Κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου το νέο βιβλίο του George S. Rigakos με τίτλο «Ασφάλεια/Κεφάλαιο: μια θεωρία ειρήνευσης». Με τον τόμο αυτό ο Rigakos, καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας της Αστυνόμευσης στο Πανεπιστήμιο Carleton της Ottawa, γνωστός για την πρωτοποριακή του έρευνα και σκέψη στο πεδίο της ιδιωτικής αστυνόμευσης (‘The new parapolice: risk markets and commodified social control”, UToronto Press, 2002) προχωρεί σε μια ολοκληρωμένη παρουσίαση και ανάλυση της θεωρίας της ειρήνευσης, στην οποία στηρίζεται μια σειρά πρόσφατων εργασιών του ιδίου και μιας διευρυνόμενης ομάδας άλλων ερευνητών από τον Καναδά, το Ηνωμένο Βασίλειο και άλλες χώρες σε σχέση με το ζήτημα της ασφάλειας και το ρόλο της αστυνομίας.
Αφετηριακή θέση του βιβλίου είναι η διαπίστωση της κεντρικότητας του ζητήματος της ασφάλειας στις σύγχρονες καπιταλιστικές κοινωνίες και της επείγουσας ανάγκης να ξανατεθεί το ζήτημα αυτό σε νέες θεωρητικές βάσεις με τη βοήθεια μιας αναλυτικής οπτικής πολιτικής οικονομίας. Η προσέγγιση της «ειρήνευσης», ιδέας η οποία έχει χρησιμοποιηθεί στο πλαίσιο της μελέτης του αποικιακού φαινομένου, αναγνωρίζει τον γενικότερο και οργανικό ρόλο της ασφάλειας στη συγκρότηση της κοινωνικής τάξης στις καπιταλιστικές κοινωνίες: οι τεχνικές, οι τεχνολογίες, οι τρόποι σκέψης και η προσέγγιση του έργου της «ειρήνευσης» των πληθυσμών στο αποικιακό πλαίσιο δεν υπήρξαν παρά μια ιδιαίτερη έκφανση μιας γενικότερης διεργασίας, η οποία εκτυλίχθηκε και στις μητροπολιτικές κοινωνίες, ως διεργασία διαμόρφωσης πληθυσμών εξαρτημένων από τη μισθωτή εργασία. Κατά τούτο, «ειρήνευση» δεν είναι παρά η έκφραση και η εφαρμογή μιας «επιστήμης της αστυνομίας», η οποία είναι σύγχρονη και ομότιμη της πολιτικής οικονομίας στη σκέψη και το έργο διανοητών του 18ου και 19ου αιώνα, οι οποίοι κατέχουν καθοριστικό θέση στην κατανόηση της οργάνωσης και λειτουργίας του καπιταλισμού, όπως οι William Petty, Adam Smith, Patrick Colqhoun κ.α. Κατά τούτο, οι έννοιες της «ειρήνευσης» και της αστυνομίας αναφέρονται στην κοινωνική διαδικασία της συγκρότησης της παραγωγικής εργασίας στον καπιταλισμό.
