κάτω, υπό ΙΙΙ.5.
[2] Βλ. περισσότερα πιο κάτω, υπό ΙΙΙ.6.
[3] Για τα άλλα τρία τραγούδια της Τζόαν Μπαέζ που περιέχονται στον δίσκο βλ. περισσότερα πιο κάτω, υπό ΙΙΙ.6.
[4] H Διεθνής Αμνηστία της Ιταλίας και ο συγγραφέας Ρομπέρτο Σαβιάνο κάλεσαν το 2016 υποστηρικτές και ακτιβιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και θύματα παραβιάσεών τους από όλο τον κόσμο, αλλά και καλλιτέχνες όπως και απλούς ανθρώπους, να τραγουδήσουν το «Here’s to you» σε ένα κοινό μουσικό βίντεο-κλιπ. Βλ. Amnesty International Italia (2016) “Here’s to you”: 89 anni dopo, l’ inno dei diritti umani per tutti I Sacco e Vanzetti di oggi [online]. 22η Αυγούστου. Διαθέσιμο σε: https://www.amnesty.it/heres-to-you-89-anni-dopo-linno-dei-diritti-umani-per-tutti-i-sacco-e-vanzetti-di-oggi/?fbclid=IwAR3V-qt2ad4svGSdYtWrlGWwREIadXHX4dyvCp5Rnd90PtkKPDGHpuBqx04 (Προσφάτως 05-06-2019).
[5] Από την επίσημη ονομασία της Πολιτείας της Μασαχουσέτης «Commonwealth of Massachusetts».
[6] Για τη συνοπτική αυτή παρουσίαση των περιστατικών βλ. την Απόφαση Commonwealth v. Nicola Sacco & Another, Supreme Judicial Court of Massachusetts 255 Mass. 369; 151 N.E. 839, January 11-13, 1926, Argued; May 12, 1926, Decided, όπως παρατίθεται από: Linder, D. Ο. (2017) Commonwealth v. Nicola Sacco & another [online]. Διαθέσιμο σε: https://www.famous-trials.com/saccovanzetti/815-sacco255 (Προσφάτως 05-06-2019).
[7] O A. Μπεραρντέλι ήταν φρουρός, ενώ ο Φ. Πάρμεντερ ήταν βοηθός υπευθύνου πληρωμών της υποδηματοποιίας «Σλάτερ και Μόριλ», στους υπαλλήλους της οποίας θα κατέληγαν τα χρήματα που μετέφεραν οι δυο τους. Βλ. αναλυτικά στοιχεία γι’ αυτούς σε: Tejada, S. (2012) In Search of Sacco and Vanzetti. Boston: Northeastern University Press, σσ. 19-20.
[8] Βλ. στην Απόφαση Commonwealth v. Nicola Sacco & Another, Supreme Judicial Court of Massachusetts 255 Mass. 369; 151 N.E. 839, January 11-13, 1926, Argued; May 12, 1926, Decided σε: Linder, 2017, όπ. παρ.
[9] Το ποσό των χρημάτων που αφαιρέθηκε από τους ληστές δεν βρέθηκε ποτέ, όπως και τα κουτιά που το περιείχαν. Ibid.
[10] Ibid.
[11] Με τον όρο αυτό στο αμερικανικό σύστημα απονομής της ποινικής δικαιοσύνης νοούνται συμπεριφορές ή δηλώσεις του κατηγορουμένου πριν ή και μετά την τέλεση του εγκλήματος, στις οποίες αυτός δεν θα προέβαινε, εάν ήταν αθώος. Από συμπεριφορές ή δηλώσεις, όπως π.χ. η διαφυγή από τον τόπο του εγκλήματος, το ψεύτικο άλλοθι, οι ψευδείς δηλώσεις κ.λπ., μπορεί να συνάγεται κατά τρόπο μη άμεσο η ενοχή του κατηγορουμένου.
[12] Όσον αφορά στα πιστεύω των δυο συλληφθέντων, ο μεν Σάκο σε γράμμα του της 04ης-08-1927 αποκαλεί τον εαυτό του και τον Βαντσέτι «καλούς μαχητές της επανάστασης» και σημειώνει: «Είμαστε περήφανοι για το θάνατό μας και θα πεθάνουμε όπως πρέπει να πεθάνει κάθε αναρχικός». Ο δε Βαντσέτι σε γράμμα του της 14ης-04-1924 σημειώνει: «Ο ύψιστος σκοπός μου, ο σκοπός του αναρχισμού είναι “να εξαλείψει εντελώς τη βία από τις ανθρώπινες σχέσεις”». Βλ. Παντελάκη, Α. (επιμ.) (1972) Πολιτικά γράμματα των Σάκκο και Βαντσέττι. Μτφρ. Αλεξάνδρα Παντελάκη. Αθήνα: Διεθνής Βιβλιοθήκη, σσ. 26-27 και 38-39.
[13] Εκατοντάδες συλλήψεις, φυλακίσεις, βασανισμοί, αλλά και απελάσεις «Κόκκινων» (κομμουνιστών, αναρχικών, όπως και άλλων υποστηρικτών συναφών αντιλήψεων) πραγματοποιήθηκαν, ακόμη και χωρίς ένταλμα. Βλ. σχετικά Άις, Έ. (1968) Οι μεγάλες δίκες της ιστορίας. Η ψευδαίσθηση της δικαιοσύνης. Μτφρ. Γιάννης Λάμψας. Τ. 1. Αθήναι: Εκδόσεις Αρσενίδης, σσ. 165-167, Avrich, P. (1996) Sacco and Vanzetti. The Anarchist Background. Princeton, Νew Jersey: Princeton University Press, σ. 133, Ντος Πάσος, Τ. (2004) Αντιμέτωποι με την ηλεκτρική καρέκλα. Η ιστορία των Σάκο και Βαντσέτι. Μτφρ. Νότης Πάσσαλος. Αθήνα: Ελεύθερος Τύπος, σ. 78 επ., και Άνταμιτς, Λ. (2008) Η ταξική βία στην Αμερική 1830-1930. Μτφρ. (χωρίς ονόματα). Αθήνα: Διάδοση, σ. 123 επ.
[14] Εντάσσονταν στην τάση του αναρχικού κινήματος που εξέφραζε αντιοργανωτικές γκαλεανικές θέσεις. Βλ. Μάντζα, Τ. (2004). Ιστορικο-κριτικές σημειώσεις σχετικά με τον συνδικαλισμό που γνώρισαν στην Αμερική ο Μπαρτολομέο Βαντσέτι και ο Νικόλα Σάκο την περίοδο 1908-1923. Μτφρ. Αχιλλέας Καλαμάρας, στο Ντος Πάσος, Τ. Αντιμέτωποι με την ηλεκτρική καρέκλα, Η ιστορία των Σάκο και Βαντσέτι (7-38), όπ. παρ., σ. 23, καθώς και Flynn, E. G. (1965) The Rebel Girl: An Autobiography, My first life (1905 – 1926). New York: International Publishers, σσ. 303-304 και 335.
[15] Ο ίδιος ο Βαντσέτι το ισχυρίζεται στην αυτοβιογραφία του. Βλ. Vanzetti, B. (2014) Ιστορία Μιας Προλεταριακής Ζωής. Μτφρ. Λία Γυιόκα. Θεσσαλονίκη: Κουρσαλ Συνεργατικές Εκδόσεις, σσ. 21-22.
[16] Η κατοχή ριζοσπαστικής βιβλιογραφίας συνεπαγόταν, όχι μόνο τη σύλληψη και κράτηση του κατόχου της, αλλά και την πιθανή απέλασή του. Βλ. Avrich, 1996, όπ. παρ., σ. 133, και Musmanno, M. A. (1961) The Sacco and Vanzetti Case: A Miscarriage Of Justice. American Bar Association Journal. 47 (1), σσ. 28-35, 29.
[17] Για τον αμφιλεγόμενο τρόπο σύγκλησης του συγκεκριμένου σώματος, βλ. Άις, 1968, όπ. παρ., σ. 172.
[18] Βλ. Sacco-Vanzetti Case Records, 1920-1928. Transcripts. Bound Trial Transcripts, Τ. 9, σσ. 3403-τέλος (belonging to Mr. McAnarney). Box 33, Folder 3, Harvard Law School Library, Historical & Special Collections, seq. 483-484 [online]. Διαθέσιμο σε: https://iiif.lib.harvard.edu/manifests/view/drs:436825482$483b (Προσφάτως 30-05-2019).