Συνεπώς, η κεντρικότητα και επικαιρότητα (η «ηγεμονία», όπως το θέτει ο Rigakos) του ζητήματος της ασφάλειας δεν αποτελεί κάτι το εξαιρετικό: στην πραγματικότητα, αφορά στην ίδια τη συγκρότηση και την αναπαραγωγή του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος. Η θεωρητική όμως αναγνώριση αυτού του στοιχείου, η οποία είναι η αιχμή της θεωρίας της ειρήνευσης, επιτρέπει την υπέρβαση μιας σειράς διακρίσεων και δυαδικοτήτων, οι οποίες σήμερα λειτουργούν ως διανοητικές αγκυλώσεις στην κατανόηση του ζητήματος της ασφάλειας και των υλικών και ιδεολογικών διαδικασιών οι οποίες το συγκροτούν: διεθνείς σχέσεις-εσωτερική τάξη, πόλεμος-ειρήνη, στρατός-αστυνομία, ασφάλεια-ανασφάλεια. Ιδίως η υπέρβαση αυτή αφορά στις κριτικές προσεγγίσεις της θέσης και της λειτουργίας των κατασταλτικών μηχανισμών στις καπιταλιστικές κοινωνίες, οι οποίες παραδοσιακά έχουν στηριχθεί σε εργαλειακού και οικονομιστικού τύπου έννοιες, όπως για παράδειγμα, η έννοια του βιομηχανικού συμπλέγματος ασφαλείας ή του ποινικο-βιομηχανικού συμπλέγματος. Καθιστά έτσι δυνατή την κινητοποίηση ενός απολύτως καίριου θεωρητικού οπλοστασίου, όπως, για παράδειγμα, η εργασία του David Harvey και η έννοια της «συσσώρευσης μέσω αποστέρησης», το οποίο σήμερα οι κριτικές προσεγγίσεις στο χώρο της εγκληματολογίας αντιμετωπίζουν με μια κάποια αμηχανία.
Ο Rigakos έχει απόλυτη συναίσθηση της κρισιμότητας της εργασίας που ανέλαβε με τη συγγραφή του βιβλίου και κατά τούτο η επισκόπηση και ανάλυση των θεωρητικών πηγών και ζητημάτων είναι διεξοδικότατη και χωρίς εκπτώσεις. Οι αναγνώστες όμως θα διαπιστώσουν πως ακόμη και στα πιο δύσβατα θεωρητικά σημεία του, το κείμενο είναι όχι μόνο βατό και κατανοητό, αλλά ζωντανό και ευχάριστο, διανθισμένο με μια πληθώρα από εθνογραφικές βινιέτες-παραδείγματα από τo σύνολο της προηγούμενης εργασίας του συγγραφέα, η οποία έχει βασιστεί κατά το μεγαλύτερο μέρος της σε ποιοτικές μεθόδους κοινωνικής έρευνας. Η ισορροπία μεταξύ των κατηγοριών του εμπειρικού υλικού, το οποίο αποτελεί τη βάση της ανάλυσης είναι υποδειγματική, και σε συνδυασμό με την εκτενέστατη βιβλιογραφία, υπόσχεται έτσι μια πλουσιότατη διανοητική εμπειρία στους αναγνώστες.
Συνολικά το βιβλίο αποτελεί μια καθοριστική συμβολή στη συζήτηση για το ζήτημα της ασφάλειας, η οποία, πέρα από τη θεωρητική ανανέωση που κομίζει, τοποθετείται βιβλιογραφικά και σε ένα χώρο μεταξύ των υπαρχόντων γενικών εισαγωγικών εργασιών, όπως για παράδειγμα το βιβλίο της Zedner («Security», 2009), και των πολύ πιο ειδικών μελετών που περιλαμβάνονται σε συλλογικούς τόμους, όπως για παράδειγμα σε εκείνο των Dubber και Valverde («The new police science», 2006). Επίσης το είδος της θεωρητικής εργασίας του Rigakos καθιστά το βιβλίο χρήσιμο σε αναγνώστες προερχόμενους όχι μόνο από το πεδίο της εγκληματολογίας, αλλά και της πολιτικής επιστήμης και του ποινικού δικαίου. Έτσι, πέρα από ένα στενότερο κύκλο αναγνωστών, οι οποίοι θα είναι σε θέση να εκτιμήσουν αμέσως τη συμβολή του Rigakos στο πεδίο των ειδικότερων επιστημονικών ενδιαφερόντων τους, το βιβλίο απευθύνεται σε ένα ευρύτερο αναγνωστικό κοινό το οποίο αναζητά μια κατατοπιστική και διεξοδική ανάλυση του ζητήματος της ασφάλειας στη σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία.
G.S. Rigakos, Security/Capital: a theory of pacification, Edinburgh University Press ISBN 9781474413671, 2016