[19] Βλ. σχετικά Defense Papers. Sacco-Vanzetti case records, HOLLIS 601707. Harvard Law School Library, Historical & Special Collections [online]. Διαθέσιμο σε: https://id.lib.harvard.edu/ead/c/law00030s2/catalog (Προσφάτως 31-05-2019). Για μια συνοπτική καταγραφή των αιτήσεων και των προσφυγών, βλ. Ντος Πάσος, Τ. (2004) Αντιμέτωποι με την ηλεκτρική καρέκλα. Η ιστορία των Σάκο και Βαντσέτι. Μτφρ. Νότης Πάτσαλος. Αθήνα: Ελεύθερος Τύπος, σ. 175 επ.
[20] Βλ. αμέσως πιο κάτω, υπό ΙΙ.3.
[21] Ο Σάκο σε γράμματά του της 8ης και 14ης Μαΐου 1927 δηλώνει ότι δεν την υπέγραψε, επειδή δεν πίστευε στην τιμιότητα του Α. Φούλερ. Βλ. Παντελάκη, όπ. παρ., σσ. 23-24.
[22] Ο Πρύτανης του ΜΙΤ, Τεχνολογικού Ινστιτούτου της Μασαχουσέτης, Σάμιουελ Στράτον (1861 - 1931), ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, Λόρενς Λόουελ (1856 – 1943), και ο Δικαστής Ρόμπερτ Γκραντ (1852 – 1940).
[23] Βλ. Description Sacco-Vanzetti Case Records, 1920-1928. Printed Materials. Decision of Governor Alvan T. Fuller, 1927. Box 42, Folder 15, Harvard Law School Library, Historical & Special Collections, seq. 14 [online]. Διαθέσιμο σε: https://iiif.lib.harvard.edu/manifests/view/drs:436839109$14i (Προσφάτως 31-05-2019). Για την «απόδειξη πέραν εύλογων αμφιβολιών» στα συστήματα του κοινοδικαίου βλ. Κώτσογλου, Κ. (2018) Κοινή λογική, ποινική δικαιοσύνη και υποχρέωση αιτιολόγησης. Προς αναζήτηση ενός νέου αποδεικτικού προτύπου. [online]. The Art of Crime. 5 (Noέμβριος). Διαθέσιμο σε: https://theartofcrime.gr/κοινή-λογική-ποινική-δικαιοσύνη-και-υ/ (Προσφάτως 08-09-2019).
[24] Βλ. Αλεξίου, Ν. (2004) Ρέκβιεμ για την αστική δικαιοσύνη, στο Ντος Πάσος, Τ. Αντιμέτωποι με την ηλεκτρική καρέκλα, Η ιστορία των Σάκο και Βαντσέτι (194-199), όπ. παρ., σσ. 198-199.
[25] Στην 5η Αναθεώρηση του Αμερικανικού Συντάγματος του 1791 και στη 14η του 1868. Βλ. Lafave, W. R., Israel, J. H., King, N. J. & Kerr, O. S. (2009) Criminal Procedure. 5η Έκδ. USA: Hornbook Series, Thompson Reuters, σσ. 60-65, και Galligan, D. J. (1996) Due Process and Fair Procedures. Oxford: Clarendon Press, σ. 188.
[26] Για το περιεχόμενο της «procedural due process» και της «substantive due process», βλ. Galligan, 1996, όπ. παρ., σ. 191.
[27] Βλ. Frankfurter, F. (1927) Τhe Case Of Sacco and Vanzetti. The Atlantic [online]. Μάρτιος, υπό I. Διαθέσιμο σε: https://www.theatlantic.com/magazine/archive/1927/03/the-case-of-sacco-and-vanzetti/306625/ (Προσφάτως 30-05-2019), και Musmanno, 1961, όπ. παρ., σ. 33. Για μια ιστορική καταγραφή τους βλ. Ντος Πάσος, 2004, όπ. παρ., σ. 144 επ., και Άις, 1968, όπ. παρ. σ. 180 επ.
[28] Με τη μη κλήση, για παράδειγμα, στο ακροατήριο αυτοπτών μαρτύρων που δήλωναν ότι οι κατηγορούμενοι δεν ανήκαν στην «ομάδα των αντρών ή ληστών» του Νότιου Μπρέιντρι. Βλ. Musmanno, 1961, όπ. παρ., σ. 33, και Frankfurter, 1927, όπ. παρ., υπό ΙΙ. Για μια ιστορική καταγραφή βλ. Ντος Πάσος, 2004, όπ. παρ., σσ. 141-143.
[29] Ιδίως κατά την εκφώνηση της περίληψης της αποδεικτικής διαδικασίας και την παροχή οδηγιών προς τους ενόρκους («charge to the jury»). Βλ. Sacco-Vanzetti Case Records, 1920-1928. Τ. 9, όπ. παρ., seq. 435 επ. Για το ίδιο θέμα, βλ., επίσης, Joughin, L. & Morgan E. M. (1948) The Legacy of Sacco and Vanzetti. Princeton, New Jersey: Princeton University Press, σ. 94 επ., και 157 επ., καθώς και Llewellyn, K. (1940) The Sacco-Vanzetti Case, στο (επιμ.), Michael, J. & Wechsler H. Criminal Law and its Administration: cases, statutes and commentaries (1085-1091). Chicago: Foundation Press, σσ. 1090-1091.
[30] Βλ. Musmanno 1961, όπ. παρ., σ. 33, και Frankfurter, 1927, όπ. παρ., υπό ΙΙΙ.
[31] Βλ. Frankfurter, 1927, όπ. παρ., υπό V.
[32] Βλ. τον διάλογο μεταξύ του F. K. Russel και του D. E. Kaiser, ο πρώτος από τους οποίους υποστηρίζει την ενοχή του Σάκο, ενώ ο δεύτερος την αλλοίωση και μη δίκαιη δίκη των καταδικασθέντων, στα έργα τους: Young, W. & Kaiser, D. E. (1985) Postmortem: New Evidence in the Case of Sacco and Vanzetti. Amherst: University of Massachusetts Press, και Russel, F. K. (1962) Tragedy in Dedham. New York: McGraw-Hill, καθώς και του ιδίου (1986) Sacco and Vanzetti: The Case Resolved. Harper and Row.
[33] Η ομολογία του παρέπεμπε στη γνωστή συμμορία των Μορέλι. Για το θέμα βλ. Ehrmann, H. B. (1966) Sacco and Vanzetti: The Magnetic Point and the Morelli Evidence. Harvard Law Review. 79 (3), σσ. 571–596, καθώς και του ιδίου (1969) The Case That Will Not Die: Commonwealth vs. Sacco and Vanzetti. Boston - Toronto: Little, Brown and Company, ιδίως 405 επ., για νεότερα και λεπτομερέστερα στοιχεία.
[34] Για την κατάθεση, κατά την οποία ο Δικαστής Γ. Θέιερ είχε δηλώσει σε μάρτυρα: «Είδες τι έκανα τις προάλλες με εκείνους τους αναρχικούς μπάσταρδους. Υποθέτω ότι αυτό θα τους συγκρατήσει για λίγο», βλ. Sacco-Vanzetti Case Records, 1920-1928. Defense Papers. Copies of affidavits re: bias of Judge Thayer, 1927. Box 20, Folder 2, Harvard Law School Library, seq. 45 [online]. Διαθέσιμο σε: http://nrs.harvard.edu/urn-3:HLS.Libr:34579140?n=45 (Προσφάτως 31-05-2019).
[35] Αν και ο όρος «miscarriage of justice» μπορεί να αναφέρεται και σε περιπτώσεις μη δίκαιης δίκης ένοχων καταδικασθέντων. Έτσι, Clive, W. (1999) Miscarriages of Justice in Principle and Practice, στο (επιμ.) Clive, W. & Starmer K., Miscarriages of Justice: A Review of Justice in Error (31-62). London: Blackstone Press, σσ. 33-34.
[36] Βλ. Άις, 1968, όπ. παρ., σ. 190.
[37] Βλ. τη συμπερίληψή της στην πρώτη μεγάλη ταξινόμηση υποθέσεων δικαστικής πλάνης στην Αμερική των Bedau, H. A. & Radelet, M. L. (1987) Miscarriages of Justice in Potentially Capital Cases. Stanford Law Review. 40 (21), σσ. 21-179, ιδίως 42 και 72.
[38] Για τους λόγους στους οποίους μπορεί να οφείλεται μια εσφαλμένη καταδίκη γενικά, βλ. Black, C. (1981) Capital Punishment: The Inevitability of Caprice and Mistake. 2η Έκδ. New York: Norton, σ. 17 επ., και Gould, J. B. & Leo, R. A. (2010) One Hundred Years Later: Wrongful Convictions after a Century of Research. J. Crim. L. & Criminology. 100 (3), σσ. 825-868, ιδίως 841 επ. Πρβλ. στην ελληνική θεωρία Παπακυριακόπουλου, Ι. (1961). Οι παράγοντες της δικαστικής πλάνης (139-154). Ανάτυπον επί της 125ετηρίδι του Αρείου Πάγου εκδιδομένου υπό της Νομικής Σχολής Αθηνών, σ. 139 επ., Δασκαλόπουλου, Ι. (1965) Ψυχολογικά αίτια της αστόχου δικαστικής κρίσεως. Αθήναι: Τυπογραφικαί Εργασίαι Γ. Β. Παύλου, σ. 82 επ., και Παπουτσή, Χ. (2017) Ο διαχρονικός κίνδυνος της δικαστικής πλάνης. Ποινική Δικαιοσύνη. 20 (5), σσ. 385-396, 389 επ.
[39] Η εσφαλμένη καταδίκη τους, λόγω δικαστικής πλάνης, αποδόθηκε στον υπερβάλλοντα ζήλο που επέδειξε ο ίδιος ο Εισαγγελέας της υπόθεσης, στην ατελή αναγνώριση των κατηγορουμένων από αυτόπτες μάρτυρες, στη συστηματική συγκάλυψη αποδείξεων και στην επίδραση της οργής της ίδιας της κοινωνίας εναντίον τους. Έτσι, Bedau & Radelet, 1987, όπ. παρ., σσ. 60 και 64.
[40] Υπέρ της αθωότητάς τους τάχθηκαν, μεταξύ άλλων, οι: Frankfurter, 1927, όπ. παρ., υπό V, Musmanno, 1961, όπ. παρ., 35, Ehrmann, 1966, όπ. παρ., σ. 571 επ., Bedau & Radelet, 1987, όπ. παρ., 45. Απόψεις περί ενοχής, ιδίως του Σάκο, εξέφρασαν, κυρίως, οι F. K. Russel και R. H. Montgomery, στα έργα τους: Russel, 1962, όπ. παρ., και του ιδίου, 1986, όπ. παρ., καθώς και Montgomery, R. H. (1965) Sacco Vanzetti: The Murder and the Myth. Appleton (Wiskonsin): Western Islands.
[41] Το κείμενο υπήρξε αποτέλεσμα μιας Έκθεσης που ετοίμασε το Γραφείο του Νομικού του Συμβούλου, Ν. Α. Τέιλορ και στην οποία αναφερόταν: «Το συμπέρασμά μου είναι ότι υπάρχουν ουσιώδη, εν τοις πράγμασιν ακαταμάχητα, στοιχεία για να πιστέψουμε ότι η δίκη των Σάκκο και Βαντσέττι υπήρξε απολύτως διαβλητή και ότι μία δήλωσις εκ μέρους σας κρίνεται επιβεβλημένη». Τη «Δήλωσιν της Αυτού Εξοχότητος Μιχαήλ Σ. Δουκάκη Κυβερνήτη 1977» βλ. σε: Ντος Πάσος, 2004, όπ. παρ., σσ. 201-202.
[42] Για το κείμενο βλ. Ντος Πάσος, 2004, όπ. παρ., σσ. 201-202. Πρβλ.μ όμως, στο σημείο αυτό την άποψη των Bedau & Radelet, 1987, όπ. παρ., σ. 158 και υποσημ. 818.
[43] Ibid.
[44] Ibid.
[45] Πρβλ. την, αποδιδόμενη στον Άγιο Αυγουστίνο, αγαπημένη φράση του Βαντσέτι «Το αίμα των μαρτύρων είναι ο σπόρος της δημιουργίας», όπως αυτή καταγράφεται σε: Ντος Πάσος, 2004, όπ. παρ., σ. 186.
[46] Για την πρώτη καταλογογράφηση σχετικών καλλιτεχνικών έργων βλ. Joughin, L. (1948) Part III, The legacy to literature: Faith. The beginnings of historical judgment, στο Joughin, L. & Morgan E. M., The Legacy of Sacco and Vanzetti (373-515). Princeton, New Jersey: Princeton University Press, σ. 373 επ., και πρβλ. την κριτική στα κριτήρια της καταλογογράφησης από τους: Davidson, H. M. & Paulsen, M. G. (1949) The Legacy of Sacco and Vanzetti, by G. Louis Joughin and Edmund M. Morgan. Indiana Law Journal. 24 (3), σσ. 489- 496, και ιδίως 491 επ. Βλ., περαιτέρω, τη μετέπειτα κριτική και περιεκτική μελέτη της Bandiera, M. A. (1986) Sacco and Vanzetti in the Arts. Italian Americana. 8 (1), σσ. 47-71.
[47] Η παραγωγή ήταν του Μακ Φάμπεν και του Κέλογκ Γκάρι. Βλ. IBDB (χ.χ.) Gods of Lightning [online]. Διαθέσιμο σε: https://www.ibdb.com/broadway-production/gods-of-the-lightning-10754 (Προσφάτως 09-06-2019).
[48] Βλ. Kabatchnick, A. (2010) Blood on the Stage 1925-1950, Milestone Plays of Crime, Mystery and Detection: An Annotated Repertoire. Lanham, Toronto, Plymouth, UK: The Scarecrow Press, Inc., σσ. 224-226.
[49] Αποτελώντας την πρώτη προσπάθεια του συγγραφέα να έρθει σε επαφή με τα συναισθήματά του για την υπόθεση, το θεατρικό αυτό έργο εμφανίζει ατέλειες. Έτσι, Bandiera, 1986, όπ. παρ., σσ. 59-60.
[50] Έτσι μεταφράσθηκε ο αγγλικός τίτλος «Winterset» στα ελληνικά από τον Γ. Συριώτη.
[51] Και παραγωγή του ιδίου. Βλ. IBDB (χ.χ.) Winterset [online]. Διαθέσιμο σε: https://www.ibdb.com/broadway-production/winterset-11991 (Προσφάτως 09-06-2019).
[52] Έτσι, Bandiera, 1986, όπ. παρ., σσ. 59-60, η οποία σημειώνει, επίσης, ότι τα υποκατάστατα των χαρακτήρων, όπως και των άλλων στοιχείων της υπόθεσης που δημιούργησε, δεν ήταν ικανοποιητικά.
[53] Το έργο έφερε στην Ελλάδα η Κατερίνα Ανδρεάδη. Βλ. Σταματοπούλου, Ε. (2017) Το Νεοελληνικό Θέατρο στα Μεταπολεμικά Χρόνια (1945-1967) [pdf]. (Αδημ.) Διδακτορική Διατριβή. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Σχολή Καλών Τεχνών, Τμήμα Θεάτρου, σ. 30 επ. Διαθέσιμο σε: https://ikee.lib.auth.gr/record/294798/files/GRI-2017-20463.pdf (Προσφάτως 07-06-2019).
[54] Σε μετάφραση Νίκου Προεστόπουλου, σκηνογραφία και ενδυματολογία Σπύρου Βασιλείου και διδασκαλία χορού Άγγελου Γριμάνη. Βλ. Εθνικό Θέατρο Ψηφιοποιημένο Αρχείο (2011) Στο γέρμα του χειμώνα (1945) [online]. Διαθέσιμο σε: http://www.nt-archive.gr/playDetails.aspx?playID=461 (Προσφάτως 09-06-2019).
[55] Το επισηµαίνουν οι αριστεροί κριτικοί της εποχής. «Η επιλογή αυτή αποκτά ιδιαίτερη πολιτική βαρύτητα, καθώς θέτει το ζήτηµα της κακοδικίας σε µια περίοδο που η ελληνική Αριστερά βρίσκεται αντιµέτωπη µε τα έκτακτα στρατοδικεία». Βλ. σχετικά Σταματοπούλου, 2017, όπ. παρ., σ. 45.
[56] Ανέβηκαν συνολικά 243 παραστάσεις. Βλ. IDBD (χ.χ.) The Male Animal [online]. Διαθέσιμο σε: https://www.ibdb.com/broadway-production/the-male-animal-13222 (Προσφάτως 07-06-2019).
[57] Έτσι, Bandiera, 1986, όπ. παρ., σ. 60.
[58] Σε σκηνοθεσία Χάουαρντ Ντα Σίλβα και παραγωγή των Μάικλ Έλις και Γουίλιαμ Χάμερστιν. Βλ. σχετικά IDBD (χ.χ.) The Advocate [online]. Διαθέσιμο σε: https://www.ibdb.com/broadway-production/the-advocate-3031
[59] Ιδίως μετά την ανακήρυξη του Τζον Φ. Κένεντι ως Προέδρου της Αμερικής το 1961. Βλ. Temkin, M. (2012) Cold War Culture and the Lingering Myth of Sacco and Vanzetti, στο (επιμ.) Isaac, J. & Bell, D., Uncertain Empire: American History and the Idea of the Cold War (223 - 244). New York: Oxford University Press, σσ. 228-229.
[60] Temkin, 2012, όπ. παρ., 238 και 244.
[61] Βλ. Pitton G. (2011) Sacco, Vanzetti e gli USA, la giustizia manipolata [online]. Il giornale di Vicenza. 14η Φεβρουαρίου. Μτφρ. Γιάννης Τσάμης. Διαθέσιμο σε: https://www.ilgiornaledivicenza.it/home/cultura/sacco-vanzetti-e-gli-usala-giustizia-manipolata-1.1026158 (Προσφάτως 30-05-2019). Βλ. επίσης τον Πρόλογο του Τάσου Βουρνά από την ελληνική παράσταση του έργου, όπως παρατίθεται σε: Ντος Πάσος, 2004, όπ. παρ., σσ. 5-6.
[62] Pitton, 2011, όπ. παρ.
[63] Με τους Γιώργο Μιχαλακόπουλο και Χρήστο Καλαβρούζο. Βλ. Ψηφιοποιημένες Συλλογές ΕΛΙΑ, (2017) Προβολή Τεκμηρίου [online]. Διαθέσιμο σε: http://eliaserver.elia.org.gr:8080/lselia/rec.aspx?id=330048&fbclid=IwAR1raR1g7cjZ4UR6LJDxjCv-k1FiMrKUquLCnG8u-Jsc-pOBu6cedI9Gs8g (Προσφάτως 07-06-2019).
[64] Kartun, M. (2001) Sacco y Vanzetti. dramaturgia sumaria de documentos sobre el caso. Buenos Aires, Argentina: Adriana Hidalgo Editora S.A.
[65] Καρτούν, Μ. (2015) Σάκκο και Βαντσέττι. Μια δραματουργική επεξεργασία των ντοκουμέντων της υπόθεσης. Μτφρ. Constance Tagopoulos. Αθήνα: Αθηνά Σοκόλη και ΣΙΑ ΕΕ.
[66] Βλ. πιο πάνω στο κείμενο, υπό ΙΙ.3, και ιδίως υποσημ. 29 και 34.
[67] Bλ. Καρτούν, 2015, όπ. παρ., σσ. 71-72.
[68] Λέξη που χρησιμοποιεί ο ίδιος ο θεατρικός συγγραφέας και αναφέρεται στο κείμενο, όπως και η ερμηνεία της. Βλ. Dubatti, J. (2015). Ποιητική και ιδεολογία: ο Καρτούν θεατρίστας και καθηγητής, στο Μ. Καρτούν, Σάκκο και Βαντσέττι. Μια δραματουργική επεξεργασία των ντοκουμέντων της υπόθεσης, όπ. παρ., 87-88.
[69] Dubatti, 2015, όπ. παρ., σ. 88.
[70] Dubatti, 2015, όπ. παρ., σσ. 87-88.
[71] Dubatti, 2015, όπ. παρ., σ. 88.
[72] Για την παράσταση της όπερας «Σάκο και Βαντσέτι: οι άνθρωποι και εκείνοι που τους αγάπησαν» το 2018 στην πόλη Πιέβε της Ιταλίας από νέους αποκλειστικά συντελεστές βλ. International Opera Theatre (2019) «Sacco and Vanzetti» IOT’s 15th World Premiere Italian Opera [online]. Διαθέσιμο σε: https://internationaloperatheater.org/iot/news/sacco-and-vanzetti-international-opera-theaters-15th-world-premiere-italian-opera/ (Προσφάτως 14-06-2019).
[73] Για την όπερα αυτή βλ. Leonard J. Lehrman D.M.A. (2019) Sacco and Vanzetti [ιστολόγιο]. 30ή Μαρτίου. Διαθέσιμο σε: https://ljlehrman.artists-in-residence.com/SaccoAndVanzetti.html (Προσφάτως 07-06-2019).
[74] Για ένα απόσπασμα από την Πράξη ΙΙ βλ. Leonard J. Lehrman (2012) Rosa - Sacco - Vanzetti trio from Act II of Sacco and Vanzetti . 2η Μαρτίου. Διαθέσιμο σε: https://www.youtube.com/watch?v=v5ONTyK0z0Y (Προσφάτως 07-06-2019).
[75] Για ένα απόσπασμα από την παγκόσμια πρεμιέρα, βλ. Theta Media Group (2007) Hallie Neill, Soprano, Luigia’s Prayer. 4η Μαΐου. Διαθέσιμο σε: https://www.youtube.com/watch?v=TXwNZ_Bbtkw (Προσφάτως 07-06-2019).
[76] Πολλές φορές οι σόλο άριες θύμιζαν τα μιούζικαλ του Μπροντγουέι. Έτσι Johnson, L. A. (2001) Anton Coppola “Sacco and Vanzetti” opera. A Press Comment, Opera News, (Ιούλιος/Αύγουστος) [online]. Διαθέσιμο σε: http://raforum.site/spip.php?article510 (Προσφάτως 14-06-2019).
[77] Βλ. Cropsey, E. H. (2003) Sacco and Vanzetti, An American World Premiere. The Opera Quarterly. 19 (4), σσ. 754-780, 754.
[78] Βλ. The National Opera America Center (χ.χ.) Sacco and Vanzetti [online]. Διαθέσιμο σε: https://www.operaamerica.org/applications/NAWD/newworks/details.aspx?id=298 (Προσφάτως 07-06-2019).
[79] Το είδος αυτό, που χρησιμοποιεί τραγούδια, μονόλογο, ποίηση, σκετς, χορό και χιούμορ, για να σχολιάσει γεγονότα, δράσεις και σκαμπανεβάσματα της ζωής, γεννήθηκε στο Παρίσι (cabaret) τον 19ο αι. και εξελίχθηκε στο Βερολίνο (kabarett), ιδίως τον Μεσοπόλεμο, ενώ συνεχίζει και στη σύγχρονη εποχή την εμφάνισή του ως ενός είδους τέχνης «αβανγκάρντ». Bλ. σχετικά Appignanesi, L. (2004) Τhe Cabaret. New Haven, London: Yale University Press, σ. 11 επ.
[80] Για ένα απόσπασμα από την παράσταση βλ. teatroborgia (2018) Sacco e Vanzetti . 18η Σεπτεμβρίου. Διαθέσιμο σε: https://vimeo.com/290498694#at=1 (Προσφάτως 07-06-2019).
[81] Για υλικό από την τότε παράσταση (φωτογραφίες και μουσική) σε μετέπειτα ταινία μικρού μήκους βλ. JJNoire (2013) Justice Denied In Massachusetts - Short film adaptation . 21η Νοεμβρίου. Διαθέσιμο σε: https://www.youtube.com/watch?v=z9OFwf4p9P8 (Προσφάτως 06-06-2019).
[82] Για τη βιογραφία της βλ. Peppe, H. (χ.χ.) Millay’s Life. [online]. Διαθέσιμο σε: http://www.millay.org/aboutmillay.php (Προσφάτως 06-06-2019), όπως και Poetry Foundation (χ.χ.), Edna St. Vincent Millay 1892-1950. [online]. Διαθέσιμο σε: https://www.poetryfoundation.org/poets/edna-st-vincent-millay (Προσφάτως 06-06-2019).
[83] Βλ. St. Vincent Millay, E. (1928) The Buck In The Snow, and Other Poems. New York: Harper & Brothers. Digital Library of India item 2015.209690 [e-Book]. Διαθέσιμo σε: https://archive.org/details/in.ernet.dli.2015.209690 (Προσφάτως 06-06-2019).
[84] Στο κείμενο αναφέρεται ως “lurkspur”, όνομα που μοιράζονται λουλούδια του γένους Δελφίνιο (Delphinium) και του γένους Κονσολίντα (Consolida). Βλ. St. Vincent Millay, 1928, όπ. παρ., σ. 32.
[85] Απόδ. της γράφουσας.
[86] Bandiera 1986, όπ. παρ., σ. 52.
[87] St. Vincent Millay, 1928, όπ. παρ., σ. 31. Απόδ. της γράφουσας.
[88] Απόδ. της γράφουσας.
[89] St. Vincent Millay, 1928, όπ. παρ., σ. 36. Απόδ. της γράφουσας.
[90] Bλ. St. Vincent Millay, E. (1934) Wine From These Grapes. New York: Harper & Brothers.
[91] Βλ. CPCW (χ.χ.) Edna St. Vincent Millay, from the Book Wine from These Grapes (1934), Two Sonnets in Memory. [online]. Διαθέσιμο σε: http://www.writing.upenn.edu/~afilreis/88v/millay-sacvan.html (Προσφάτως 30-05-2019). Απόδ. της γράφουσας.
[92] Βλ. σχετικά Bandiera 1986, όπ. παρ., σ. 52.
[93] Απόδ. της γράφουσας.
[94] Για τη βιογραφία και το έργο της Ριτζ βλ. Poetry Foundation (χ.χ.) Lola Ridge 1873-1941 [online]. Διαθέσιμο σε: https://www.poetryfoundation.org/poets/lola-ridge (Προσφάτως 06-06-2019).
[95] Πρβλ. το παρακάτω απόσπασμα από την αυτοβιογραφία του Βαντσέτι: «Ίσως εκείνοι που δουλεύαν δίπλα μου στα λατομεία και τα εργοστάσια να έβλεπαν στα μάτια μου τη συμπόνια μου για δαύτους και τα όνειρα που έτρεφα ήδη στη φαντασία μου για έναν κόσμο όπου όλοι μας θα ζούσαμε μια καθαρότερη κι ανθρωπινότερη ζωή», σε: Vanzetti, 2014, όπ. παρ., σ. 18.
[96] Βλ. Svoboda, T. (2016) Anything That Burns You: A Portrait of Lola Ridge, Radical Poet. Tucson Arizona: Schaffner Press, Inc., 4 επ.
[97] Ridge, L. (1935) Dance of Fire. New York: Smith and Haas.
[98] Απόδ. της γράφουσας.
[99] Απόδ. της γράφουσας.
[100] Βλ. πιο πάνω, υπό ΙΙ.3 και υποσημ. 33.
[101] Bandiera,1986, όπ. παρ., σ. 53.
[102] Βλ. Svoboda, 2016, όπ. παρ., σ. 256 επ.
[103] Ο Τομ Μούνεϊ, μετά από αμφισβητούμενες καταθέσεις μαρτύρων αναγνώρισης, εξέτισε στερητική της ελευθερίας ποινή 22 ετών για βομβιστική επίθεση κατά την οποία σκοτώθηκαν 10 άνθρωποι και τραυματίσθηκαν 40 στο Σαν Φρανσίσκο το 1916.
[104] Για στοιχεία σχετικά με τις συλλογές αυτές βλ. Allego, D. M. (χ.χ.) Lola Ridge (1873-1941) [online]. Διαθέσιμο σε: http://www.english.illinois.edu/maps/poets/m_r/ridge/bio.htm (Προσφάτως 30-05-2019).
[105] Mόλις το 1993 περιλήφθηκε στην ανθολογία ποιημάτων: Hendrick, G. & W. (επιμ.) (1993) Carl Sandburg. Billy Sunday And Other Poems-Unpublished, Uncollected And Unexpurgated Works. Boston, Massachussets: Houghton Mifflin Harcourt, σσ. 105-106.
[106] «Πατριώτες εσείς, σκέτη κόλαση!» γράφει για τη Phi Beta Kappa Society που τον προσκάλεσε, σε γράμμα του της περιόδου εκείνης. Βλ. Yanella, P. R. (1996) The Other Carl Sandburg. Jackson, Mississippi: Univerity Press of Mississippi, σ. 155.
[107] Απόδ. της γράφουσας.
[108] Βλ. και πιο πάνω, υπό ΙΙ, υποσημ. 13, 14 και 19.
[109] Το ποίημα «″They Are Dead Now″: Eulogy for Sacco and Vanzetti» βλ. σε: Harvard Square Library (χ.χ.) Dos Passos, John (1896-1970) [online]. Διαθέσιμο σε: https://www.harvardsquarelibrary.org/cambridge-harvard/john-dos-passos-1896-1970/ (Προσφάτως 06-06-2019).
[110] Το ποίημα «Impromptu: The Suckers», βλ. σε: ExecutedToday.com (2010) 1927: Sacco and Vanzetti (and Celestino Madeiros) [ιστολόγιο]. 23η Αυγούστου. Διαθέσιμο σε: http://www.executedtoday.com/tag/carl-sandburg/. (Προσφάτως 06-06-2019).
[111] Απόδοση της γράφουσας.
[112] Για μια από τις σπάνιες κριτικές αναλύσεις του ποιήματος βλ. Frye, R. (1994) Answering back: History and Williams Carlos Williams’s “Improptu: The Suckers”. William Carlos Williams Review. 6 (1), σσ. 2-24, ιδίως 2 επ.
[113] Απόδ. της γράφουσας. Βλ. πιο πάνω, υπό ΙΙ.2, υποσημ. 22.
[114] Πρβλ. Άις, 1968, όπ. παρ., σ. 178, σύμφωνα με τον οποίο, τον «πραγματικό λαό» την εποχή εκείνη αντιπροσώπευαν οι λευκοί, αγγλόφωνοι, θρήσκοι και αξιοσέβαστοι αστοί, οι λεγόμενοι 100% Αμερικανοί. Οι «νέγροι» που ήταν γεννημένοι στις Πολιτείες, οι μετανάστες που είχαν αποκτήσει υπηκοότητα και οι ριζοσπάστες, ακόμη κι αν προέρχονταν από αριστοκρατικές οικογένειες, δεν ανήκαν στον αμερικανικό λαό, που αποφαινόταν κυρίαρχα κι αλάνθαστα στα ζητήματα της Δικαιοσύνης.
[115] Βλ. πιο πάνω, υπό ΙΙ.3, υποσημ. 31.
[116] Βλ. Poetry Foundation (χ.χ.) Collection, An Itroduction to the Beat Poets, The mid-century countercultural poets who helped define a Generation [online]. Διαθέσιμο σε: https://www.poetryfoundation.org/collections/147552/an-introduction-to-the-beat-poets (Προσφάτως 06-06-2019).
[117] Το ποίημα περιλήφθηκε στη συλλογή: Ginsberg A. (1956) Hawl And Other Poems. The Pocket Poets Series. San Francisco: City Lights. Βλ. επίσης, Poetry Foundation (χ.χ.) America by Allen Ginsberg [online]. Διαθέσιμο σε: https://www.poetryfoundation.org/poems/49305/america-56d22b41f119f (Προσφάτως 06-06-2019).
[118] Από τον στίχο αυτό προέρχεται το τμήμα του τίτλου του εν λόγω άρθρου που περιέχεται μέσα σε εισαγωγικά.
[119] Υπόθεση παραβίασης του δικαιώματος δίκαιης δίκης για 9 νεαρούς Αφροαμερικανούς 13-19 ετών, που κατηγορήθηκαν το 1931 ψευδώς και με ρατσιστικά κριτήρια για τον βιασμό δύο λευκών γυναικών και καταδικάσθηκαν. Οι 8 από αυτούς καταδικάσθηκαν σε θάνατο. Οι ποινές θανάτου δεν εκτελέσθηκαν, τελικά, όταν ένα από τα θύματα ανήρεσε την κατάθεσή του, αλλά όλοι οι καταδικασθέντες εξέτισαν μακροχρόνιες ποινές εγκλεισμού στις φυλακές. Ο τελευταίος εξ αυτών αποφυλακίσθηκε το 1976. Είναι άλλη μια υπόθεση που φημίζεται για μη ορθή απονομή της δικαιοσύνης στην Αμερική, η οποία ενέπνευσε επίσης πολλούς καλλιτέχνες.
[120] Για τo ποίημα στα ελληνικά βλ. στο ιστολόγιο του Ποιητή και Μεταφραστή Γιάννη Λειβαδά: Ο Παίζων Χάνει και ο Πίνων Μεθά (χ.χ.) Άλλεν Γκίνσπεργκ (Allen Ginsberg) Επτά Ποιήματα, Μετάφραση Γιάννης Λειβαδάς [ιστολόγιο]. Διαθέσιμο σε: http://yannislivadas.blogspot.com/2008/02/allen-ginsberg_18.html (Προσφάτως 06-06-2019). Βλ. επίσης την ανάγνωσή του από τον ίδιο τον ποιητή σε: poetryreincarnations (2013) “America” by Allen Ginsberg Poem Animation [online video]. 9η Νοεμβρίου. Διαθέσιμο σε: https://vimeo.com/74090360 (Προσφάτως 06-06-2019).
[121] Βλ. Joughin & Morgan, 1948, όπ. παρ., σ. 373 επ.
[122] H πρώτη επισκόπηση έξι μόνο μυθιστορημάτων περιλαμβάνεται σε: Joughin, 1948, όπ. παρ., σ. 421 επ.
[123] Βλ. την επισκόπηση της Bandiera,1986, όπ. παρ., σ. 51 επ.
[124] Upton Sinclair (1928) Boston. T. 1-2. Boston Massachusetts: Albert & Charles Boni.
[125] Bandiera 1986, όπ. παρ., σ. 54.
[126] Ibid.
[127] Ibid. Απόδ. της γράφουσας.
[128] Έτσι, Bandiera, 1986, όπ. παρ., σ. 55.
[129] Ibid.
[130] Asch, N. (1930) Pay Day. New York: Brewer and Warren, inc., Payson and Clarke, ltd.
[131] Farrell, J. T. (1946) Bernand Clare. New York: Vanguard Press.
[132] Wells, H.G. (1928) Mr. Blettsworthy on Rampole Island. New York: Doubleday, Doran.
[133] Έτσι, Bandiera, 1986, όπ. παρ., σσ. 55-56.
[134] Ibid.
[135] Έτσι, Bandiera, 1986, όπ. παρ., σ. 56.
[136] Ibid.
[137] De Voto, B. (1934). We Accept With Pleasure. Boston, Maschatussetts: Little Brown.
[138] Η Επιτροπή Υπεράσπισης των Σάκο και Βαντσέτι συγκροτήθηκε από εθελοντές −κατά κύριο λόγο ομοϊδεάτες τους− αμέσως μετά τη σύλληψή τους, και διαδραμάτισε κεντρικό ρόλο στις εξελίξεις. Βλ. Flyn, 1965, όπ. παρ., σ. 300 επ.
[139] Έτσι, Bandiera, 1986, όπ. παρ., σ. 57.
[140] Έτσι, Bandiera, 1986, όπ. παρ., σσ. 57-58.
[141] McKenney, R. (1943) Jake Home. California: Harcourt, Brace and Company.
[142] Έτσι, Bandiera, 1986, όπ. παρ., σσ. 57-58, η οποία σημειώνει ότι: «Παρότι οι Σάκο και Βαντσέτι ήταν αντίθετοι με οποιουδήποτε είδους οργάνωση εργατών, η συγγραφέας δεν αποτρέπεται από το να τους αντιμετωπίζει ως μάρτυρες του εργατικού κινήματος».
[143] Βλ. πιο πάνω, υπό ΙΙΙ.2.
[144] Don Passos, J. (1936) The Big Money. Chicago: Carpetbagger Books. Στα ελληνικά βλ. στην τριλογία: Ντος Πάσος, Τ. (2007) USA. O 42oς Παράλληλος. 1919. Tα πολλά λεφτά. Μτφρ. Νίκος Λαμπρόπουλος, Τάσος Γ. Δενέγρης, Τρισεύγενη Παπαϊωάννου. Αθήνα: Μεταίχμιο.
[145] Βλ. Bandiera, 1986, όπ. παρ., σ. 58.
[146] Βλ. Bandiera, 1986, όπ. παρ., σσ. 58-59, η οποία εκφράζει την προσδοκία και την αναμονή για ένα μελλοντικό έργο που θα ασχοληθεί πράγματι με αυτούς τους ίδιους και με την «καρδιά της τραγωδίας» τους.
[147] Fast, H. (1953) The Passion of Sacco and Vanzetti: A New England Legend. Kingston Ontario Canada: Blue Heron Press.
[148] Φαστ, Χ. (2017) Σάκκο και Βαντσέττι. Μτφρ. Γ. Βογιατζής. Αθήνα: Ηριδανός.
[149] Υπήρξε από το 1943 μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Αμερικής από το οποίο αποχώρησε το 1956, μετά από τις πληροφορίες που έφτασαν στη δημοσιότητα για διώξεις αντιφρονούντων και πολιτικών αντιπάλων του κομμουνισμού. Βλ. Φαστ, 2017, όπ. παρ., σσ. 247-249.
[150] Βλ. πιο πάνω, υπό ΙΙ.3, και υποσημ. 33.
[151] Για την παρέμβαση του Μουσολίνι προς τον αμερικανό Πρεσβευτή με επιστολή του στις 24-7-1927, προκειμένου «να μην υπάρξουν δύο ακόμη αριστεροί μάρτυρες», βλ. Cannistraro, P. V. (1996) Mussolini, Sacco-Vanzetti, and the Anarchists: The Transatlantic Context. The Journal of Modern History. 68 (1), σσ. 31-62, 34 και υποσημ. 13.
[152] Βλ. Φαστ, 2017, όπ. παρ., σ. 96. Πρβλ. όμως και Cannistraro, 1996, όπ. παρ., σσ. 61-62, κατά τον οποίο δεν οφείλεται μόνο σε πολιτικούς λόγους η στάση αυτή του Μουσολίνι, αλλά και στο ριζοσπαστικό υπόβαθρο της νεότητάς του.
[153] Πρόκειται για τον γλύπτη που φιλοτέχνησε το Εθνικό Μνημείο του Όρους Ράσμορ, ύψους 18 μέτρων, στη Νότια Ντακότα των ΗΠΑ, με τις μορφές τεσσάρων Αμερικανών Προέδρων (Τζωρτζ Γουάσινγκτον, Τόμας Τζέφερσον, Θήοντορ Ρούζβελτ και Αβραάμ Λίνκολν), τις οποίες σκάλισε σε μια γρανιτένια πλαγιά μαζί με τον γιο του, Λίνκολν. Βλ. φωτογραφίες σε: US Department of the Interior (2017) Mount Rushmore National Memorial: A Presidential Tribute [online]. Διαθέσιμο σε: https://www.doi.gov/blog/mount-rushmore-national-memorial-presidential-tribute (Προσφάτως 07-06-2019).
[154] Βλ. Naylor, A. M. (2010) Memorializing Sacco and Vanzetti in Boston [online]. Inquiries Journal. 2(1). Διαθέσιμο σε: http://www.inquiriesjournal.com/articles/117/memorializing-sacco-and-vanzetti-in-boston (Προσφάτως 30-05-2019).
[155] Ibid.
[156] Βλ. Mass.gov (2019) Sacco & Vanzetti: Proclamation [online]. Διαθέσιμο σε: https://www.mass.gov/info-details/sacco-vanzetti-proclamation (Προσφάτως 12-06-2019).
[157] Βλ. Naylor, 2010, όπ. παρ.
[158] Βλ. Kuykendall, L. (χωρίς χρονολογία) Shahn, The Passion of Sacco and Vanzetti [online]. Διαθέσιμο σε: https://www.khanacademy.org/humanities/art-1010/art-between-wars/american-art-wwii/a/shahn-the-passion-of-sacco-and-vanzetti (Προσφάτως 30-05-2019).
[159] Βλ. Kuykendall, όπ. παρ.
[160] Πρόκειται για τεχνικές χρήσης υδροχρωμάτων και άλλων υλικών (λ.χ. κόλλας) πάνω σε χαρτί ή χαρτόνι.
[161] Βλ. Whitney Museum of American Art (2019) Ben Sahn, The Passion of Sacco and Vanzetti 1931-32, From the Sacco and Vanzetti Series 1931-1932 [online]. Διαθέσιμο σε: https://whitney.org/collection/works/1022 (Προσφάτως 07-06-2019).
[162] Βλ. Kuykendall, όπ. παρ.
[163] Σε μια συνέντευξή του του 1944 εξηγεί: «Με θυμάμαι πάντα να θέλω να υπάρξω τόσο τυχερός στη ζωή μου, ώστε να ζήσω σε μια σπουδαία εποχή, στην οποία κάτι μεγάλο θα γινόταν, όπως η Σταύρωση. Και αίφνης συνειδοτοποίησα ότι πράγματι μέσα σε μια τέτοια ζούσα. Να, λοιπόν, που έζησα μια άλλη σταύρωση. Να, κάτι για να το ζωγραφίσω». Ibid.
[164] Ben Sahn (1952) Sacco and Vanzetti [σχέδιο]. Διαθέσιμο σε: https://www.harvardartmuseums.org/art/308471?fbclid=IwAR2fh1jxX2v4XE4MBDQwebTujXpWopXU1KdXPKOsHjy-r5y6drYNt-WRKo4 (Προσφάτως 07-06-2019).
[165] Το 2011, ένας από τους εν δυνάμει χορηγούς μιας έκθεσης των έργων του αρνήθηκε εν τέλει να τη στηρίξει, γιατί είχε να κάνει «μ’ αυτούς τους ριζοσπάστες». Ο δε Επιμελητής της έκθεσης αντιμετωπίσθηκε αφ’ υψηλού, όταν, σε γεύμα που παρατέθηκε στο Χάρβαρντ, αναφέρθηκε στον Πρόεδρο Λόουελ που είχε συμμετάσχει στην Επιτροπή Επανεξέτασης του Α. Τ. Φούλερ. Βλ. σχετικά, Tejada, 2012, όπ. παρ., σ. 288.
[166] Βλ. Linden, D. L. (2015) Ben Sahn’s New Deals Murals: Jewish Identity in the American Scene. Detroit: Wayne State University Press, σ. 30.
[167] Βλ. Ellis, F. (1927). The Case of Sacco and Vanzetti in Cartoons from the Daily Worker by Ellis [pdf]. Διαθέσιμο σε: https://archive.lib.msu.edu/DMC/AmRad/sacoovanzetticartoons.pdf (Προσφάτως 07-06-2019).
[168] Geary R. (2011). The Lives of Sacco & Vanzetti. New York: NBM Publishing.
[169] Για το έργο του βλ. περισσότερα στο προσωπικό του ιστολόγιο: Rick Geary Cartoonist Illustrator (χ.χ.) Graphic Novels [ιστολόγιο]. Διαθέσιμο σε: http://www.rickgeary.com/ (Προσφάτως 07-06-2019).
[170] Geary R. (2019) Οι Ζωές των Σάκο και Βαντσέτι. Μτφρ. Μ. Χρίστου. Αθήνα: Χαραμάδα.
[171] Βλ. την επισκόπηση της Williams, K. (2012). The Lives of Sacco & Vanzetti: A Book’s Review [online]. 7η Ιουνίου. Διαθέσιμο σε: https://towardfreedom.org/archives/labor/the-lives-of-sacco-and-vanzetti-a-book-review/ (Προσφάτως 07-06-2019).
[172] Η στάση του Φρεντ Μουρ παραμένει αμφιλεγόμενη. Βλ. σχετικά, Flyn, 1965, όπ. παρ., σ. 303, η οποία επαινεί την αφιλοκερδή αφοσίωσή του στην υπόθεση, πρβλ. όμως την έκκληση του Σάκο προς αυτόν να παραιτηθεί, σε γράμμα του της 18ης-08-1924, όπου τον κατηγορεί και για άτιμη κερδοσκοπία, σε: Παντελάκη, 1972, όπ. παρ., σσ. 20-21.
[173] Αναφορά στο έργο τους βλ. στο ντοκιμαντέρ του Peter Miller (2007) Sacco and Vanzetti [DVD]. New York: Willow Pond Films. Παρατίθεται και από: dedinhosdemao (2018) Sacco and Vanzetti (2006). Διαθέσιμο σε: https://www.youtube.com/watch?v=OdG6lq2shiU&fbclid=IwAR16WSB92l6Ob44Cv1CoY5lwUbUZeY20tjMrOLdViqQU_8rKbagAmEParhc (Προσφάτως 12-06-2019).
[174] Βλ. πιο πάνω, υπό ΙΙΙ.1.
[175] Η παραγωγή ήταν του Πάντρο Σ. Μπέρμαν, το σενάριο του Άντονι Βάιλερ και η μουσική του Ναθάνιελ Σίλκρετ, ο οποίος ήταν και υποψήφιος για βραβείο Όσκαρ κατά την 9η απονομή τους το 1937. Βλ. την ταινία χωρίς υπότιλους σε: Orange Moviestar (2019) Winterset by Alfred Santell, Publication Date 1936, Usage Public Domain, Topics Drama Burgess M. 8η Φεβρουαρίου. Διαθέσιμο σε: https://www.youtube.com/watch?v=9uMgqgExqZk (Προσφάτως 07-06-2019).
[176] Η παραγωγή ήταν των Χάρολντ Μπ. Γουόλις και Βόλφγκανγκ Ράινχαρντ, το σενάριο των Τζούλιους, Φίλιπ Επστάιν και Στίβεν Μορχάουζ Έιβερι, και η μουσική του Χάιντζ Ρέμχελντ. Βλ. AFI (2017) The Male Animal (1942) [online]. Διαθέσιμο σε: https://catalog.afi.com/Catalog/moviedetails/27332 (Προσφάτως 09-06-20190.
[177] H παραγωγή ήταν του Γουίλιαμ Τζέικομπς, το σενάριο του Πίτερ Μιλν και η μουσική του Ρέι Χάιντορφ. Βλ. AFI (2017) She's Working Her Way Through College (1952) [online]. Διαθέσιμο σε: https://catalog.afi.com/Catalog/moviedetails/50651 (Προσφάτως 07-06-2019).
[178] Βλ. κριτική επισκόπηση του Crowther, B. (1952) The Screen in Review; “She's Working Her Way Through College” With Virginia Mayo New Bill at Paramount [online]. The New York Times. 10η Ιουλίου. Διαθέσιμο σε: https://www.nytimes.com/1952/07/10/archives/the-screen-in-review-shes-working-her-way-through-college-with.html (Προσφάτως 07-06-2019).
[179] Η εκτέλεση παραγωγής ήταν του Ρόμπερτ Άλαν Άρθουρ και το σενάριο του Ρέτζιναλντ Ρόουζ. Βλ. σχετικό απόσπασμα συνένετυξής του σε: FoundationINTERVIEWS (2018) Sidney Lumet on the Sacco and Vanzetti Story-TelevisionAcademy.com/Interviews. 27η Φεβρουαρίου. Διαθέσιμο σε: https://www.youtube.com/watch?v=ms2jTCkvX28 (Προσφάτως 09-08-2019).
[180] Για την πρώτη εποχή του «Κόκκινου τρόμου» βλ. πιο πάνω, υπό ΙΙ.1 και υποσημ. 13.
[181] Βλ., Raff, J. E. (επιμ.) (2005) Sidney Lumet Interviews. Jackson: University Press of Mississippi, σ. 95.
[182] Βλ. Bandiera 1986, όπ. παρ., σ. 61.
[183] Έτσι, Bandiera 1986, όπ. παρ., σ. 60.
[184] Για την ταινία, χωρίς ελληνικούς υπότιτλους, βλ. Paola Lai (2017) Sacco e Vanzetti (1971). 29η Αυγούστου. Διαθέσιμο σε: https://www.youtube.com/watch?v=PdhIMUVfpPM (Προσφάτως 07-06-2019).
[185] Στην παραγωγή ήταν οι Αρίγκο Κολόμπο και Τζόρτζιο Πάπι και στο σενάριο οι Τζουλιάνο Μοντάλντο, Φραμπρίτσιο Ονόφρι και Οτάβιο Τζέμα.
[186] Bλ. Ebert, R. (1971) Sacco and Vanzetti [online]. 1η Νοεμβρίου. Διαθέσιμο σε: https://www.rogerebert.com/reviews/sacco-and-vanzetti-1971 (Προσφάτως 09-06-2019).
[187] Festival de Cannes (2019) 24Ε Edition 1971 [online]. Διαθέσιμο σε: https://www.festival-cannes.com/en/69-editions/retrospective/1971/palmares/competition (Προσφάτως 09-06-2019).
[188] Ο Μοντάλντο σε συνέντευξή του αναφέρει ότι φοιτητές της Νομικής της Βοστόνης παρουσίασαν στον Κυβερνήτη τις σκηνές του δικαστηρίου, προκειμένου να τον πείσουν να προβεί στην αποκατάσταση. Βλ. Paterno, C. (2017) Guliano Montaldo Presents restored “Sacco & Vanzetti” against the horror of death penalty [online]. 3η Νοεμβρίου. Διαθέσιμο σε: https://news.cinecitta.com/EN/en/news/104/71494/giuliano-montaldo-presents-restored-sacco-vanzetti-against-the-horror-of-death-penalty.aspx (Προσφάτως 09-06-2019).
[189] Βλ. Miller, 2007, όπ. παρ.
[190] Στην παραγωγή ήταν οι Έιμι Κάρεϊ Λίντον, Τζέσι Κρόφορντ, Πίτερ Μίλερ, Νικόλ Όπερ και Τομ Ρος. Η μουσική ήταν του Τζον Τ. ΛαΜπαρμπέρα. Βλ. κριτική της ταινίας σε: Setz, M. Z. (2007). From Immigration to Anarchy [online]. The New York Times. 29η Μαρτίου. Διαθέσιμο σε: https://www.nytimes.com/2007/03/29/movies/30sacc.html (Προσφάτως 07-06-2019).
[191] Βλ. Miller, 2007, όπ. παρ.
[192] Σε κείμενο των ίδιων, με παραγωγό τη Σίλβια Τζιουλέτι και μουσική των Άντζελο Ταλότσι και Γκαμπριέλας Μαρτίνο.
[193] Έτσι, Mancini, L. (2018) Legal death: review of the documentary by Giulietti and Barbieri [online]. 10η Οκτωβρίου. Διαθέσιμο σε: https://www.cinematographe.it/recensioni/la-morte-legale-recensione/ (Προσφάτως 08-06-2019).
[194] Από τη δισκογραφική εταιρεία Okeh. Βλ. και για άλλα τραγούδια της ίδια εποχής σε: Sacco and Vanzetti Commemoration Society (χ.χ.) Music Dedicated to Sacco and Vanzetti [audios online]. Διαθέσιμο σε: https://saccoandvanzetti.org/sn_display1.php?row_ID=50 (Προσφάτως 13-06-2019).
[195] Από τη δισκογραφική εταιρεία Columbia.Βλ. Campagni, L. (2017) Raoul Romito – Sacco e Vanzetti (R. Vampo – F. Pensiero) 1927 (con testo). 12η Οκτωβρίου. Διαθέσιμο σε: https://www.youtube.com/watch?v=uoXFMBVm0Xg&fbclid=IwAR01luBWGpD24vcWb1SarAecWS1QPAan9SjBsB_O_7b6_BXC78zFiPu-E98 (Προσφάτως 13-06-2019).
[196] Βλ. επίσης το τραγούδι «Η ηλεκτρική καρέκλα» για τον πόνο της μητέρας που μαθαίνει στην Ιταλία ότι ο γιος της καταδικάσθηκε σε θάνατο στην ηλεκτρική καρέκλα, σε: Various Artists – Topic (2018) A seggia elettrica. 16η Ιουνίου. Διαθέσιμο σε: https://www.youtube.com/watch?v=_awyTybEkEM&fbclid=IwAR0GxPJVCLGRRJYAfJB1QJ16mds1fq_YV7iKgbxFPwFMp8X4OUyLFfZIJZw (Προσφάτως 13-06-2019).
[197] Θεωρείται μέντορας του Μπομπ Ντύλαν, ο οποίος, επίσης, αφιέρωσε ένα από τα γνωστότερα τραγούδια του, το «Hurricane», σε μια υπόθεση δικαστικής πλάνης, αυτήν του πυγμάχου Rubin Hurricane Carter, που εξέτισε 20 χρόνια στη φυλακή, ενώ ήταν αθώος. Βλ. Llewellyn, C. (2011) Bob Dylan visits Woody Guthrie [online]. The Guardian. 16η Ιουνίου. Διαθέσιμο σε: https://www.theguardian.com/music/2011/jun/16/bob-dylan-woody-guthrie (Προσφάτως 07-06-2019).
[198] Iδρυτής της εταιρείας Asch Records και μετέπειτα Folkways Records.
[199] Woody Guthrie (1960) Ballads of Sacco & Vanzetti [vinyl LP]. New York: Folkways Records.
[200] Woody Guthrie (1960) The Flood And The Storm [lyrics online]. Διαθέσιμο σε: https://www.woodyguthrie.org/Lyrics/The_Flood_and_the_Storm.htm (Προσφάτως 08-06-2019).
[201] Woody Guthrie (1960) Two Good Men [lyrics online]. Διαθέσιμο σε: https://www.woodyguthrie.org/Lyrics/Two_Good_Men.htm (Προσφάτως 08-06-2019).
[202] Ibid.
[203] Woody Guthrie (1960) Suassos Lane [lyrics online]. Διαθέσιμο σε: https://www.woodyguthrie.org/Lyrics/Suassos_Lane.htm [Προσφάτως 08-06-2019].
[204] Woody Guthrie (1960) Vanzetti’s Letter [lyrics online]. Διαθέσιμο σε: https://www.woodyguthrie.org/Lyrics/Vanzettis_Letter.htm (Προσφάτως 08-06-2019].
[205] Ibid.
[206] Woody Guthrie (1960) We Welcome To Heaven [lyrics online]. Διαθέσιμο σε: https://www.woodyguthrie.org/Lyrics/We_Welcome_To_Heaven.htm (Προσφάτως 08-06-2019].
[207] Ibid.
[208] Woody Guthrie (1960) Ballads of Sacco & Vanzetti [vinyl LP]. New York: Folkways Records.
[209] Ψηφιοποιημένα τα 12 τραγούδια του δίσκου ακούγονται σε: Internet Archive (2018) Woody Guthrie - Ballads of Sacco & Vanzetti. Διαθέσιμο σε: https://archive.org/details/WoodyGuthrie-BalladsOfSaccoVanzetti (Προσφάτως 07-06-2019).
[210] Morricone, E. & Baez J. (1971) Sacco e Vanzetti Colonna Sonora Originale Del Film [vinyl album]. Italy: RCA Original Cast.
[211] Για τη δήλωσή του αυτή, βλ. Polenberg, R. (1997) Ιntroduction, στο (επιμ.) M. D. Frankfurter & G. Jackson, The Letters of Sacco and Vanzetti (xxxi-xxxvii). New York: Penguin Books, σ. xxxi επ.
[212] Έτσι, Λία Γυιόκα στο Επίμετρο της Αυτοβιογραφίας του Βαντσέτι. Βλ. Vanzetti, 2004, όπ. παρ., σσ. 47-48 και υποσ. αρ. 1.
[213] Απόδοση της γράφουσας.
[214] Βλ. Star At The Window (2013) Πασχάλης Αρβανιτίδης - Ευχές για σας – 1972. Διαθέσιμο σε: https://www.youtube.com/watch?v=kJL25m-uydM&list=RDkJL25m-uydM.
[215] Πασχάλης (1972) Πασχάλης [vinyl album]. Αθήνα: Philips.
[216] Βλ. Κατιούσα (2017) Όταν οι Ολύμπιανς του Πασχάλη και η Νανά Μούσχουρη τραγουδούσαν για τους Σάκο και Βαντσέτι! [online]. 23η Αυγούστου. Διαθέσιμο σε: http://www.katiousa.gr/politismos/mousiki/otan-oi-olympians-tou-paschali-ki-nana-mouschouri-tragoudousan-gia-tous-sako-kai-vantseti/ (Προσφάτως 07-06-2019).
[217] Για τον δίσκο «Nana and friends Rendez vous» βλ. 60’s Music (2016) Nana Mouskouri & Friends: Rendez-vous 2011 (full album). Διαθέσιμο σε: https://www.youtube.com/watch?v=tjAdqWrNXkM (Προσφάτως 07-06-2019).
[218] Βλ. Reyes, S. (2014) A new music piece about Sacco and Vanzetti: The Italian Years by Mary Ellen Melnick [online]. Διαθέσιμο σε: http://saccoandvanzetti.org/sn_display1.php?row_ID=103 (Προσφάτως 30-05-2019).
[219] Melnick, M. E. (2012) Sacco and Vanzetti (The Italian Years). (χωρίς τόπο): Ismè Records.